Τρίτη 1 Μαρτίου 2011

ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ ΤΩΝ ΑΝΑΧΩΡΗΤΩΝ ΤΟ 380 Μ.Χ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 400 Μ.Χ. ΤΙ ΕΙΔΕ ΚΑΙ ΤΙ ΕΓΡΑΨΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΦΙΛΟ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ.


Στην Αίγυπτο

Την επιθυμία τους να επισκεφθούν τους αναχωρητές της Αιγύπτου, για να αποκομίσουν από την γνωριμία αυτή πνευματική βοήθεια, εξέφρασαν οι δύο φίλοι στους προεστώτες τού Κοινοβίου τους, με την παράκληση να τύχουν της ευλογίας τους. Το αίτημα τους έγινε αποδεκτό με την προϋπόθεση ότι θα έπρεπε να υποσχεθούν την κατά το δυνατόν σύντομη επιστροφή τους στην Μονή της μετανοίας τους .

Όταν οι δύο φίλοι έφθασαν στην Αίγυπτο είχαν ήδη αποφασίσει να προχωρήσουν χωρίς καθυστέρηση στις μεγάλες ερήμους τού εσωτερικού. Ή συνάντησή τους όμως με τον επίσκοπο της Πανεφώ (Πανέφυσις) Αρχίβιο έδωσε αφορμή για να αλλάξουν τα σχέδιά τους. Ό Επίσκοπος, όταν άκουσε το σκοπό της επίσκεψης τους στην Αίγυπτο, τούς σύστησε, πριν πάρουν το δρόμο για την βαθύτερη έρημο, να επισκεφθούν πρώτα τούς αναχωρητές πού ζούσαν στα περίχωρα της Πανεφώ, πάνω σε κάποια ξερονήσια.

Δέχθηκαν με χαρά την πρότασή του και με την δική του καθοδήγηση ξεκίνησαν, διασχίζοντας μονότονους βαλτότοπους, γεμάτους από την αλμύρα πού είχαν αφήσει οι θαλάσσιες εισορμήσεις οι όποιες είχαν ερημώσει πολλά χωριά και τα είχαν μετατρέψει σε μικρές νησίδες. Ανάμεσα στους ασκητές εκείνης της περιοχής συγκαταλέγονταν και τρεις, οι πιο φημισμένοι Αββάδες, ό Χαιρήμων, ό Νισθερώ και ό Ιωσήφ.

Επισκέφθηκαν πρώτα τον Χαιρήμονα, ένα Γέροντα περισσότερο από εκατό ετών, ό όποιος εξαιτίας της ηλικίας, αλλά και της άσκησης, ήταν τελείως κυρτωμένος. Ό Αββάς Χαιρήμων στην αρχή δίστασε να συνομιλήσει με άγνωστους επισκέπτες, αλλά οι επίμονες παρακλήσεις τους τον έκαμψαν. Έτσι τους έδωσε την ευκαιρία να συνομιλήσουν μαζί του τρεις φορές. Τον επίκεντρο των τριών συνομιλιών ήταν τα σημαντικά θέματα πού αφορούσαν, «Την τελειότητα», «Την Αγνότητα» και «Την Θεία Προστασία» .

Επακολούθησε ή επίσκεψη στον αββά Νισθερώ, ό όποιος τούς μίλησε πάνω σε ενδιαφέροντα θέματα, όπως «Ή Πνευματική Γνώση» και «Τα Θεία Χαρίσματα» .

Από εκεί πήγαν στον αββά Ιωσήφ, πού ήταν ευγενής στην καταγωγή και φυσικά περισσότερο μορφωμένος. Γι' αυτό μπόρεσαν και μίλησαν απευθείας μαζί του στην Ελληνική, χωρίς την μεσολάβηση του μεταφραστή, πού αναγκαστικά είχαν χρησιμοποιήσει στις συνομιλίες τους με τούς δύο άλλους Γέροντες . Ή πρώτη ερώτηση του αββά Ιωσήφ ήταν, τί σχέση είχαν οι δύο μοναχοί μεταξύ τους και από πού προέρχονταν. Αυτοί του είπαν ότι ήταν πνευματικοί αδελφοί και του εξήγησαν το σκοπό της εκεί επίσκεψης τους. Ή απάντηση τους αυτή έδωσε αφορμή στον Γέροντα να τούς μιλήσει «Για την φιλία» και στη συνέχεια «Για την τήρηση των μοναχικών υποσχέσεων» . Ή επιλογή του δευτέρου αυτού θέματος προήλθε από τον δίλημμα πού βασάνιζε τούς δύο νεαρούς μοναχούς. Είχαν υποσχεθεί, όπως προαναφέραμε, στην Αδελφότητα πού άνηκαν, ότι θα επέστρεφαν σύντομα στην Βηθλεέμ και ασφαλώς ήθελαν να κρατήσουν αυτή την υπόσχεση τους. Αναχωρητές επέστρεφαν όμως, και μάλιστα σύντομα, θα έχαναν την ευκαιρία τής πνευματικής τροφοδοσίας και της προόδου πού θα κέρδιζαν από την παραμονή τους κοντά στους αναχωρητές. Γι' αυτό εξέθεσαν στον αββά Ιωσήφ τον προβληματισμό τους με πολύ πόνο. Εκείνος τούς στήριξε και τούς ενίσχυσε να συνεχίσουν την πορεία τους στην έρημο, όπως αρχικά την είχαν προγραμματίσει.

Στην' ίδια περιοχή υπήρχε ένα ονομαστό Κοινόβιο με Προεστώτα τον περίφημο αββά Πινούφριο. Αυτός ό Γέροντας ήταν παλιός γνώριμος τους από την Βηθλεέμ, όπου εκείνος είχε καταφύγει, για να αποφύγει τις τιμές πού του αποδίδονταν εξαιτίας τού αξιώματος του ως Ηγουμένου της Μονής. Στον Κοινόβιο της Βηθλεέμ τον είχαν δεχθεί, κατόπιν εντολής του Ηγουμένου, ως δόκιμο και συγκάτοικο τους στον κελί. Αλλά μετά από μικρό χρονικό διάστημα ό αββάς Πινούφριος αναγνωρίσθηκε από έναν Αιγύπτιο επισκέπτη και οδηγήθηκε από τούς πατέρες πάλι πίσω στην Αίγυπτο, στον Κοινόβιο πού ποίμαινε ως Ηγούμενος .

Ό άββάς Πινούφριος δέχθηκε τούς παλιούς του φίλους με πολλή εγκαρδιότητα και τούς ανταπέδωσε την παλιά φιλοξενία τους, παραχωρώντας τους τον δικό του τον κελί.

Κατά την παραμονή τους σ' αυτό τον Μοναστήρι είχαν την ευκαιρία να παρευρεθούν σε μια Σύναξη της Αδελφότητος, όπου γινόταν ή υποδοχή ενός νέου μοναχού, και παρακολούθησαν τον «Κατηχητικό λόγο» πού απεύθυνε σ' αυτόν ό αββάς Πινούφριος . Μετά από σχετική παράκληση των δύο φίλων, οι όποιοι ήταν προβληματισμένοι από όσα είδαν και άκουσαν στην Σύναξη, ζήτησαν από τον αββά Πινούφριο να τούς μιλήσει, για «Την ολοκλήρωση της μετάνοιας και για τα σημεία πού φανερώνουν την συγχώρηση των αμαρτιών» .

Ή αγάπη και ή τιμή πού έτρεφε ό αββάς Πινούφριος στα πρόσωπα των παλιών συγκελλιωτών του τον έκαμαν, όχι μόνο να ανταποκριθεί πρόθυμα στον αίτημα τους, αλλά και τον οδήγησαν στον να τούς προτείνει να παραμείνουν μόνιμα στον δικό του Κοινόβιο. Οι δύο φίλοι όμως αρνήθηκαν την πρότασή του και έφυγαν ωφελημένοι για να συνεχίσουν τον ταξίδι τους στην έρημο.

Πέρασαν τον ποταμό και έφθασαν στην DIOLCO, μια πόλη πού βρισκόταν στις εκβολές του Νείλου. Εκεί, μεταξύ του ποταμού και της θάλασσας, υπήρχε μια άγονη έκταση γης πού ήταν ακατάλληλη για καλλιέργεια, επειδή τον έδαφος ήταν αμμώδες και γεμάτο με αλάτι. Νερό δεν υπήρχε και τίποτα δεν φύτρωνε ολόγυρα. Παρά ταύτα οι μοναχοί τον είχαν προτιμήσει ως ιδιαίτερα κατάλληλο για την άσκησή τους, παρόλο πού ήταν αναγκασμένοι να κουβαλούν τον νερό από απόσταση τριών περίπου μιλίων.

Στην περιοχή αυτή γνώρισαν τον αββά Πιαμούν, πολύ φημισμένο αναχωρητή, ό όποιος τούς μίλησε για «Τις διάφορες μορφές τής μοναχικής ζωής». Αυτά πού άκουσαν από τον αββά Πιαμούν τούς άναψαν περισσότερο τον πόθο για τον αναχωρητικό βίο, παρά για την παραμονή τους στις τάξεις των κοινοβιατών επιθυμία πού εδραιώθηκε μέσα τους αργότερα με όσα είδαν και άκουσαν στην έρημο τής Σκήτης.

Ό επόμενος σταθμός τους ήταν ένα κοντινό μεγάλο Μοναστήρι στον όποιο ηγουμένευε ό αββάς Παύλος. Τον Μοναστήρι αυτό είχε διακόσιους περίπου πατέρες, αλλά εκείνες τις ημέρες είχε επιπλέον πολλούς επισκέπτες μοναχούς, οι όποιοι είχαν μεταβεί εκεί για να παρευρεθούν στον μνημόσυνο τού Προηγουμένου. Ανάμεσα στους μοναχούς ξεχώριζε ό αββάς Ιωάννης. Αυτός είχε αφήσει από ταπείνωση την αναχωρητική ζωή, γιατί στην έρημο δεχόταν πολλούς επισκέπτες, οι όποιοι τον τιμούσαν υπερβολικά. Είχε έρθει λοιπόν στον Κοινόβιο, για να τού δίδεται ή ευκαιρία να ασκείται στις αρετές τής ταπείνωσης και τής υπακοής, τις όποιες, καθώς έλεγε, δεν μπορεί κανείς να τις καλλιεργήσει, όταν ζει μόνος του, ακολουθώντας τον θέλημά του.

Ένας ακόμα ξακουστός μοναχός πού γνώρισαν εκεί ήταν ό αββάς Θεωνάς. Αυτός ήταν ό Οικονόμος τού Μοναστηριού. Αυτός τούς μίλησε «Για την νηστεία κατά την περίοδο τού Πεντηκοσταρίου», «Για τις νυκτερινές φαντασίες» και «Για την απαλλαγή από την αμαρτία».

Από τις Συνομιλίες πού έκαναν οι δύο μοναχοί με τούς πατέρες τής ερήμους, άναψε πιο πολύ στην καρδιά τους ό πόθος να ακολουθήσουν τον αναχωρητικό βίο και ή διάθεση τους να επιστρέψουν στον Κοινόβιο της Βηθλεέμ ατόνισε. Σκέφθηκαν τον ενδεχόμενο της επιστροφής στην γενέτειρά τους, όπου θα μπορούσαν να ζήσουν ανεμπόδιστα μια ζωή κατά τα πρότυπα των αναχωρητών της Αιγύπτου. Στον προβληματισμό τους αυτό ζήτησαν την συμβουλή τού αββά Αβραάμ, ό όποιος τούς ανέκοψε τον ενθουσιασμό μιλώντας τους «Για την Νέκρωση των παθών». Έτσι εγκατέλειψαν κι αυτό τον σχέδιο τους και έμειναν για μερικά ακόμα χρόνια στην Αίγυπτο.

Αυτή ακριβώς την περίοδο γνώρισαν, κατά πάσα πιθανότητα, και τον αββά Άρχίβιο. Ό αββάς Άρχίβιος διέγνωσε την επιθυμία τους να παραμείνουν περισσότερο στην περιοχή αυτή, και επειδή ήθελε να τούς διευκολύνει, προσποιήθηκε ότι ό ίδιος θα έφευγε για ταξίδι. Έτσι τούς πρόσφερε τον κελί του -δώρο πού δέχθηκαν με ιδιαίτερη χαρά κι εκείνος έλειψε για λίγες ημέρες. Στον διάστημα της απουσίας του μάζευε υλικά και μετά επέστρεψε και άρχισε να κτίζει καινούργιο κελί για τον εαυτό του. Αργότερα ήλθαν στον τόπο αυτό και άλλοι μοναχοί. Τότε ό αββάς Άρχίβιος τούς έδωσε αμέσως τον νεόκτιστο κελί του και άρχισε να κατασκευάζει άλλο για τις δικές του ανάγκες .

Δεν είναι εύκολο να προσδιορισθεί κατά πόσο ή παραμονή τους στην έρημο της Σκήτης περικλείεται σ' αυτά τα επτά χρόνια ή αναχωρητές επισκέφθηκαν την έρημο της Σκήτης για πρώτη φορά κατά τον δεύτερο ταξίδι τους, μετά την επιστροφή τους από την Βηθλεέμ. Θα έμοιαζε όμως πιο φυσικό να υποθέσει κανείς ότι τον πρώτο τους ταξίδι δεν επεκτάθηκε πιο πέρα από τον Δέλτα και ότι άφησαν τις πιο απόμακρες επισκέψεις τους για αργότερα.

Αναχωρητές δεχθούμε αυτή την άποψη τότε ασφαλώς επακολούθησε ή επιστροφή τους στον Κοινόβιο της Βηθλεέμ, όπου έφθασαν μετά από απουσίας επτά ετών. Εκεί, αφού παρέμειναν για λίγο, πήραν πάλι ευλογία από την Αδελφότητα για να επισκεφτούν για δεύτερη φορά την Αίγυπτο . Αυτή την φορά προχώρησαν βαθύτερα μέσα στην χώρα και επισκέφθηκαν την έρημο της Σκήτης, δηλαδή τον νότιο μέρος τής περίφημης κοιλάδας τής Νιτρίας.

Υπάρχουν πληροφορίες ότι στην κοιλάδα της Νιτρίας υπήρχαν μοναχοί από τα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνος. Βέβαιο είναι όμως ότι ό όσιος Άμμούν, σύγχρονος και φίλος τού αγίου Αντωνίου, οργάνωσε εκεί την μοναχική πολιτεία κατά τον 4ο μ.Χ. αιώνα και «επόλισεν αυτήν την περιοχή της κάτω Αιγύπτου, όπως και ό Άγιος Αντώνιος την Θηβαΐδα» . Κατά τα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα ή κοιλάδα της Νιτρίας ήταν κατάμεστη από Κελιά και Μοναστήρια .

Στην περιοχή αυτή οι δύο φίλοι συνάντησαν τον αββά Μωυσή. Ό αββάς Μωυσής είχε ζήσει πριν στην Θηβαΐδα, κοντά στον άγιο Αντώνιο, και την εποχή εκείνη ζούσε σ' ένα μέρος της ερήμου της Σκήτης πού ονομαζόταν Κάλαμος και πού ήταν φημισμένος για τον φιλάνθρωπο των πατέρων πού κατοικούσαν εκεί, καθώς και για την προκοπή τους στην ησυχαστική ζωή. Μετά από τις επίμονες παρακλήσεις τους, ό αββάς Μωυσής πείσθηκε και τούς μίλησε για «Τον σκοπό της μοναχικής ζωής» και για «Την διάκριση» .

Στην ίδια περιοχή επισκέφτηκαν τον αββά Παφνούτιο, πού ήταν πολύ ηλικιωμένος ιερέας και Προεστώς ενός Κοινοβίου και ό όποιος παλιότερα, για πολλά χρόνια, είχε ζήσει ως αναχωρητής. Όσο ζούσε στην έρημο, ήταν τελείως απομονωμένος στην σιωπή και άφηνε τον κελί του μονάχα τον Σάββατο και την Κυριακή, για να πάει στην Εκκλησία (Κυριακό), πού ήταν πέντε μίλια μακριά. Στην επιστροφή του κουβαλούσε κάθε φορά το απαραίτητο νερό πού θα του χρειαζόταν για όλη την επόμενη εβδομάδα.

Ό αββάς Παφνούτιος τούς μίλησε για «Τα τρία είδη της αποταγής» πού πρέπει να ζήσει κάθε μοναχός .

Εκεί κοντά κατοικούσε επίσης και ό αββάς Δανιήλ, ό όποιος ήταν υποτακτικός του αββά Παφνουτίου και με την μεσολάβηση του είχε χειροτονηθεί ιερέας και μάλιστα προοριζόταν για διάδοχος του. Ό αββάς Δανιήλ ήταν τόσο ταπεινός, πού δεν δεχόταν ποτέ να ιερουργήσει, όταν ήταν λειτουργός ό Γέροντάς του, αλλά τον διακονούσε ως απλός μοναχός. Τον θέμα πού ανέπτυξε σε απάντηση της σχετικής ερωτήσεως των δύο φίλων ήταν, «Ή επιθυμία της σαρκός και ή επιθυμία του πνεύματος» .

Ένας άλλος κορυφαίος στην παλαίστρα του πνεύματος πού ζούσε στην περιοχή αυτή ήταν ό αββάς Σεραπίων. Αυτός τούς μίλησε για «Τα οκτώ θανάσιμα αμαρτήματα» δηλαδή, για την γαστριμαργία, την πορνεία, την φιλαργυρία, την οργή, την λύπη, την ακηδία, την κενοδοξία και την υπερηφάνεια .

Μετά από την συνάντησή τους με τον αββά Σεραπίωνα, άφησαν αυτόν τον τόπο και ύστερα από δρόμο οκτώ περίπου μιλίων έφθασαν σε μια περιοχή μεταξύ της ερήμου της Σκήτης και τής κοιλάδας της Νιτρίας. Εκεί συνάντησαν τον αββά Θεόδωρο για να ζητήσουν την γνώμη και την συμβουλή του, πάνω σ' ένα σοβαρό θέμα πού είχε προκύψει εκεί, εξαιτίας τής ομαδικής σφαγής των Παλαιστινίων μοναχών από τούς Σαρακηνούς. Ό αββάς Θεόδωρος απάντησε στον προβληματισμό τους με μια ομιλία του πού είχε θέμα, «Ό θάνατος των Αγίων» . Σ' αυτή την περιοχή συνάντησαν επίσης και τον αββά Σερήνο, ό όποιος τούς μίλησε για «Την αστάθεια του νου και για τα πονηρά Πνεύματα» , καθώς και «Για την Φύση των Πονηρών Πνευμάτων» .

Στον τόπο αυτό κατοικούσε και ό αββάς Ισαάκ, με τον όποιο συνομίλησαν δύο φορές «Για την προσευχή» .

Λίγες ημέρες μετά από την επίσκεψης τους σ' αυτή την έρημο, έφθασαν εκεί και οι «πανηγυρικές επιστολές» του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Θεοφίλου, με τις όποιες ενημέρωνε τούς μοναχούς για την εορτή του Πάσχα, παράλληλα όμως καταφερόταν ενάντια στην αίρεση του ανθρωπομορφισμού, ή οποία τότε βρισκόταν σε έξαρση. Τον γεγονός αυτό προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση μεταξύ των μοναχών τής Σκήτης. Οι άλλοι Προεστώτες απαγόρευσαν να διαβαστούν οι επιστολές αυτές δημόσια. Μονάχα ό αββάς Παφνούτιος, ό προεστώς του Μοναστηρίου πού φιλοξενούνταν οι δύο φίλοι, επέτρεψε να διαβαστούν στους μοναχούς. Με όλη αύτη τη διαλλακτική στάση του ό αββάς Παφνούτιος κέρδισε την πλειονότητα των μοναχών, πού δέχθηκαν μια σωστότερη θεολογική θέση, από εκείνη πού επικρατούσε μέχρι τότε στις αντιλήψεις τους .

Ή παραμονή του αββά Κασσιανού και του φίλου του πατέρα Γερμανού στην Σκήτη φαίνεται ότι περιορίσθηκε έως εκεί. Τον πιθανότερο είναι ότι δεν προχώρησαν περισσότερο -γιατί, όταν ό αββάς Κασσιανός μιλάει για την Θηβάίδα και τα Μοναστήρια της, φαίνεται να περιγράφει ότι γνωρίζει εξέφρασαν ακοής και όχι ότι γνώρισε από προσωπική του εμπειρία- αν και ό αρχικός σκοπός τους ήταν οπωσδήποτε να επισκεφθούν μεταξύ των άλλων και την περιοχή τής Θηβάίδας .

Ό χρόνος τής επισκέψεως στην Αίγυπτο

Στα κείμενα του αββά Κασσιανού υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πού συμβάλλουν στον καθορισμό του χρόνου τής επίσκεψης τους στην Αίγυπτο. Στην Συνομιλία τους με τον αββά Πιαμούν, ό αββάς Κασσιανός αναφέρει τον άγιο Αθανάσιο ως «μακαριστό». Στον έβδομο κεφάλαιο επίσης, οι φράσεις πού χρησιμοποιούνται αναφορικά με τον αυτοκράτορα Βαλέντιο, δίνουν την εντύπωση ότι αυτός είχε ήδη πεθάνει. Ό Μέγας Αθανάσιος έφυγε από αυτή την ζωή τον 373 μ.Χ. και ό αυτοκράτορας Βαλέντιος τον 378 μ.Χ.

Επιπλέον, στην Συνομιλία τους με τον αββά Αβραάμ, ό αββάς Κασσιανός αναφέρεται στον πρόσωπο του αββά Ιωάννη τής Λυκοπόλεως και λέει ότι ή φήμη του ήταν τόση, ώστε τον συμβουλεύονταν ακόμα και οι άρχοντες πού κυβερνούσαν την οικουμένη, οι όποιοι εμπιστεύθηκαν στην προσευχή του τον στέμμα τής αυτοκρατορίας τους και την έκβαση των πολέμων στους οποίους εμπλέκονταν.

Με βάση αυτές τις εκφράσεις οι διάφοροι μελετητές θεωρούν ότι ό συγγραφέας υπαινίσσεται τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο και την νίκη του στον πόλεμο κατά του Μαξεντίου πού έγινε τον 388 μ.Χ., καθώς και την υπεροχή του στην αναμέτρηση πού είχε με τον Ευγένιο .

Αλλά όλα αυτά είναι σχετικά, δεδομένου ότι οι Συνομιλίες αυτές με τούς Πατέρες ήλθαν στην επιφάνεια μετά από πολλά χρόνια, και δεν είναι δυνατόν να ισχυρισθούμε με βεβαιότητα, κατά πόσο αυτές είναι πράγματι παλιές καταγραφές ή αναχωρητές ανακλήθηκαν στην μνήμη τού συγγραφέα, όταν τού ζητήθηκε γραπτώς ή εμπειρία του από τις Συνομιλίες του με τούς Πατέρες τής ερήμου. Εκείνο πού μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι ό άγιος Κασσιανός βρισκόταν πράγματι στην Αίγυπτο, κατά την εποχή τής διαμάχης για τον «Ανθρωπομορφισμό», ή οποία προηγήθηκε από τις επιστολές τού Θεοφίλου τον 399 μ.Χ. Και επειδή με αυτό συμπίπτουν σχεδόν και οι αναφορές στα γεγονότα πού προαναφέραμε, γι' αυτό και θα ήταν δικαιολογημένο αναχωρητές τοποθετούσαμε τις δύο επισκέψεις τού αββά Κασσιανού στην Αίγυπτο, μεταξύ των ετών 380 μ.Χ. και 400 μ.Χ.

Γύρω στον 400 μ.Χ. οι δύο φίλοι πρέπει να έφυγαν οριστικά από την Αίγυπτο, παίρνοντας μαζί τους πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς, πού απεκόμισαν από τις Συνομιλίες τους με όλα τα μεγάλα πνευματικά αναστήματα τής ερήμου.

ΒΙΒΛΙΟΓ. ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ. ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.