ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ ΕΛΕΓΕ……….
«Συχνά, μ' όλη τη δύναμη της ασθενικής της φωνής, μας έλεγε'
"Τρύπα, αδελφές μου!!! Ανοίξτε τρύπα αδελφές μου, είναι ψυχές από κάτω, πολλές ψυχές από εδώ μέχρι εκεί κάτω (έδειχνε την Κακιά Θάλασσα!!). Πλήθοος...!!! Οι πεθαμένοι είναι άπ' όλα, άπ' όλα είναι, στα έγκατα του Άδη είναι δεν έχουν καλή στάση και πρέπει να τους βοηθήσουμε. Άπ' όλα είναι: βουλευτές, γουρουνάδες, τσαγκάρηδες, έμποροι. Μη γελάτε, οι ψυχές τους ζητούν ν' αναπνεύσουν, να αναπαυθούν". Με τον τρόπο αυτό μας προέτρεπε να προσευχόμαστε για τις ψυχές των κεκοιμημένων»! Πολλοί επισκέπτες της είχαν ακούσει την προτροπή της· «Να, εδώ κάτω από το χώμα σκάψτε, είναι ψυχές και φωνάζουν. Βγάλτε αυτές τις μεγάλες πέτρες. Εδώ σκάψτε, ανοίξτε χώρο, οι ψυχές υποφέρουν»! «Θα σκάσουν αν δεν τους βγάλουμε ... έστω να κάνουμε μια τρυπούλα να παίρνουν αέρα... Θα με βοηθήσεις αδελφούλη μου;»
Ή αγωνία και ή αγάπη της Ταρσώς για τα βάσανα των κεκοιμημένων στην κόλαση ήταν συγχρόνως ένας τρόπος να συντηρεί την επαφή της με τη χώρα των νεκρών και να συμβιώνει μαζί τους τις εμπειρίες του Άδη. Κρατούσε, όπως ο άγ. Σιλουανός, τον νου της στο βασίλειο του Άδη, προσπαθώντας να δει εκεί μέσα και τον εαυτό της· με τον τρόπο αυτό ζούσε τη νέκρωση του εαυτού της σε δυο επίπεδα- στον χώρο των κεκοιμημένων και στον χώρο των ζωντανών, στη ζωή δηλ. της σαλότητός της εν Χριστώ Ιησού, αφού εκείνη την έφερε μέχρι εκεί ή «νεκροφόρα»!
Η σχέση της Ταρσώς με τους κεκοιμημένους ήταν πραγματική κάθοδος της στον Άδη εν Αγίω Πνεύματι. Δεν ήταν απλώς μια συναισθηματική της εκδήλωση. Στο σημείο τούτο, ή κάθοδος αυτή ήταν μια μίμηση της καθόδου του Χριστού στον Άδη αλλά με διαφορετική λυτρωτική προοπτική. Ό Χριστός κηρύσσει στους εν Άδη το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. Ή Ταρσώ, αντίθετα, κηρύσσει στους ζώντες το «ευαγγέλιο των κεκοιμημένων», την αγάπη προς τους κεκοιμημένους, ως μια αδιάλειπτη μνήμη θανάτου για τη νέκρωση του αμαρτωλού εαυτού!
Έξαλλου ή πιο πάνω προτροπή της μακαριάς Ταρσώς· «Να, εδώ κάτω από το χώμα σκάψτε, είναι ψυχές που φωνάζουν. Βγάλε αυτές τις μεγάλες πέτρες... Θα σκάσουν αν δεν τους βγάλουμε...», υποδηλώνει με νηπτική ενάργεια τη λυτρωτική κάθοδο του Χριστού στον προσωπικό Άδη κάθε χριστιανικής ψυχής, που κραυγάζει προς Αυτόν για τη δική της σωτηρία από το βαρύ λίθο της θανατηφόρου αμαρτίας, όπως περιγράφει την κάθοδο αυτή, ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος!
«Όταν ακούσεις, ότι ο Χριστός, αφού κατέβηκε στον 'Άδη, απελευθέρωσε τις ψυχές από τα δεσμά με τα όποια ήταν αιχμάλωτες του θανάτου, μην υποθέσεις ότι αυτό το λυτρωτικό έργο είναι μακριά άπ' όσα συμβαίνουν και τελούνται σήμερα. Σκέψου ότι ή καρδία είναι ένα μνημείο, δηλ. ένας τάφος. Στο βάθος αυτού του τάφου, μέσα στο σκοτάδι βρίσκονται δέσμιοι ο νους και οι λογισμοί. Στον τάφο αυτό έρχεται ο Κύριος στις ψυχές που κραυγάζουν προς αυτόν και ζητούν βοήθεια, δηλ. έρχεται στο βάθος της καρδίας και εκεί διατάζει το θάνατο: Απελευθέρωσε, λέγει, τις ψυχές, που έχεις αιχμάλωτες, οι οποίες ζητούν από εμένα, τον δυνάμενο να τις ελευθερώσω, βοήθεια. Ύστερα, αφού δώσει την εντολή στο θάνατο, μετακινεί τον βαρύν λίθο, που βρίσκεται επάνω στην ψυχή και ανοίγει τον τάφο και τον πραγματικό νεκρό άνιοτά και ελευθερώνει την ψυχή από την σκοτεινή φυλακή».
Πάντως την εμπειρία της διπλής νεκρώσεως της, του θανάτου δηλ. του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και της νεκρώσεως της επιγνώσεως των αρετών της, ή Ταρσώ δεν τη λησμονούσε ποτέ, αφού ήταν ζωντανός
τρόπος ζωής της!
Όταν κάποτε, κάποιος επισκέπτης της απαριθμούσε τα πολλά βάσανα του, αυτό που είχε να του πει εκείνη, συγκρίνοντας τα με τα δικά της, ήταν: —«Εσένα σε σκοτώσανε είκοσι επτά φορές; σε βάλανε σε φέρετρο, συ... σε...»; Ήθελε ασφαλώς να του δείξει ότι ή μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής είναι να νεκρώνεις κάθε μέρα εσύ ο ίδιος την ανθρώπινη ζωή σου για να βρεις τον αληθινό εαυτό σου»!
«Συχνά, μ' όλη τη δύναμη της ασθενικής της φωνής, μας έλεγε'
"Τρύπα, αδελφές μου!!! Ανοίξτε τρύπα αδελφές μου, είναι ψυχές από κάτω, πολλές ψυχές από εδώ μέχρι εκεί κάτω (έδειχνε την Κακιά Θάλασσα!!). Πλήθοος...!!! Οι πεθαμένοι είναι άπ' όλα, άπ' όλα είναι, στα έγκατα του Άδη είναι δεν έχουν καλή στάση και πρέπει να τους βοηθήσουμε. Άπ' όλα είναι: βουλευτές, γουρουνάδες, τσαγκάρηδες, έμποροι. Μη γελάτε, οι ψυχές τους ζητούν ν' αναπνεύσουν, να αναπαυθούν". Με τον τρόπο αυτό μας προέτρεπε να προσευχόμαστε για τις ψυχές των κεκοιμημένων»! Πολλοί επισκέπτες της είχαν ακούσει την προτροπή της· «Να, εδώ κάτω από το χώμα σκάψτε, είναι ψυχές και φωνάζουν. Βγάλτε αυτές τις μεγάλες πέτρες. Εδώ σκάψτε, ανοίξτε χώρο, οι ψυχές υποφέρουν»! «Θα σκάσουν αν δεν τους βγάλουμε ... έστω να κάνουμε μια τρυπούλα να παίρνουν αέρα... Θα με βοηθήσεις αδελφούλη μου;»
Ή αγωνία και ή αγάπη της Ταρσώς για τα βάσανα των κεκοιμημένων στην κόλαση ήταν συγχρόνως ένας τρόπος να συντηρεί την επαφή της με τη χώρα των νεκρών και να συμβιώνει μαζί τους τις εμπειρίες του Άδη. Κρατούσε, όπως ο άγ. Σιλουανός, τον νου της στο βασίλειο του Άδη, προσπαθώντας να δει εκεί μέσα και τον εαυτό της· με τον τρόπο αυτό ζούσε τη νέκρωση του εαυτού της σε δυο επίπεδα- στον χώρο των κεκοιμημένων και στον χώρο των ζωντανών, στη ζωή δηλ. της σαλότητός της εν Χριστώ Ιησού, αφού εκείνη την έφερε μέχρι εκεί ή «νεκροφόρα»!
Η σχέση της Ταρσώς με τους κεκοιμημένους ήταν πραγματική κάθοδος της στον Άδη εν Αγίω Πνεύματι. Δεν ήταν απλώς μια συναισθηματική της εκδήλωση. Στο σημείο τούτο, ή κάθοδος αυτή ήταν μια μίμηση της καθόδου του Χριστού στον Άδη αλλά με διαφορετική λυτρωτική προοπτική. Ό Χριστός κηρύσσει στους εν Άδη το Ευαγγέλιο της σωτηρίας. Ή Ταρσώ, αντίθετα, κηρύσσει στους ζώντες το «ευαγγέλιο των κεκοιμημένων», την αγάπη προς τους κεκοιμημένους, ως μια αδιάλειπτη μνήμη θανάτου για τη νέκρωση του αμαρτωλού εαυτού!
Έξαλλου ή πιο πάνω προτροπή της μακαριάς Ταρσώς· «Να, εδώ κάτω από το χώμα σκάψτε, είναι ψυχές που φωνάζουν. Βγάλε αυτές τις μεγάλες πέτρες... Θα σκάσουν αν δεν τους βγάλουμε...», υποδηλώνει με νηπτική ενάργεια τη λυτρωτική κάθοδο του Χριστού στον προσωπικό Άδη κάθε χριστιανικής ψυχής, που κραυγάζει προς Αυτόν για τη δική της σωτηρία από το βαρύ λίθο της θανατηφόρου αμαρτίας, όπως περιγράφει την κάθοδο αυτή, ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος!
«Όταν ακούσεις, ότι ο Χριστός, αφού κατέβηκε στον 'Άδη, απελευθέρωσε τις ψυχές από τα δεσμά με τα όποια ήταν αιχμάλωτες του θανάτου, μην υποθέσεις ότι αυτό το λυτρωτικό έργο είναι μακριά άπ' όσα συμβαίνουν και τελούνται σήμερα. Σκέψου ότι ή καρδία είναι ένα μνημείο, δηλ. ένας τάφος. Στο βάθος αυτού του τάφου, μέσα στο σκοτάδι βρίσκονται δέσμιοι ο νους και οι λογισμοί. Στον τάφο αυτό έρχεται ο Κύριος στις ψυχές που κραυγάζουν προς αυτόν και ζητούν βοήθεια, δηλ. έρχεται στο βάθος της καρδίας και εκεί διατάζει το θάνατο: Απελευθέρωσε, λέγει, τις ψυχές, που έχεις αιχμάλωτες, οι οποίες ζητούν από εμένα, τον δυνάμενο να τις ελευθερώσω, βοήθεια. Ύστερα, αφού δώσει την εντολή στο θάνατο, μετακινεί τον βαρύν λίθο, που βρίσκεται επάνω στην ψυχή και ανοίγει τον τάφο και τον πραγματικό νεκρό άνιοτά και ελευθερώνει την ψυχή από την σκοτεινή φυλακή».
Πάντως την εμπειρία της διπλής νεκρώσεως της, του θανάτου δηλ. του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και της νεκρώσεως της επιγνώσεως των αρετών της, ή Ταρσώ δεν τη λησμονούσε ποτέ, αφού ήταν ζωντανός
τρόπος ζωής της!
Όταν κάποτε, κάποιος επισκέπτης της απαριθμούσε τα πολλά βάσανα του, αυτό που είχε να του πει εκείνη, συγκρίνοντας τα με τα δικά της, ήταν: —«Εσένα σε σκοτώσανε είκοσι επτά φορές; σε βάλανε σε φέρετρο, συ... σε...»; Ήθελε ασφαλώς να του δείξει ότι ή μεγαλύτερη δοκιμασία της ζωής είναι να νεκρώνεις κάθε μέρα εσύ ο ίδιος την ανθρώπινη ζωή σου για να βρεις τον αληθινό εαυτό σου»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.