Ενώνει δύο εποχές! Την εποχή πριν κλείσουν την Μονή, με την σημερινή. Σχεδόν αιωνόβια ή μεγαλόσχημη Γερόντισσα Μαργαρίτα, κάνει μια γόνιμη αναδρομή στα ενενηνταεπτά χρόνια της.
- Μανώλης Μελινός: Γερόντισσα, εύχεσθε. Με μεγάλη χαρά και ζωηρή συγκίνηση επικοινωνούμε μαζί σας. Γνωρίζουμε ότι στο πρόσωπο σας ενώνονται δύο περίοδοι της Μονής δύο εποχές- δύο τμήματα της Ιστορίας. Παρακαλώ πολύ, πείτε μας ότι σεις κρίνετε, για να τις προσεγγίσουμε σωστά.
- Μοναχή Μαργαρίτα: Να έχετε την ευχή του άγιου και της ηγουμένης μας!
Μετά την κοίμηση του άγ. Σεραφείμ, στο Ντιβέγεβο έμεινε ή ιστορία ότι στην εορτή των Γενεθλίων της Θεοτόκου, ό όσιος είχε πει: "Θα 'ρθει καιρός πού οι ορφανές μοναχές μου θα φύγουν από την πύλη της Γεννήσεως της Θεοτόκου. Σαν ρεβύθια θα σκορπιστούν". Οι αδελφές αναρωτιόνταν, τί πύλη εννοούσε ό Γέροντας... Το 1927, στην εορτή των Γενεθλίων της Θεοτόκου -πού πανηγυρίζει ή Μονή- άρχισε στις 2 ό μικρός εσπερινός. Εγώ είχα τότε διακόνημα να χτυπώ τις καμπάνες. Πήγα, όπως πάντα, στο καμπαναριό. Το βρήκα κλειδωμένο. Βρήκα το κλειδί και πήγα ν' ανοίξω. Κάποιος μ' έπιασε από το χέρι, λέγοντάς μου αυστηρά: «Που πάς; Απαγορεύεται!». Ήταν αστυνομικός. Μου είπε ότι οι καμπάνες απαγορεύτηκαν. Οι μοναχές, πηγαίνοντας στον εσπερινός, ρωτούσαν ή μία την άλλη γιατί δεν σήμανε; Παρακαλέσαμε να μας αφήσουν να σημάνουμε για τελευταία φορά. Αντί απαντήσεως, άρχισαν οι συλλήψεις! Δίπλα στην Μονή ζούσαν εξόριστοι δύο αρχιερείς.
Ό Ταμπώφ Ζηνόβιος και ό Ντμίτροφσκι Σεραφείμ. Την νύχτα έγινε ή τελευταία λειτουργία. Ή συγκίνηση ήταν ζωηρή. Προέστη ό επίσκοπος Σεραφείμ, ό όποιος είπε στο κήρυγμα του: «Αυτά τα χρόνια, σε καθένα από μας δίνεται το πικρό ποτήρι. Από μας εξαρτάται πώς θα το δεχθούμε. Μερικοί μόνο θα το ακουμπήσουν στα χείλη άλλοι θα πιουν ένα τέταρτο μόνο άλλοι το μισό. Θα υπάρχουν όμως κι αυτοί πού θα το πιουν ως το τέλος! Εσείς, Γερόντισσες, ως τώρα μοιάζατε σαν μεγάλη λαμπάδα, καθώς ήσασταν ενωμένες. Από δώ κι έπειτα, θα γίνετε πολλά μικρά κεράκια. Θα πρέπει να φωτίζετε, ή καθεμία ξεχωριστά, όπου πάτε». Την επομένη νύκτα, οι δύο αυτοί αρχιερείς συνελήφθησαν... Συνέλαβαν και την ηγουμένη μας. Την ανέβασαν σ' ένα καμιόνι. Δίπλα της καθόταν ό Μητροπολίτης Σεραφείμ, απέναντι της ή μοναχή Μαριάμ. Εμείς παρακαλούσαμε να μας αφήσουν να την αποχαιρετίσουμε. «Όχι», απάντησαν οι αστυνομικού, «έτσι πού κλαίτε όλες μαζί, δεν θα σας επιτρέψουμε να την δείτε». Εμείς με μια φωνή είπαμε: «Όχι, όχι, δεν θα κλαίμε, δεν θα κλαίμε. Επιτρέψτε μας...». Με τα πολλά, μας άφησαν. Τρέξαμε όλες κοντά της και της φιλούσαμε τα χέρια. Και λες και δόθηκε ένα αόρατο σύνθημα, αρχίσαμε όλες να κλαίμε με λυγμούς!.. Μέσα στ' αναφιλητά μας, λέγαμε «μας παίρνουν την ηγουμένη, την μητέρα μας...». Οι αστυνομικού άρχισαν να μας χτυπούν, φωνάζοντας και βρίζοντας. Διέκοψαν τον αποχαιρετισμό και μας απομάκρυναν.
Σε μια βδομάδα όλες είχαμε φύγει. Το μοναστήρι μας το έκλεισαν. Θυμάμαι, τότε έβρεχε ασταμάτητα. Και οι άνθρωποι και τα στοιχεία της φύσεως εναντίον μας. Τότε πολλές αδελφές θυμήθηκαν πού ό άγιος έλεγε ότι «οι μοναχές μου θα φύγουν από την πύλη της Γεννήσεως της Θεοτόκου». Οι Αρχές μάς είπαν: «Αν θέλετε, μπορείτε να παραμείνετε, αλλά δεν θα φοράτε ράσο. Θα είσθε όπως όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι. Εκεί πού εργάζεστε, θα βγάλετε τις εικόνες και θα βάλετε την φωτογραφία του συντρόφου Λένιν». Φυσικά, αρνηθήκαμε. Έτσι, μείναμε δίχως στέγη, δίχως δουλειά. Βέβαια, δεν σκορπιστήκαμε αμέσως. Μερικές έμειναν στο χωριό Ντιβέγεβο, άλλες στο χωριό Βερτιάνοβο, άλλες αλλού. Δύο ιερείς λειτουργούσαν με κίνδυνο της ζωής τους σ' ένα μικρό εκκλησάκι, πού είχε κτίσει ή πρώτη ηγουμένη, Αλεξάνδρα. Εκεί μνημόνευαν τα ονόματα όσων μαρτύρησαν. Μια ώρα ό ιερεύς μνημόνευε τα ονόματα...
Κάποιος επίσκοπος βρήκε τρόπο και επικοινώνησε κρυφά με αρκετές από μας και μας στήριξε, λέγοντας: «Από το μοναστήρι σας έδιωξαν, αλλά το μοναχικό Σχήμα δεν μπορούν να σας αφαιρέσουν. Παρόλο πού ζείτε στον κόσμο, να τηρείτε τις μοναστικές υποσχέσεις σας». Οι αδελφές, ζούσαμε ή μία κοντά στην άλλη. Συγκεντρωνόμασταν κρυφά και κάναμε ακολουθίες, τον κανόνα μας. Κάποτε-κάποτε έρχονταν μυστικά εξόριστοι κληρικοί και λειτουργούσαν στα σπίτια κι έτσι κοινωνούσαμε! Συνήθως λειτουργούσε ό π. Πάβελ, ό όποιος εκτελέστηκε το 1938 στις φυλακές του Άρζαμάς. Προηγουμένως τον είχαν ρωτήσει: «Είσαι ποιμένας ή μισθωτός»; «Ποιμένας είμαι και προσφέρω ότι προσφέρω χωρίς αμοιβή!» τούς απάντησε. Ό άλλος ιερεύς, ό π. Συμεών, προερχόταν από οικογένεια εργατών. Την δεκαετία του '30 δεν άντεξε την βία και την καταπίεση και έβγαλε το ράσο. Συμφώνησε να δουλεύει σαν απλός εργάτης σ' ένα εργοστάσιο κατασκευής όπλων στην πόλη Βιάτκα. Πέθανε κοντά στο μηχάνημα του, στα χρόνια του Β' παγκοσμίου πολέμου...
Κάποτε πού είχε άδεια από το εργοστάσιο, πήγε κρυφά στο Ντιβέγεβο, να το δει. Κάποιοι τον αναγνώρισαν στο σταθμό και τον πήραν με το αυτοκίνητο τους μέχρι το ναό. Σ' όλη την διαδρομή, όπως μας είπαν αργότερα, ό ταλαίπωρος έκλαιγε με λυγμούς... Ό διάκονος πού υπηρετούσε στο ναό τής Μονής, ό π. Μιχαήλ, ταλαιπωρήθηκε κι αυτός από τον πειρασμό να εγκαταλείψει το Σχήμα του. Άντεξε όμως, με την βοήθεια του Θεού. Φυλακίσθηκε στο Αρζαμάς κι εξέπνευσε εκεί. μαζί με τον π. Πάβελ.
Οι κρυφές αυτές συναντήσεις -με λειτουργικό σκοπό- γίνονταν κυρίως ως το 1937. Τότε δραστηριοποιήθηκε ή περιβόητη τρόικα- Το πρόχειρο δικαστήριο με τα ισάριθμα μέλη, πού χωρίς λόγο μας καταδίκαζαν. Αν λέγαμε ότι πιστεύουμε, ότι εκκλησιαζόμαστε, μας έκλειναν στην φυλακή! Από τρία ως δέκα χρόνια...
Το μοναστήρι του Σάρωφ το έκλεισαν το 1926, ένα χρόνο νωρίτερα από μας. Αφήρεσαν τις εικόνες και τα βιβλία. Πήραν και την κυπαρισσένια λάρνακα, όπου αναπαυόταν τα λείψανα του αγίου Σεραφείμ. Έβγαλαν τα λείψανα και τα έβαλαν σε πρόχειρο ξύλινο κιβώτιο, μαζί με τα άμφιά του. Έκαψαν διάφορα ιερά είδη. Άλλα τα πήραν μαζί τους. Τα φόρτωσαν σε καρότσια και τα πήγαν στην πόλη Άρζαμάς και από κει στην Μόσχα. Εκεί λειτουργούσε ειδική επιτροπή πού... εξέταζε τα λείψανα των άγιων! Αν έβρισκαν κάτι πού για οποιοδήποτε λόγο τούς ενδιέφερε, το κρατούσαν. Τα ιερά λείψανα μεταφέρονταν σωρηδόν εκεί... Όταν έφτασε το κιβώτιο στην Μόσχα (αυτό πού περιείχε τα λείψανα του αγίου Σεραφείμ) και το άνοιξαν, δεν τα βρήκαν μέσα! Τα ιερά λείψανα -ώ του θαύματος- βρέθηκαν στις 11 Ιανουαρίου 1991, στο ναό της Παναγίας του Καζάν στην Αγία Πετρούπολη και μεταφέρθηκαν στο Ντιβέγεβο. Πρέπει να πούμε ότι, πρώτη φορά -παλαιά- βρέθηκαν παραμονές του κακού πού έγινε στην πατρίδα μας το 1905 και το 1917.
ΒΙΒΛ. ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΕΛΙΝΟΣ. ΑΝΘΗ ΑΓΙΑΣ ΡΩΣΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.