Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟΝ ΠΟΥ ΕΙΔΕ Ο ΠΑΤΗΡ ΖΩΣΙΜΑΣ.


- Όταν επρόκειτο να μάς φύγει ό Γέροντας Σίμωνας Αρβανίτης από αυτή την ζωή, εκεί πού καθόμουν στενοχωρημένος και λυπημένος πού θα χάναμε τον Γέροντα μας, αποκοιμήθηκα στην πολυθρόνα μου και βλέπω ένα ζωντανό όνειρο.

Ήταν μέρα μεσημέρι καλοκαιριού και περνούσαν οι 12 Απόστολοι σε εκατό μέτρα περίπου πετώντας σε σχήμα σταυρού, δεν τούς ξεχώριζα ως ανθρώπους, ήταν πολύ φωτεινοί και τούς έβλεπα σαν φως, πού φωτίζει πιο πολύ από τον ήλιο του καλοκαιριού να ψάλλουν συνέχεια το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις έν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Αυτό άκουγα να το λένε πολλές φορές και από πίσω να είναι πιασμένος ό Γέροντας και να πηγαίνουν με μεγάλη ταχύτητα και πίσω από τον Γέροντα ήμουν πιασμένος και εγώ και, όπως πηγαίναμε, περάσαμε από ένα χάνι.

Το χάνι ήταν τότε ένας χώρος για τα ζώα και όποιος χωρικός κατέβαινε στην πόλη, πήγαινε το ζώο εκεί μέσα και πλήρωνε κάτι για να έχει την εξασφάλιση του. Όπως είναι σήμερα το «παρκινγκ», πού αφήνει ό άνθρωπος το αυτοκίνητο του. Όταν περνούσαμε επάνω από το χάνι, αποκόπηκα από τον Γέροντα και έπεσα μέσα στο χάνι. Ό σατανάς παρακολουθούσε πότε θα με αφήσει ό Γέροντας για να με σκοτώσει. Αλλά ό καλός Γέροντας μου δεν με ξέχασε, όπως και ό Χριστός δεν ξέχασε τούς μαθητές του, όταν επρόκειτο να φύγει για λίγο, έκανε ιδιαίτερη προσευχή για την εξασφάλιση τους εις τον Πατέρα του, για να τούς προστατέψει απ' τον σατανά, γιατί ήξερε ότι, εάν και ένα δευτερόλεπτο δεν έχουν την φύλαξη του Θεού, την προστασία του, είναι έτοιμος να μας καταστρέψει όλους.

Αυτό έκανε και για έμενα ό Γέροντας μου, μιμήθηκε τον Χριστό για την προστασία μου και την εξασφάλιση μου. Με πήρε μαζί του, γιατί επρόκειτο να φύγει και με εξασφάλισε στο χάνι πού συμβολίζει το πανδοχείο πού αναφέρει το ιερό Ευαγγέλιο, όπου ό καλός Σαμαρείτης πήγε τον πληγωμένο άνθρωπο στο πανδοχείο, για να γίνει καλά και αφού με εξασφάλισε, έφυγε ήσυχος και εγώ τον κοιτούσα και άκουγα να λένε το «Χριστός Ανέστη». Όσο έβλεπα αυτούς, πού έφευγαν, δεν μπορούσε να μου κάνει κακό ό σατανάς. Μόλις απομακρύνθηκαν και δεν τους έβλεπα αμέσως τότε έρχεται ένα αεροπλάνο με λυσσώδη ταχύτητα να πέσει επάνω μου να με σκοτώσει και ήρθε τόσο χαμηλά, ένα μέτρο πάνω από το κεφάλι μου. Εγώ φοβήθηκα και έσκυψα αλλά μάταια κοπίαζε. Ό Γέροντας μου με εξασφάλισε, όπως είπαμε, στο πανδοχείο, μέσα στο χώρο του Θεού, πού ήταν χτισμένο γύρω, γύρω με μάντρα. Ό Θεός δεν το επέτρεψε να πέσει επάνω μου. Έτσι υψώθηκε απότομα επάνω από την μάντρα και πήγε πιο πέρα και έπεσε και πήρε φωτιά και έγινε στάχτη.

Ξύπνησα τρομαγμένος αλλά και χαρούμενος και κατάλαβα ότι θα με εξασφαλίσει και έμενα ό Γέροντας μου, μέχρι να έρθει ή ώρα, πού μου είχε πει προφητικά ένα βράδυ: «Ζωσιμά, εσύ θα φύγεις από το Μοναστήρι» και όταν τον ρώτησα: «για πάντα, Γέροντα μου, θα φύγω;» «όχι, μου απάντησε, μια ήμερα θα έρθεις πάλι στο Μοναστήρι».

ΒΙΒΛ. ΖΩΣΙΜΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ (1937-2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ Η ΜΕΛΕΤΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.