ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΟΤΟΒΙΛΩΦ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟ ΙΣΙΔΩΡΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΑΓΙΑΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΝΟΒΓΚΟΡΟΝΤ
«Να
έχετε πίστη σ’ αυτά πού σάς λέω διότι είναι αλήθεια».
Δεν
γράφω εδώ την ιστορία της ζωής μου αλλά αναφέρω περιληπτικά μόνο εκείνα τά
γεγονότα τά όποια, κατά την γνώμη μου, έχουν σχέση με το κύριο θέμα αυτής της επιστολής.
Παραλείποντας πολλά άλλα θα πω ότι κατά την δεύτερη επίσκεψή μου στην πόλη Βορονέζ,
στον Σεβασμιότατο Αντώνιο, φανερώθηκε ή Παναγία και τού είπε ότι κακώς με
μάλωσε γι’ αυτό πού είπα πώς είμαι δούλος τού πατρός Σεραφείμ. Και συμπλήρωσε
μάλιστα πώς είμαι δούλος και δικός Της και τον διέταξε να έχουμε πιο στενές
σχέσεις μεταξύ μας διότι και οι δύο μας Την υπηρετούμε και βρισκόμαστε κάτω από
την προστασία Της.
Και
ό άγιος Μητροφάνης τον διέταξε να μου πει για την αγιότητα και την μεγαλοσύνη
τού πατρός Σεραφείμ το έξης:
«Πες
στον Μοτοβίλωφ: για ποιό λόγο αυτοί πού γνώριζαν τον Σεραφείμ να ζητάνε βοήθεια
από τον Μητροφάνη, ή μήπως δεν ξέρουν ότι ό Κύριος έδωσε στον Σεραφείμ ίδια με
μένα χάρη; "Έχεις εδώ “τά ορφανά”
του πατρός Σεραφείμ. Αυτοί σου έχουν φέρει ένα κομμάτι από την πέτρα
πάνω στην όποια ό Σεραφείμ πολεμούσε κατά των δαιμόνων χίλιες και μία ημέρες και
νύχτες και τούς νίκησε. Αυτό το γεγονός ό ίδιος, όταν ζούσε, το είχε διηγηθεί στον
Μοτοβίλωφ με λεπτομέρειες. Πες του, λοιπόν, ότι για τούς αγώνες πού ό Σεραφείμ υπέμενε
για τον Χριστό ή πέτρα αυτή έγινε θαυματουργή και αυτοί πού θα πίνουν νερό πού θα
αγιάζουν μ’ αυτή την πέτρα θα θεραπεύονται από τις αρρώστιες τους και όποιοι με
πίστη κρατούν μικρά κομμάτια απ’ αυτή θα σώζονται από τις ραδιουργίες των
δαιμόνων...».
Και μου έδωσε εντολή ό άγιος να γνωστοποιώ σε όλους αυτά τά λόγια
και να μοιράζω στους ανθρώπους τά κομμάτια από την πέτρα τού πατρός Σεραφείμ,
πράγμα το όποιο έκανα αρχίζοντας από το 1833 και στο όποιο με ακολούθησαν όσοι
τούς διηγήθηκα αυτή την οπτασία....
Αφήνω
κατά μέρος τά γεγονότα πού έχουν συμβεί κατά τη διάρκεια σχεδόν ενός χρόνου,
μέχρι δηλαδή το φθινόπωρο του 1834 και περνάω στην περιγραφή της πιο φοβερής
επίθεσης πού έχω δεχθεί. Ήταν ή επίθεση όχι των ανθρώπων πού τούς παρακινούσαν οι
δαίμονες, ανθρώπων πού ήταν όργανα των δαιμόνων, αλλά τού ίδιου του δαίμονα και
μάλιστα τού πιο φοβερού απ’ όλους του Άβαδδών, πού στα ελληνικά λέγετε Άπολλύων
(Άποκ. 9, 11) και είναι δεύτερος μετά τον Αυγερινό, τον Εωσφόρο, ό όποιος είναι
αρχηγός των αγγέλων πού εξέπεσαν.
Και
πρέπει εδώ να αναφέρω τά λόγια πού έλεγαν οι παλαιοί πνευματικοί συγγραφείς,
όταν περιέγραφαν τά θαυμαστά γεγονότα: «Να έχετε πίστη, πατέρες και αδελφοί, σ’
αυτά πού σάς λέω διότι είναι αλήθεια». Το λέω γιατί σήμερα όταν ή ανθρώπινη
σκέψη ακολουθεί λανθασμένο δρόμο, αν και θεωρούν οι άνθρωποι τά έργα τους
πρόοδο και τά ονομάζουν πολιτισμό, ενώ στην πραγματικότητα απομακρύνονται από τον
Χριστό, όλα αυτά θα θεωρηθούν ανόητα παραμύθια. Εμένα θα με πουν τρελό,
φανατικό και απατεώνα, θα με στολίσουν και με διάφορα άλλα επίθετα, με τά όποια
οι άνθρωποι τού κόσμου συνήθως βρίζουν τούς ανθρώπους πού έχουν φόβο Θεού και
τηρούν τις εντολές Του. ’Αλλά ότι και να γίνει εγώ αφήνω τη ζωή μου στα χέρια
τού Θεού Παντοκράτορα, ό Όποιος με φύλαξε μέχρι σήμερα από τις βλαβερές
ενέργειες τού δαίμονα Άβαδδών, πού σημαίνει Καταστροφέας. Ξαναλέω αυτό πού είχα
πει στην αρχή, ότι δηλαδή ό λόγος τού Θεού είναι δυνατός και δεν μπορεί κανείς να
τον εμποδίσει να λέγεται ακόμη και αν θα ήθελε να το κάνει παρά το θέλημα τού
Θεού.
Ακολούθησαν
λοιπόν τά έξης γεγονότα.
Το
φθινόπωρο τού 1834, ενώ βρισκόμουν στο Βορονέζ στη γιορτή της Άγιας Σκέπης, την
ήμερα εκείνη είχε γίνει ή πρώτη μου θεραπεία και πάντα την γιόρταζα, σκέφτηκα να
πάω στο Κουρσκ, στην ιδιαίτερη πατρίδα τού πατρός Σεραφείμ, για να συγκεντρώσω από
τούς συγγενείς και φίλους της οικογένειας του στοιχεία για τά παιδικά του
χρόνια. Όπως επίσης και για να αγοράσω δύο χιλιάδες μηλιές, τις όποιες ήθελα να
φυτέψω στο Ντιβέγιεβο κατ’ εντολή τού πατρός Σεραφείμ.
Ό
Σεβασμιότατος Αντώνιος, στον όποιο έλεγα τά πάντα, μου είπε το εξής, όταν τού ομολόγησα
αυτή την σκέψη μου: «Θα σάς συμβούλευα να μην πάτε πουθενά, αλλά να μείνετε έδώ
στο Βορονέζ και να απολαύσετε τά αγαθά, πού είμαι σίγουρος ότι θα σάς χαρίσει ό
Κύριος, για όλα πού έχετε υποφέρει. Και όχι μόνο πρόσκαιρα αλλά και αιώνια αγαθά
και θα τά λάβετε όλα έδώ στο Βορονέζ. Μου φαίνεται ότι το ταξίδι στο Κουρσκ δεν
θα σάς ωφελήσει και νομίζω ότι έδώ κρύβεται κάποια πονηριά των δαιμόνων. Γι ’
αυτό θα σάς έλεγα ή να μην πάτε καθόλου ή τουλάχιστον να το αναβάλετε για λίγο,
μήπως ό Κύριος μάς δείξει πιο φανερά ποιό είναι το θέλημά Του. Ή καρδιά μου
λέει ότι δεν θα σάς ωφελήσει αυτό το ταξίδι».
«Δεν
είχα δύναμη να υπομένω άλλο αυτά τά βάσανα».
Αλλά
εγώ δεν τον άκουσα. Μάλλον το επέτρεψε ό Θεός να μην τον ακούσω.
Δεν υπάκουσα στην
συμβουλή, πού υπαγόρευε στον Σεβασμιότατο ή Αγάπη του για μένα, αλλά επιπόλαια
άκολούθησα το θέλημα της καρδιάς μου, έχοντας την πεποίθηση ότι και μόνος μου
είμαι ικανός και μπορώ να καθορίζω ποιό δρόμο να άκολουθήσω στη ζωή μου και να
καταλαβαίνω ποιό είναι το θέλημα τού Θεού για μένα. ’Έτσι εγώ ξεκίνησα και πήγα
στο Κουρσκ. Στο δρόμο μου είχα πολλούς πειρασμούς. Δεν τά αναφέρω όλα έδώ, θα πω
μόνο ότι πολλά από τά χαρίσματα πού είχα λάβει από τον Θεό στο Βορονέζ τά έχασα
στο δρόμο.
Παρ’
όλα αυτά όμως με φύλαξε ό Θεός. Στο Κουρσκ σταμάτησα στο ξενοδοχείο τού
Πολτοράτσκι και έμεινα εκεί για μία βδομάδα. Εκεί άρχισαν φανερά να μου επιτίθενται
οι δαίμονες. Με περιγελούσαν και έλεγαν: αυτός είναι πού έγραψε την ακολουθία για
τον άγιο Μητροφάνη, αλλά ό Αντώνιος δεν την έστειλε στον αυτοκράτορα. Αυτοί οι
δαίμονες μου προκαλούσαν πόνο στα εσωτερικά μου όργανα. Μεταξύ τους μιλούσαν
σλαβονικά και ό ένας είπε στον άλλον: «πες αδελφέ ποιό είναι το τέλος τέτοιων ανθρώπων;»
Και ό άλλος τού έλεγε: «Τέτοιο». Και οι δύο μαζί άρχιζαν να κατασπαράζουν την σάρκα
μου....
Συνέχεια
έκανα επάνω μου το σημείο τού Σταυρού αλλά γρήγορα το χέρι κουραζόταν και τότε οι
δαίμονες με μεγαλύτερη δύναμη και θράσος ρίχνονταν επάνω μου. Δεν είχα δύναμη να
υπομένω άλλο αυτά τά βάσανα.
Δεν ξέρω πώς δεν έχασα τότε τά λογικά μου. Εκεί
ένας κύριος με συμβούλεψε να πάω να προσκυνήσω τά άγια λείψανα τού αγίου
επισκόπου Ιωασάφ και εγώ αντί να επιστρέψω γρήγορα στο Βορονέζ πήγα στο
Μπέλγκοροντ, όπου ήταν αυτά τά λείψανα. Μόλις έβαλαν πάνω στο κεφάλι μου την
μίτρα τού άγιου Ιωασάφ αισθάνθηκα τέτοια πίεση στο κεφάλι μου πού νόμιζα ότι θα
σπάσει. Τά μάτια μου πετούσαν σπινθήρες και νόμιζα ότι θα πεθάνω επί τόπου....
«Δεν
πολεμούσα πλέον με τά πάθη μου μόνο αλλά και με τούς ίδιους τούς δαίμονες
αυτοπροσώπως».
Επιτέλους
ξεκίνησα και πήγα στο Βορονέζ. Δεν ξέρω πώς δεν πέθανα στο δρόμο, ό Θεός ξέρει.
Πάντως ό Κύριος με φύλαξε από την αμαρτία... Δεν πολεμούσα πλέον με τά πάθη μου
μόνο αλλά και με τούς ίδιους τούς δαίμονες αυτοπροσώπως. Αυτοί άρχισαν κιόλας να
μου μιλάνε. Μου έλεγαν:
«Πού πας εσύ; Για ποιό λόγο να πας στο Βορονέζ; Να πας στο
Σιμπίρσκ, εκεί σε περιμένει ή Κάτια Γιαζίκοβα . Από τον Αντώνιο τί να
περιμένεις, αυτός ακόμα και την ακολουθία σου δεν μπόρεσε να την στείλει στον αυτοκράτορα.
Τίποτα δεν θα πάρεις απ’ αύτόν, αλλά θα χάσεις ακόμα και αυτό πού έχεις. Άς
τον, πήγαινε καλύτερα στο Σιμπίρσκ».
Όταν
αποφάσισα, πάση θυσία, να πάω στο Βορονέζ, στον πνευματικό πατέρα μου και
ευεργέτη, να τού ζητήσω συγχώρηση για την βλασφημία τού 'Αγίου Πνεύματος, τότε οι
δαίμονες με τις απαίσιες φωνές και κραυγές ρίχτηκαν επάνω μου: «Δεν μάς ακούς
ανόητε! Θές να πάς στον Αντώνιο, να ξέρεις ότι θα σου πάρει την Κάτια σου».
«Όχι, τούς έλεγα, δεν θα μου την πάρει, γιατί ό Θεός είχε υποσχεθεί να μου την
δώσει». «Σου έχει υποσχεθεί; Θα δούμε πώς θα την πάρεις. Θα δεις ότι θα σου την
πάρει ό Αντώνιος. Σου λέμε, άκουσέ μας - να πάς στο Σιμπίρσκ, ή Κάτια θα είναι
δική σου και θα απολαύσεις όλα τά αγαθά της γης».
«Όχι,
- τούς έλεγα κάνοντας επάνω μου το σημείο τού Σταυρού, - ότι και να μου κάνετε
εγώ πάω κατευθείαν στο Βορονέζ και πουθενά αλλού».
«Αυτά
λες, χαζέ, - φώναξαν όλοι τους ταυτόχρονα, - θα δεις τί θα σου κάνουμε».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΟΤΟΒΙΛΩΦ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.