Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

H ΑΘΗΝΑ ME TIS 45.000 ΨΥΧΕΣ ΤΟ 1857



Άποψη της σύγχρονης πόλης - Τα Ανάκτορα - Το Πανεπιστήμιο - Τα κοινωφελή ιδρύματα - Η ύπαιθρος

Κάθε άλλο παρά συγχαρητήρια αξίζουν στους Βαυαρούς για την επιλογή της θέσης της σημερινής πόλης. Αντί να προστατέψουν αυτήν πίσω από την Ακρόπολη προς τη μεριά της θάλασσας, την εξέθεσαν στους δυνατούς βοριάδες αντί να μιμηθούν το σεβασμό του Αδριανού προς την πόλη του Θησέα, έχτισαν βαριά οικοδομήματα πάνω στα αρχαία ερείπια.

Στο λεκανοπέδιο της Αττικής δεν υπάρχει ούτε μια παλάμη γης που να μην έχει ξεχωριστή σημασία. Αν και η τέχνη ξεκίνησε από την Αίγυπτο ή την Ασσυρία, μόνο εδώ έφθασε στο απόγειο της αυτή η μεγαλειώδης έκφραση ευφυΐας, που σχεδόν εξισώνει τον άνθρωπο με το θεό. Εδώ βρίσκεται ο αληθινός ναός της κι έπρεπε να τη σεβαστούν. Δεν είμαι απ' αυτούς που μεμψιμοιρούν, κάθε φορά που οι άνθρωποι, ακολουθώντας μια νέα τάξη ιδεών, ανατρέπουν τα έργα των προγενεστέρων τους. Σε μια χώρα όμως, που όλα χτίζονταν απ' την αρχή, ποιος τους εξανάγκασε να βάλουν τα θεμέλια της νέας πόλης πάνω στα αρχαία ερείπια;

Οι Γερμανοί πίστεψαν πως ήταν Αθηναίοι, επειδή πατούσαν τη γη της Αθήνας. Και, για να δείξουν την αρχαιοπρέπειά τους, οικοδόμησαν όχι μακριά από την Ακρόπολη ένα θεόρατο παλάτι από πεντελικό μάρμαρο, δείχνοντας έτσι με ακρίβεια τη διαφορά αντιλήψεων ανάμεσα σ' έναν Έλληνα καλλιτέχνη και σ' ενώ αρχιτέκτονα από το Μόναχο.

Το τοπίο της πόλης θυμίζει πίτα, κομμένη σε τέσσερα, περίπου ίσα κομμάτια. Οι δύο εντομές είναι οι οδοί Ερμού και Αιόλου . Κέντρο της πίτας είναι τα Ανάκτορα, για τα οποία σας μίλησα προηγουμένως και τα οποία στοίχισαν στο έθνος τουλάχιστον οκτώ εκατομμύρια φράγκα. Αν εξαιρέσουμε αυτούς τους δύο κύριους δρόμους, όλα τα άλλα είναι φτιαγμένα στην τύχη κουτσά στραβά, προς μεγάλη απελπισία εκείνων που θεωρούν την ορθογώνια διάταξη ως άκρον άωτον της αστικής τελειότητας και προς μεγάλη αγαλλίαση εκείνων που ελπίζουν ότι θα δουν κάποτε τη θαμμένη πόλη ν' αναδύεται και να παραμερίζει τις σαρακοφαγωμένες παράγκες. Εδώ και λίγα χρόνια, η ευαισθησία που διαθέτουν οι Έλληνες (και πρέπει την εξυμνήσουμε), απομακρύνει τα σπίτια από την Ακρόπολη και κατασκευάζει από την πλευρά του Λυκαβηττού μια καινούρια συνοικία, τη Νεάπολη. Η νέα συνοικία διαθέτει το πλεονέκτημα να έχει καλύτερο σχέδιο και μεταξύ των δημοσίων οικοδομημάτων της να συγκαταλέγεται ένα αξιοσημείωτο έργο, το Πανεπιστήμιο. Αυτό αποτελεί την πρώτη προσπάθεια πολυχρωμικής αρχιτεκτονικής, που επιχειρήθηκε από το Δανό αρχιτέκτονα Χάνσεν. Παρακινώ τους επιστήμονές που δεν μπόρεσαν ν' ανακαλύψουν στον Παρθενώνα το βαθυκύανο χρώμα, να δουν αυτό το μνημείο. Σίγουρα δε θα υιοθετήσουν την πολυχρωμία (οι επιστήμονες δεν προσηλυτίζονται εύκολα), αλλά θα αντιμετωπίζουν κάπως σοβαρότερα τους αντιπάλους τους.

Για τα άλλα κτίρια δεν έχω να αναφέρω και πολλά πράγματα. Το Οφθαλμιατρείο, η Σχολή για τα Ορφανά, η Ιερατική Σχολή, το Αμαλίειο είναι περισσότερο φιλανθρωπικά έργα παρά μνημειώδη οικοδομήματα. Πρέπει επίσης να κατονομάσουμε και να τιμήσουμε περισσότερο από τους αρχιτέκτονες τους ιδρυτές τους, τους κ.κ. Αρσάκη, Βερναρδάκη, Σίνα, κλπ.

Όλα τα μνημεία της πόλης μαρτυρούν την αγάπη των Ελλήνων προς την πατρίδα τους. Δε θα δείτε όμως ούτε ένα μνημείο που να δείχνει την κυβερνητική μέριμνα. Ο πατριωτισμός των Ελλήνων είναι μεγάλος και μόνο η αδράνεια εκείνων που, ωστόσο, δέχτηκαν την αποστολή να οδηγήσουν τη χώρα στο δρόμο του πολιτισμού, τον συναγωνίζεται.

Υπάρχουν σημαντικά ποσά για την ίδρυση μιας Ακαδημίας που μόλις άρχισε, και ενός Μουσείου, για το οποίο δεν έχει γίνει τίποτε ακόμη. Όσο βρισκόμουν στην Αθήνα, μπήκε η πρώτη πέτρα της Ναυτικής Σχολής (ο Βαράκης από τα Ψαρά είχε αφήσει κληροδότημα από το 1823). Από μια έμπνευση σύμφυτη με την αστυφιλία της εποχής, έχτισαν τη Ναυτική Σχολή μακριά από τη θάλασσα, στο κέντρο της Αθήνας.

Με λίγα λόγια, αφού γυρίσαμε ολόκληρη τη σύγχρονη Αθήνα και είδαμε όλες τις όψεις της, από το Λυκαβηττό μέχρι τα βράχια του Αρείου Πάγου, από τον Υμηττό έως την Πεντέλη, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η Αθήνα με τις 45.000 ψυχές, είναι ένα συνηθισμένο μεγάλο χωριό, χωρίς προσωπικότητα. Το παράπονο του JOCRISSE ότι δεν έβλεπε την πόλη εξαιτίας των σπιτιών, που του έκοβαν τη θέα, δε φαίνεται τόσο ανόητο. Και συμφωνούμε πως, αν οι Έλληνες δεν είχαν άλλους εξαιρετικούς λόγους να θέλουν τους Τούρκους έξω από την Κωνσταντινούπολη, θα ήταν αρκετή και μόνη η επιθυμία τους να χτίσουν εκ θεμελίων την πρωτεύουσά τους!

Αυτό το γερμανικό κεφαλοχώρι με τις μεγάλες διαστάσεις είναι η μόνη νότα παραφωνίας μέσα στην αρμονία της φύσης. Δεν ξέρω τίποτα πιο όμορφο απ' αυτήν την άγονη και άνυδρη Αττική που μοιάζει με καθαρόαιμο άλογο, του οποίου διαγράφονται έντονα οι φλέβες και οι μυώνες. Πρώτα απ' όλα μας εκπλήσσει αυτή η φαλακρότητα, μια και στη Γαλλία συμβαίνει το αντίθετο ακριβώς. Δεν αργούμε όμως ν' ανακαλύψουμε σ' αυτήν την εξαίσια απλότητα μια γοητεία που μεταβάλλεται ακατάπαυστα, κι ένα γούστο πολύ πιο εκλεπτυσμένο από αυτό των αντιθέσεών μας. Σ' αυτή τη γραμμική γοητεία πρέπει να προσθέσουμε το μαγικό αποτέλεσμα της διαύγειας και της λαμπρότητας του φωτός, το οποίο και την αναδεικνύει. Ο καθαρός ουρανός της Νεάπολης στην Ιταλία, παρέχει μια αμυδρή μόνο ιδέα. Κανένας αχνός δεν παραβιάζει την ευθύτητα του σχεδίου ακόμα κι από πολύ μακριά. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σύγχυση μεταξύ ουρανού και γης, όπως συμβαίνει στο Βορρά δεν έχουμε μετάβαση από τη σκιά στο φως μόνο μια απερίγραπτη γλύκα και αρμονία.

«Ευτυχισμένα παιδιά, εσείς που περπατάτε σ' έναν καθαρό, απαλό και διαυγέστατο αέρα!»

Ένα βράδυ είχα ανέβει παρέα μ' έναν Γερμανό επιστήμονα στον Άρειο Πάγο από εκεί θαύμαζα τον ήλιο που φώτιζε ακόμα και την ώρα της δύσης του τις πιο μικρές πτυχές της Αίγινας.

«Αυτή η διαύγεια που σας εκπλήσσει», μου είπε ο σύντροφος μου, «οφείλεται σε φυσικά αίτια. Η καθαρότητα της ατμόσφαιρας οφείλεται στην απουσία βλάστησης. Ο αέρας που τη συνιστά, περιλαμβάνει ελάχιστα μόρια ετερογενών ουσιών. Σημειώστε ότι τα ελαστικά υγρά...»

Η επιστήμη, με την ψυχρή της ανάλυση, είναι σκληρή. Εκείνη τη στιγμή μου ήρθε να γκρεμίσω τον επιστήμονα στην άβυσσο που έχασκε μπροστά μας, βαθιά κι απόκρημνη. Θαυμάζοντας όμως το πανόραμα που ξετυλιγόταν στα πόδια μας, απέβαλα αυτήν την άσχημη σκέψη. Η θάλασσα λειτουργούσε σαν φόντο του πίνακα. Αριστερά βρίσκονταν τα σκαμμένα πλευρά του Υμηττού και δεξιά ο Κορυδαλλός πίσω μας η Πεντέλη κι η Πάρνηθα. Και στα τελευταία πλάνα τα βουνά της Πελοποννήσου με υψωμένες τις μυτερές κορφές τους.

Η Ελλάδα, όπως φαίνεται, θέλει να βλέπει από παντού την Αθήνα. Κι αν η Κόρινθος σωριάστηκε πρόσφατα σε ερείπια από το σεισμό ίσως οφείλεται αυτό στο ότι το Αστεροσκοπείο που χτίστηκε τόσο αδέξια στο λόφο των Νυμφών, την εμπόδιζε να βλέπει την Αθήνα.

A. PRUST ΕΝΑΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟ 1857.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.