Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

ΨΑΡΙ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΙΟΥ.




ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Ι.Μ ΔΟΧΕΙΑΡΙΟΥ ΑΓ. ΟΡΟΥΣ.
ΑΡΧΙΜ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΖΟΥΜΗ ΤΟΥ ΠΑΡΙΟΥ.

Ένα από τα ωραία θεάματα του αισθητού κόσμου είναι να βλέπεις τα ψάρια μέσα στα πελάγη. Αν μάλιστα έχεις δυνατότητα να δεις τον Βυθό της θάλασσας, εκεί θα θαυμάσεις εικόνες παρόμοιες και ανώτερες από της ξηράς. Θα δεις κάμπους κατάφυτους από φύκια και κοράλλια. Και λοφίσκους κατάμεστους διαφόρων φυτών. Και να βόσκουν κοπαδιαστά τα ψάρια. Εκεί ευφραίνεται το μάτι να βλέπει και ή ακοή να απολαύει ησυχίας. Τα ψάρια μήτε βήχουν μήτε βελάζουν, και όμως ζουν και αυξάνονται όπως όλη ή δημιουργία.
Αυτήν την εικόνα έλα να την μεταφέρουμε στον κόσμο ενός Κοινοβίου. Μόνο από την κίνηση καταλαβαίνεις πώς αυτά τα ψάρια είναι ζωντανά. Ένα τέτοιο ψάρι υπήρξε ό γέρο-Σαμψών στην Λογγοβάρδα. Μόνο από την κίνηση καταλάβαινες πώς ζει αυτό το μαριδάκι.

Για πολλά χρόνια πίστευα πώς έχει μεν ακοή, αλλά στερείται ομιλίας. «Καλότυχος -έλεγα καθ' εαυτόν-, του έδεσε ό Θεός τη γλώσσα, για να μην αμαρτάνει». «Όστις εν λόγω ου πταιει ούτος τέλειος ανήρ». Έπειτα από σαράντα χρόνια τον άκουσα να διαβάζει τις εννέα ωδές, «Άσωμεν τω Κυρίω, ένδόξως γαρ δεδόξασται...». (Ήτανε και αυτό παράδοσις από τους αγίους Κολλυβάδες.) Δόξασα τον Θεό, που μου γνώρισε τέτοιους αθλητές. Ευθύς ως έγινε μοναχός έκλεισε το στόμα του και άφησε έκλεισε το στόμα του και άφησε ελεύθερα τα χέρια και τα πόδια του στην διακονία. 'Ο οικονόμος της Μονής δεν ολοκλήρωνε τ' όνομα του και βρισκότανε μπροστά του, έτοιμος να εκπλήρωση κάθε προσταγή.

Όποιος είχε ανάγκη βοηθείας στο μοναστήρι το «Σαμψ...» φώναζε. Ήταν βέβαιος πώς δεν θα άκουγε ούτε «σε λίγο» ούτε «περίμενε, έχω δουλειά». Πρώτα των άλλων τα διακονήματα και τελευταία το δικό του.
Στην εκκλησία έφτιαχνε τα κόλλυβα και υπηρετούσε στο Ιερό. Ή παρουσία του ήτανε περισσότερο σκιά παρά φιγούρα άνθρωπου. Το λεπτό και κυρτωμένο του σώμα με την μικρή γενειάδα έμοιαζε με ιεράρχη πού σέβιζε στην κόγχη του ιερού Βήματος.

Δεν δέχθηκε ποτέ να φορέσει ξένα δόντια. Έκοβε το ξηραμένο ψωμί του μοναστηριού με τα ούλα. Κι όταν τον έβλεπες να τρώγει, έμοιαζε περισσότερο με παιδί πού αλλάζει δόντια παρά με γέρο φαφούτη. Άπλωνε το χέρι του να πάρει ψωμί από το τραπέζι τόσο συνεσταλμένα, σαν να μη του άνηκε τίποτε από τα παρατιθέμενα. Πάντα υπήρξε ντροπαλός, ξένος.
Είχε και το διακόνημα για τις κοτούλες. Κανείς δεν τον έπαιρνε είδηση πότε τις φρόντιζε, και όμως πάντα ήτανε ποτισμένες και ταϊσμένες.
Όταν επρόκειτο να ταξιδέψει, υπολόγιζε πόσες μέρες θα λείψει από το κελί του κ' έκανε διπλό κανόνα, μη τυχόν και δεν τον βοηθήσουν οι συνθήκες της παραμονής του να εκτέλεση τις επιτασσόμενες προσευχές. Φεύγοντας για τα άνω δώματα, έλεγε

-Αδελφοί μου, προτιμάτε τον κανόνα από την βρώση και την πόσι.

Με αυτά πού γράφω δεν πιστεύω πώς εκφράζω τον πλούτο αυτής της ουράνιας αποθήκης. Άλλ' ας με σχωρέση ό όσιος. Όπως ή ομορφιά του βυθού της θαλάσσης δεν συγκρίνεται με την επιφάνεια, έτσι και το βάθος της καρδιάς του πατρός Σαμψών μ' αυτά πού βλέπαμε. Άλλωστε υπήρξε πάντα τόσο φευγαλέα μορφή, που καθόλου άφηνε να τον παρατήρησης. Αυτά τα ολίγα πού έκλεψα έγραψα. Πιστεύω στον Παράδεισο να κάνη και λίγο παραστόλι, για να τον απολαμβάνουν, και να μην κρύβεται όπως ό Αδάμ στις φυλλωσιές των δένδρων.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΠΙΘΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.