Λίγο πριν απελευθερωθεί ή χώρα μας από τους Γερμανούς, ό Σπυρίδων -για λόγους ασφαλείας- παρέμενε ακόμη με τους δικούς του στο αγροτόσπιτο των αμπελώνων, αν και ό τρύγος είχε πια τελειώσει. Εκεί στην ερημιά, έζησαν όλοι μαζί ημέρες αλησμόνητης ευφρόσυνης, «λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς, άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία αυτών των Κυρίω» .
Ή Γερόντισσα Μακρίνα, μετά από πολλά χρόνια, φανέρωσε στις μοναχές πώς της απεκαλύφθη τότε ή δόξα του Θεού στο πρόσωπο του Παππού: «Όταν ζούσαμε στα αμπέλια, είχαμε θεσπίσει να κάνωμε το Απόδειπνο και τους Χαιρετισμούς. Κάθε βράδυ, λοιπόν, μέσα στην νυκτερινή ησυχία, γονατίζαμε ανάμεσα στα κλήματα και προσευχόμασταν όλοι μαζί.
Εκείνο το αλησμόνητο βράδυ, δεν είχε καθόλου φεγγάρι. Ό Πάππους είχε γονατίσει σε αρκετή απόσταση μπροστά απόσταση εμάς, ή Αναστασία πίσω του και δίπλα της ή Καλλιόπη κι εγώ. Ό Γέροντας ακίνητος και ευθυτενής, είχε προσηλωμένο το βλέμμα του στον ουρανό. Είχαμε αρχίσει το Απόδειπνο- απήγγειλα τους ψαλμούς και είχα φθάσει στην μέση της δοξολογίας. Τότε απαλά, δεν ξέρω πώς, βλέπω στην πλάτη του Παππού ένα αλλόκοτο φώς, ιλαρό, ακίνητο. Δεν ήταν το φώς που
γνωρίζομε, ούτε της φωτιάς, ούτε του προβολέως. Αυγοειδείς ακτίνες... Πώς το λέμε το πρωινό φώς; Λυκαυγές; Αυτό το φως πού φαίνεται μόλις αρχίζει να ξημερώνει, το γαλαζωπό... Δεν ήταν φυσικό φώς, δεν ήταν φώς προβολέως ή φακού. Άλλωστε δεν ήταν κανείς άλλος εκείνη την ώρα μέσα στο αμπέλι- ούτε και είχαμε φώτα. Άλλ' αυτό το φώς ήταν αλλιώτικο, απερίγραπτο!.. Εγώ, μόλις το είδα, άρχισα να τρέμω απόσταση ένα παράξενο δέος, ενώ ένιωθα μια Θεία γλυκύτητα. Πώς να τελειώσω την δοξολογία; Κάποτε την τελείωσα... Το φώς ακίνητος, εξακολουθούσε διάχυτο να περιλάμπη την πλάτη του Παππού!.. Λέω το «Πιστεύω» και αρχίζω τούς Χαιρετισμούς. Τότε, χωρίς να αντιληφτώ το πώς, είδα εκείνο το φώς να περιλούει όλο του το κεφάλι! Το ίδιο φώς... είχε φύγει απόσταση την πλάτη του και σιγά-σιγά πήγε επάνω στο κεφάλι του! Και έλαμπε αυτό το παράξενο ασχημάτιστο φώς μέχρι τα μέσα των Χαιρετισμών.
»Στο Κήρυκες Θεοφόροι,,, τον είδα πού κινήθηκε και μετά... το φώς χάθηκε εντελώς. Δεν ξέρω πώς, εν ριπή οφθαλμού, το έχασα. Εκείνος φαινόταν... ήταν σε άλλους κόσμους. Πάντως δεν του είπα τίποτε- ούτε στις αδελφές του. Τις κοίταξα μόνο, για να καταλάβω αν είδαν αυτό πού έβλεπα... Όμως, τίποτε... Δεν τούς είπα λέξι. Τρόμαξα να τελειώσω το απόδειπνο. Περίμενα να ξημερώσει... δεν περνούσαν οι ώρες. Καταλάβαινα ότι κάτι υπερκόσμιο, κάτι ασύλληπτο είχε συμβεί!
Πρωί-πρωί έφυγα και πήγα ολοταχώς- τρεις ώρες δρόμο- στον Πνευματικό μας, τον παπά-Ηλία. Του λέω: Αυτό κι αυτό συνέβη με τον Σπύρο. Και του περιέγραψα με κάθε λεπτομέρεια ότι είχε συμβεί. Ό παπά- παπά-Ηλίας ήταν αυστηρός και πολύ φειδωλός στους επαίνους των πνευματικών του παιδιών. Ήταν πατερικός και πνευματικώτατος λευΐτης- καλογερόπαπας,,. Εξομολογούσε τον Σπύρο και είχε καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Αυτό θα το κρατήσεις,,, μου είπε, γιατί είναι σημείο. Δεν θα το πεις, όμως, πουθενά. Αυτός θα γίνει μεγάλος άνθρωπος... άγιος,,. Δεν είπα σε κανένα τίποτε- ούτε στον ίδιο... μόνο σε σας, γιατί πρέπει να ξέρετε ποιος είναι αυτός πού ζούμε...
Μα δεν ήταν μόνο αυτό το σημείο... Πόσα θαυμαστά γεγονότα αξιώθηκα να ζήσω!..
Ήμασταν ακόμη στα αμπέλια. Ό καιρός είχε αλλάξει και μπαίναμε μέσα στο σπίτι για να κάνουμε το απόδειπνο. Ένα βράδυ όταν τελειώσαμε, μάς λέει ό Πάππους:
- Τί φώς ήταν αυτό πού φάνηκε την ώρα των Χαιρετισμών; Δεν σας έκανε εντύπωση;
-Ποιό φώς; απορήσαμε.
-Όταν λέγαμε τους Χαιρετισμούς, δεν το βλέπατε το φως;
-Όχι, δεν είδαμε τίποτα. Που το είδες το φως;
-...Ημπορεί και να μου φάνηκε, αποκρίθηκε και γύρισε προς το τζάκι. Όμως δεν είχαμε ανάψει φωτιά ούτε λάμπα. Άλλο φως δεν υπήρχε στο αγροτόσπιτο. Απότομα έκοψε την συζήτησι και έκανε τάχα τον αδιάφορο, για να συγκάλυψη το γεγονός. Ούτε και εμείς τολμήσαμε να ερωτήσουμε κάτι άλλο. Ό Πάππους τότε ήταν συνεσταλμένος, σοβαρός και ολιγόλογος. Ανάμεσα ήταν τώρα, θα μάς έλεγε καθαρά τί του είχε συμβεί αλλάξει τότε, μόνο στον Πνευματικό.
Βεβαίως, εκείνο τον καιρό δεν γνωρίζαμε πολλά πράγματα για τα μυστήρια της Θείας Χάριτος. Επειδή, όμως, αυτό το Θείο Φως είχε αφήσει μία χάρι στην μορφή του, το συνδύασα με εκείνο το Φως, το όποιο πάλι τον είχε περιλάμψει, όταν κάναμε το απόδειπνο υπαίθριοι στο αμπέλι».
Και πώς ήταν δυνατόν να μην επισκέπτεται και αισθητώς ή Θεία Χάρις τον Παππού, εφ' όσον, ευθύς ως γνώρισε τον Κύριο, έσβησε τον εαυτό του και ζούσε μυστικώς τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού; Ήταν δυνατόν να μην γίνει κοινωνός και μέτοχος της άκτιστου Θείας Χάριτος, εφ' όσον είχε τον Άναστάντα ζώντα και ενεργούντα μέσα του;..
ΒΙΒΛΙΟΓ. Ο ΠΑΤΗΡ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗΣ. ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΜΑΚΡΥΝΟΥ . ΜΕΓΑΡΑ 2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.