Εις τίνα άγρυπνίαν... εις το Κυριακών, κάθ ην ώραν οι πατέρες έψαλλαν τους κανόνας, είδον τον Γερο- Άβέρκιον να φεύγη από την θέσιν του και να εισέρχεται μετά σπουδής εντός τού κυρίως ναού, χωρίς να υπάρχει λόγος και να προχωρεί μετ' ενδιαφέροντος προς το ιερόν, όπου και εισήλθε διά τής Ωραίας Πύλης εντός του θυσιαστηρίου και πλησίασε εις την Άγίαν Τράπεζαν. Τότε τον είδον να βάλλη μετάνοιαν εις τίνα, χωρίς να βλέπουν εις ποίον, και να αποκρίνεται χαρούμενος: «Ναι, Δέσποτα, βλέπω Άβέρκιος Μοναχός. Ευχαριστώ, ευχαριστώ». Ακολούθως έβαλε πάλιν μετάνοια και εξήλθε κανονικώς εκ του Ιερού και ύπέστρεψεν εις τον τόπον, όπου πάντοτε 'ίστατο. Όσοι τον ειδον νόμισαν ότι κάτι πήγε να ειπή , εις τον εφημέριον, αλλά ο μοναχός ο οποίος συνήθως ίστατο πλησίον του και είδε ευκρινέστερο την σκηνή θεώρησε τον γέροντα ως επιπόλαιο, διότι, και άλλοτε τον πείραζε λόγω της άπλότητός του. Εκείνην όμως την ώραν δεν του είπε τίποτε.
Την άλλην όμως ήμέραν, όταν τον συνήντησε. τον ρώτησε: «Τί έπαθες χθες στο Κυριακό, Γέρο-Άβέρκιε και με ποιόν μιλούσες μέσα στο Ιερό;». Έκπληκτος ό απλούστατος γέρων τού απήντησε: «Καλά, δεν έβλεπες εσύ, παπά-Γιάννη, τον Δεσπότην μας Χριστόν πού στεκόταν τόσην ώρα στην Ώραίαν Πύλη και με φώναξε να πάω κοντά του; Με ρώτησε το όνομά μου και του το είπα, και αυτός το έγραψε στην πλάκα τού Κυριακού και μού το έδειξε και το διάβασα μόνος μου». Όταν ηχούσαν αυτός οι λοιποί πατέρες ήρώτων όλοι μετάνοια' ενδιαφέροντος και ό όσιος γέρων τούς εδιηγείτο μετά λεπτομέρειας την οπτασία, και μάλιστα εις τον νεαρό τότε Θεοφύλακτο, τον όποιον ιδιαιτέρως ηγάπα και από όπου και ημείς εμάθομεν τα κατά τον γέροντα τούτον. Ό απλούς και άκακος αυτός Ισραηλίτης νόμιζε ότι όλοι έβλεπον την δικήν του θεωρίαν, διά τούτο και τού προεξένει απορία διατί να τον έρωτούν. Ή πλάκα όμως, την οποίαν ανέφερε ό γέρων δεν ήτο το κοινό βιβλίο τής Σκήτης από το όποιον μνημονεύουν τα κτητορικά ονόματα, άλλ' ή βίβλος τής ζωής, εις την οποίαν ό Φιλάνθρωπος Δεσπότης μας καταγράφει τούς «καθαρούς την καρδία», τους οποίους ηξίωσε να ιδωσι τον Θεόν και τα τού Θεού, κατά τον άψευδή του μακαρισμόν.
Ω μακαρία άπλότης, ή έρμηνεύουσα τα υπέρ φύσιν ως κατά φύσιν και με την υπερβάλλουσα ταπείνωσιν αγνοούσα την πονηρίαν και ύποκρισίαν !
ΒΙΒΛΙΟΓ. Ο ΓΕΡΩΝ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ Ο ΝΕΟΣΚΗΤΙΩΤΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.