Πράγματι, με τα χρήματα πού κέρδιζε από τις παρουσιάσεις σλάιντς, ό Γκλέμπ κατάφερε να φτάσει ως την Αλάσκα. Έφτασε στο νησί Σπρούς τον Αύγουστο του 1961. Αφού χάθηκε στο δάσος για κάμποσες ώρες, έφτασε τελικά στο παλαιό μοναστικό συγκρότημα του Άγιου Γερμανού. Συνάντησε τον Π. Γεράσιμο στο παρεκκλήσι πού ό ίδιος είχε χτίσει στην ευρύτερη περιοχή της τελευταίας κατοικίας όπου αναπαυόταν ό άγιος Γερμανός. Τον δάσος τριγύρω ήταν βρυώδες, χορταριασμένο και υγρό, παράξενα όμορφο και εντελώς άγριο. Περίπου πεντακόσια βήματα πιο πέρα βρισκόταν τον Μόνκς Λαγκούν (ή «Λίμνη των Μοναχών») και ό ωκεανός με τον υπόκωφο βουητό του. Πρωτοαντικρίζοντας ένα πραγματικό ασκητήριο στην έρημο, ό Γκλέμπ φοβήθηκε. Έγραψε σχετικά: «Ένιωσα αμέσως ότι ήταν κάτι πολύ πραγματικό, όπως στην Άγια Ρωσία - και πολύ μοναχικό, όπως τον μονοπάτι του άγιου Γερμανού».
Κάποιοι άνθρωποι στο μοναστήρι της Άγιας Τριάδας είχαν προειδοποιήσει τον Γκλέμπ να προσέχει τον π. Γεράσιμο, λέγοντας του ότι ήταν περίπου παράφρων. Υπήρχαν ακόμη φήμες, πού τον ήθελαν κομμουνιστή και μασόνο. Ό Γκλέμπ ανακουφίστηκε όταν συνάντησε τον παλαιό ερημίτη αυτοπροσώπως, καταλαβαίνοντας ότι οι φήμες ήταν εντελώς ανυπόστατες. Ό π. Γεράσιμος ήταν ένας απλός, προσγειωμένος και καλόκαρδος ηλικιωμένος μοναχός, ό όποιος είχε διατηρήσει την αγάπη του για τον μοναχισμό, παρά τα πολλά χρόνια πού έζησε μέσα στις κακουχίες και την εγκατάλειψη.
Ό Γκλέμπ θυμάται:
«Είχαμε πολλά κοινά. Οι γονείς μας άνηκαν στην ίδια κοινωνική τάξη και αγαπούσε τον πνευματικό μου πατέρα π. Αδριανό, με τον όποιο αλληλογραφούσε».
Αργότερα έγραψε: «Ό π. Γεράσιμος είχε πρότυπο του τον απλός Χριστιανισμό της καρδιάς. Ήταν ένας γνήσιος φορέας μετάδοσης της αυθεντικής εμπειρίας της Ορθόδοξης Ρωσίας, στο πλαίσιο της σύγχρονης Αμερικής του 20οΰ αιώνα και όμως λίγοι τον εκτιμούσαν». Ό Γκλέμπ δεν είχε γνωρίσει πουθενά, ούτε στο ιεροδιδασκαλείο ούτε κάπου άλλου, έναν τέτοιο ασκητικό κάτοικο της ερήμου. Ό π. Γεράσιμος ζούσε στο νησί Σπρούς από τον 1935, φροντίζοντας τον τάφο και τα λείψανα του άγιου Γερμανού. Είχε διατηρήσει ζωντανό τον μοναχισμό στο νησί αυτό, τον όποιο ό άγιος Γερμανός είχε αποκαλέσει «Νέο Βαλαάμ», σε ανάμνηση της αγαπημένης του Μονής Βαλαάμ στην Ρωσία . Ό Γκλέμπ καταλάβαινε ότι ό π. Γεράσιμος ήταν πραγματικά τον πρόσωπο στον όποιο αναφερόταν ό άγιος Γερμανός εκατό χρόνια νωρίτερα, όταν είχε πει τα προφητικά λόγια:
«Ένας μοναχός σαν και μένα, ό όποιος αποφεύγει την δόξα των ανθρώπων, θα έρθει να ζήσει στο νησί Σπρούς».
Ή επίσκεψη του Γκλέμπ στο νησί συνέπεσε με την περίοδο νηστείας, πριν από την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ό π. Γεράσιμος έκανε συνεχείς Παρακλήσεις στην καλύβα του και μνημόνευε όλους τούς ανθρώπους πού είχε γνωρίσει στην ζωή του. Ό Γκλέμπ κατέγραψε τον γεγονός: «Οι λίστες με τα ονόματα ήταν ατελείωτες και τα δάκρυά του επίσης. Είχα συγκλονιστεί μέχρι τα βάθη της ψυχής μου με κείνη την προσευχή. Με είχε συνεπάρει ή θέρμη της ικετευτικής προσευχής του και δεν μπορούσα να συγκρατηθώ, παρά έκλαιγα ασταμάτητα... Όμως τα δάκρυα δεν ήταν δάκρυα θλίψης, αλλά μιας γλυκιάς, ανεξήγητης συντριβής της καρδιάς...
Όταν τελείωνε την προσευχή του ήταν και πάλι πρόσχαρος όπως συνήθως και μου πρόσφερε τσάι και πίτα με σολομό φτιαγμένη από' τα χέρια του και μονάχα ό έναστρος ουρανός και τα γιγαντιαία μαύρα έλατα ήταν μάρτυρες των ατέλειωτων προσευχών του προς τον Θεό».
Πέρασε μια εβδομάδα στο νησί- ό Γκλέμπ είχε κάνει πολλές συζητήσεις με τον π. Γεράσιμο, αλλά ακόμη δεν έλαβε καμιά απάντηση στην καρδιά του για τον τί έπρεπε να κάνει στην ζωή του. Άρχισε να φοβάται μήπως επέστρεφε σπίτι του χωρίς να έχει πραγματοποιήσει τον κύριο σκοπό του ταξιδιού του.
Μερικές μέρες πριν από την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κάποιοι παλαιοί φίλοι του π. Γερασίμου από την πόλη Κοντιάκ, ήρθαν να τον επισκεφτούν. Εκείνος τους υποδέχθηκε με ζωηρό και φιλόξενο τρόπο. Στο μεταξύ ό Γκλέμπ απομακρύνθηκε, περπατώντας μια μικρή απόσταση προς μια πηγούλα περιτριγυρισμένη από φτέρες, από' όπου κάποτε ό άγιος Γερμανός προμηθευόταν νερό. Κάθισε σε ένα κούτσουρο καλυμμένο με μούσκλια δίπλα στο ρυάκι κι άνοιξε ένα βιβλίο πού είχε δανειστεί από' τον πατέρα Γεράσιμο: ανθολογία των βίων Ρώσων ασκητών. Ξεφυλλίζοντας, έπεσε τυχαία σε μια σελίδα όπου διάβασε τον ακόλουθο απόσπασμα, από τον κεφάλαιο πού ήταν αφιερωμένο στον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ:
«Μια μέρα, στα τέλη του 1832, ένας μοναχός ρώτησε τον Γέροντα (άγιο Σεραφείμ), «γιατί δεν έχουμε πια ποντβιζνίκι (ασκητές) της αρχαίας αυστηρής ζωής;» «Διότι» - απάντησε ό Γέροντας - «δεν έχουμε αποφασιστικότητα. Ή Χάρη και ή βοήθεια του Θεού είναι ή ίδια σήμερα όπως παλαιότερα, γι' αυτούς πού είναι πιστοί και αναζητούν με όλη την καρδιά τους τον Κύριο - και θα μπορούσαμε κι εμείς να ζούμε όπως οι αρχαίοι πατέρες διότι, σύμφωνα με τον λόγο του Θεού, ό Ιησούς Χριστός είναι ό ίδιος χθες και σήμερον και αιωνίως. (Προς Εβραίους 13:8)».
Ό Γκλέμπ θυμάται: «Ξαφνικά όλα ξεκαθάρισαν μέσα μου. Μέχρι τότε δεν είχα κάνει μια πράξη αποφασιστικότητας, να θυσιάσω πλήρως την ζωή μου για τον Ιησούς Χριστό και γι' αυτό ό Θεός δεν είχε ανοίξει ακόμα τον δρόμο πού θα ακολουθούσα. Ακόμα «αναζητούσα τον δικό μου θέλημα». Πετάχτηκα πάνω κι άρχισα να τρέχω σε ένα στενό μονοπάτι πού οδηγούσε μακριά από την καλύβα. Μέσα σε λίγα λεπτά έφτασα στο μεγάλο λευκό εξωκλήσι πού είχε κτιστεί από' τούς χωρικοί στην περιοχή ταφής του αγίου Γερμανού. Ανέβηκα τρεχάτη τα σκαλιά, όρμησα μέσα κι έπεσα πάνω στο φέρετρο του δικαίου αυτού ανθρώπους, τον όποιο ήταν τοποθετημένο δίπλα στό δεξιό τοίχο της εκκλησίας και προσευχήθηκα θερμά, με τον πόθο να υπηρετήσω αληθινά τον Χριστό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.