ΕΝΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟ ΘΑΥΜΑ


ΑΛΕΥΡΙ ΚΑΙ ΝΕΡΟ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΖΥΜΗ,


 ΔΗΛ ΠΡΟΖΥΜΙ!



__________Στην παλαίφατη και ιστορική Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου κι αυτό το χρόνο ζήσαμε ένα επαναλαμβανόμενο θαύμα! Κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ως γνωστόν, γίνεται η τελετή- δέηση με τον Τίμιο Σταυρό και τον βασιλικό. Ο ιερεύς υψώνει τον Τίμιο Σταυρό και δέεται προς τον Θεό για την σωτηρία των ανθρώπων.
___________Τήν ώρα, λοιπόν, που τελείται αυτή η τελετή εκεί, δηλ. στο Μέγα Σπήλαιο, οι Πατέρες της Μονής, από παράδοση που χάνεται στα βάθη των αιώνων, ετοιμάζουν μια λεκάνη μέσα, στην οποία ανακατεύουν αλεύρι και νερό και τίποτε άλλο, και την τοποθετούν μπροστά στον τελετουργό ιερέα, ο οποίος κάθε φορά που υψώνει τον Τίμιο Σταυρό και έπειτα σκύβει μέχρι το έδαφος, καθώς οι ιεροψάλτες ψάλλουν κατανυκτικά και ικετευτικά το «Κύριε ελέησον», ακουμπάει τον τίμιο Σταυρό και στην λεκάνη, που περιγράψαμε και την ευλογεί! Καθώς λοιπόν ο τελετουργός ιερεύς γυρίζει γύρω – γύρω, κάποιος εκ των Μοναχών μεταφέρει και την λεκάνη και την τοποθετεί μπροστά του, ώστε εκείνος και πάλι σκύβοντας να την ευλογήσει.
___________Όταν λοιπόν τελειώσει η τελετή της Υψώσεως οι Πατέρες μεταφέρουν την λεκάνη αυτή στο Ιερό Βήμα και την τοποθετούν κάτω από την Αγία Τράπεζα. Εκεί θα παραμείνει μέχρι το τέλος της θείας λειτουργίας. Όταν λοιπόν η θεια λειτουργία πλησιάζει στο τέλος της, σκύβουν κάτω από την Αγία Τράπεζα και τραβούν προς τα έξω την λεκάνη. ΑΛΛΑ ΤΩΡΑ ΠΛΕΟΝ στην λεκάνη υπάρχει ζύμη! Το αλεύρι και το νερό έγιναν προζύμι! Δηλ. το περιεχόμενο της λεκάνης έχει φουσκώσει και έχει ξεχειλίσει! Έγινε δηλ. ό,τι συμβαίνει με τις νοικοκυρές, οι οποίες κάθε φορά που πρόκειται να ζυμώσουν «αναπιάνουν το προζύμι»! Έπειτα ζυμώνουν, στη συνέχεια αφήνουν το μίγμα να «ανέβει», όπως λέγουν και ϋστερα το ψήνουν στο φούρνο και έτσι γίνεται το ψωμί!  «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε»!  Αυτό, λοιπόν, που συμβαίνει στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου κάθε χρόνο είναι ένα θαύμα ! Με την ευλογία του Τιμίου Σταυρού το αλεύρι μεταβάλλεται σε προζύμι, ή σε μαγιά, με το οποίο μπορείς ύστερα να ζυμώσεις  το ψωμί! 
_____________Οι πιστές νοικοκυρές γνωρίζουν κάτι παρόμοιο, ότι δηλ. με το βασιλικό «από το Σταυρό» μπορούν και ζυμώνουν  χωρίς να χρησιμοποιήσουν άλλο προζύμι.  
_____________Το ευλογημένο αυτό μίγμα, οι χριστιανοί το παίρνουν μέσα σε πλαστικά ποτήρια στα σπίτια τους σαν ευλογία και το χρησιμοποιούν για να ζυμώσουν!
______________Αυτό, λοιπόν, είναι ένα θαύμα, το οποίον επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου στην Ιερά  Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου!
____________Ένα σχετικό  video έχει καταγράψει το θαύμα! Η εικόνα είναι λίγο σκοτεινή, επειδή η ακολουθία γίνεται πρωΐ, ώστε δεν έχει φωτίσει η ημέρα κανονικά, αλλά και επειδή μέσα στο ναό δεν υπάρχει ικανοποιητικό φως.
______________Δοξάστε, παρακαλώ, μαζί μας το υπερύμνητον Όνομα του Κυρίου μας! «Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις». Αμήν
Μέγα Σπήλαιον,  14 Σεπτεμβρίου 2012

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ








Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Η συνάντηση με τη μακάρια Λιούμπουσκα που γνώριζε τον γέροντα Σεραφείμ της Βίριτσας. Και τις προφητείες που άκουσε




Η συνάντηση με τη μακάρια Λιούμπουσκα που γνώριζε τον γέροντα Σεραφείμ της Βίριτσας. Και τις προφητείες που άκουσε.

Το όνομα Λιούμπουσκα (Αγαπούλα) προέρχεται από τη λέξη Λιουμπόβ που σημαίνει αγάπη.
Το χειμώνα του 1986, επισκεφθήκαμε για πρώτη φορά τη μακάρια Λιούμπουσκα. Σ' αυτή μας έστειλε ο γέροντας Ν. από τη Λαύρα της Αγίας Τριάδος και του οσίου Σεργίου. 


Έμενε στη Βίριτσα, κοντά στην Αγία Πετρούπολη, όπου κάποτε ζούσε ο γνωστός, μεγάλος γέροντας Σεραφείμ της Βίριτσα, που προσφάτως ανακηρύχθηκε άγιος της Εκκλησίας μας. Αυτή η θαυμάσια σαλή εν Χριστώ-Αγαθούλα με συγκλόνισε με την ασύλληπτα απλή, μακάρια όψη της και ιδιαιτέρως με τις ακατανόητες, πολύπλοκες πράξεις της, με τις οποίες κάτι προσπαθούσε να δείξει στην ικετευτική δέηση της προς το Θεό.

 Είχε κάποιο απερίγραπτο με λόγια μυστικό. Βλέποντας εμάς στην αυλή της εκκλησίας είπε:
-Να, οι παππούληδες έρχονται. Όταν της είπαμε ότι μας έστειλε ο πατέρας Ν., για να μάθουμε τη Θέληση του Θεού και το τί πρέπει κάνουμε, αφού δύο φορές μας είχαν «κόψει» από τη χειροτονία, αίφνης απήντησε:
-           Πηγαίνετε στο μητροπολίτη Αλέξιο στο Λένιγκραντ (Αγία Πετρούπολη).
Τα λόγια της μας εξέπληξαν και τη ρωτήσαμε.
-           Τι θα του πούμε;
-           Θα πείτε ότι σας έστειλε η Λιούμπουσκα.

Σύμφωνα με τη μακάρια, πήγαμε στο μοναστήρι του αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι. Στην Ακαδημία ρωτήσαμε με ποιο τρόπο θα μπορούσαμε να συναντήσουμε το Μητροπολίτη Αλέξιο. Μας απήντησαν ότι ο μητροπολίτης Αλέξιος βρισκόταν στην Ισπανία και θα επέστρεφε έπειτα από μία εβδομάδα. Δεν μπορούσαμε, για τόσο μεγάλο διάστημα, να παραμείνουμε στο Λένινγκραντ. Έπρεπε να επιστρέψουμε στη Μόσχα. Πρέπει να πούμε ότι, όσο περιμέναμε τη μακάρια μέχρι την αρχή της λειτουργίας, συναντηθήκαμε με μία ηλικιωμένη ενορίτισσα, η οποία μας μίλησε για τη Λιούμπουσκα και για τις συναντήσεις της με το γέροντα Σεραφείμ της Βίριτσας.


-           Αυτός ήταν ένας μεγάλος δούλος του Θεού, προορατικός, έτσι άρχισε την διήγηση της. Απευθύνθηκα σ' αυτόν με την παράκληση να με βοηθήσει με το γιο μου, τον οποίο κατήγγειλαν, για κατάχρηση περιουσίας, και ήθελαν να φυλακίσουν. Ο πατήρ Σεραφείμ μου είπε αμέσως: «Να μην στεναχωριέσαι. Δυστυχώς θα τον φυλακίσουν.


 Όμως μετά από ένα χρόνο ο υιός σου θα βγει από τη φυλακή, θα τακτοποιηθεί και όλα θα είναι εντάξει». Έλεγε και άλλα θαυμαστά πράγματα. Προέβλεψε ότι πριν από τα έσχατα (το τέλος του Κόσμου) οι Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης θα αποκόπτονταν απ' τη Ρωσία. Η Ρωσία θα γινόταν πιο μικρή, όπως ήταν στα χρόνια του βασιλέως Ιβάν του Τρομερού. Προείδε επίσης ότι θα γίνονταν μεγάλες μετακινήσεις λαών, πολλά έθνη θα συγκεντρώνονταν στη δική τους γη και θα υπήρχε πολλή δυστυχία και φτώχεια. Μιλούσε για τους κάλπικους κυβερνήτες και την τρομερή διαφθορά που θα βασίλευε παντού στην αμαρτωλή Γη μας. Κάποια απ' αυτά έχουν ήδη γίνει.


Η συνομιλία αυτή έγινε στα τέλη της δεκαετίας του '40, λίγο πριν το θάνατο του πατέρα Σεραφείμ. Εγώ αυτά τα λόγια τα άκουσα έπειτα από σαράντα και πλέον έτη.
Πράγματι, όλα όσα θα συμβούν στο μέλλον στη χώρα μας, όλα τα γνωρίζει το Άγιο Πνεύμα και έτσι τα απεκάλυψε στον όσιο πατέρα Σεραφείμ πριν από πολλά χρόνια. Τα λόγια αυτά εντυπώθηκαν βαθιά στην ψυχή μου και πάντοτε θα τα θυμάμαι.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΟ ΦΩΣ. ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΓΚΑΝ




Η ΑΓΑΘΗ ΓΡΙΟΥΛΑ............




ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΓΚΑΝ

Κατά την περιγραφή των παλαιών γεγονότων δεν πρέπει να λησμονήσω ν' αναφερθώ σε μία εξαιρετική γριούλα, την οποία γνώρισα στο ναό του αγίου Νικολάου, στους Χαμόβνικι. Τότε, βοηθούσαμε κρυφά τους πιστούς ν' αποκτήσουν θρησκευτικά βιβλία. Κάποιες φορές, μας ζητούσε και αυτή να της πάμε βιβλία, για εποικοδομητική ανάγνωση. Καταγόταν από τη Σμολενσίνα και διακρινόταν για τη σπάνια προθυμία και καλοσύνη της. Κατά τα χρόνια των περιπλανήσεων συχνά διανυκτέρευα στο σπίτι της. Με πολλή αγάπη έστρωνε στην κουζίνα τα σεντόνια σ' ένα στενό ντιβάνι, βάζοντας πάντοτε μαλακό μαξιλάρι, για να μπορώ να ξεκουραστώ από τα συνεχόμενα ταξίδια.

- Ξεκουράσου, αγαπητέ μου, ξεκουράσου! Δεν έχεις πού αλλού να ξεκουραστείς! έλεγε πάντοτε, αναστενάζοντας με αγάπη και συμπόνια.

Μου χάρισε μερικούς, παλαιούς, τεράστιους τόμους, εκδοθέντες το ΙΗ' αιώνα, όπου, στην αρχαία, σλαβική γλώσσα, ήταν τυπωμένοι οι Βίοι των Αγίων, γραμμένοι από τον άγιο Δημήτριο, Μητροπολίτη του Ροστόβ. 0 πνευματικός μου αγίασε το μεγάλο δυάρι διαμέρισμα της. όπου ζούσε με την κόρη της και την εγγονή της. 0 γιός της Βίκτορ ερχόταν εκεί, συχνά μετά τη δουλειά. Οι συζητήσεις μας τα βράδια επέδρασαν στη μεταστροφή των παιδιών της προς την Εκκλησία και τη μετάνοια. Αυτό ήταν κάτι, για το οποίο ικέτευε μέρα και νύχτα η μάνα του τον Κύριο μας. Στο πρόσωπο του γιου της, από την πρώτη ακόμα συνάντηση, διέκρινα μία καταφανή ένδειξη αμαρτίας. Αισθανόμουν ότι είχε κακές παρέες, με τις οποίες εθίστηκε σε αμαρτωλά πάθη και στην οινοποσία. Μου έλεγε ότι ήταν ευγνώμων, κυρίως, στη μητέρα του για την αγάπη του στον άγιο Νικόλαο, που έτρεφε από την παιδική ηλικία και που κάποτε, με θαυματουργό τρόπο, τον έσωσε από βέβαιο θάνατο.

-Ήμουν στη Σιβηρία, στη φυλακή για κλοπή, έτσι άρχισε την αφήγηση του. Μας έφεραν εκεί, κρατούμενους το χειμώνα με φορτηγό πάνω από τον παγωμένο ποταμό Λένα. Ξαφνικά στη μέση της διαδρομής, ο πάγος άρχισε να σπάει. Το φορτηγό μας, γεμάτο με κρατούμενους, άρχισε να βυθίζεται. Μας απειλούσε ο αναπόφευκτος θάνατος. Τότε θυμήθηκα πώς η μητέρα μας μάθαινε, όταν ήμασταν παιδιά, να προσευχόμαστε στον άγιο Νικόλαο, για να μας προφυλάσσει από όλες τις δυστυχίες. Με όλες τις δυνάμεις μου αναφώνησα: - Άγιε Νικόλα, σώσε μας!
Και ξαφνικά, δε γνωρίζω με ποιον τρόπο, το μεγάλο, βαρύ αυτοκίνητο μας κάποια δύναμη το ώθησε κατευθείαν στην όχθη. Αυτό ήταν θαύμα για όλους. Για το λόγο αυτό πιστεύω πολύ στο Θεό, τελείωσε την αφήγηση του.

Ο Θεός επέτρεψε στο τέλος της ζωής του ν' αρρωστήσει με καρκίνο, για να καθαρίσει την ψυχή του με τα βάσανα της ανίατης ασθένειας. Θυμάμαι εκείνες τις ημέρες ερχόμουν με το τραμ από το μοναστήρι Ντανίλοφ, όταν ξαφνικά μου ήρθε μία ιδέα να πάω επίσκεψη στην αγαθή γριούλα. Με άλλο τραμ πήγα μέχρι τη στάση Ουνιβερσιτσκαγια. όπου εκεί κοντά βρισκόταν το διαμέρισμα αυτής της, αγαπητής του Θεού γριούλας.

 Ο γιος της βρισκόταν στο κρεβάτι. Ήταν εμφανές ότι η ζωή του πλησίαζε προς το τέλος. Η αγαθή γριούλα, όντας άρρωστη, ζήτησε τη βοήθεια του Θεού. Αμέσως προσκάλεσα το γνωστό ιερέα πατέρα Ολέγκ, ο οποίος πρόλαβε να κάνει εξομολόγηση, ευχέλαιο και να κοινωνήσει τον άρρωστο γιο της. Έπειτα από δύο ημέρες ο Βίκτωρ πέθανε συμφιλιωμένος με το Θεό. Έφυγε ήσυχα προς τον Κύριο, ο Οποίος συγχώρησε και έθεσε την ψυχή του μαζί με το εκ δεξιών συνετό, μετανοημένο ληστή, στη χώρα των ζώντων, στον Παράδεισο.

Πόσες τέτοιες βασανισμένες, πονετικές γριούλες είχαμε! Ημέρα και νύχτα προσεύχονταν στο ζωντανό Θεό, να συγχωρήσει και να οδηγήσει τα παραπλανημένα παιδιά τους στο δρόμο της μετάνοιας. Η Πελαγία Γιάκοβλεβνα υπέφερε από κάποια ασθένεια. Θυμάμαι, όταν ο πνευματικός μου αγίασε το διαμέρισμα της, στο σπίτι της ήρθε η ευλογία, αφού απρόσμενα ανακαλύφθηκε ο δαίμονας. Άρχισε να την περιτριγυρίζει, βγάζοντας τρομερές κραυγές και προκαλώντας τον τρόμο των συγγενών. 0 παππούλης είπε ότι υπέφερε για τις αμβλώσεις, τις οποίες έκαμε με μεγάλη απερισκεψία, όταν ήταν νέα. Έτσι, ο Θεός μου έδειξε πραγματικά τί συνέβαινε με τους ανθρώπους, που παραβίαζαν τις εντολές Του, δικαιολογώντας τις αμαρτίες τους. Μ' αυτά τα βάσανα, εξιλεώθηκε για τις βαριές αμαρτίες της και, ιδιαιτέρως, για την αμαρτία της βρεφοκτονίας.

Ερχόμενος από το εξωτερικό, ήδη ιερέας, πάντοτε της τηλεφωνούσα, ρωτώντας για την υγεία της και τη ζωή της οικογένειας της. Δόξα Σοι ο Θεός, η κόρη και η εγγονή της ήταν πιστοί άνθρωποι. Η σεβάσμια γριούλα μετά από πολλές θλίψεις και αρρώστιες, εξαγνισμένη σαν το χρυσάφι στο καμίνι, έφυγε ήσυχα για τον Κύριο, ο Οποίος, πιστεύω, την κατέταξε στα σκηνώματα των Δικαίων. Ενθυμούμενος τη μητρική αγάπη της και τη φροντίδα της, πάντοτε μνημόνευα την καλή ψυχή της στην προσευχή μου, ικετεύοντας τον Κύριο να την αναπαύσει στα άγια σκηνώματα Του, μαζί με τον πρόωρα νεκρό υιό της. Αμήν.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΟ ΦΩΣ. ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΓΚΑΝ

Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ.




Στο αεροδρόμιο της Τιφλίδας με συνάντησε ο καλός φίλος, βιολοντσελίστας Ελντάρ Ισακάντζε, ο οποίος αμέσως με μετέφερε στο παλαιό μοναστήρι του Σταυρού, που στα Γεωργιανά λέγεται «Ντζβάρι». Ήταν εκείνο το γνωστό μοναστήρι, το οποίο περιέγραψε ο μεγάλος Ρώσος ποιητής Μ. Λέρμοντοβ στο ποίημα του «0 Αρχάριος», όταν ήταν εξόριστος στον Καύκασο .

Εκεί όπου εκχυνόμενα θορυβούν τα νερά των Αράγβι και Κούρα , ήταν το μοναστήρι...

Πράγματι, αυτά τα δύο ορεινά ποτάμια ενώνονταν στο φαρδύ λαγκάδι, κοντά σ' αυτύ το βουνό. Από την κορυφή του αποκαλυπτόταν υπέροχη θέα της παλαιάς πρωτεύουσας της Γεωργίας, Μτσχέτα αι χαμηλά φαινόταν ο τεράστιος Ναός. Ηταν κτισμένος στην ίδια θέση, όπου αν ενταφιασμένη η πρώτη αγία της Γεωργιανής Εκκλησίας,  η  Σιδωνία Ο αδελφός της ήταν αρχιρραβίνος και όταν  πήγε στα Ιεροσόλυμα συνάντησε ενα στρατιώτη, ο οποίος υπηρετούσε στο ρωμαϊκό στρατό. Κατά τη διάρκεια της σταύρωσης του Ιησού Χριστού, βρέθηκε μεταξύ εκείνων των στρατιωτών που έρριξαν κλήρο, ώστε να προσδιοριστεί ποιος θ' αποκτούσε το ένδυμα του Ιησού και συγκεκριμένα τον άρραφο χιτώνα του Κυρίου. 

Από αυτόν τον στρατιώτη που απέκτησε το χιτώνα, ο αδερφός της Σιδώνιας τον αγόρασε και τον έφερε σα δώρο στην αδερφή του στην Ιβηρία (σημερινή Γεωργία). Αυτό το εσωτερικό ένδυμα είχε υφανθεί από τα χέρια της Ίδιας της Θεομήτορος για τον Υιό της, τον Ιησού, γι' αυτό οι στρατιώτες δεν το έσκισαν σε κομμάτια όπως αυτό συνέβη με το ιμάτιο του Σωτήρος. Με το χιτώνα στα χέρια και με πίστη στην καρδιά για το Σωτήρα του κόσμου, η Σιδώνια εκοιμήθη. Στο σημείο εκείνο φύτρωσε ένα δέντρο και ο ναός έλαβε την ονομασία «Σβέτι-Τσκχοβέλι». Σε μετάφραση από τη γεωργιανή γλώσσα αυτό σημαίνει «0 Ζωοποιός Στύλος».

Επισκεφθήκαμε αυτό τον παλαιό και θαυματουργό ναό του Θ' αιώνα. Στην αψίδα του απεικονιζόταν, με ανεπανάληπτα υπέροχο, συριακό-γεωργιανό στυλ η μεγαλοπρεπής μορφή του Χριστού, ύψους περίπου δέκα μέτρων, ο οποίος σε κοίταζε με τα τεράστια, παιδικά μάτια. Καθένας που εισερχόταν σε αυτό τον παλαιό ναό, ακούσια ανατρίχιαζε, μαγεμένος από το μεγαλείο του Θεού των Χριστιανών, που μας καλούσε να απομακρυνθούμε από τη Γη και να ανέλθουμε μαζί Του στη Βασιλεία Του. Για πρώτη φορά στη ζωή μου είδα μία τέτοια, θαυμάσια μορφή. 

Το συγκλονιστικό μεγαλείο της βαθιά με γοήτευσε, ακούγοντας την έκκληση: «Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ ή βασιλεία των ουρανών». Μέσασε μία εβδομάδα, επισκέφτηκα μία σειρά από ιερά προσκυνήματα αυτής της μακάριας γης, η, οποία, μετά από κλήρο, έγινε η πρώτη κληρονομιά της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στο άγιο βουνό, που στα γεωργιανά λέγεται Μτα-Τσμίντα, υπάρχει ένας ναός κτισμένος προς τιμήν του πολύ ταπεινού ερημίτη. Οσίου Δαυίδ της Γκαρέντζα. Αυτός στάλθηκε τον έκτο αιώνα, μαζί με  άλλους δώδεκα Σύριους πατέρες, από την Ίδια τη Θεοτόκο, για την εγκαθίδρυση του μοναχικού βίου στη γεωργιανή γη, που της δόθηκε διά κλήρου. 


Ζούσε σ' αυτό το βουνό, σε μία σπηλιά και με την προσευχή του ανέβλυσε εκεί μία θαυματουργή πηγή, της οποίας το νερό πολυάριθμοι προσκυνητές μπορούν να απολαύσουν μέχρι σήμερα. Ο διάβολος ζήλεψε τους άθλους του και την άγια ζωή του και γι' αυτό προέτρεψε ανέντιμους ανθρώπους να συκοφαντήσουν το γέροντα. Μία γυναίκα έμεινε έγκυος από κάποιον άνδρα και με την πονηρή συμβουλή του να κρύψει την αλήθεια από το σύζυγο της. είπε ότι ένοχος ήταν ο μοναχός Δαυίδ. Όταν ο ευλαβής ερημίτης ήρθε με το θυμωμένο σύζυγο στο δικαστήριο, αυτή η γυναίκα, ενώπιον όλων των συγγενών, πάλι επιβεβαίωσε τη συκοφαντία.

 Τότε ο άγιος γέροντας έθεσε το ραβδί του στην κοιλιά της και δυνατά, ώστε όλοι να ακούν, ρώτησε το ευρισκόμενο μέσα της μωρό: «Πες μας, ποιος είναι ο πατέρας σου;»
Και, ω τι θαύμα! Από την κοιλιά της, ξαφνικά, όλοι άκουσαν τη φωνή του μωρού που κατονόμαζε τον αληθινό πατέρα του. Η γυναίκα αυτή, με τρομερούς σπασμούς, έπεσε κάτω και όλοι τρόμαξαν υπερβολικά. Τότε ο άγιος Δαυίδ είπε σ' αυτή την αμαρτωλή :


Για τη συκοφαντία σου δε θα γεννήσεις μωρό τώρα, αλλά πέτρα! Κάτι που σύντομα συνέβη. 0 άγιος Δαυίδ απομακρύνθηκε στη μακρινή έρημο Γκαρέντζα. Έτσι, ως ανάμνηση αυτής της ιστορίας, οι χριστιανοί ανήγειραν σε εκείνη τη θέση εκκλησία, η οποία ονομάζεται Κασβέτι, που σε μετάφραση σημαίνει «πέτρα».
Αυτή η ιστορία με συγκλόνισε βαθιά. Τι μεγαλείο και δύναμη έχει ένας άγιος άντρας, όταν αυτός αποκτήσει την αγιότητα! Έτσι, επισκέφθηκα τα ιερά προσκυνήματα και έμαθα πολλά ενδιαφέροντα από τη ζωή των αγίων της γεωργιανής Εκκλησίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΟ ΦΩΣ. ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΓΚΑΝ

Για την Θεοτόκο-- Anthony (Bloom), Metropolitan of Sourozh




„Κάθε φορά, όταν λέμε στην Παρθένο Θεοτόκο: „Παναγία Παρθένε σώσε μας! Παναγία Θεοτόκε, προστάτεψέ μας!“ – τί σημαίνει αυτό? Ποιοι είμαστε σε σχέση με Εκείνη? Άραγε δεν είμαστε αυτοί, εξαιτίας των οποίων πέθανε ο Υιός της στο Σταυρό? Άραγε δεν πέθανε με έναν τρομερό θάνατο, δεν πέρασε μια φοβερή νύχτα στον κήπο της Γεθσημανής και φρικτές μέρες γεμάτες με πάθη, επειδή είμαστε αμαρτωλοί, επειδή ο καθένας από μας έχει χάσει τον Θεό, έχασε την επαφή με Αυτόν και την επαφή με τον αδελφό του, με τον πλησίον του και μάλιστα με τον πιο κοντινό του άνθρωπο?“ – από μια ομιλία του Μητροπολίτη Αντωνίου Σούροζ (Μπλουμ) για την Θεοτόκο.
Από αιώνες σε αιώνες η Εκκλησία βρίσκει όλο και καινούργια λόγια για να δοξάζει την Αγνή Παρθένο, την Θεοτόκο – και παρ΄όλα αυτά δεν τα βρίσκει αρκετά, αν και είναι τα πιο τρυφερά, τα πιο ενθουσιώδη και τα πιο θερμά. Τα λόγια μας ποτέ δεν είναι ικανά για να το εκφράσουν, ποιά ήταν η Θεοτόκος και ποιά είναι για μας μέχρι σήμερα. Της κάνουμε τις προσευχές μας με μια τέτοια εμπιστοσύνη!  Είναι για μας σαφές, χωρίς να αμφιβάλλουμε, ότι ακούει τις προσευχές μας και μας βοηθάει. Για μας είναι φυσικό και αυτονόητο, ότι χαίρεται για κάθε ανθρώπινη χαρά, χαίρεται για την σωτηρία μας, χαίρεται για τα πιο απλά και επίγεια πράγματα. Λίγο, όμως, σκεφτόμαστε την τιμή που πλήρωσε γι᾽ αυτή τη χαρά.

Δεν είναι πάντα εύκολο να χαίρεται κανείς με άλλους χαρούμενους ή να νιώθει χαρά, οταν βλέπει ότι έτυχε κατί καλό σε κάποιον άλλο. Για τη Θεοτόκο είναι ένα κατόρθωμα που δεν το αναμετρούμε αρκετά σωστά. Φανταστείτε: Κάθε φορά, όταν λέμε στην Παρθένο Θεοτόκο: „Παναγία Παρθένε σώσε μας! Παναγία Θεοτόκε, προστάτεψέ μας!“ – τί σημαίνει αυτό? Ποιοι είμαστε σε σχέση με Εκείνη? Άραγε δεν είμαστε αυτοί, εξαιτίας των οποίων πέθανε ο Υιός της στο Σταυρό? Άραγε δεν πέθανε με έναν τρομερό θάνατο, δεν πέρασε μια φοβερή νύχτα στον κήπο της Γεθσημανής και φρικτές μέρες γεμάτες με πάθη, επειδή είμαστε αμαρτωλοί, επειδή ο καθένας από μας έχει χάσει τον Θεό, έχασε την επαφή με Αυτόν και την επαφή με τον αδελφό του, με τον πλησίον του και μάλιστα με τον πιο κοντινό του άνθρωπο? Γι΄αυτό ο Υιός του Θεού έγινε Υιός του Ανθρώπου, για να κλείσει το βάραθρο που ανοίγει η αμαρτία μεταξύ ανθρώπου και Θεού, για να κλείσει το χάσμα που χωρίζει τους ανθρώπους μεταξύ τους. Σε μια ιστορία των αγίων λέγεται πώς ένας αξιοπρεπής ιερέας, τρομαγμένος για ό,τι έβλεπε γύρω του, κάποια στιγμή ρωτάει στην προσευχή του τον Κύριο: „Κύριε, πότε θα τιμωρήσεις αυτούς τους ανθρώπους?“ Και ο Χριστός εμφανίστηκε μπροστά του και του είπε: „Σώπα, μην προσεύχεσαι έτσι!“ Αν μόνο ένας μοναδικός άνθρωπος ήταν αμαρτωλός, δηλαδή χωρίς Θεό, αποξενωμένος από τους ανθρώπους και κινδυνεύει να χαθεί, θα ήμουν πρόθυμος να γίνω ξανά άνθρωπος και να πάθω χίλιες φορές όλα όσα έχω πάθει μια φορά στη γη“.

Αυτή είναι η αγάπη του Θεού. Αυτή είναι η αγάπη της Θεοτόκου! Κάθε φορά, όταν της λέμε:“Μητέρα, προστάτεψέ μας από την κατηγορία που αξίζουμε!“ – επειδή εμείς είμαστε προδότες του Θεού και προδότες ο ένας του άλλου μεταξύ μας – είναι το ίδιο σαν να της λέμε: „Μητέρα, εγώ φταίω για τον θάνατο του Υιού σου! Αν με συγχωρείς και με προστατεύεις, κανείς δεν μπορεί να με καταδικάσει και να με αρνηθεί. Συγχώρεσε με! Προστάτεψέ με, υπεράσπιζέ με! Τότε μπορώ να είμαι σίγουρος, ότι η Κρίση δεν θα με καταδικάσει, ότι το έλεος του Θεού θα με σκεπάσει, θα με σώσει και θα με μεταφέρει από τον κόσμο του κακού στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού“

Μα τί μεγάλη και θαυμάσια είναι η αγάπη της Θεοτόκου, όπως την ξέρουμε από αιώνες, για να μπορούμε να τολμήσουμε να πούμε τέτοια λόγια! Σκεφτείτε! Πολλοί από σας είστε μητέρες, πατέρες και αδελφές! Ποιος από σας θα έβρισκε μέσα του δύναμη για να υπερασπίσει τον δολοφόνο του γιού, του αδελφού, του άντρα ή του κοντινού ανθρώπου, λέγοντας: „Τον συγχωρώ. Να μην τον καταδικάσετε! Αφήστε τον να γυρίζει στον κόσμο“? Μα ακριβώς αυτό κάνει η Θεοτόκος. Ας κοιτάξουμε στην καρδιά μας! Ποιος από μας είναι ικανός για μια τέτοια μεγαλοψυχία, για μια τέτοια αγάπη?

Στον ακάθιστο ψέλνουμε: „Χαίρε! ... Χαίρε, κεχαριτωμένη! Χαίρε δι᾽ής η χαρά εκλάμψει ... Χαίρε Παρθένε χαίρε ...“ Ναι, να χαίρεσαι, γιατί οι άνθρωποι που το ψέλνουν για Σένα είναι σωσμένοι χάρη στην τρομερή νύχτα στη Γεθσημανή, χάρη στα πάθη και στο Σταυρό του Υιού σου. Να χαίρεσαι, γιατί ο Θεός μας αγαπάει τόσο, όσο μας αγάπησε ο Υιός σου, Θεοτόκε! Να χαίρεσαι, γιατί ούτε η αγάπη του Θεού ούτε ο θάνατος του Υιού σου στο Σταυρό  δεν ήτανε ανώφελοι. Την έχουμε καταλάβει την αγάπη του Θεού και την έχουμε δεχτεί. Κλαίμε και προσευχόμαστε, ελπίζουμε και πιστεύουμε. Προσδοκούμε την σωτηρία.

Αυτό σημαίνει η προσευχή μας προς την Θεοτόκο. Κάθε φόρα, όταν λάμπει στο ιλαρό φώς η δόξα της Θεοτόκου πρέπει να θυμηθούμε πώς αυτή η δόξα φώτισε σαν φλόγα στο τριβείο του πειρασμού. Να θυμηθείτε αυτές τις λίγες στιγμές, κατά τις οποίες έλαμψε η δόξα του Χριστού του Σωτήρα στη γη! Ήτανε τότε, όταν γινόταν λόγος ή σκέψη για το Σταυρό. Την πρώτη φορά η μαρτυρία του Ιωάννη του Προδρόμου: Αυτός είναι ο αμνός του Θεού που παίρνει πάνω Του την αμαρτία των ανθρώπων. – και ακούστηκε η φωνή του Θεού: Είναι ο αγαπημένος μου Υιός. Αυτόν ακούτε! Να θυμηθείτε το βουνό της Μεταμόρφωσης! Σε τί φως λάμπει ο Κύριος μπροστά στους μαθητές Του! Όταν μιλάει με τον Μωυσή και τον Ηλία για την ερχόμενη σταύρωση και τον θάνατό Του. ...

Έτσι είναι τα πράγματα και με την Θεοτόκο. Η δόξα της λάμπει από το σκοτάδι του τρόμου. Η δόξα της γεννήθηκε στη βάση του Σταυρού. Όταν προσευχόμαστε σ΄Αυτήν, με τί αίσθημα ευσέβειας και ευγνωμοσύνης πρέπει να το κάνουμε! Μας αγαπάει τόσο, ώστε μπορεί να ζητάει από τον Υιό της: „Παιδί μου! Ναι, φταίει για το θάνατό Σου, μα εγώ, η μητέρα σου τον έχω ήδη συγχωρέσει! ... Και τώρα Σου λέω: Συγχώρησέ Τον! Άραγε δεν το ζήτησες στο Σταυρό: Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τί κάνουν ...? “ Αυτό περιμένουμε από τη Θεοτόκο.

Γι΄αυτό, όταν θα της κάνετε προσευχή ξανά και ξανά στο σπίτι σας ή θα της ψέλνετε τον ακάθιστο ή θα ακούτε τα άσματα για Εκείνη στην Εκκλησία, να θυμηθείτε, τί σημαίνει αυτό. Απλώνει επάνω από τον καθένα από μας το ωμοφόριόν της και λέει: „Να μην φοβάσαι, Ναι, φταις, για το ότι πέθανε ο Υιός μου, μα θα σε υπερασπίσω και το έλεος του Θεού θα είναι μαζί σου! ...“   

Αμήν

Ο Άγιος Δημήτριος – Για την ευθύνη του χριστιανού απένατι στον κόσμο




Anthony (Bloom), Metropolitan of Sourozh


„Ο καθένας από μας είναι υπεύθυνος για κάθε τι φρκτό που γίνεται γύρω μας: Ας μη λέει κανείς: Είμαι το θύμα, δεν φταίω εγώ, είμαι καθαρός, παθαίνω γιατί τα γεγονότα με συντρίβουν. Τίποτα δεν μπορεί να σπάσει έναν χριστιανό. Ο χριστιανός ποτέ δεν είναι μόνο ένα παιχνιδάκι μέσα στα γεγονότα γύρω του, ένα νεκρό, άψυχο παιχνιδάκι. Μέσα μας ζει η δύναμη του Κυρίου και αν δεν δημιουργούμε μ΄αυτή τη δύναμη τη δικαιοσύνη του Θεού, τότε μοιάζουμε με το αλάτι για το οποίο είπε ο Χριστός, το οποίο αν χάνει την αρμύρα του, δεν χρησιμεύει πια για τίποτα. Το μόνο που μπορεί κανείς να κάνει είναι να το πετάξει στο δρόμο για να το πατούν οι σκύλοι. Συχνά μοιάζουμε με αυτό το αλάτι.“ – από μια ομιλία του Μητροπολίτη Αντωνίου Σούροζ (Μπλουμ) για την ευθύνη του χριστιανού απέναντι στον κόσμο
Όλο και περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι ζούμε σ΄έναν τραγικό κόσμο όπου συμβαίνουν πολλά τρομερά πράγματα. Όταν σκεφτόμαστε για ό,τι συμβαίνει, γίνεται σαφές, ότι ο κόσμος τώρα θερίζει τους καρπούς της ανθρώπινης απρέπειας που συνέβαινε, ίσως, κατά την διάρκεια πολλών αιώνων, απρέπειες μπροστά στις οποίες οι πρόγονοί μας έκλειναν τα μάτια τους, απρέπειες, με τις οποίες συμβιβαζόμαστε εύκολα, εφόσον δεν ξεσπάει ως οργή πάνω σε μας.

Με φρίκη σκετφτόμαστε τον πόλεμο, αλλά συχνά φερόμαστε αδιάφορα σ΄εκείνες τις  τρομερές  και απάνθρωπες καταστάσεις που προηγούνται των καταιγίδων και της αιματοχυσίας. Ο καθένας από μας είναι υπεύθυνος για κάθε τι φρκτό που γίνεται γύρω μας. Ας μη λέει κανείς: Είμαι το θύμα, δεν φταίω εγώ, είμαι καθαρός, παθαίνω γιατί τα γεγονότα με συντρίβουν. Τίποτα δεν μπορεί να σπάσει έναν χριστιανό. Ο χριστιανός ποτέ δεν είναι μόνο ένα παιχνιδάκι μέσα στα γεγονότα γύρω του, ένα νεκρό, άψυχο παιχνιδάκι. Μέσα μας ζει η δύναμη του Κυρίου και αν δεν δημιουργούμε μ΄αυτή τη δύναμη τη δικαιοσύνη του Θεού, τότε μοιάζουμε με το αλάτι για το οποίο είπε ο Χριστός, το οποίο αν χάνει την αρμύρα του, δεν χρησιμεύει πια για τίποτα. Το μόνο που μπορεί κανείς να κάνει είναι να το πετάξει στο δρόμο για να το πατούν οι σκύλοι. Συχνά μοιάζουμε με αυτό το αλάτι.

Συχνά κλεινόμαστε στον δικό μας κύκλο, προσπαθώντας να δημιουργήσουμε έναν γαληνεμένο κόλπο, χωρίς να παρατηρούμε ότι ο κόλπος γίνεται σε λίγο ένας βάλτος. Μπροστά σ΄όλα όσα συμβαίνουν, δεν μπορούμε να αποφεύγουμε την ευθύνη την οποία έχουμε μαζί με εκείνους που ζούσανε πριν από μας και που είμαστε η σάρκα και το αίμα τους. Δεν μπορούμε να ελπίζουμε, όπως εκείνοι, ότι ο Κύριος μας προστατεύει και μας σώζει. Δεν έφτιαξε την Εκκλησια γι΄αυτό τον λόγο, για να γίνει μια κλειστή, φοβισμένη κοινότητα ανθρώπων που κρύβονται κάτω από το φτερό του Θεού. Ο Χριστός δημιούργησε την Εκκλησία για να βγούν άνθρωποι εξοπλισμένοι με το Πνεύμα Του στη ζωή για να φτιάξουν με την τιμή της δικής τους ζωής και των δικών τους αγώνων, των δικών τους κόπων και του δικού τους θανάτου, από γενιά σε γενιά, έναν καινούργιο κόσμο, όπου θα κυριαρχεί η δικαιοσύνη του Θεού.

Δεν αρκεί να ξέρουμε ότι ο Θεός δημιούργησε το πάν. Πρέπει να συμμετέχουμε στο έργο Του και να θυμόμαστε ότι ο Χριστός έστειλε τους μαθητές Του στη ζωή, σε έναν ειδωλολατρικό, ασεβή και σηπόμενο κόσμο και τους είπε, ότι τους στέλνει σαν πρόβατα μέσα στους λύκους, ότι τους στέλνει, όπως και ο Πατέρας Τον έστειλε, για να μή συμμετέχουν στην απρέπεια, στην ακαθαρσία, στην φαυλότητα του κόσμου, αλλά να μπουν μέσα σ΄αυτόν τον κόσμο με φλεγόμενη αγάπη, πρόθυμοι να θυσιάσουν τον εαυτό τους, με όλη τη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος και όλη την ταπεινοφροσύνη μπροστά στο σωτήριο θέλημα του Θεού.
Ο καθένας από μας είναι αναγκασμένος να ζει με έναν τέτοιο τρόπο! Δεν είμαστε αρμόδιοι να κρίνουμε τον κόσμο, γιατί έχουμε γι΄αυτόν μεγαλύτερη ευθύνη παρά εκείνοι που κάνουν τις απρέπειες. Σ΄όποιον δόθηκαν πολλά – λέει ο Κύριος – θα ζητηθούν πολλά από αυτόν. Μας δόθηκαν πάρα πολλά και γι΄αυτό θα ζητηθούν από μας πολλά. Για τους άλλους ζήτησε ο Χριστός στο Σταυρό: Πατέρα, συγχωρησέ Τους, δεν ξέρουν τί κάνουν.

Λοιπόν, ζούμε σ΄αυτό τον κόσμο. Ο Χριστός, όταν ήρθε σ΄αυτό τον κόσμο, είπε: Δεν ήρθα για να καταδικάσω τον κόσμο, αλλά για να τον σώσω. Μας στέλνει όπως Τον έστειλε ο Πατέρας Του. Άραγε δεν είναι σαφές, πώς πρέπει να ζούμε, με τί τρόπο? Ο καθένας από μας, με όση δύναμη έχει – και ας μην την θεωρεί λιγότερη από ό,τι είναι πραγματικά – πρέπει να προσφέρει σ΄αυτό τον κόσμο τόση αγάπη, ταπεινοφροσύνη, κατανόηση, έλεος, συμπόνια και συγχώρηση, όσο μπορεί! Ο καθένας! Και ο καθένας μπορεί να προσφέρει, γιατί δεν χρειάζεται τίποτα ιδιαίτερο για να εμπιστευθεί κανείς το θέλημα του Θεού. Αρκεί να ανήκει σε κάποιον κάτι για να το μοιράσει μ΄εκείνον που δεν το έχει. Και ακόμα όταν θα είμαστε γέροι, όταν θα μας βρουν οι αρρώστιες και δεν θα μας φτάνουνε πια οι σωματικές δυνάμεις, και τότε μπορούμε να προσφέρουμε όλα όσα μόλις σας είπα. Μπορούμε να προσφέρουμε μια φλογερή προσευχή για να συγχωρηθούν όλες οι αδικίες και απρέπειες, για να συγχωρηθούν όλοι οι άνθρωποι και να σωθούν.

Αν δεν ζούμε έτσι σε σχέση με τον κόσμο γύρω μας, δεν ανήκουμε στο Πνεύμα του Χριστού. Και δεν πρέπει να λέμε ψέματα στον εαυτό μας, γιατί και εμάς αφορούν τα λόγια του Σωτήρα: Δεν θα μπει ο καθένας που λέει „Κύριε, Κύριε“ στη Βασιλεία του Θεού, αλλά όποιος ευσπλαχνίζεται, συγχωρεί και προσφέρει αγάπη. Πολλοί άνθρωποι φοβούνται τον κόσμο και μάλιστα πολλοί από μας, παρόλο που δεν τους άγγισε τίποτα τρομερό ετούτου του κόσμου, ζούνε με φόβο και θέλουν να κρυφτούν. Έτσι, όμως, δεν κρυβόμαστε από την Κρίση του Θεού! Πρέπει να ζούμε πάντα- είτε με έργα, είτε με προσευχή – στο πνεύμα της ελεημοσύνης του Χριστού για την σωτηρία του κόσμου.

Αυτό είναι που τώρα βρίσκεται μπροστά στον καθένα από μας σαν διαθήκη και απαίτηση του Κυρίου. Γι΄αυτό ας μαζέψουμε όχι μόνο όλες τις πνευματικές δυνάμεις μας που, ίσως, είναι λίγες, αλλά και όλα τα ψίχουλα της πίστης μας που έχουμε, και ας δώσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού. Ας πραγματοποιεί μέσα από μας το θέλημά Του! Μα ας θυμηθούμε ότι το θέλημά Του πάντα αποβλέπει στο καλό μας. Ας θυμηθούμε, ότι πρέπει να θυσιάσουμε κάτι από τον εαυτό μας για να συγχωρηθεί κάποιος άλλος και να αναστηθεί σε μια καινούργια ζωή. Αυτό αφορά το επίπεδο του κόσμου ολόκληρου, μα και τις απλές σχέσεις με τους ανθρώπους γύρω μας.

Αμήν

ΠΑΤΗΡ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΟΓΚΑΝ. Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



 Θα ήθελα ν` αναφερθώ στον πνευματικό μου, τον οποίο οι αρχές διαρκώς παρακολουθούσαν. Κάποια φορά έκανε ένα τραγικό λάθος. Δεν έφυγε εγκαίρως από τη Μόσχα, όπως αυστηρώς τον είχε προειδοποιήσει η αστυνομία. Συνελήφθη με εντολή της Κα Γκε Μπέ και καταδικάστηκε, από διορισμένο από αυτήν παράνομο δικαστήριο, ένα χρόνο για δήθεν παράνομη διαμονή στην πρωτεύουσα. Η θλίψη των, περίπου χιλίων, πνευματικών τέκνων του δεν περιγραφόταν. Αυτή ήταν τεράστια απώλεια για όλους όσους τον γνώριζαν και τον αγαπούσαν. Νιώσαμε έντονα την πνευματική ορφάνια. Ήμασταν χωρίς τη δική του, χαρισματική υποστήριξη και πνευματική τροφή. Ήταν η περίοδος των μεγάλων βασάνων, διότι, μαζί με την προδοσία που βίωσα, σταδιακά αισθανόμουν στην ψυχή μου έναν αμυδρό πόνο.

Όταν τελείωσε η φυλάκιση του παππούλη μας, μάθαμε ότι, με εντολή των αρχών, ο Πατριάρχης τον έστειλε εξορία στη μακρινή Λευκορωσία, στο μοναστήρι του Ζιροβίτσκυι. Αγαπούσα πολύ τον παππούλη μας και, γι' αυτό, αποφάσισα να πάω εκεί να τον δω και να του διηγηθώ τις φοβερές δυστυχίες που βιώσαμε την περίοδο της απουσίας του. Όμως, ο πατέρας μας δεν ήταν στο
Ζιροβίτσκυι. Αυτό με σόκαρε. Με λαχτάρα και απέραντη αγάπη προς αυτόν, πήγα να τον δω, να  πάρω κουράγιο και ξαφνικά έμαθα ότι η προσπάθεια μου ήταν μάταιη. Ένας ιεροδιάκονος, ο Βενέδικτος, που καταγόταν από τη Μόσχα, μου είπε ότι στο μοναστήρι υπάρχει η θαυματουργή εικόνα της Θεομήτορος. Μ' έστειλε να προσευχηθώ ενώπιον Της, για να λάβω ευλογία και παρηγοριά. Επίσης, μου ανέφερε ότι, κοντά στο μοναστήρι, στο δάσος, υπήρχε η ζωοφόρος πηγή της Παναγίας και ότι θα ήταν καλό, μετά από το μεγάλο ταξίδι μου, να βραχώ με το νερό της.


Πήγα στο ναό, προσκύνησα την Άγια Εικόνα, προσευχήθηκα μ' όλη τη δύναμη της ψυχής μου στη Θεοτόκο, που ήταν απεικονισμένη σε λίθο, ικετεύοντας για την προστασία και βοήθεια Της σ' αυτή την απροσδόκητη θλίψη μου. Ο πατέρας Βενέδικτος μου έδωσε ένα δοχείο, για να βγάλω το νερό από την πηγή και να βραχώ. Τελικά πήγα στο δάσος, από το δρόμο που μου υπέδειξε και που οδηγούσε στο Αγιασμα. Ευρισκόμενος μόνος στην πηγή, πλημμύρισε η καρδιά μου με χαρά, γιατί μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία. Έβγαλα τα ρούχα μου γρήγορα, γέμισα το δοχείο με κρύο, κρυστάλλινο, καθαρό νερό και βράχηκα ολόκληρος. Με κατέλαβε η ζωογόνος δροσιά του άγιου νερού και μία φωτοβόλος χαρά. Ντύθηκα γρήγορα και -ω του θαύματος!- συνέβη κάτι το ασύλληπτο. Ένιωσα ξαφνικά ότι, πράγματι, βάδιζα στον παράδεισο. Ένα ανείπωτο φως με πλημμύρισε, καθώς και όλη την γύρω ατμόσφαιρα και, από την απερίγραπτη μακαριότητα, άρχισα να τρέμω. Σ' αυτήν τη θαυμάσια χαρά προστέθηκε κάτι το εντελώς απροσδόκητο.


 Όλο το ξέφωτο, γύρω από το πηγάδι, γέμισε -ακατανόητο πώς!- με μεγάλα, άσπρα μανιτάρια, τα οποία στη Ρωσία ονομάζονται «βασιλικά». Μαγεμένος από την ανείπωτη, φωτοφόρο ευτυχία, άρχισα να μαζεύω αυτά τα εκπληκτικά μανιτάρια και να τα ρίχνω στο δοχείο που, κυριολεκτικά, έπειτα από λίγα λεπτά, είχε γεμίσει. Βαδίζοντας στο ξέφωτο, δεν έπαψα λεπτό να εκπλήσσομαι από τη μακαριότητα που με μεθούσε με τέτοια υπερκόσμια γλυκύτητα, που φοβόμουν να πιστέψω ότι πράγματι βάδιζα στη γη και δεν διέμενα κάπου στον Παράδεισο, κοντά στον αγαπημένο μου Θεό. Γύρω υπήρχε μία θάλασσα από μανιτάρια. Άρχισα να σκέπτομαι:


«Πώς θα μαζέψω τα υπόλοιπα;» Αυτή η παιδική σκέψη με παρότρυνε προς ένα ανεπανόρθωτο λάθος. Αποφάσισα να τρέξω στο μοναστήρι, να πάρω μερικά δοχεία και γρήγορα να επιστρέψω στο ξέφωτο, για να μαζέψω περισσότερα μανιτάρια για τ' αδέλφια του μοναστηριού. Σαν τρελός από την απερίγραπτη ευτυχία, γρήγορα πήγα στον πατέρα Βενέδικτο να τον ενημερώσω για το τι είχα συναντήσει στο δάσος. Δεν μπορούσα τότε ν' αντιληφθώ με τη λογική μου ότι αυτή την ωραία παρηγοριά μου την έστειλε η Ουράνια Βασίλισσα, η Οποία ήθελε, μ' αυτόν το θαυμάσιο τρόπο, να με παρηγορήσει, προκειμένου να ξεχάσω όλες τις λύπες μου στη γη και να νιώσω τη μακαριότητα του Παραδείσου. Όταν επέστρεψα στο ξέφωτο αυτό, ήταν στη συνήθη κατάσταση του. 

Με τρόμο είδα ότι δεν υπήρχε ούτε ένα μανιτάρι. Αυτό βαθειά με συγκλόνισε. Πριν δεκαπέντε-είκοσι λεπτά, εκεί υπήρχε μία τεράστια ποσότητα μανιταριών. Και σε λίγη ώρα τίποτε... Απορούσα πού εξαφανίστηκαν; Αλλά ήταν αργά. Έπρεπε να πέσω στα γόνατα και μη σκεπτόμενος τίποτε το επίγειο, να «χαθώ» με τη μακάρια προσευχή προς την Παρθένο, που με αγάπησε και τον Πατέρα των Φώτων, τον Ουράνιο Βασιλιά που μ' επισκέφθηκε με το Φως του, με το Φως της Αιώνιας Ζωής.
Έπειτα από μερικές ημέρες, απερίγραπτα παρηγορημένος και ευτυχισμένος, επέστρεψα με το τρένο στο σπίτι μου. φέρνοντας μία τσάντα γεμάτη από τα λευκά, παραδεισένια μανιτάρια που μου έστειλε η Θεοτόκος. Η παρηγοριά και ευλογία, που ζήτησα στο μοναστήρι ενώπιον της εικόνας, ήταν τόσο έντονη που δεν σταμάτησα να εκπλήσσομαι για τη χάρη της Παρθένου. 

Το τρένο, με το οποίο ερχόμουν στη Μόσχα εκείνο το σαββατιάτικο πρωινό, κανονικά έπρεπε χωρίς στάθμευση να φτάσει στο σιδηροδρομικό σταθμό «Λευκορωσία». Από εκεί χρειαζόταν με τον προαστιακό να επιστρέψω, από τον ίδιο δρόμο, στο σταθμό Γκολίτσινο και να πάρω ταξί, για να φτάσω στο ναό του Σβενίγκοροντ. Εκεί, στις τέσσερις η ώρα το απόγευμα, άρχιζε εσπερινή Ακολουθία, όπου έπρεπε να ψάλλω και να διαβάσω.


Έτσι λοιπόν, ήταν πρωί, όταν, επιστρέφοντας από το Μινσκ (πρωτεύουσα της Λευκορωσίας) με το τρένο, πρόσεξα ότι σταμάτησε ακριβώς στο σταθμό Γκολίτσινο. Ρώτησα την υπεύθυνη του βαγονιού εάν μπορούσε να μου ανοίξει την πόρτα για να κατέβω στην αποβάθρα. Αυτή αμέσως συμφώνησε. Έτσι, απροσδόκητα, βρέθηκα ξαφνικά στο σταθμό, από τον οποίο είχα είκοσι λεπτά διαδρομής μέχρι το ναό. Αυτό ήταν ένα μικρό, αλλά πραγματικό θαύμα, αφού έτσι κέρδισα σχεδόν τρεις ώρες διαδρομής και γλίτωσα από τα πήγαινε-έλα του σιδηροδρομικού σταθμού. Ευρισκόμενος σύντομα στο δωμάτιο που ζούσα τότε κοντά στο ναό, τηγάνισα για γεύμα τα ευλογημένα, λευκά μανιτάρια, με τα οποία είχα την ευτυχία να παρηγορούμαι για ένα μήνα, ενθυμούμενος πραγματικά το «χαμένο» παράδεισο που μου χάρισε για να διαμείνω η ίδια η Ουράνια Βασίλισσα.


Εργαζόμενος και υπηρετώντας το Θεό σε αυτόν το ναό, συχνά ένιωθα μία ιδιαίτερη παρηγοριά και χαρά από την εκ των Άνω Θεία Χάρη, η Οποία με βοηθούσε να ψέλνω και να διαβάζω τα κείμενα για τις Θείες Λειτουργίες. Ο Κύριος, σα να με περιέβαλε με τη Δύναμη του Πνεύματος, χαρίζοντας έμπνευση και ζωντανή αίσθηση συμμετοχής στη χαρά των Αγίων. Αυτή η Χάρη γινόταν πιο αισθητή τις ημέρες των μεγάλων εορτών. Ερχόταν σαν Φως και Πνοή της μακάριας Αιωνιότητας και κατελάμβανε την ψυχή μου, για να αγαπήσω πραγματικά το Θεό και να Τον ευχαριστήσω για το υπέρτατο δώρο της Αγάπης Του προς εμάς.


Όμως υπήρχαν περιπτώσεις, που η ανείπωτη Αγάπη ερχόταν με τις προσευχές των αγίων που έχουν μεγάλη παρρησία προς τον Πατέρα των Φώτων. Έτσι, στις 16 Δεκεμβρίου 1984, την ημέρα εορτασμού του οσίου Σάββα του Ζβενίγκοροντ, επειδή το Μοναστήρι του ήταν κλειστό, η Πανήγυρη ετελέσθη στην εκκλησία της Κοιμήσεως Θεοτόκου που ήταν η μοναδική διαθέσιμη και δεν κλείστηκε κατά την περίοδο των διωγμών σε όλη αυτή την περιοχή, όπου ο Άγιος Σάββας ήταν πολιούχος. Ένα ασυνήθιστα λαμπρό, χαρμόσυνο Φως περιέβαλε εμάς -τους ψάλτες- έτσι, που με απερίγραπτο ενθουσιασμό και αγαλλίαση, ψέλναμε τα εορταστικά τροπάρια, δοξάζοντας τον Όσιο. Σε όλους τους ψάλτες είχε χαριστεί μία τόσο γλυκιά φωνή, που εμείς δε σταματούσαμε να εκπλησσόμεθα. Πώς ψέλναμε ένα τόσο θαυμάσιο, ζωντανό μέλος! Αποδείχθηκε ότι, εκείνες τις ώρες, έλαβε χώρα η ζωντανή εμφάνιση του αγίου Σάββα, τον οποίο είδε στην ανοικτή Ωραία Πύλη να στέκεται κοντά στην Αγία Τράπεζα μία ευσεβής γριούλα-ενορίτισσα της εκκλησίας μας. 0 όσιος Σάββας, ο αγαπημένος μαθητής του αγίου Σεργίου του Ραντονέζ, ήταν καταπληκτικά όμοιος με την παλαιά αγιογραφημένη μορφή του στην εικόνα, η οποία ιδιαιτέρως ετιμάτο στο ναό μας.

Για το θαύμα αυτό μίλησε στον προϊστάμενο πατέρα Ιερώνυμο, ο οποίος μου απεκάλυψε το μυστικό στο τέλος της λειτουργίας. Εγώ, βεβαίως, πίστευα ότι αυτό ήταν σίγουρα αλήθεια, δηλαδή, η Ουράνια Χαρά που βιώσαμε τότε, μαρτυρούσε γι' αυτό το θαύμα μέσα στην ψυχή μας. Αυτή η ασυνήθιστη ημέρα έμεινε στη μνήμη όλων όσων έψαλαν τότε μαζί μας στη χορωδία, σα μία ημέρα θαυμάσιας εμφάνισης του άλλοτε γεννημένου στη γη, αλλά τώρα δοξασμένου κατοίκου των Ουρανών, του οσίου Σάββα, ο οποίος μας έδωσε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε την ουράνια χαρά, την ημέρα της εορτής του, στον Οίκο του Κυρίου.

 Να, γιατί προσπαθούσα τόσο να εγκαταλείψω αυτό τον αμαρτωλό κόσμο και το συντομότερο να γίνω μοναχός, ώστε να γίνω κοινωνός, όσο ήταν δυνατόν περισσότερο, της ανείπωτης Αγάπης του Θεού μας. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, όμως στην ψυχή μου παραμένει το ζωντανό φως αυτού του ασυνήθιστου γεγονότος και η αίσθηση αυτής της ευχαριστίας για την βιωμένη, τότε, φωτοφόρο χαρά της μακάριας Αγάπης του Θεού, που μας ζωογονούσε.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΟ ΦΩΣ.

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

HOW AN ATHEIST CANCER PATIENT CAME TO BELIEVE IN GOD



by Antonios Tenedios, Skalohori, Mytilini, Greece

          Quite a few years ago the following real-life story took place.  This story was told to me by my good friend, Fr. Demetrius, the parish priest of the St. Vasilios Greek Orthodox Church located at Sahtouri Street, Piraeus, Athens, Greece.  I present this story to you just as it was narrated to me by Fr. Demetrius himself. 

          “One morning after the Divine Liturgy, I went to the Church office.  A fifty year old man came in to talk to me.  I did not know him neither had I ever seen him before in my Church.  He spoke to me about a forty-two year old man who was admitted to the hospital in Piraeus, Athens, Greece. He was diagnosed with cancer.  The disease had spread throughout his body and had metastasized into his brain.  Following an examination, the doctors had told him that there nothing that could be done to save his life.  He was taking large doses of medicine but they did not help him.  This gentleman told me that the hospitalized man was a close relative of his.  He requested that I go to the hospital as soon as possible in order to give him Holy Communion.

          As requested, I went to the hospital to fulfill this obligation to administer Holy Communion to the sick man.  As soon as I entered the patient’s room, it became apparent to me that he was in bad shape.  It was further verified to me that the disease had spread to the brain and there was no chance of survival.  His days were numbered.  The patient was the only person in the room.  The other bed was empty. At a certain point, the patient awakened from his coma and opened his eyes.  He immediately saw me and with great difficulty told me the following story:

          “My family admitted me to this hospital facility thirty-five days ago.  An eighty year old man was already in the room that I was assigned to.  This patient was suffering from bone cancer.  He was suffering horrific pains. In spite of his pain, he would continuously pray: “Glory to you Oh God, Glory to you, Oh God” and this would be followed by a series of prayers. I was an atheist and I was hearing this for the first time in my life.  I had never in my life stepped foot in a Church. This is why I became so startled when I observed that after saying his prayers he would calm down and  sleep peacefully for two or three hours.   But when he woke up again he would groan from unbearable pain.  And then he continued to pray “Glory to You, Oh God!”

          I was also groaning suffering from immense pain and yet he, in spite of his pain, continued to glorify God. But I, in my frustration from my pain blasphemed the name of Christ and His Holy Mother.  The old man was actually thanking God for giving him cancer. Hearing him go on like this constantly and I, suffering my own pain, became upset with him.  In addition to his constant praying, he would daily request to receive Holy Communion.

          I, the filthy one, swore at him constantly.  I would say to him “shut up, shut up finally! Can’t you see that the God that you glorify is torturing us severely with this cursed illness?  What God? There is no God!”  The old man would calmly hear me and reply: “He exists, my child, God does truly exist and He is a loving Father.  Through the illness that He has given us, we are being cleansed of our many sins.” These replies of the old man made me angrier and I began once again to blaspheme both God and demons. I started yelling out and saying: “God does not exist! I don’t believe in anything; neither in God, His Heavenly Kingdom nor in the other world.”

          Following this exchange between us, the old man would calmly reply: “Wait and you will see with your own eyes how the soul of a believing Christian is separated from his body.  I am a sinner but the Grace of God will save me.  Wait, you will see and believe!”  He continued to glorify God and His Holy Mother.  He would say a specific prayer that repeated the word “hail” for the Virgin Mary (taken from the Salutations of the Akathist Hymn). He also chanted the hymns “Oh Virgin, Birth-Giver of God” and “It is truly meet to bless you.”

          At one point, he suddenly stopped praying and I heard him say: “Welcome, my guardian angel! I thank you for coming with such a resplendent party of angels to take my soul.”  In great shock, I opened my eyes to see before me the heavenly host.  The old man then made the sign of the Cross; crossed his arms on his chest and took his last breath. Suddenly the hospital room was filled with brilliant light that was brighter than ten suns. I, the unbeliever, the atheist, the materialist, saw this miracle with my own eyes.  Then an extremely beautiful fragrance filled the room. I was dumbfounded by what I saw because I realized at that point that the old man was right all along.
          I then called my parents and told them everything that I had witnessed and experienced.  I angrily told them off because they had never spoken to me about the existence of God.  I then invited my friends and relatives to come close to me and asked them to tell me everything about faith in God which I had never been taught by anyone. Dear Father, I now believe that God truly exists.  This is why I am asking you to hear my confession and for you to give me Holy Communion.

ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ
ΑΥΤΟΥ
GLORY TO GOD IN HIS SAINTS

This is a revision of an English translation that I received from a friend in Athens, Greece. The English revision was done by:

+Fr. Constantine J. Simones, October 24, 2012, Waterford, CT, USA 

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΚΕΡΛΑ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΝΙΚΟΛΑΕ ΣΤΑΙΝΧΑΡΤ



ΓΚΕΡΛΑ, Μάιος 1963

ΕΓΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟΣ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ, τρομερά αδύνατος, μόλις πού στέκεται στα πόδια του δεν μπορεί να αρθρώσει δυο λέξεις, όλη την ήμερα ξαπλωμένος και σκεπασμένος με μια κουρελιασμένη κουβέρτα, βυθισμένος στην προσευχή, ό π. Χαραλάμπιε προσμένει το θάνατο.

Που και που όμως βρίσκει τον τρόπο και το κουράγιο να απαντά όταν τον ρωτούν κάτι. Ως μοναχός, φτάνει στο τέλος του επίγειου ταξιδιού του γεμάτος γαλήνη, αλλά όχι δίχως φροντίδες. Ως σώφρων άνθρωπος, πού ετοιμάζεται για το άλλο, το μεγάλο ταξίδι, ξέρει πως για ένα τέτοιο ταξίδι πρέπει κανείς να φροντίσει για όλα από πριν, να ετοιμάσει τα απαραίτητα και να εφοδιαστεί με τη σκέψη ότι εκεί όπου θα πάει θα είναι καλύτερα να περισσέψει παρά να λείψει κάτι, όταν φτάσει στο τέρμα. Αφιερώνει και σ' εμένα λίγο χρόνο.




 Τον κοιτάζω, του μιλάω και μέσα μου πλημυρίζει ή πεποίθηση πώς ό πόνος τελικά έχει νόημα, πώς ή ζωή ολόκληρη δεν μπορεί να μην έχει νόημα. "Όπως πάντα με βασανίζει ή φράση πού είπε κάποτε ό Σαρτρ: «Είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε ελεύθεροι», φράση ή όποια δεν στερείται δύναμης ούτε και αλήθειας, ακόμα και θεολογικής. Ό Μερλώ Ποντύ συμπληρώνει: «Είμαστε καταδικασμένοι να δίνουμε στα πράγματα νόημα. Ό Σορίν Βασίλιε είπε: «Σημασία δεν έχει ή πραγματικότητα άλλα ή αλήθεια (η οποία είναι άλλο πράγμα) και το νόημα». Ό πατριάρχης Αθηναγόρας τέλος είπε «Από τί πράγμα πεινάει ό σημερινός άνθρωπος; από αγάπη και από νόημα στη ζωή του».


Στον π. Χαραλάμπιε —σαν σε άγιο— σκέφτομαι να εκμυστηρευθώ (θα είναι ό πρώτος) δυο όνειρα πού είχα δει σης φυλακές της Ζιλάβας, εδώ και ενάμιση  χρόνο στο κελί είκοσι πέντε.

Την πρώτη φορά είδα στο όνειρο μου τη μητέρα (πήγαινε πάντοτε στην  εκκλησία του χωριού και μιλούσε τόσο τέλεια και γοητευτικά τα ρουμανικά) να με  παίρνει από το χέρι και να με οδηγεί σ' έναν τοίχο μιας εκκλησίας του Κυρίου έναν τοίχο πελώριο ζωγραφισμένο ολόκληρο με αγίους και καλυμμένο με εικόνες.  Με οδηγούσε προς τις ζωγραφισμένες μορφές και τις εικόνες και με προέτρεπε  να τις ασπαστώ.
Το δεύτερο όνειρο ήταν πιο συγκλονιστικό, και το λέω όνειρο, διότι δεν τολμώ να το πω αλλιώς.

Ήταν χειμώνας του '62, ένας χειμώνας πολύ άγριος με το βοριά να λυσσομανά  και τα χωριά αποκλεισμένα από το χιόνι. Ό συγγραφέας Όντομπέσκου στο
βιβλίο του Κυρία Κιάζνα γράφει κάποια στιγμή: «Είναι θλιβερός και άγριος ο χειμώνας στην επαρχία». Άγριος και θλιβερός ήταν και ό χειμώνας στις φύλακα  της Ζιλάβας. Στο κελί εικοσιπέντε, στον δεύτερο τομέα, έκανε πολύ κρύο.


Ή μικρή ξυλόσομπα έχει ξεχαρβαλωθεί, δεν γίνεται να ανάψουμε ούτε μια τόση δα μικρή φωτίτσα με τα δυο τρία ξυλαράκια πού καταφέραμε να βρούμε από της 15 Δεκεμβρίου έως την 1η Μαρτίου. Ή καπνιά μέσα στο κελί τυλίγει τα πάντα με ένα παχύ στρώμα, με μια παγωμένη μαυρίλα, ή όποια συνεχίζει να απλώνεται και να σε  τραβάει κοντά της. Τρεμουλιάζουμε από το κρύο, νιώθουμε πνιγμένοι από την   βρόμα και πεινάμε φοβερά. Εξαιτίας του χιονιού έχει διακοπεί ό ανεφοδιασμός της φυλακής. Μας δίνουν ένα μικρό κομμάτι παγωμένη σούπα μια φορά την ήμερα και αυτό όποτε το θυμούνται. Νερό δεν υπάρχει άλλο. Το μικρό βαρέλι που χρησιμοποιούμε για τουαλέτα είναι ξεχειλισμένο. 

Παραδόξως το κρύο, αντί να εξουδετερώσει την οσμή των περιττωμάτων, την εξαγριώνει. Παραμονεύουμε να δούμε πότε θα φτάσει το φαγητό, σαν τα άγρια φυλακισμένα ζώα, των οποίων ή τροφή και ή τύχη είναι στα χέρια ενός ξεχασιάρη αφέντη. Το φαγητό, πού φτάνει κάποια στιγμή τελικά, είναι από καλαμποκάλευρο, άβραστο και παγωμένο από το κρύο.

ΣΕ  μια ατμόσφαιρα παγωμένη, θλιβερή και λερωμένη καταφέρνω να παραμείνω ήρεμος. Το κελί είναι γεμάτο με κρατούμενους ευγενικούς και καθωσπρέπει . Δεν βλέπαμε όμως τα πράγματα τραγικά σαν ευγενείς και εύθυμοι άνθρωποι ήμασταν. Τέτοιους ανθρώπους μόνο στις φυλακές μπορούσε να συναντήσει κανείς εκείνη την εποχή, όπως για παράδειγμα ό βεσαραβιανός μεγαλοτσιφλικάς Τσιμποϊέσκου και άλλοι. 

Δίπλα μου κοιμάται ένας σοφέρ (είναι ό σοφέρ του Τσιμποϊέσκου). Τον έκλεισαν κι αυτόν στη φυλακή μαζί με το αφεντικό του και μάλιστα τον καταδίκασαν σε πολλά χρόνια φυλακή (όπως και τον Κέρτσιου, οδηγό του Άλιμανεστεάνου, γιατί πήγαινε τρόφιμα στον κύριο του, όταν εκείνος βρισκόταν σε κατ' οίκον περιορισμό στο Μπαραγκάν). Στο δικαστήριο φέρθηκε πολύ όμορφα, παραδέχθηκε ότι πιστεύει στον χριστιανισμό και ακολούθησε τον κύριο του στη φυλακή, έτσι όπως ακολουθούσαν τους σταυροφόρους οι ασπιδοφόροι σωματοφυλακές τους, στις σταυροφορίες, στους πολέμους και στους κινδύνους. Την καθημερινή ζωή της φυλακής πάντως με δυσκολία την υπομένει, 

Νευριάζει εύκολα και (όπως οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι) υποφέρει από τον συνωστισμό, τη βρόμα και τις ελλείψεις, πιο πολύ απ' ότι οι διανοούμενοι και γενικά  οι ευκατάστατοι. Τον ενοχλεί το τρομερό ροχαλητό του διπλανού. Με δισταγμό με παρακαλεί ν' αλλάξουμε θέσεις: να περάσω εγώ στη θέση του, πιο κοντά στην πηγή του ροχαλητού και να 'ρθει εκείνος στη δική μου. Ή απόσταση που κερδίζει απ' αυτή τη μετακίνηση είναι ασήμαντη από κάθε άποψη, άλλα ό άνθρωπος σε παρόμοιες καταστάσεις δημιουργεί αυταπάτες και, όταν τα πάντα εκτυλίσσονται στα όρια αντοχής του νεύρο-ψυχικού κόσμου, τότε ακόμη και μια μικρή  μετακίνηση λίγων εκατοστών μπορεί να συμβάλει στον καθησυχασμό ενός ανθρώπου. Αλλάζουμε θέσεις.

 (Για μένα είναι πιο εύκολο, γιατί στο κελί 80 στις φυλακές της Γκέρλας συνάντησα έναν μορφωμένο άνθρωπο, τον συνταγματάρχη Κ. Τσαράνου, το ροχαλητό του οποίου δεν πιστεύω να συναγωνίζεται κανείς σ' αυτό τον κόσμο. Ό θόρυβος πού έβγαζε όταν ροχάλιζε ήταν τόσο τρομερός και ακαταμάχητος, πού δεν υπήρχε περίπτωση να κοιμηθεί κανείς στο ίδιο δωμάτιο. Δεν ήταν θόρυβος ομοιόμορφος και συνεχής, άλλα μια σειρά από ανεξάντλητα μπουμπουνητά πάντοτε διαφορετικά, μια αληθινή γκάμα ενός καλλιτέχνη, του οποίου το στυλ ανανεώταν  συνεχώς. Ύστερα από αρκετές εβδομάδες συμβίωσης κατάφερνες κλείσεις για λίγο τα μάτια, άλλα στα κλεφτά, σαν τους καπετάνιους των πλοίων που δεν μπορούν να γλιτώσουν τελείως από τη ναυτία ακόμα κι αν περάσουν χρόνια από το τελευταίο τους μπαρκάρισμα.)


Τη δεύτερη μέρα, προς το βράδυ, ό σοφέρ κατευθύνεται και πάλι προς το μέρος μου και με περισσότερο δισταγμό αυτή τη φορά μου ζητά και πάλι να αλλάξουμε θέσεις. Θέλει να ξαναγυρίσει στην αρχική του θέση. Εκεί όπου κοιμήθηκε δεν του άρεσε, υπέφερε. Αλλάζουμε και πάλι θέσεις.
Την επόμενη μέρα, ή κίνηση επαναλαμβάνεται.
Τη νύχτα φέρνουν στο κελί ένα νέο γκρουπ κρατουμένων, ένα πλήθος φύρδην μίγδην, το ένα κακό πάνω στ' άλλο. Αυτοί έλειπαν από δω μέσα. Πόσο θλιμμένα κοιτάζουν όλοι τους τριγύρω. Γιατί όμως; Έρχονται μήπως από φυλακές καλύτερες!


Δεν περίμεναν πάντως να τους δεχτούμε όπως τούς δεχτήκαμε. Τους καλωσορίσαμε με ηρεμία και γελάσαμε όλοι με τα χάλια μας. Πού να τους βάλουμε όλους όμως να κοιμηθούν; Στριμωχνόμαστε όλοι μας για να εξοικονομήσουμε λίγο χώρο και γι` αυτούς. Ένας χώρος πού τις πιο πολλές φορές υπάρχει μόνο μέσα στη φαντασία μας, σαν κι αυτόν πού συναντά κανείς στη γεωμετρία. Μερικοί το μόνο πού καταφέρνουν είναι να λαγοκοιμούνται σε κάτι πάγκους. Σε έναν κρατούμενο ογκώδη και εξοργισμένο (το πρόσωπο του οποίου φανερώνει κούραση και αρκετά βασανιστήρια) προσφέρω τη θέση μου, μιας και μαζί είναι αδύνατον να χωρέσουμε, αλλά και όσο να 'ναι στην κατάσταση πού βρίσκεται έχει πιο πολύ ανάγκη τον ύπνο έστω και για δυο τρεις ώρες ανάπαυσης. Περνώ την υπόλοιπη νύχτα σ' έναν πάγκο.


Τη δεύτερη νύχτα κοιμάμαι τσακισμένος από την κούραση. Και τότε, εκείνη την νύχτα, αξιώνομαι να δώ ένα θαυμαστό όνειρο, μια οπτασία. Βλέπω τον Κύριο Ιησού Χριστό όχι προσηλωμένο στον σταυρό, άλλα σαν γιγάντιο φώς —κατάλευκο και εκθαμβωτικό—, και νιώθω ανείπωτα ευτυχισμένος. Το φώς με κατακλύζει από όλες τις μεριές, είναι μια τέλεια ευτυχία και εξαλείφει τα πάντα. Λούζομαι από εκτυφλωτικό φώς, πλέω σε φώς, βρίσκομαι μέσα στο φώς και σε έκσταση. Νιώθω πώς θα διαρκεί αιώνια, «'Εγώ είμαι», ακούω ναι μου λέει το φώς, όχι όμως με λόγια άλλα με τη σκέψη. «'Εγώ είμαι», και το νιώθω με το νου και τις αισθήσεις. Νιώθω ότι είναι ό Κύριος και ότι βρίσκομαι κατάμεσα  στο φώς του Θαβώρ. Δεν βλέπω απλώς το φώς, ζω μέσα στο φώς


Μα πάνω απ' όλα νιώθω ευτυχισμένος, ευτυχισμένος, ευτυχισμένος. Είμαι ευτυχισμένος και το νιώθω και το λέω στον εαυτό μου. Και το φώς αυτό λες και είναι πιο λαμπρό από το φώς πού εμείς ξέρουμε, λες και το φώς αυτό μιλάει και μου λέει ποιος είναι. Το όνειρο μου φαίνεται πώς διαρκεί πολύ, πάρα πολύ. Η ευτυχία πού νιώθω όχι μόνο διαρκεί συνεχώς, άλλα αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Αν το κακό δεν έχει τέλος, τότε ούτε και το καλό έχει όρια, ό κύκλοι του φωτός πού με περιβάλλει γίνεται ολοένα και πιο πλατύς, ενώ ή ευτυχία, που  στην αρχή με τύλιξε σαν μεταξένιο πέπλο, ξαφνικά αλλάζει τακτική, γίνεται δυνατή, πετάγεται και κατρακυλά πάνω μου σαν χιονοστιβάδα, ή οποία (ενάντια στο νόμο της βαρύτητας) με σηκώνει ψηλά και κατόπιν ξανά αλλάζει τρόπους:Mε νανουρίζει τρυφερά και στο τέλος αμείλικτα με αντικαθιστά. Δεν υπάρχω πια. Αλλά όχι  υπάρχω. Μα τόσο δυνατός πού δεν αναγνωρίζω πλέον τον εαυτό μου.

Από τότε ντρέπομαι ανείπωτα για τον εαυτό μου. Για τις ανοησίες που έχω κακίες για τις βρομιές, για τις ιδιοτροπίες, για τις δολιότητες. Ντροπή.) .


Ο π.  Χαραλάμπιε με ακούει με προσοχή, δεν χαμογελάει, δεν ξαφνιάζεται. Mου άπαντα λέγοντας μου πώς δεν πιστεύει ότι τα δύο αυτά όνειρα είναι Αντίθετα με μακαρίζει. Μου ζητά όμως πολλή εχεμύθεια και ταπεινή αυτοκυριαρχία. Κυρίως όμως μου ζητά (είναι δύσκολο, παραδέχεται κι εκείνος, να καταλάβει αυτό κανείς, μα πρέπει, μου λέει, να προσπαθήσω) να τα δώ όλα ως φυσιολογικά, ως κάτι μη ξεχωριστό, κάτι το όποιο δεν πρέπει να με εμποδίσει και να με βγάλει από το δρόμο πού έχω διαλέξει. Μου ζητά το πρώτο όνειρο το δώ σαν μια καλή σκέψη για τη μητέρα, σαν ένα χαιρετισμό. Όσο για το δεύτερο, μου λέει πώς το έλεος του Κυρίου μας είναι αμέτρητο. Όταν περνά, συμβαίνει  ή άκρη του μανδύα Του να αγγίξει κάποιον πού κάνεις δεν περιμένει.


Κάνουμε κατόπιν και σχέδια για το μέλλον, ό π. Χαραλάμπιε όντας σίγουρος εκατό τοις εκατό πώς θα πεθάνει κι εγώ εκατό τοις εκατό πεπεισμένος πώς θα ζήσει..
Δεν περνούν όμως λίγες μέρες και προκαλείται μια δυνατή αιμορραγία, ή οποία  τον ρίχνει κάτω ξανά. Ό γιατρός, πού κρατείται κι αυτός στη φυλακή και κλήθηκε επίμονα, έφτασε δύσκολα και, αφού τον εξέτασε, μας κουνά αρνητικά το  κεφάλι. Ό υπεύθυνος του κελιού τυλίγει τον Ιερέα με μια κουβέρτα, ενώ εγώ μαζί «κάποιον άλλο κρατούμενο τον μεταφέρουμε μέχρι την πόρτα του κελιού απ' όπου (εμείς με πρόσωπο προς τον τοίχο και κρατώντας με τις παλάμες τα πρόσωπα  μας) οι φρουροί της φυλακής τον σηκώνουν από το χώμα και τον μεταφέρουν στο νοσηλευτήριο. Λιγότερα μάθαμε πώς πέθανε τη δεύτερη μέρα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ. ΝΙΚΟΛΑΕ ΣΤΑΙΝΧΑΡΤ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΙΣΤΡΟΣ

DE OPENBARING VAN JOHANNES






Voor deze uitzending van Orthodoxie zijn we te gast op Patmos, een eiland in de Egeïsche zee. Het maakt deel uit van de gekende Griekse archipel van de Dodekanese.

Patmos is een heilig eiland. Hier heeft apostel en evangelist Johannes geleefd rond het jaar 95 nadat hij was verbannen uit de stad Efeze. De Heilige Johannes de Evangelist of Theoloog - zoals hij in de orthodoxe kerk genoemd wordt - heeft op Patmos de teksten van de Apocalyps of Openbaring geschreven.

Tijdens ons bezoek aan het eiland hadden we een uitgebreid interview met Vader Dominique Verbeke, priester van de parochie van de Heilige Apostel Andreas van Gent en inspecteur voor het Orthodox godsdienstonderwijs. Het onderwerp van ons gesprek was uiteraard de figuur van de Heilige Johannes en de geschriften die hij heeft voortgebracht.

Productiie en presentatie: Bisschop Athenagoras van Sinope (Oecumenisch Patriarchaat).

ΙNTERVIEW AVEC SA TOUTE-SAINTETE BARTHOLOMEE I, PATRIARCHE OECUMENIQUE






Pour notre émission ‘Orthodoxie’ Lucette Verboven a eu une conversation exclusive avec Sa Toute-Sainteté le Patriarche Oecuménique Bartholomée. Elle interroge tout d’abord le Patriarche sur sa jeunesse passée sur l’île d’Imbros.