Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

ΛΑΧΤΑΡΑ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΟΣ


ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ 2001

Ιδού, έρχομαι ταχύ. Αμήν ναι έρχου, Κύριε Ιησού.
(Άποκ. κβ' 12, 20)
Ομιλία του Πατρός Δαμάσκηνου προς τάς αδελφάς της Ί. Μ. Αγ. Ιωάννου, την 23ην Αυγούστου 1984.
Ό θείος λόγος του Ευαγγελίου, ο όποιος εξέρχεται από τον άμβωνα της Εκκλησίας, περιέχει ποικίλα σπέρματα αληθείας και θεο­γνωσίας. Ή μελέτη του θείου λόγου να είναι ή τρυφή και ή τροφή της ζωής μας.
Εγώ, παιδιά, κάθε βράδυ διαβάζω Ευαγ­γέλιο για να εισχώρηση μέσα μου ο Κύριος. Με το Ευαγγέλιο γίνεται ή αλληλοπεριχώρησις του ημαγμένου Αμνού και της ψυχής μας. Όλοι οι άνθρωποι κληθήκαμε ν' αγιάσουμε. Να γίνομαι ευωδία Χριστού. Σκοπός μας είναι να ανταποκριθούμε στην κλήσι του Θεού και να γίνομαι φως. Με την τήρηση του Ευαγγε­λίου να γίνομαι λόγος του Θεού.
Μέσα στην Εκκλησία, λοιπόν, αρπάζει ο ένας τον θείο λόγο και πηγαίνει εις τάς έρη­μους, για να πραγμάτωση το Ευαγγέλιο. Ό άλλος το αρπάζει και πηγαίνει στην Αφρική, στην Ασία κ.λπ. να φώτιση τους ανθρώπους ως ιεραπόστολος. Ό άλλος παίρνει τον θείο σπόρο και τον καλλιεργεί μέσα στην κοινωνία ως επίσκοπος, ως ιερεύς, ως οικογενειάρχης και κάνει έργο του την σπορά του θείου λό­γου. Εμείς πήραμε το Ευαγγέλιο από την Ά­για Τράπεζα ο καθένας και ήλθαμε στο μονα­στήρι, για να δοξάσομε τον Θεό με την τήρηση των εντολών Του.
Κάθε μοναστήρι είναι ένα πέραμα, ένα φεριμπότ, πού θα μας πέραση απέναντι, στην ό­χθη του ουρανού. Σήμερα αυτό με απασχόλησε εμένα αυτό ακριβώς το ταξίδι. Πρέπει να σπάσουμε τον φραγμό του θανάτου με την επιθυμία της αιωνίου ζωής. Σκεπτόμουν, λοιπόν, πώς θα μπορέσομε το μήνυμα του θανάτου να το περιμένουμε ως την πλέον ευχάριστη αγγε­λία. Προχθές αναφέραμε μερικές θείες αποκα­λύψεις, πού είχε ο Μητροπολίτης Έ. στις τελευταίες του στιγμές. και χάρηκε ή ψυχή μας. Πράγματι, γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος, ο αγαπήσας τον Θεό, δέχεται τέτοιες αποκαλύψεις στις τελευταίες στιγμές της ζωής του. Ό Κύ­ριος του παρουσιάζει ήδη από την παρούσα ζωή τι απολαύσεις τον αναμένουν στην πανη­γύρι των πρωτοτόκων, εκεί πού βασιλεύει το φως, το άκτιστο φως, το γλυκύτατο ως ή χιών.
Ή ζωή του ουρανού είναι φως, γλυκύτατο, λευκότατο. Επιθυμώ αυτήν την λευκότατη, την χιονάτη ζωή της βασιλείας του Θεού. Για­τί δεν υπάρχει πιο ευχάριστο γεγονός από αυ­τήν την διάβασι στην αντίπερα όχθη. Εάν νοσταλγούμε να μεταβούμε σε μια παραλία, π.χ. στην Κέρκυρα ή στον Άγιο Διονύσιο, οπού θα αντικρίσομε γήινες ομορφιές, πού παρό­μοιες έχομε ήδη απολαύσει, σκεφθείτε πώς πρέπει να νοσταλγούμε αυτό το πέραμα στην άλλη ζωή, στο αιώνιο Φως. Μέσα στο μονα­στήρι γίνεται αυτή ή ετοιμασία για την μετάβαση στην ουράνια όχθη της βασιλείας του Θεού. και αν από τώρα γνωρισθούμε για τα καλά με τον άνω κόσμο, θα έχουμε μία καλή συνοδεία φίλων 'Αγίων κατά την έξοδο μας.
Με πόση ευχαρίστηση πρέπει να αναμένουμε τον θάνατο! Να μην τον αντικρίζουμε ως μάχαιρα πού θα μας κόψη από την ζωή, αλλά σαν φωτεινή πύλη, πού θα μας εισαγάγει στην αιωνιότητα. Αυτή ήταν ή σκέψης μου έμενα σήμερα. Άλλωστε, έχομε πει πολλές φορές ότι πρέπει να κάνομε τον θάνατο ευχάριστο. Να μην τον αντιμετωπίζουμε με φόβο. Άπαξ και ο Χριστός εσταυρώθη και ανέστη, κατελύθη ή ισχύς του θανάτου, εσπάσθησαν τα κλείθρα του άδου. Ή θύρα ηνοίχθη και ελευθέρως πλέον κάθε πιστός ημπορεί να εισέλθει στην αιώνια μακαριότητα.
-τι είναι όμως αυτό πού θα μας κάνη να επιθυμήσουμε τον θάνατο;
-Ή φλόγα της δροσερής αγάπης προς τον Θεό ανάβει την δίψα της αιωνίου ζωής.
«Αγαπήσατε τον Θεό και ευρήσετε χάριν αιώνιων... και ανάπαυσιν μετά πάντων των α­γίων», λέγει ο υμνωδός (Ακολουθία 'Αγ. Α­ντωνίου, δοξαστικό της Λιτής).
Εάν ή καρδιά μας φλέγεται από θείον ε­ρωτά, ο Κύριος θα ανταποκριθεί αμέσως στην αγάπη πού θα του προσφέρομαι εμείς και θα μας χαρίσει την αιώνιο ατενίσει της θεϊκής Του μορφής.
Θα μου πείτε: «Καλά το συζητάμε τώρα αυτό το θέμα. 'Αλλά μόλις φθάσομε στην ώρα του θανάτου, αμέσως μας καταλαμβάνει ένας φόβος». Πράγματι έτσι λέει ή πείρα της ζωής. Ό πιστός όμως δεν συναντά αυτή την δειλία. και σκεπτόμουν σήμερα πώς θα νιώθουν αυτοί οι πιστοί, οι μεγάλοι αγωνισταί, πού ο Κύ­ριος τους πληροφορεί -είτε ο Ίδιος, είτε δια της Θεοτόκου είτε δια των Αγίων Του- ότι «εντός ολίγου θα σε πάρω». σκεφθείτε τι θα αισθάνονται αυτοί οι άνθρωποι μέσα στην ψυχή τους! τι άγαλλίασις θα πληρώνει την ύπαρξη τους, όταν θα ετοιμάζονται να μετα­βούν προς την αιωνιότητα! Αυτήν την μεγάλη δωρεά ο Θεός δεν την παρέχει μόνο σε ωρισμένους, αλλά σε όλους εκείνους πού την επι­θυμούν. και έλεγα σήμερα μόνος μου: «Άραγε είναι δύσκολο ή χάρις του Θεού να μας αξιώσει και μας να φθάσουμε στην ευχάριστη αυτή στιγμή και να ακούσουμε την ευφρόσυνη αγγελία;»
Λέμε ότι αγαπήσαμε τον Θεό... τι είναι ή α­γάπη του Θεού; Χαρά και άγαλλίασις! Πώς, λοιπόν, είναι δυνατόν, όταν φθάνει ο θάνατος, να μας καταλαμβάνει δυστυχία και σκότος, α­φού ή αγάπη του Θεού είναι φως και αιωνιότης και ειρήνη άφραστος; Αυτό το θέμα του θανάτου δεν το έχουμε πολυκαλλιεργήσει μέσα μας και δεν φθάσαμε ακόμη στο σημείο να έχουμε πλήρη την συνείδησι της αθανάτου ζωής και την πληροφορία της αιωνιότητας. Το πι­στεύομε, το ξέρομε όλοι, αλλά δεν το αναμένουμε ως ένα γεγονός ευχάριστο, ενώ γι' αυτό φύγαμε από τον κόσμο' για να φθάσουμε σ' αυ­τή την ευφρόσυνο στιγμή, ν' αναχωρήσουμε α­πό τον παρόντα αιώνα προς το μέλλοντα, προς την αιωνιότητα.
«Αγαπήσατε τον Θεό»! Πώς τον αγαπάμε τον Θεό; Μόνο με τα λόγια; Είναι δυνατόν να λέει ένας άνθρωπος «Αγαπώ τον Θεό» και τα έργα του να είναι ανάποδα, αντίθετα από τον θείο νόμο; Είναι δυνατόν να μη πραγματώνει το Ευαγγέλιο; Όταν λέμε ότι πήραμε στα χέ­ρια μας το Ευαγγέλιο και υποσχεθήκαμε ότι θα το πραγματώσομε, τι σημαίνει αυτό το πράγμα; Σημαίνει ότι θα ζήσουμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού" θα τηρήσουμε το Ευαγγέλιο, και θα το εναποθέσουμε πάλι στην αγία Τράπεζα της ορθοδόξου Εκκλησίας, ο­μολογώντας ότι μείναμε «πιστοί άχρι θανά­του», με τους λόγους: «Τον δρόμο τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα' λοιπόν απόκειται μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν αποδώσει μοι ο Κύριος εν εκείνη τη ήμερα, ο δίκαιος κριτής» (Β' Τιμ. δ', 7-8). Είθε να αξιωθεί ή ψυχή μας να πει αυτόν τον λόγο προς τον Θεό, προς την α­γάπη του Θεού.
Ό,τι και να κάνουμε, όσο και να προσπαθήσουμε και να αγωνισθούμε, εάν δεν προσα­νατολισθούμε προς την αιώνιο ζωή και την ανέσπερη βασιλεία, νομίζω ότι μέσα μας δεν θα έχουμε την πληροφορία της σωτηρίας. Όταν τηρώ τάς εντολάς, ή συνείδησης μου είναι α­ναπαυμένη απέναντι του Θεού. Άλλα για να πετύχουμε την τελεία ανάπαυση, είναι απαραί­τητη και ή καλλιέργεια της προσδοκίας της α­ναχωρήσεως μας και ή δίψα αυτής της στιγ­μής του θανάτου.
Είδατε; Μόλις ακούμε την λέξη «θάνατος», μας πιάνει φόβος. Πρέπει όλοι όμως να έχομε δίψα θανάτου ιδιαίτερα οι μοναχοί, αλλά και κάθε χριστιανός. Να διψάμε αυτήν την ώρα της μεταβάσεως μας στα ουράνια σκηνώματα. Αυτήν την δίψα είχαν όλοι οι Άγιοι της Εκ­κλησίας μας και αυτήν έχουν και οι σημερινοί άγιοι και ειδικότερα οι Αγιορείτες. Άλλα και οι πιστοί στον κόσμο και οι εργάται του Ευαγγελίου και οι ιεραπόστολοι, με αυτήν την δίψα του θανάτου πραγματώνουν τον θείο λόγο και τελούν τα έργα της πίστεως με­τακινούν ακόμη και όρη. και εμείς, λοιπόν, δια της πίστεως να μετακινήσουμε την ψυχή μας. και από τον Άδη να την ανεβάσουμε στην βασιλεία του Θεού.
Ας παρακαλούμε τον Κύριο να μας ανοίγει φωτεινούς ορίζοντας πίστεως και αγάπης προς Αυτόν. Ή πίστης δεν είναι απλό πράγμα ούτε ο άνθρωπος, πού είναι εικόνα του Θεού. Ό άνθρωπος έχει άπειρες διαστάσεις. Επειδή επλάσθη «κατ' εικόνα» Θεού, κατευθύνεται προς το άπειρο, προς την άνω Ιερουσαλήμ. Όταν λέω «κατευθύνομαι προς τον άπειρο», σημαίνει σκέπτομαι τον άπειρο Θεό και την μετάβαση μου στην αιωνιότητα.
Άλλα πώς θα αγαπήσω τον Θεό; πώς θα ανοίξω την ψυχή μου προς Αυτόν και πώς θα διαθέσω όλη μου την ύπαρξη στην αγάπη Του; Υπάρχουν πολλοί τρόποι της αγάπης του Θεού. και όταν ο άνθρωπος είναι διατεθειμένος να θυσιάζεται για τον Θεό, δεν κάνει και α­μαρτίες. Έτσι δεν είναι, παιδιά; Προσέχει τον λόγο του, προσέχει τις σκέψεις του, τις διαθέσεις του.
Με την αγάπη του Θεού ανοίγει ο ορίζων της ψυχής αμέσως και ο άνθρωπος γίνεται διάπλατος. Ή ύπαρξης του αμέσως ευρύνεται, γιατί τείνει προς τον άπειρο Θεό και την αιώνιο ζωή. Αυτόν τον άπειρο Θεό αγαπή­σαμε και ξεκινήσαμε να Τον συναντήσουμε. Γι' αυτό μας αναπαύει ή ησυχία και ή ερημιά. Δεν μας αναπαύει ο κόσμος και τα του κό­σμου, παρά μόνον ή ησυχία και ή ερημιά. και επιθυμούμε να βασιλεύει στην ψυχή μας ή ει­ρήνη του Θεού και ή αγάπη του Θεού.
Όταν λέγω «αγαπώ τον Θεό», ή καρδία μου πλαισιώνεται αμέσως με ευλογία. Ό Θεός - όπως έχομε συζητήσει πολλές φορές - είναι «ζηλότυπος» για κάθε ψυχή. Την θέλει όλη δι­κή Του. Θέλει δηλαδή να την δοξάσει, θέλει να την γέμιση με την χάρη Του. Ό Θεός δεν έ­χει ανάγκη της ιδικής μας αγάπης. Άλλα επειδή ο ίδιος έχει άπειρον αγάπη και απερινόητον, θέλει την ψυχή μας ολόκληρη κοντά Του. Εάν εμείς τολμάμε να λέμε ότι αγαπήσαμε τον Θεό, αντιλαμβάνεσθε ποία είναι ή αγάπη του Θεού προς ημάς! Γι' αυτό πρέπει ή σκέψης μας να είναι όλη την ήμερα προσηλωμένη στον Θεό. Ούτε τρίχα να μην κάνομε πέρα α­πό την δική Του αγάπη. Ουδεμία ματιά να ρίχνουμε προς τον κόσμο' ούτε αριστερά, ούτε δεξιά. Μόνο το πρόσωπο του Κυρίου να μας ελκύει. Το βλέμμα μας να ατενίζει διαρκώς την αντίπερα όχθη. Να αναμένουμε την ευχάριστο διάβαση όχι τον θάνατο του αφανισμού και του σκότους, αλλά την διάβαση προς το φως το ανέσπερο, προς το άκτιστο φως, το αιώνιο φως, την λαμπρά δόξα του Θεού και την άφατο λαμπρότητα της βασιλείας Του. Με τους οφθαλμούς της ψυχής μας να έχουμε «συνόρασι» μετά του θείου οφθαλμού. Να θέτουμε τον εαυτό μας εις τον θείον οφθαλμό και εκεί να αναπαυώμεθα. Τότε θα είμεθα ε­λεύθεροι για τα ανοίγματα εις τον ορίζοντα της αίωνιότητος.
Οι ακολουθίες της Εκκλησίας περιέχουν τις ευχές των Πατέρων, πού εκφράζουν όλα τα αιτήματα της ψυχής μας. Άλλα έχομε και εμείς μια δική μας γλώσσα ο καθένας, με την οποία αναφέρομε τα μυστικά μας προς τον Θεό. Θέλομε να ομιλήσομε με τον πιστό μας Φίλο. Έτσι δεν είναι; Το θέμα της διαβάσεως μας είναι ένα μυστικό της ζωής. και θέλω να το συζητήσω από κοντά με τον Θεό, για να μου ετοιμάσει την εκδημία. Άπαξ και αναμένω αυτό το Πάσχα της ψυχής μου, δεν θα πρέπει να έχω ουδεμία ανάπαυση μέχρις ότου μι­λήσω από κοντά με τον Θεό, για να τακτοποί­ηση μέσα μου αυτήν την επιθυμία, αυτήν την λαχτάρα -να το πούμε έτσι-.
Μη με παρεξηγήσετε πού λέγω «λαχτάρα» για τον θάνατο. Λαχταρώ την μετάβαση στον ουράνιο κόσμο. Έτσι είναι! Γιατί εμείς, πού πιστεύομε εις τον Θεό και ασχολούμεθα με την αγάπη του Θεού, ήλθαμε εδώ πέρα ακρι­βώς γι' αυτό το ταξίδι. Μας αναμένει ο Θεός, ή ζωή, ή αιωνιότης, ή μακαριότης! Δεν πρέπει να έχουμε ουδένα δισταγμό για τον θάνατο, αλλά μια ευχάριστη αναμονή, μία λαχτάρα πότε θα έλθει. Ό θάνατος δεν μας ξενίζει κα­θόλου. Είναι για μας μία εορτή. Είναι ή εορτή της μεταβάσεως του ανθρώπου εις τον ουρανό. Γι' αυτό και εορτάζαμε τους Άγιους την ή­μερα της εκδημία τους. Είδατε, ο Μέγας Βα­σίλειος 49 ετών πέθανε. Παλικάρι πέθανε. Όμως δεν τον ενδιέφερε τίποτε. Είχε ετοιμά­σει το εισιτήριο του. Μπήκε μέσα στο φερι-μπότ και πέρασε απέναντι, στην όχθη την ου­ράνιο.
Δεν πρέπει, λοιπόν, να φεύγει ποτέ από το μυαλό μας ότι θα πεθάνουμε. Όχι απλώς έχω φόβο, επειδή θα πεθάνω. Ούτε, επειδή θα πε­θάνω, προσέχω να μην αμαρτήσω. Όχι τέτοια πράγματα! Να ετοιμασθώ καλύτερα, ν' αγα­πήσω την διάβαση, γιατί αγαπώ τον Θεό! Θέ­λω να πάω να Τον δω. Πώς το λένε; Θέλω να Τον δω! Ό Απόστολος Παύλος έλεγε «επιθυμία έχω αναλύσαι και συν Χριστώ είναι» (Φιλιπ. α' 23). Ήθελε να Τον Ίδή, τέλος πά­ντων, και να Του ομιλήσει πρόσωπον προς Πρόσωπον.
Διότι, εάν είμαστε ξεροί μοναχοί και όχι μουσκεμένοι με τα δάκρυα της αγάπης και της ευχαριστίας, αν δεν είμαστε δοσμένοι στον θείο ερωτά, εάν δεν είμαστε οι ψυχές οι ερώσες τον Νυμφίο Χριστό, τι ήρθαμε να κάνομε εδώ πέρα; Να κακομοιριάσωμε; -Όχι! Να είμαστε οι ζωντανοί άνθρωποι, οι αγρυπνούντες; οι «λαχταρισταί» της διαβάσεως. Τότε πάνε περίπατο και τα ενδιαφέροντα του κό­σμου και οι μέριμνες του κόσμου και οι επιθυ­μίες του κόσμου. Όταν είμαστε προσηλωμένοι μόνο στην αγάπη του Θεού, τότε είμαστε ενω­μένοι και όλοι μαζί μεταξύ μας. Να μας καίη αύτη ή αγάπη του Θεού και αυτός ο ερωτάς της μεταβάσεως στην έπαυλη του Παμβασιλέως Χριστού!
Έχω έρωτα γι' αυτό το ταξίδι! Επιθυμώ να πάω εκεί πέρα! Εάν τόσο επιθυμούμε να πάμε να προσκυνήσουμε έναν άγιο τόπο, σκεφθείτε πόσο περισσότερο πρέπει να έχουμε αυ­τή τη λαχτάρα για το αιώνιο ταξίδι, πού θα μας φέρει στην αγία Ιερουσαλήμ, ή οποία «ου χρείαν έχει τον ηλίου ουδέ της σελήνης' η γαρ δόξα του Θεού εφώτισεν αυτήν και ο λύ­χνος αυτής το Άρνίον», όπως γράφει ή Αποκάλυψις (Άποκ. κα' 23). Αυτή ή δόξα μας α­ναμένει.
Πρέπει, λοιπόν, να είμεθα πάντοτε έτοι­μοι, ώστε ο θάνατος να μη μας ξενίσει ούτε να μας φοβίσει. Αντιθέτως να επιθυμούμε την εκδημία από εδώ και την ενδημία εκεί. Να μας απασχολεί ο ωραίος «μετεωρισμός».
Εδώ είμεθα, αλλά στον ουρανό ευρισκόμεθα νοητός. Να επιθυμήσομε τον ζωφόρο θάνατο. Αυτός ο θάνατος είναι ζωή. Συνεχώς να με απασχολεί πώς θα κάνω την ώρα του θανάτου, την ή­μερα της κλήσεως του Κυρίου, ήμερα χαράς και εορτής! Την έξοδο μας να την θεωρούμε το μεγαλύτερο πανηγύρι, την πιο χαρμόσυνη ήμερα, επειδή θα μεταβούμε εις την αγάπη του Θεού! Όχι να λυπηθώ, επειδή θα πεθάνω, άλλ' αντιθέτως να χαρώ και να πω: «Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός, πού με κάλεσες να φύγω!».
Είναι μια εργασία πολύ λεπτή αύτή' να μπορέσουμε αυτή την κρίσιμη στιγμή να πού­με: «Δόξα Σοι ο Θεός, πού με κάλεσες να φύ­γω από τον παρόντα κόσμο, για να ατενίζω την δόξα του προσώπου Σου στην αιωνιότη­τα!».
Άλλα χρειάζεται μεγάλη προσοχή αυτή ή εργασία, ταπεινοφροσύνη μεγάλη και αγάπη πολλή προς τους εχθρούς. Χωρίς αυτή την α­γάπη δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Αυτό είναι το διαβατήριο για το αιώνιο ταξίδι.
'Ας έχομε βεβαία την εμπιστοσύνη εις το έλεος του Θεού. Θα μας ελεήσει ο Κύριος. Ή ήμερα του θανάτου δεν είναι υπόθεσης απελ­πισίας και απογοητεύσεως, πού εμποδίζει την ελπίδα εις το έλεος του Θεού. Θα μας ελεήσει ο Θεός. Παρ' όλη την άναξιότητά μας, θα μας ελεήσει ο Θεός! Να έχομε βεβαία την ελπίδα και την πεποίθηση στο έλεος του ουρανίου Πατρός και να σκεπτώμεθα την συνάντηση με­τά του Κυρίου. «Πότε θα έλθω, Κύριε, κοντά Σου; Πότε θα Σε Ιδώ; Πότε το Πρόσωπο Σου διηνεκώς θα ευφραίνει την ψυχή μου;»
'Ας δουλέψουμε, λοιπόν, το πέραν του τά­φου... 'Αν είναι ο νους μου συνεχώς στον Θεό, δεν αμαρτάνω και θα μπορέσω να σπάσω αυτή την πύλη του θανάτου, ώστε να είναι ανοικτή σε μένα από την παρούσα ζωή. Να στέκομαι στην ακτή της παρούσης ζωής και εκεί να έχω στημένο το εκτοξευτήριο, άπ' οπού θα πετάξω πλέον με χαρά στην ατελεύτητη μακαριότητα... Γιατί θα φύγομε από τον βίο απότομα... Μας αναμένει ο Κύριος... Μας αναμένει...
Μας αναμένει.... Αυτός είναι ή ανεκλάλητη χαρά, ή αιώνιος Ζωή, ή καυστική γλυκύτης, ή τρισήλιος δόξα! Ευχηθείτε στον Θεό να μου δώσει χριστιανά τα τέλη· να πεθάνω όρθιος και να με αξίωση να πεθάνω για την αγά­πη Του.
Ό θάνατος είναι ελευθερία! Να έχουμε ευ­φροσύνη όταν σκεπτούμεθα τον θάνατο. Αυτό θα βοηθήσει εμάς προσωπικά, αλλά και την Εκκλησία.

Σημειώσεις εκδότου
Προκειμένου το χαρμοαναστάσιμο περιεχόμενο αυτής της ομιλίας να γίνει ψυχωφελές εντρύφημα πε­ρισσοτέρων αγωνιζομένων ορθοδόξων χριστιανών μας επανεκδίδεται, με την ευλογία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Μακρινού Μεγάρων, α­πό τις εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», προς δόξα του Άγιου Τριαδικού Θεού, τιμήν μακαριστοί Γέρο­ντος και ψυχική ωφέλεια πιστών χριστιανών.Διανέμεται δωρεάν. Πληροφορίες στο τηλ.: 2310212659.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.