Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

ΚΑΝΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ. ΠΟΙΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ


Ήχος πλ. α'. Τω Σωτήρι Θεώ.

Φωτοδόχε λαμπάς, την ταπεινην μου ψυχήν, έσκοτισμένην πλημμελήμασιν , ως αγαθή τω φωτί σου καταλάμπρυνον ώδήν χαριστήριον όπως βοήσω σοι.

Χαίρε θρόνε Θεού, δεδοξασμένη -αγνή•   χαίρε   παλάτιον ευρύχωρον, χαίρε σκέπη των πίστει έκζητούντων σε, το άνθος της πίστεως• χαίρε πανθαύμαστε.

Χαίρε στάμνε χρυσή, το θείον Μάννα, φρικτώς, εν ση κοιλία ή χωρήσασα, τον φωτοδότην Παρθένε και λυτρωτήν Ίησούν, τον πάντα έδράσαντα θείω βουλήματι.

Χαίρε Μήτηρ Θεού- χαίρε Παρθένε αγνή• χαίρε το άνθος το της πίστεως• 

χαίρε ανύμφευτε Κόρη και απειρόγαμε, ή φως ανατείλασα πάσι τοις πέρασι.

Ωδή γ'. Δυνάμει του Σταυρού σου.

Χαίρε βασιλευόντων στερρόν και θείον όντως τροπαιούχημα• χαίρε ακήρατε Δέσποινα, Παναγία Μητροπάρθενε.

Χαίρε στρατευομένων στερρόν, και θείον θάρσος και κραταίωμα- χαίρε το κλέος των πόθω, και πίστει άδιστάκτω ύμνούντων σε.

Η πάντιμος Αγγέλων χαρά, ευλογημένη χαίρε Πάναγνε-χαίρε της πίστεως εγερσις• και της πλάνης ή καθαίρεσις.

Η πάμφωτος Υψίστου σκηνή, Παρθένε χαίρε υπερένδοξε-χαίρε άνάκτων το καύχημα- και Μαρτύρων το ένίσχυμα.

Ωδή δ'. Είσακήκοα την άκοήν.

Χαίρε πάγχρυσον παλάτιον, του βασιλέως και Θεού- χαίρε Πάναγνε σφραγις των Προφητών χαίρε τίμιον, πάντων Ιερέων αγλάισμα.

Χαίρε σκεύος καθαρώτατον, του των απάντων Ποιητού-χαίρε τείχος ασφαλές των ευσεβών χαίρε άσειστον, πάντων των βροτών περιτείχισμα.

Χαίρε κλίμαξ ή άνάγουσα, τους από γης προς ουρανό, χαίρε πάντων θλιβομένων ή χαρά- χαίρε κράτιστον, των άμαρτανόντων προσφύγιον.

Χαίρε βάτε άκατάφλεκτε, ήνπερ τεθέαται Μωυσής• χαίρε ράβδος ή βλαστήσασα ημίν, άνθος τίμιον. Κόρη τον την γήν ώραίσαντα.

Ωδή ε'. Όρθρίζοντες βοώμέν σοι.

Χαίρε χαράς δοχείον Πανάχραντε, άνωλέθρου, χαίρε ή φωτίσασα, τω τοκετώ σου τα σύμπαντα.

Το όρος το κατάσκιον Πάναγνε, χαίρε μόνη, όπερ εν Πνεύματι, Προφήτης πάλαι τεθέαται.

Αγγέλων άγαλλίαμα πάντιμον, χαίρε μόνη Παναγία Δέσποινα, και των βροτών έγκαλλώπισμα.

Οσίων στολισμός ωραιότατος-και Μαρτύρων κράτος και έδραίωμα- χαίρε πανθαύμαστε Δέσποινα.

Ωδή ς'. Έκύκλωσέ με άβυσσος.

Χαίρε Αδάμ ή έγερσις• και Εύας του θρήνου άναίρεσις, Μαρία Πανάμωμε, παγκόσμιον καύχημα- το κύδος χαίρε, των αληθώς τιμώντων σε.

Χαίρε πιστών το στήριγμα, και θείων Αποστόλων το κήρυγμα, Μαρία Πανύμνητε, άγνείας κειμήλιον ή πάντων χαίρε καταφυγή των δούλων σου.

Χαίρε παρθένων καύχημα, Παρθένε φαιδρόν και παν-θαύμαστον μητέρων αγλάισμα, ώραίον και πάντιμον πιπτόντων χαίρε ετοιμότατη έγερσις.

Χαίρε ή θεία είσοδος, των πίστει ειδότων πανάσπιλε, Θεού σε λοχεύτριαν, πενήτων προμήθεια και δυστυχούντων ελπίς ή ακαταίσχυντος.

Κάθισμα. Ήχος πλ. α'.
Τον συνάναρχον Λόγον.

Χαίρε πάγχρυσε στάμνε ένδον κατέχουσα, το ούράνιον Μάννα αγία τράπεζα- 

χαίρε ή φέρουσα ζωής άρτον Πανάμωμε-

χαίρε λυχνία φωτεινή- χαίρε παλάτιον σεπτόν χαίρε ό πύρινος θρόνος, Χριστού του παμβασιλέως- χαίρε ή σκέπη των ψυχών ημών.

Ωδή ζ'. Ό εν καμίνω πυρός.

Χαίρε νεφέλη φωτός• χαίρε τοις μέλπουσι προστάτις-ευλογητός ό Θεός ό των Πατέρων ημών.

Χαίρε χρυσή κιβωτέ- χαίρε το κράτος των βοώντων ευλογητός ό Θεός ό των Πατέρων ημών.

Χαίρε χαρά των πιστώς, άναβοώντων Θεοτόκε, ευλογητός ό Θεός ό των Πατέρων ημών.

Χαίρε βροτών ή ελπίς, και σωτηρία των βοώντων ευλογητός ό Θεός ό των Πατέρων 
ημών.

Ωδή η'. Τον εκ Πατρός προ αιώνων.

Ιερωτάταις φωναίς σε, οι πιστοί καταγεραίρομεν, συν τω Άγγέλω, Παρθένε ευχαρίστως άνακράζοντες• χαίρε θεία σκέπη, των σε ύμνολογούντων εις πάντας τους αιώνας.

Ως υπέρ νουν σου το θαύμα, της λοχείας Θεονύμφευτε-Θεόν γαρ τίκτεις άσπόρως, τον κατέχοντα τα πάντα χειρί- δια τούτο πάντες βοώμέν σοι το χαίρε, εις πάντας τους αιώνας.

Από πασών συμφορών με, έξελού και περιστάσεων και από πάσης ανάγκης, και εχθρών των πολεμούντων με- ίνα σε δοξάζω την κεχαριτωμένην εις πάντας τους αιώνας.

Νέον ως βρέφος τεκούσα, έπ' εσχάτων τον προ πάντων Θεόν, καταγηράσαντα ήδη, τοις πολλοίς με άτοπήμασι, νεοποίησόν με, τον σον ύπερυψοϋντα, τόκον εις πάντας τους αιώνας.

Αινούμε. Ό Ειρμός.

«Τον εκ Πατρός προ αιώνων,  γεννηθέντα Υιόν και Θεόν, και έπ' εσχάτων των χρόνων, σαρκωθέντα εκ Παρθένου Μητρός, ιερείς υμνείτε, λαός ύπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας».

'Ωδή θ'. Σε την υπέρ νουν.

Ναός καθαρός, και θρόνος έμψυχος Θεού, συ υπάρχεις πανάσπιλε- διό ευχαρίστως σοι, χαριστήριον αίνον άναπέμπομεν.

Ηύγασας ημίν, αγνή το ανέσπερο φώς, τοις εν σκότει, καθεύδουσι, της πλάνης ανύμφευτε- χαίρε όθεν σοι πάντες άναμέλπομεν.

Συ μου κοπετούς και πόνους και δάκρυα, έναπόσβεσον Δέσποινα- χαράς δε μου πλήρωσον την αθλία καρδία Θεονύμφευτε.

Θρήνον και οργή, λιμόν τε και θάνατον, και φθοράν έξαπόστειλον, Μαρία Παντάνασσα, τοις βεβήλοις έχθροίς μου και άλάστορσιν.

Προσόμοια. Ήχος πλ. α'.
Χαίροις ασκητικών.

Χαίρε Παρθενομήτορ αγνή- δικαιότερα, ή του Αβελ υπάρχουσα- του Σήθ τε, ευσεβεστέρα-εύελπις μάλλον Ένώς- του Ενώχ δε πλέον ή ευάρεστος- το γένος ή σώσασα, υπέρ Νώε τον δίκαιον ή πιστότερα, Αβραάμ και υπήκοος, μάλλον πέλουσα, Ισαάκ και εις δρασιν, πλέον Θεού ή φθάσασα, Ισραήλ και νικήσασα, τον Ιωσήφ σαρκός κάλλει, ή πραότερα Μωσέως τε- Θεού χαίρε Μήτηρ, του παρέχοντος τω κόσμω το μέγα έλεος.


Χαίροις ανδρειότερα Σαμψών γενναιοτέρα Ιησού στρατηγήσαντος- Δαβίδ τε βασιλίς μάλλον και του σοφού Σολομών, σοφωτέρα όντως χρηματίζουσα-προφήτας ή απαντάς, Θεοπτία νικήσασα- και Αποστόλους, εν τω θείω κηρύγματι- και τους Μάρτυρας, εν τη βάσει της πίστεως-πάντων Όσιων τάγματα, εν πόνοις ασκήσεως, υπερτερούσα ή πάντων, Ιεραρχών μάλλον ένθεος- Θεού χαίρε Μήτηρ, του παρέχοντος τω κόσμω το μέγα έλεος.

Χαίροις των παλαιών γυναικών, δικαιότερα άσυγκρίτως ύπάρξασα- της Σάρρας ή πιστότερα- ωραιότερα Ραχήλ, της Ρεβέκκας μάλλον ή φιλότεκνος-της Λείας το γόνιμο, ή νικήσασα Πάναγνε- ωδικωτέρα, Μαριάμ χρηματίσασα- πλέον φρόνιμος, Άβιγαίας ή πέλουσα- Ίουδήθ ύπεράσασα, ανδρεία Δεβόρραν τε, μάλλον φιλόθεος Αννης, ή της Όλδάς θειοτέρα τε- Χριστού χαίρε Μήτηρ, του παρέχοντος τω κόσμω το μέγα έλεος.

Πόνους της ταπεινής μου ψυχής- και ανίατους άλγηδόνας του σώματος- Παρθένε ευλογημένη, προς χαρμονήν αληθή, και τελείαν ρώσιν μεταποίησον φωνήν εκ χειλέων μου, δεξαμενή Πανάμωμε και ευμενώς μου, έπιθείσα τοις τραύμασι, θεία φάρμακα, ταις άγρύπνοις πρεσβείαις σου- αϋγασον ευρωστίας μοι, το φέγγος Θεόνυμφε- συ γάρ ελπίς μου και σκέπη, και κραταιόν καταφύγιον και σου της ταχείας, επισκέψεως Μαρία άχραντε δέομαι.

ΘΕΟΤΟΚΑΡΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ.





Πορνεία σημαίνει ότι ένας άνθρωπος πλανιέται, ότι η ακεραιότητα της ανθρώπινης αγάπης κατακερματίζεται και διαρρηγνύεται και ο άνθρωπος δεν είναι ικανός πια να αγαπήσει με όλη την ψυχή, με όλη τη καρδιά, με όλες τις σκέψεις, με όλο το σώμα, με όλη τη ουσία του έναν άνθρωπο και Έναν Θεό.





Η Μαρία της Αιγύπτου


31 Μαρτίου 2012


Anthony (Bloom), Metropolitan of Sourozh


„Πόσο συχνά θα θέλαμε να προσευχηθούμε, αλλά δεν υπάρχει προσευχή. Θα θέλαμε να αγαπήσουμε, μα η καρδιά μας είναι σαν πέτρα. Θα θέλαμε να συγκεντρώσουμε τις σκέψεις μας, μα αυτές διασπείρονται και πλανώνται. Θα θέλαμε με όλη τη θέλησή μας να αρχίσουμε μια καινούργια ζωή, μα δεν το καταφέρνουμε, γιατί η θέλησή μας αποσυντέθηκε σε κάποιες ορισμένες επιθυμίες, σε όνειρα και λαχτάρες, και πια δεν έχει δύναμη. … Κάποιες φορές συγκρατούμαστε και συνειδητοποιούμε την κατάσταση. Για λίγες στιγμές λυπόμαστε, πονάει η καρδιά μας και τότε  σκεφτόμαστε: Μήπως είναι κλειστός ο δρόμος προς το Θεό για μένα? Αλλά κατόπιν ηρεμούμε, ξεχνάμε, μας βυθίζει στο βάλτο ...

Αυτό δεν συνέβη με τη Μαρία της  Αιγύπτου. Την έπιασε η φρίκη και έτρεξε για βοήθεια, για έλεος, για σωτηρία ...“ –από μια ομιλία του Μητροπολίτη Αντωνίου Σούροζ (Μπλούμ) για την Κυριακή της Μαρίας της Αιγύπτου


Ανάμεσα στις ευλογημένες και γεμάτες με  ελπίδα βδομάδες της Σαρακοστής, σήμερα θυμόμαστε την Αγία Μαρία της Αιγύπτου. Γιατί η Εκκλησία επέλεξε εκείνη για να την θυμηθούμε μέσα σε αυτές τις εβδομάδες?  Μήπως επειδή βλέπουμε εκείνη τη νίκη της δύναμης του Θεού μαζί με τον θρίαμβο της ανθρώπινης αγάπης που πραγματικά μπορούσε να ανταποκριθεί στη πρόσκληση του Θεού? Ή μήπως βλέπουμε το θρίαμβο μιας κραυγής απελπισίας για βοήθεια, και την νίκη η οποία δίνεται από το Θεό, από την αγάπη Του, από τη δύναμή Του?

Για την Αγία Μαρία της Αιγύπτου μπορούμε να  πούμε συνοπτικά τα εξής: Ζούσε στην Αλεξάνδρεια με άσχημο τρόπο. Ήταν μια ντροπή για τους συμπολίτες της, πειρασμός και καταστροφή. Μια μέρα ήθελε να προσκυνήσει το Ζωοποιό Σταυρό του Κυρίου, που ένα τμήμα του βρισκόταν σε μια εκκλησία της πόλης της. Χωρίς να σκεφτεί για τον αμαρτωλό εαυτό της, χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα κοινό μεταξύ της ζωής της και του Θεού της καθαρότητας και της αγάπης, Τον οποίον ήθελε να προσκυνήσει, τόλμησε να μπει μέσα στο ναό. Αλλά κάποια δύναμη τη  σταματούσε.  Κάθε φορά, όταν πλησίαζε τις πόρτες αποκρουότανε. Φρίκιασε και στράφηκε προς την Θεοτόκο για βοήθεια και ευσπλαχνία κι Εκείνη την άφησε να μπει στο ναό.

Μα από το ναό δεν επέστρεψε πάλι στην προηγούμενη επαίσχυντη ζωή της. Πήγε στην έρημο και εκεί πέρασε, με απερίγραπτα κατορθώματα, σε απόλυτη απομόνωση, όλη τη υπόλοιπη ζωή της μέχρι το θάνατο. Δεν πέρασε ζωή ενός ασώματου όντος, μα τη ζωή του ενσαρκωμένου πνεύματος, αναζωογονημένη από μετάνοια και χάρη.

Τί μπορούμε να μάθουμε από μια τέτοια ζωή? Η Μαρία της  Αιγύπτου ήταν πόρνη, μα η πορνεία δεν είναι μόνο μια σωματική αμαρτία, περιφρόνηση του σώματος ή της προσωπικότητας ενός άλλου ανθρώπου. Πορνεία σημαίνει ότι ένας  άνθρωπος πλανιέται, ότι η ακεραιότητα της ανθρώπινης αγάπης κατακερματίζεται και διαρρηγνύεται και ο άνθρωπος δεν είναι ικανός πια να αγαπήσει με όλη την ψυχή, με όλη τη καρδιά, με όλες τις σκέψεις, με όλο το σώμα, με όλη τη ουσία του έναν άνθρωπο και Έναν Θεό. Η Αγία Γραφή θεωρεί την πορνεία ειδωλολατρική προσήλωση στον ορατό κόσμο. Είμαστε τυφλωμένοι από ότι βλέπουμε. Δεν βλέπουμε το αόρατο, επειδή η προσοχή μας και το βλέμμα μας στρέφονται μόνο σε ότι είναι ορατό και απτό.

Πορνεία είναι το να μην δώσει κανείς την καρδιά του σε κάτι που αξίζει την αγάπη, μα το να κατευθύνει τον πόθο του - αντί να τον στρέψει προς το μόνο απαραίτητο προς την αγνή και ιερή αγάπη σε έναν άνθρωπο, στους ανθρώπους και στον Θεό – αναρχικά, προς όλες τις κατευθύνσεις, ώστε να υπηρετεί  όλα τα είδωλα, όλες τις επιθυμίες και όλα τα ερεθίσματα. 

Άραγε δεν είμαστε όλοι μολυσμένοι από αυτή τη ασθένεια της πορνείας? Άραγε έχουμε μια ακέραια καρδιά? Άραγε δεν είναι ο νους μας διχασμένος? Άραγε η θέλησή μας δεν αμφιταλαντεύεται?

Και λοιπόν, όλοι μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας στη θέση αυτής της γυναίκας. Όλη η ζωή μας μοιάζει με τη δική της ζωή και όπως κι εκείνη πηγαίνουμε κι εμείς καμιά φορά να προσκυνήσουμε τον Θεό το Ζώντα, θέλουμε να νιώθουμε τη ζωοποιό παρουσία Του, μα πόσο  συχνά δεν το καταφέρνουμε! Πόσο συχνά θα θέλαμε να προσευχηθούμε, αλλά δεν υπάρχει προσευχή. Θα θέλαμε να αγαπήσουμε, μα η καρδιά μας είναι σαν πέτρα. Θα θέλαμε να συγκεντρώσουμε τις σκέψεις μας, μα αυτές διασπείρονται και πλανώνται. Θα θέλαμε με όλη τη θέλησή μας να αρχίσουμε μια καινούργια ζωή, μα δεν το καταφέρνουμε, γιατί η θέλησή μας αποσυντέθηκε σε κάποιες ορισμένες επιθυμίες, σε όνειρα και λαχτάρες, και πια δεν έχει δύναμη. Πόσο συχνά είμαστε σαν τα κύματα της θάλασσας που τρέχουν στην παραλία, πετούν και πέφτουν πάλι πίσω στη θάλασσα χωρίς να επιτυγχάνουν τίποτα. Κάποιες φορές συγκρατούμαστε και συνειδητοποιούμε την κατάσταση. Για λίγες στιγμές λυπόμαστε, πονάει η καρδιά μας και τότε  σκεφτόμαστε: Μήπως είναι κλειστός ο δρόμος προς το Θεό για μένα? Αλλά κατόπιν ηρεμούμε, ξεχνάμε, μας βυθίζει στο βάλτο ...

Αυτό δεν συνέβη με τη Μαρία της  Αιγύπτου. Την έπιασε η φρίκη και έτρεξε για βοήθεια, για έλεος, για σωτηρία ...

Πρέπει να μάθουμε αυτό: Να μην παρηγορηθούμε ποτέ από το γεγονός, ότι δεν έχουμε περάσει προς το Θεό, ότι δεν καταφέραμε να τον πλησιάσουμε. Πρέπει να μάθουμε να θλιβόμαστε με τέτοια λαχτάρα γι΄ Αυτόν, να προσπαθήσουμε να Τον πλησιάσουμε  τόσο επίμονα, ώστε να ανταποκριθεί επιτέλους η δύναμη και η χάρη του Θεού στην κραυγή και την απελπισία μας, γεμάτη, όμως, με ελπίδα.. ..

Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, χαιρόμαστε μόνο, περνάμε μπροστά παρηγορημένοι και δεν σκεφτόμαστε ότι μας δόθηκε κάτι που δεν μπορούμε να βρούμε ποτέ με τις δικές μας δυνάμεις. Η Μαρία της Αιγύπτου το είχε καταλάβει και μετέτρεψε όλη τη ζωή της σε ευχαριστία προς τον Θεό. Είχε καταλάβει ότι αφού είχε δεχτεί ότι της δόθηκε, δεν μπορούσε πια να ζει, όπως ζούσε πριν. Να ζει μπορούσε μόνο με χαρούμενη και ταυτόχρονα θλιβερή ευγνωμοσύνη στο Θεό. Τα είχε αφήσει όλα όσα ήταν για αυτήν πειρασμός, όσα την είχαν κρατήσει στην αιχμαλωσία και έζησε πια μια τέτοια θαυμάσια ζωή ...

Δεν έχουμε την δύναμη για να πάρουμε στους ώμους μας ένα τέτοιο κατόρθωμα, αλλά ο καθένας από μας μπορεί να κάνει κάτι ανάλογο με τις δυνάμεις του. Πρέπει να θυμηθούμε τα λόγια του αποστόλου Παύλου που μας λέει, ότι όλα τα μπορούμε χάρη στο Χριστό που μας δυναμώνει, ότι η δύναμη του Θεού φανερώνεται, στην πληρότητά της, μέσα στην αδυναμία μας. Δεν μιλάει, όμως, για εκείνη την οκνηρή και άκαρπη αδυναμία, από την οποία υποφέρουμε, που μας βασανίζει και μας καταστρέφει, αλλά για μια άλλη αδυναμία, μια ευελιξία, που καλεί το Θεό, που προέρχεται από την συνειδητοποίηση του ανθρώπου, ότι δεν μπορεί με τις δικές του δυνάμεις να πετύχει το μόνο που ονειρεύεται πραγματικά, το μόνο όπου όντως  σκοπεύει, αλλά με τη δύναμη του Θεού μπορεί να το επιτύχει. Και τότε ο Κύριος γεμίζει την αδυναμία μας με τη δική Του δύναμη, όπως ο αέρας γεμίζει ένα μικρό και χαλαρό πανί, πού μπορεί, όμως, να οδηγήσει το σκάφος στο λιμάνι. Αυτή η αδυναμία δεν στηρίζεται πια στον εαυτό της, αλλά δίνει υπάκουα και ταπεινά τον εαυτό της στα χέρια του Θεού και εκτελεί το θέλημα Του μόνο με τη δύναμή Του και τότε τα πάντα είναι δυνατά, γιατί η δύναμη του Θεού φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία μας. ...

Μαζί με τα άλλα αποσπάσματα από το Ευαγγέλιο κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, τις βδομάδες που είναι γεμάτες από ελπίδα και μας οδηγούν τώρα στις τρομερές μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, οπότε δεν θα είναι ο χρόνος της πίστης και της ελπίδας, αλλά της άμεσης διαπίστωσης της αγάπης  του Θεού, η Αγία Μαρία της Αιγύπτου θέλει να μας δυναμώσει με το παράδειγμά της.

Αμήν

ΕΚΟΙΜΗΘΗ Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ Ι.Μ.ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ, ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΓΕΡΑΝΤΩΝΗΣ


Παρασκευή, 30 Μάρτιος 2012 12:40      Εκ της Ι.Μ.Χαλκίδος                       

Με τα αισθήματα της κατ' άνθρωπον λύπης αναγγέλεται η κοίμηση του αοιδίμου ήδη Αρχιμανδρίτου Κυρίλλου Γεραντώνη, Ηγουμένου της ιστορικής και σεβασμίας Ιεράς Μονής Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος Λίμνης Ευβοίας.

Ο αοίδιμος π. Κύριλλος, εκοιμήθη σήμερα το πρωί, κατόπιν πολυωδύνου ασθενείας, στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Ο Γέροντας Κύριλλος γεννήθηκε στον Κρυονερίτη της Βορείου Ευβοίας το 1938 και από την μικρή του ηλικία γαλουχήθηκε με τα νάματα της Ορθοδόξου Πίστεως.
Προσήλθε στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και εκάρη Μοναχός την 1η Οκτωβρίου 1965 από τον μακαριστό Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Θωμά (+1977), λαβών το όνομα Κυπριανός. Ως Μοναχός διακρίθηκε για την ταπείνωσή του, την υποδειγματική υπακοή του και την διάθεσή του να υπηρετεί τους πάντες.

Στις 27 Μαρτίου του 1971 χειροτονήθηκε Διάκονος στον Ι. Ν. Γενεθλίου της Θεοτόκου Λίμνης, λαβών το όνομα Κύριλλος και στις 28 Μαΐου 1971 Πρεσβύτερος στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ, από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Νικόλαο (+1975).
Ως ιερομόναχος εξυπηρέτησε την Ιερά Μονή της μετανοίας του, μαζί με τον μακαριστό Γέροντα Αρχιμανδρίτη Ιάκωβο Τσαλίκη (+1991), όπως και τα γύρω χωριά, τα οποία εστερούντο μονίμου Εφημερίου. Παράλληλα και για 20 και πλέον χρόνια, μαζί με τον μακαριστό π. Ιάκωβο και τον επίσης μακαριστό Μοναχό π. Σεραφείμ (+2009) κράτησαν την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος και διηκόνησαν τους αναρίθμητους προσκυνητές της.

Το 1991 και μετά την κοίμηση του μακαριστού Ηγουμένου Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, εξελέγη με την ψήφο όλης της Αδελφότητος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυΐδ και ενθρονίστηκε επισήμως στην Ιερά Μονή από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο Α΄ (+2010) στις 12 Απριλίου του 1992.
Στα 20 χρόνια της ηγουμενίας του ο π. Κύριλλος, με γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και άριστη συνεργασία με τους Μητροπολίτες Χαλκίδος Χρυσόστομο Α΄ και Χρυσόστομο Β΄, ανεκαίνισε το κτιριακό συγκρότημα της Ιεράς Μονής, ανεδέχθη δεκάδα και πλέον νέων Μοναχών στην Ιερά Μονή του, πρωτοστάτησε στον τομέα της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης, ανεδείχθη πνευματικός πατέρας και εξομολόγος αναριθμήτων Κληρικών, Μοναχών και Λαϊκών σε όλη την Ελλάδα και ευρύτερα και με οδηγό την υψοποιό ταπείνωση, το αόργητο και πράο του χαρακτήρος του και την ακρίβειά του στα θέματα της Ορθοδόξου Πίστεως, έδωσε την καλή μαρτυρία του Μοναχού και του Ηγουμένου που ζει για την Εκκλησία και αναπνέει στον χώρο της Ορθοδόξου Λατρείας.

Το τελευταίο διάστημα ταλαιπωρήθηκε από σοβαρά προβλήματα της υγείας του και νοσηλεύθηκε πολλές φορές. Όμως και στο πρόβλημα της υγείας του, όμως, έγινε παράδειγμα μίμησης για όλους, αφού το χαμόγελο δεν έλειψε ποτέ από τα χείλη του και η φράση «Δόξα σοι ο Θεός», ήταν η μόνιμη απάντηση σε όσους τον ρωτούσαν για την πορεία της υγείας του, δείγμα ότι εμπιστευόταν ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην προστασία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αγίων Του.
Η εξόδιος Ακολουθία του θα λάβει χώρα στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ του Γέροντος, αύριο Σάββατο 31 Μαρτίου 2012 και ώρα 12 μ., χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου.
Ο Θεός να του χαρίσει την Βασιλεία Του.

ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ ΑΠΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ.






ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ.

Ένα μεσημέρι στα Κατουνάκια τηγάνιζε ό Γέρο-Δανιήλ ό Ψάλτης. Ήταν Καλοκαίρι. Τότε του λέω: Γέροντα θα σου φέρω ένα καινούργιο τηγάνι άντικολλητικό. Σύγχρονο τηγάνι. Από Δράμα
Ό Γέρο-Δανιήλ όμως μου απήντησε: Αστειεύεσαι κύρ. Γιάννη. Αυτό το τηγάνι είναι του Γέρο-Δανιήλ του παππού μας, του Γέρο-Δανιήλ. Κάνει κάτι τηγανητά! Έχει ευλογία!
Ό δε γέρο-Γρηγόρης συμπλήρωσε:
-Έδώ δεν πετάμε τίποτα, δάσκαλε. Κρατάμε την παράδοση.
Πραγματικά οι Δανιηλαίοι ήταν από τότε οι πρώτοι Οικολόγοι! Εντυπωσιακή ήταν ή προσήλωση τους στα πατροπαράδοτα. Τα πρόσεχαν. Τα τιμούσαν.

ΠΡΩΤΑ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ

Έλεγε ό Πατήρ Γεράσιμος ό Κολυβάς από την Νέα Σκήτη.
-Όταν έχεις έτοιμο φαγητό, κάνεις πιο άνετα ότι δουλειά θέλεις.
Όσο εργατική κι αν είναι μία γυναίκα αν γυρίσει ό άντρας της και δεν έχει φαγητό έτοιμο θα «γκρινιάζει».
-Τί έκανες όλη μέρα; θα παρατηρήσει. Θα την πικράνει.
Άντρας είναι, δεν τον κρίνουμε, έλεγε. Έχει τις σκοτούρες του. Αλλά πρώτα το φαγητό, συμβούλευε. Ή μάνα μου ήταν γυμνασιάρχης τα χρόνια εκείνα στη Λέσβο. Και έτσι μας συμβούλευε!
Θεός συγχώρεστην!


ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΑΚΙ ΗΤΑΝ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ


Ο Γέρο-Τρύφων ό μάγειρας από Νέα Σκήτη ήταν σοβαρά ανάπηρος αλλά είχε ευλογία. Μας εξηγούσε:
-Ό γέροντας μου το μόνο πού μού άφησε τότε ήταν το μαντήλι του. Και μού είπε. Πάρτο και να μη σού μείνει ποτέ άδειο! Από χρήματα.
Και πράγματι. Πολλοί πείνασαν και στο Όρος στην Κατοχή αλλά το μαντήλι μου είχε πάντα ευλογία. Δεν έμεινα ποτέ χωρίς τα απαραίτητα χρήματα.

Υ.Γ. Τα χρόνια εκείνα στα μαντήλια έδεναν τα χρήματα!

Ο ΚΗΠΟΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΣΑΒΒΑ

 Αυτός δεν ήταν κήπος. Ήταν ό Παράδεισος της Εδέμ! Δεν υπήρχε δένδρο ή φυτό πού να τού έλειπε.
Καταπληκτικός και ακούραστος ό Παπά-Σάββας ό Κηπουρός. Ότι καρπό ήθελες τον είχε. Δένδρα, λουλούδια, νερά, πουλιά κ.λπ.
Ανάπαυσον, Κύριε, τον δούλο σου Παπά-Σάββα τον Κηπουρό από τη Ν. Σκήτη.


ΒΙΒΛΙΟΓ. ΔΡΟΣΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΣΤΟΓΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ.


Η ΖΩΟΦΙΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ . Η ΑΓΙΟΦΙΛΙΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ.



ΠΕΝΘΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΥΡΓΕΤΗ


Ό ιεροδιάκονος Πάμπο (1852-1883) έζησε στο νησί Βαλαάμ, όπου υπηρετούσε στην γραμματεία του εκεί εγκατεστημένου Μοναστηριού. Αγαπούσε πολύ την φύση και πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του παρατηρώντας τα φυσικά φαινόμενα της περιοχής και ιδιαίτερα της λίμνης Λατόγκα. Ό Πατήρ Πάμπο είχε μεγάλη αγάπη στους κόρακες, τούς οποίους έτρεφε καθημερινά από το δικό του φαγητό. Στις 27 Νοεμβρίου τού 1883 άνεπαύθη εν Κυρίω μετά από σύντομη ασθένεια. Την ήμερα της κηδείας του όλα οι κόρακες της περιοχής πήγαν και στάθηκαν στην στέγη τού ναού των Αγίων Πέτρου και Παύλου, όπου ψαλλόταν ή έξόδιος Ακολουθία, σκίζοντας τον αέρα με τα κρωξίματά τους, λες και πενθούσαν κι αυτά την απώλεια του ευεργέτη τους. Την ώρα πού το σκήνωμα του μεταφερόταν από το καθολικό στον τόπο της ταφής του, όλο το σμήνος των πουλιών ακολούθησε την πομπή, συνεχίζοντας να κρώζει θλιμμένα. Μάλιστα, όταν ή πομπή έφθασε στην δυτική πύλη του Μοναστηριού, όπου έψάλη ένα Τρισάγιο, οι κόρακες στάθηκαν στα γύρω δένδρα, περιμένοντας να τελείωση, και μετά ακολούθησαν την πομπή μέχρι το κοιμητήριο. Εκεί στάθηκαν και πάλι πάνω στα δένδρα, γεμίζοντας τον αέρα με τις θλιμμένες φωνές τους. Οι Πατέρες έψαλαν το «Αιωνία ή μνήμη» και μετά αναχώρησαν. Οι κόρακες όμως, πιστοί στον ευεργέτη τους, έμειναν εκεί, πετώντας πάνω από τον τάφο του Πατέρα Πάμπο. Τα κρωξίματά τους ακούγονταν όλη τη νύχτα μέχρι πέρα μακριά.


ΕΝΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΠΛΗΡΕΣ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ.


Ή αγάπη τού Παπά-Φιλαρέτου, του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Κωνσταμονίτου στο Αγιον Όρος, δεν περιοριζόταν μόνο στους ανθρώπους. Απλωνόταν πιο πέρα, στα άψυχα, στα ζώα, στην φύση. Μία ήμερα, έξω από το κελί τού Γέροντα, γινόταν μεγάλος θόρυβος. Δύο χελιδόνια είχαν αρχίσει μεταξύ τους σφοδρή μονομαχία! Ό Γέροντας βγήκε έξω και αντίκρισε με λύπη το πιο μεγαλόσωμο χελιδόνι να χτυπά με το ράμφος του το άλλο και να το έχει μαδήσει στην κυριολεξία. Χωρίς να χάση καιρό, το έδιωξε και πήρε στοργικά το πληγωμένο χελιδόνι στα χέρια του. Το περιποιήθηκε και τελικά το χελιδόνι έζησε. Από τότε αυτό ακολουθούσε παντού τον Παπά-Φιλάρετο, δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του και την αφοσίωση του. Πετούσε μπροστά του, έκανε τα φτερουγίσματα του, τα παιχνίδια του, τιτίβιζε.
Λίγες ήμερες αργότερα ό Γέροντας βγήκε από το Μοναστήρι και περπατούσε προσευχόμενος. Το χελιδόνι, ως πιστός φίλος και σύντροφος του, πετούσε χαρούμενα κοντά του. Κάποια στιγμή ό Παπά-Φιλάρετος κάθισε λίγο να ξεκούραστη και, χωρίς να το καταλάβει, αποκοιμήθηκε. Ξαφνικά το χελιδόνι άρχισε να πετά ανήσυχο επάνω από το κεφάλι του τιτιβίζοντας δυνατά, σαν να ήθελε να τον ξυπνήσει και να τον προειδοποίηση για κάποιον κίνδυνο.
Ό Γέροντας πράγματι ξύπνησε και τί να δή; Λίγο πιο πέρα ένα μεγάλο φίδι ετοιμαζόταν να του επιτεθεί. Το χελιδόνι είχε κάνει με την σειρά του το δικό του έλεος στον ελεήμονα Γέροντα.
Αποσπάσματα από το ομώνυμο βιβλίο Εκδόσεις ΆΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ"

Ο μητρ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος στο ΝΕΤWEEK






Ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος συζήτησε με την Έλλη Στάη στις 18 Μαρτίου του 2012 και απάντησε σε διάφορα ερωτήματα, για τους νέους, την κρίση, την παιδεία, τις επικείμενες εκλογές, τον ρόλο της Εκκλησίας, την Ιερά Σύνοδο, τον χωρισμό Πολιτείας και Εκκλησίας, την καύση των νεκρών καθώς και για το αν υπάρχει ελπίδα σήμερα.

TIP OF THE ICEBERG: THE EFFECTS OF IMMIGRATION FROM THE 3RD WORLD






This is what one VERY RAPIDLY INCREASING non-indigenous subpopulation of the UK want for Britain....Sharia law, Sharia courts, death for gay men and women, death for adultery, death for unbelievers, death for apostasy, amputation for theft, subjugation of women, animal cruelty and child cruelty.

See Tom Trentos video for more info and you can Pm me for more surveys on muslim attitudes


Ο ΘΕΟΣ ΜΙΛΗΣΕ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΤΟΥ.


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ  1-2

Ο Θεός μίλησε μέσω του Υιού του

Αφού ο Θεός τα παλιά χρόνια μίλησε στους προπάτορες πολλές φορές και με ποικίλους τρόπους δια των προφητών, σ' αυτούς εδώ τους έσχατους καιρούς μίλησε σ' εμάς μέσω του Υιού του. Δι' αυτού ο Θεός δημιούργησε το σύμπαν και τον όρισε κληρονόμο των πάντων.  Αυτός είναι η ακτινοβολία του θεϊκού μεγαλείου και η τέλεια έκφραση της θεϊκής υπόστασης, κι αυτός συγκρατεί το σύμπαν με τη δύναμη του λόγου του. Αφού με το σταυρικό του θάνατο μας καθάρισε από τις αμαρτίες μας, κάθισε ψηλά, στα δεξιά του παντοδύναμου Θεού.

Ο Υιός είναι ανώτερος από τους αγγέλους
Ο Υιός έγινε τόσο ανώτερος από τους αγγέλους όσο ανώτερο είναι το όνομα που του έδωσε ο Θεός.  Γιατί σε κανέναν από τους αγγέλους δεν είπε ποτέ ο Θεός: Εσύ είσαι ο Υιός μου, εγώ σήμερα σε γέννησα Ούτε πάλι είπε για κανέναν: Εγώ θα 'μαι πατέρας του κι αυτός θα ναι Υιός μου. Κι όταν αλλού παρουσιάζει τον πρωτότοκο Υιό του στην οικουμένη, λέει: Να τον προσκυνήσουν όλοι οι άγγελοι του Θεού.
Ενώ για τους αγγέλους λέει: Ο Θεός κάνει σαν ανέμους τους αγγέλους του κι αυτούς που τον υπηρετούν τους κάνει σαν πύρινη φλόγα, στον Υιό λέει: Η βασιλεία σου. Θεέ είναι αιώνια και κυβερνάς τον κόσμο δίκαια  αγαπάς το δίκαιο και μισείς το άδικο.
Γι' αυτό, Θεέ, σε έχρισε  Μεσσία ο Θεός σου με έλαιο αγαλλιάσεως, τιμώντας σε παραπάνω απ' τους μετόχους σου.
Κι αλλού:
Εσύ, Κύριε, αρχικά στερέωσες τη γη κι έργο δικό σου είναι οι  ουρανοί.
Αυτοί θα εξαφανιστούν, ενώ εσύ αιώνια παραμένεις.
Τα πάντα θα παλιώσουνε σαν ρούχο.  Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις, και θ' αλλάξουν. Εσύ όμως παραμένεις πάντα ο ίδιος, τα χρόνια σου ποτέ δε θα τελειώσουν. Σε κανέναν απ' τους αγγέλους δεν είπε ποτέ ο Θεός: Κάθισε στα  δεξιά μου, ωσότου υποτάξω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου. Δεν είναι, λοιπόν, όλοι οι άγγελοι πνεύματα που υπηρετούν το Θεό κι αποστέλλονται απ' αυτόν για να βοηθήσουν όσους μέλλουν να σωθούν;

Η σπουδαιότητα της σωτηρίας
Γι' αυτό κι εμείς πρέπει να μένουμε πιο σταθεροί στις αλήθειες που ακούσαμε, για να μην ξεστρατίσουμε ποτέ.  Για αν ο λόγος που δόθηκε άλλοτε μέσω αγγέλων, αποδείχτηκε αληθινός, κι όσοι τον παρέβηκαν ή δεν υπάκουσαν σ' αυτόν, δέχτηκαν την τιμωρία που τους έπρεπε,  πώς είναι δυνατόν εμείς να ξεφύγουμε, αν δε δώσουμε την προσοχή που ταιριάζει :σε  μια τόσο σπουδαία σωτηρία; Τη σωτηρία αυτή, που άρχισε να διακηρύττει ο Κύριος, μας τη βεβαίωσαν όσοι άκουσαν το λόγο του. Κι ο Θεός πρόσθεσε τη μαρτυρία του γι' αυτήν, με κάθε λογής θαυματουργικές ενέργειες και με τις διάφορες δωρεές των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με το θέλημα του.
Ο Ιησούς είναι αυτός που οδηγεί στη σωτηρία
Το μελλοντικό κόσμο, για τον οποίο μιλάμε, ο Θεός δεν τον υπέταξε στους αγγέλους.  Αντίθετα, όπως λέει κάπου η Γραφή,
Τι είναι ο άνθρωπος για να τον σκέφτεσαι; ή ο υιός του ανθρώπου για να τον φροντίζεις;  Τον έκανες λίγο κατώτερο απ' τους αγγέλους, τον στεφάνωσες με δόξα και τιμή όλα τα υπέταξες κάτω απ' τα πόδια του. Λέγοντας όλα τα υπέταξες σ' αυτόν, εννοεί πως τίποτε δεν άφησε που να μην το υποτάξει σ' αυτόν. Ως τώρα όμως δε βλέπουμε να είναι όλα υποταγμένα σ' αυτόν.  Βλέπουμε όμως ότι ο Ιησούς, που έγινε για ένα χρονικό διάστημα κατώτερος απ' τους αγγέλους, στεφανώθηκε με δόξα και τιμή εξαιτίας του θανάτου του. Γιατί η χάρη του Θεού θέλησε αυτός να γευτεί το θάνατο για το καλό όλων.
 Ο Θεός, λοιπόν, η αρχή και ο σκοπός των πάντων, ενώ οδήγησε πολλούς υιούς στη δόξα, έπρεπε με το πάθος να οδηγήσει το χορηγό της σωτηρίας τους στην ολοκλήρωση του έργου του.  Όλοι έχουν τον ίδιο πατέρα: Και αυτός που εξαγνίζει και αυτοί που εξαγνίζονται. Γι' αυτό και δεν ντρέπεται ο Ιησούς να τους ονομάζει αδέρφια.  Όπως λέει η Γραφή:
Θα διαλαλήσω στ αδέρφια μου το μεγαλείο σου, θα σε εξυμνήσω μέσα στη συνάθροιση.
Και αλλού:
Θα εμπιστευθώ τον εαυτό μου σ' αυτόν. Και συνεχίζει:
Να, εγώ και τα παιδιά που μου 'δωσε ο Θεός.
Επειδή λοιπόν τα παιδιά αυτά ήταν άνθρωποι, έγινε κι ο Ιησούς άνθρωπος, για να καταργήσει με το θάνατο του αυτόν που εξουσίαζε το θάνατο, δηλαδή το διάβολο.  Μ' αυτόν τον τρόπο απελευθέρωσε όσους ο φόβος του θανάτου τούς είχε καταδικάσει να είναι δούλοι σ' όλη τους τη ζωή.  Είναι φανερό ότι δεν έρχεται να βοηθήσει αγγέλους, αλλά τους απογόνους του Αβραάμ.  Έπρεπε λοιπόν να γίνει σε όλα όμοιος με τα` αδέρφια του, ώστε να είναι σπλαχνικός και πιστός αρχιερέας στην υπηρεσία του Θεού, ώστε να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του λαού.  Έτσι, επειδή ο ίδιος υπέφερε και δοκιμάστηκε, μπορεί τώρα να βοηθήσει αυτούς που δοκιμάζονται.

Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ  ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ.

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Μοναχός Νίκων: "Εαν τιμούμε τον Τίμιο Σταυρό που πάνω του ακούμπησε ο Χριστός, πόση τιμή πρέπει να αποδώσουμε στην Παναγία μας που Τον είχε μέσα της;"






Ομιλία του μοναχού Νίκωνα Νεοσκητιώτη στον ιερό ναό αγίου Αντωνίου πολιούχου Βεροίας με θέμα την Παναγία, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 25 Μαρτίου 2012 μετά τον εσπερινό της αποδόσεως της εορτής του Ευαγγελισμού.

Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Ό θάνατος ως έσχατη έκφραση της οδύνης





Έσχατη έκφραση της οδύνης αποτελεί ό θάνατος. Ό άγιος Μάξιμος, πού ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα ηδονής-οδύνης, κάνει τις παρακάτω παρατηρήσεις:
 Ό θεός φροντίζοντας για τη σωτηρία μας εγκατέστησε μέσα μας ως τιμωρητική δύναμη την οδύνη. Σύμφωνα με τη σοφία του θεού στη φύση του σώματος ριζώθηκε ό νόμος του θανάτου περιορίζοντας την παραφυσική έφεση του νου πού κατευθυνόταν στα αισθητά.

Όμως σκοπός της οδύνης και τελικά του θανάτου δεν είναι ή εκμηδένιση της ανθρώπινης φύσεως, αλλά ή σωτηρία της από την παραφυσική ηδονή και τον πραγματικό θάνατο, πού σ' αυτόν οδηγεί ό οριστικός χωρισμός από τον θεό.

Αρχικά δηλαδή, όπως και άλλου σημειώθηκε, δεν υπήρχε μέσα στην ανθρώπινη φύση ούτε ηδονή γενικά ούτε αισθητηριακή ηδονή, όπως έγινε μεταπτωτικά, αλλά νοερή και πνευματική δύναμη για ηδονή με δυνατότητα να απολαμβάνει την κοινωνία της με τη θεία φύση, τον θεό, κατά τρόπο άρρητο και άπερινόητο. Έκπτωση αυτής της αρχικής νοερός επιθυμίας και τάσεως αποτελεί ή υπαγωγή της στην αίσθηση και ή παραφυσική διενέργεια και βίωση της.

Σ' αυτό είναι σαφής ό άγιος Μάξιμος  . Εξαιτίας της παράλογης ηδονής πού ήρθε στη φύση μπήκε σ' αυτήν ή κατά λογική συνέπεια οδύνη διά μέσου πολλών παθημάτων, μέσα στα οποία υπάρχει και διά μέσου των οποίων ενεργεί ό θάνατος. Σκοπός όμως της οδύνης είναι ή αφαίρεση και εκμηδένιση της παρά φύσιν ηδονής όχι δε και ή απόλυτη αναίρεση της λειτουργίας της ηδονής, γιατί μ' αυτήν την αφαίρεση συνηθίζει να φανερώνεται ή θεία χάρις). 

Και συνεχίζει:

Ή επινόηση των εκούσιων πόνων και κόπων και ό ερχομός -των ακούσιων και αθέλητων αφαιρούν την ηδονή και σταματούν την κίνηση πού δημιουργείται με την ενέργεια της. Όμως δεν καταλύουν τη δύναμη για τη γένεση της πού ενυπάρχει ως νόμος στη φύση. Ή άσκηση της αρετής συντελεί στην απάθεια γνώμης και όχι στην απάθεια της φύσεως. Όταν ύπαρξη ή "γνωμική απάθεια", δηλαδή ή θεληματική και εκούσια υπέρβαση τού πάθους, τότε έρχεται ή "κατά νουν", ή σύμφωνη με το νου χάρις της θείας ηδονής).
Ή λειτουργικότητα της οδύνης σύμφωνα με τα πιο πάνω και μάλιστα τού κορυφώματος της, δηλαδή τού θανάτου, αποβλέπει στην αφαίρεση της ηδονής έτσι πού αυτή κατάντησε να γίνει, αίσθησιακή, αλλά με κανένα τρόπο στην πήρωση και παραμείωση της φύσεως με κατάντημα της μια αφύσικη κατάσταση. Ή ως νόμος λειτουργικός έγκείμενη στη φύση δυνατότητα να βιώση την ηδονή δεν καταργείται. Της αφαιρείται ό κακοήθης όγκος της "αισθησιακότητος" για να μπόρεση να φτάσει στη "γνωμικήν άπάθειαν", στον εξαγνισμό της βουλήσεως από οποιοδήποτε εμπαθές στοιχείο, ώστε να μπορεί να απολαμβάνει την "κατά νουν ήδονήν", πού αποτελεί χάρισμα τού θεού από αγάπη για τον άνθρωπο στην αποκαθαρμένη από πάθη ψυχή του.

Όπως ήδη τονίσθηκε, ή ηδονή των αισθήσεων αποτελεί εκτροπή τού έρωτος τού νου από το όντως ον, πού είναι ό θεός, προς το μη-ον, πού "είναι" ότι δεν είναι ό θεός, δηλαδή στα αισθητά, πού ως κτιστά εν σχέσει προς τον θεό είναι ως μη-οντα, αφού είναι φθαρτά, άλλοιωτά, πρόσκαιρα και ρέοντα. Αυτό τονίζει και πάλι ό άγιος Μάξιμος:

Επειδή αυτό είναι ό άνθρωπος (δημιουργημένος κατ' εικόνα θεού) και γι` αυτό έγινε (για να ενωθεί τελικά με τον θεό) έχουμε έδώ μια εκτροπή. Ό Προπάτορας ενεργώντας αντίθετα προς το σκοπό της υπάρξεως του, αν και είχε τη δυνατότητα για ότι καλό, χρησιμοποίησε για ότι χειρότερο την ελευθερία του. Μετέφερε δηλαδή την επιθυμία του από ότι ήταν επιτρεπτό σε ότι δεν του ήταν. [Ήταν δε ελεύθερος να προσκολληθεί στον Κύριο και με τέλεια ένωση μαζί του να γίνει ένα πνεύμα μ' αυτόν, αλλά και να προσκολληθεί στην πόρνη (την αμαρτία) και να γίνει ένα σώμα μ' αυτήν. Γελάστηκε όμως και διάλεξε το ανεπίτρεπτο. Έτσι αποξένωσε θεληματικά τον εαυτό του από το μακάριο σκοπό προτιμώντας αντί να γίνει θεός κατά χάριν να γίνει χώμα]. Με σοφία, αλλά και με τρόπο πού άρμοζε στην αγαθότητα του ό Θεός, πού εξοικονόμησε τον τρόπο της σωτηρίας μας, τοποθέτησε, όπως ήταν σωστό, δίπλα στην παράλογη κίνηση της νοεράς δυνάμεως μέσα μας την τιμωρία. Και το έκανε αυτό επειδή έτσι ίσως κόλαζε εύλογα με το θάνατο το ίδιο πράγμα πού γι' αυτό κατασυντρίψαμε και κατακομματιάσαμε τη νοερά αγάπη πού μόνο στον Θεό χρωστούσαμε. "ότι μαθαίνοντας από τον πόνο και την οδύνη ότι αγαπήσαμε το μηδέν, ξαναστρέφουμε τη δύναμη αυτή της αγάπης προς το ον, δηλαδή σ' αυτό πού υπάρχει, με άλλα λόγια στον Θεό).
Σχολιάζοντας το κείμενο αυτό ό π. Δημήτριος Στανιλοάε παρατηρεί τα έξης:
"Ό Θεός έχει συνδέσει με το σώμα μια ποινή. Αυτή όμως δεν εκπροσωπείται από το σώμα σαν σώμα, αλλά από το θάνατο πού φυτεύτηκε μέσα σ' αυτό. Από τη μια μεριά ή ποινή αυτή δεν δόθηκε για ένα αμάρτημα της ψυχής σε μια κατάσταση προϋπάρχουσα, παρά για την άλογη κίνηση της θέλησης μας μετά τη δημιουργία μας. Γιατί ή θέληση μας αντί να κατευθύνει τον έρωτα μας προς τον Θεό, πού υπάρχει αιώνια, τον έχει κατευθύνει προς το σώμα, πού δεν μπορεί να υπάρχει αιώνια με τη δική του δύναμη. Ό Θεός μάς έχει δείξει με το θάνατο, με τον όποιο έχει χτυπήσει το σώμα και τις βιολογικές οντότητες, ότι αγαπούμε στην πραγματικότητα με την αμαρτία το μηδέν. Αυτή ή ποινή λοιπόν δεν είναι τιμωρία (κόλαση), αλλά παιδαγωγική επίπληξη, προορισμένη να μετατρέψει τον έρωτα μας από την προς το μηδέν κατεύθυνση προς Εκείνον πού υπάρχει αληθινά".

Μια πολύ σωστή τοποθέτηση του θανάτου, αν και όχι σε άμεση συσχέτιση με το θέμα ηδονή-οδύνη, πού όμως το θίγει αρκετά, κάνει ό Παναγιώτης Νέλλας διαφωτίζοντας σημαντικά το θέμα πού εδώ εξετάζουμε.

Αμέσως μόλις εμφανίσθηκε στην ιστορία ό θάνατος, ό Θεός, στον όποιο ανήκει κάθε πρωτοβουλία τελικά, τον χρησιμοποίησε όπως ό ίδιος θέλησε και με τη διαφορετική χρήση άλλαξε ριζικά τη φύση του. Επιτρέποντας να ντυθεί ό άνθρωπος τη βιολογική ζωή, καρπό της αμαρτίας, έστρεψε το θάνατο, επίσης καρπό της αμαρτίας, κατά της βιολογικής ζωής και έτσι με το θάνατο θανατώνεται όχι ό άνθρωπος, αλλά ή φθορά πού τον περιβάλλει. Ό θάνατος καταστρέφει το δεσμωτήριο της εν φθορά ζωής και ό άνθρωπος, καταθέτοντας με το θάνατο στη φθορά τι έλαβε από αυτήν, ελευθερώνεται.

Φανερώνεται έτσι το μέγα θαύμα της σοφίας, της αγάπης και της δύναμης του Θεού. Ό διάβολος δελεάζει τον άνθρωπο και τον γκρεμίζει στο βάραθρο της διαφθοράς, όταν τον κρατάει δέσμιο με το θάνατο. Ό Θεός επιτρέποντας το θάνατο τον στρέφει κατά της φθοράς και κατά της αιτίας της φθοράς, της αμαρτίας, και θέτει τέρμα τόσο στη φθορά, όσο και στην αμαρτία. 

Περιορίζει με τον τρόπο αυτόν το κακό και σχετικοποιεί την πτώση. Το αρχικό σχέδιο του για την αιώνια και μακάρια μέσα του ζωή του άνθρωπου μένει ανέπαφο. Το μυστήριο της άπειρης θείας ευσπλαχνίας ερμηνεύοντας οι άγιοι Πατέρες διδάσκουν ότι ό Θεός ανέχθηκε και συγχώρησε το θάνατο ίνα μη άθάνατον  το κακόν"...

Εξ άλλου ό διάβολος επεδίωξε με την πτώση να υποτάξει τον άνθρωπο στην υλική κτίση. Και το πέτυχε ντύνοντας τον με το άλογο υλικό σχήμα. Ακόμα περισσότερο, με το θάνατο επεδίωξε να τον εξαφανίσει μέσα στην ύλη. Και φαινομενικά το πετυχαίνει, αφού με την ταφή το σώμα αποδίδοντας στη γη τα συστατικά πού πήρε απ' αυτή διαλύεται μέσα της... Παρεμβαίνοντας όμως και στο σημείο αυτό με τη μεγάλη διακριτικότητα της ή σοφία του Θεού εμπλουτίζει την παθητική κίνηση της ταφής με ένα στοιχείο, θα λέγαμε, ενεργητικό και με τον τρόπο αυτό τη μεταμορφώνει. 

Ό θάνατος γίνεται ό τρόπος με τον όποιο το ανθρώπινο σώμα εισδύει στα εσώτατα της γης, φθάνει στα μύχια της κτίσεως. Με το θάνατο ό άνθρωπος αγγίζει τα όρια του σύμπαντος, γίνεται αέρας και νερό και φωτιά, ύλη και ενέργεια, στοιχείο του διαστήματος. "Επιστρέφει ό χους επί την γήν ως ήν", λέει ό Εκκλησιαστής. Αλλά αυτός ό "χους" δεν είναι πια μόνο ύλη. Έχει επάνω του αληθινά και πραγματικά το "λόγο" και το "είδος του άνθρωπου", όπως θα έλεγε ό άγιος Μάξιμος.

 Έτσι ή υλική κτίση, πού έντυσε τον άνθρωπο με τη φθορά της κατά τρόπο οργανικό, όπως είδαμε, ντύνεται τώρα, θα λέγαμε, εκ των ένδον, πάλι κατά τρόπο οργανικό χάρη στην άλλη όψη της δίμορφης πραγματικότητας πού αποτελεί ό ίδιος ό θάνατος, με ένα νέο στοιχείο, το όποιο ως σώμα του άνθρωπου είναι επιδεκτικό αφθαρσίας. Γι' αυτό ταυτόχρονα με την τελική ανάσταση των σωμάτων, πού θα φέρει με τη δεύτερη παρουσία του ό Χριστός, θα φέρει και τη μεταμόρφωση του σύμπαντος σε "καινή γη" και "καινό ουρανό".

ΒΙΒΛ. ΗΔΟΝΗ ΟΔΥΝΗ. ΑΡΧΙΜ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ. 

Ή διπλότητα της οδύνης. ΑΡΧΙΜ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ.






Οδύνη παρουσιάζεται με δύο μορφές. Είναι και ψυχική και γι' αυτό κρυφή και αφανής και "κατ` αϊσθησιν", με σωματικό χαρακτήρα, και γι' αυτό φανερή και έκδηλη. Ή ψυχική λύπη κυριεύει όλο το βάθος της ψυχής. Τέτοια λύπη προκαλεί π.χ. ό συνειδησιακός έλεγχος. Ή φυσική λύπη εκδηλώνεται ως σωματικός πόνος και εκδηλώνεται διά μέσου των αισθήσεων. Το βάρος των αλγεινών συνθηκών ή παραγόντων πιέζει κατά κάποιο τρόπο τις αισθήσεις πού χάνουν τη φυσική τους άνεση συμπιεζόμενες.

Υπάρχει όμως πολύ μεγάλη διαφορά στους δύο αυτούς πόνους. Ή διαφορά έγκειται στο αποτέλεσμα τους. "Την κατά ψυχήν λύπην τέλος είναι (φησίν) της κατ` αίσθησιν ηδονής. Έκ γάρ ταύτης συνίσταται λύπη ψυχής. Ώσπερ ούν και κατά ψυχή ηδονής τέλος εστίν ή κατά σάρκα λύπη. Ψυχής γάρ ευφροσύνη σαρκός γίνεται λύπη λέει ό άγιος Μάξιμος. Αποτέλεσμα της ηδονής των αίσθήσεων είναι ή λύπη και ή όδύνη της ψυχής. Και αποτέλεσμα της ηδονής της ψυχής είναι ή λύπη της σάρκας. Όταν ευφραίνεται ή ψυχή, λυπάται ή σάρκα. Επεξηγώντας ό ίδιος άγιος τα πιο πάνω προσθέτει:

Διττήν λύπην (λέγει)- τήν μεν περί τήν αίσθησιν κατά στέρησιν των σωματικών ηδονών συνισταμένην, τήν δέ περί νουν κατά στέρησιν των τής ψυχής αγαθών γινομένην. Διττούς δε λέγει και τούς πειρασμούς, τούς μεν εκουσίους, τούς δε ακουσίους. Και τούς μεν εκουσίους της κατ` αίσθησιν σωματικής ηδονής είναι πατέρας, τούς δε κατά ψυχήν λύπης είναι γεννήτορας. Μόνη γάρ πραχθείσα λυπεί τήν ψυχήν ή αμαρτία. Τούς δε ακουσίους, οιτινες έν τοίς παρά γνώμην δείκνυνται πόνοις, της μεν κατά ψυχήν ηδονής είναι πατέρας, της δε κατ' αίσθησιν σωματικής λύπης είναι γεννήτορας.

Αφού αναφέρθηκε ό άγιος στη διπλή λύπη, για την οποία κάνει λόγο ό απ. Πέτρος στην Α' επιστολή του, κεφάλαιο α', στίχος 6, επεξηγεί: Ή μια λύπη είναι αυτή πού συνίσταται αρνητικά στη στέρηση των σωματικών ηδονών και ή άλλη είναι εκείνη πού προκαλεί ή στέρηση των αγαθών της ψυχής. Και οι πειρασμοί, για τούς οποίους κάνει λόγο, είναι διπλοί, εκούσιοι και ακούσιοι. Οι εκούσιοι πειρασμοί είναι πρόξενοι της αισθησιακής ηδονής και της λύπης της ψυχής. Ή αμαρτία, όταν διαπραχτεί, αυτή και μόνη λυπεί την ψυχή. Οι ακούσιοι πειρασμοί πού φανερώνονται με τούς αθέλητους πόνους είναι πρόξενοι της ψυχικής ηδονής και της σωματικής οδύνης και λύπης των αισθήσεων.

Όπως διπλή είναι ή λύπη, σύμφωνα με ότι ανέφερα, συνεχίζει ό άγιος, έτσι και οι πειρασμοί είναι δύο ειδών. Το ένα είδος των πειρασμών είναι οι θεληματικοί πειρασμοί. Το άλλο είδος είναι οι αθέλητοι. Το πρώτο είδος πειρασμών προξενεί τις θεληματικές ηδονές. Το άλλο είδος των πειρασμών προκαλεί τις ακούσιες οδύνες. Ό θεληματικός πειρασμός αποτελεί σαφώς αιτιώδη παράγοντα των ακούσιων και χωρίς συμμετοχή της προαιρέσεως πόνων. Και ό μεν εκούσιος πειρασμός είναι αίτιος της λύπης της ψυχής, ο δε ακούσιος είναι αίτιος της λύπης των αισθήσεων.

Έτσι ή αλλιώς λοιπόν ή οδύνη αποτελεί αναπαλλοτρίωτο στοιχείο της ζωής για τον άνθρωπο με διπλή μορφή, ως οδύνη της ψυχής ή ως οδύνη του σώματος, μεμονωμένα ή και ταυτόχρονα και με τις δύο μορφές μαζί.

ΒΙΒΛ. ΗΔΟΝΗ ΟΔΥΝΗ. ΑΡΧΙΜ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ. 


Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Ή οδύνη, αρνητική όψη της ηδονής.ΑΡΧΙΜ. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΒΙΤΤΗ.





Ή οδύνη, όπως και ή ηδονή, είναι επείσακτη στην ανθρώπινη φύση. Αν ήταν ή ηδονή, ή οδύνη, ο φόβος, ή λύπη, ή επιθυμία κ.λπ. στοιχεία απαραίτητα για την ύπαρξη, θα της είχαν δοθεί από την πρώτη της καταβολή, όπως μας βεβαιώνουν οι Πατέρες. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι μεταπτωτικά. Ή οδύνη, πού θα εξετάσουμε τώρα, αποτελεί την πιο μεγάλη αρνητική συνέπεια της ηδονής. Είναι ο αντίποδας της. Κάθε οδύνη και πόνος έχουν ως αιτία τους κάποια ηδονή πού προηγήθηκε πρακτικά. Και αποτελούν -εκπλήρωση χρέους πού ξεπληρώνεται αιτιωδώς από τον άνθρωπο. Ό φυσικός πόνος ακολουθεί την παραφυσική ηδονή. Μια προχώρηση σε βάθος οδηγεί στη διαπίστωση ότι κατά βάσιν ό άνθρωπος γεννιέται με προηγούμενο του το νόμο της αναίτιας ηδονής (ό της ηδονής νόμος άναιτίως προκαθηγήσατο της γενέσεως). Ή φυσική δηλαδή ηδονή έχει μέσα της κάτι πού δεν είναι σωστό και δίκαιο. Δεν αποτελεί καρπό μόχθου και κόπου, αλλά προκαταβολική κτήση αυτού πού θα 'πρεπε να επακολούθηση σε δίκαια καταβεβλημένο μόχθο και προσπάθεια. Αυτά διδάσκει ό άγιος Μάξιμος.

Επομένως, άμα ηδονή άμα πόνος και οδύνη. Ή ηδονή έχει μέσα της το σαράκι της οδύνης και επομένως θα έρθει ή ώρα πού θα εκδηλωθεί έτσι ή αλλιώς αναπόφευκτα ή οδύνη.
Ενώ ή ηδονή είναι "παράλογος" ως προς την πρώτη φυσική κατασκευή και κατάσταση του άνθρωπου, δηλαδή όχι "κατά λόγον" κι εντελώς αδικαιολόγητη για την ανθρώπινη
φύση, ή οδύνη "υπεισήλθε κατά λόγον", είναι δηλαδή εντελώς λογική συνέπεια της ηδονής. Και έκφραση της οδύνης είναι τα διάφορα "παθήματα", οι θλίψεις, οι δυσκολίες, οι πειρασμοί.
Σκοπός της οδύνης πού "παρεισήχθη" "κατά λόγον" στη φύση μας, όπως είδαμε, είναι ή αναίρεση της ηδονής, πού ή ίδια είναι "παρά λόγον". Εν τούτοις αυτό δεν σημαίνει την οριστική εξαφάνιση της ηδονής, γιατί υπάρχει και ή ανώτερη μορφή ηδονής πού είναι ή πνευματική και θεία ηδονή, πού είναι δώρο και χάρις Θεού. Έτσι "της ηδονής θάνατος εστίν ό πόνος ο τε γάρ προαιρετικός και ό παρά προαίρεσιν".


Ή αίσθητηριακή ηδονή αποτελεί προϊόν της εκπτώσεως της ψυχής στο "παρά φύσιν". Επομένως αποτελεί ένα είδος βιασμού της ψυχής, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράδοξο. Υπό την επήρεια της ηδονής ή ψυχή "άποτίθεται", βάζει κατά μέρος το "κατά φύσιν" και γι' αυτό είναι επόμενο, όσο κι αν ίσως δεν το συνειδητοποιεί πλήρως πάντοτε, να υποφέρει από την αφύσικη αυτή κατάσταση στην οποία περιέρχεται.


Στο σημείο αυτό είναι ενδιαφέρουσες οι παρατηρήσεις πού κάνει ό Παναγιώτης Νέλλας επιχειρώντας ανάλυση της σκέψεως του Νικολάου Καβάσιλα.
"Κατά τον Καβάσιλα ή Αγάπη πού είναι ό Θεός (Α' Ίω. 4,8) δημιούργησε ελεύθερα εκ του μηδενός την κτίση. Ή ίδια ή πράξη της δημιουργίας οντας αγαθή είχε ως αποτέλεσμα της έναν κόσμο, δηλαδή μια τάξη και αρμονία, πού αποτελεί τη δικαιοσύνη της κτίσεως. Κατά συνέπεια ανάμεσα στη δικαιοσύνη-αγαθότητα του Δημιουργού και τη δικαιοσύνη-τάξη-αρμονία της δημιουργίας υπάρχει μια πραγματική εσωτερική, εικονική σχέση.

Έτσι ή κατά του θεού εξέγερση ή ύβρις του άνθρωπου μην μπορώντας να θίξει τη δικαιοσύνη του Θεού -πώς είναι δυνατό το άπειρο να πληγεί ή κατά οποιοδήποτε τρόπο να θιγεί από το πεπερασμένο;- πλήττει πραγματικά την εικόνα της θείας δικαιοσύνης μέσα στην κτίση και αποδιοργανώνει την εικονική ψυχοσωματική συγκρότηση και λειτουργικότητα του άνθρωπου και την τάξη και αρμονία της κτίσεως. Ή "ύβρις" είναι στην πραγματικότητα 'ένα τραύμα".
Αλλά αφού ή πτώση αποτελεί πραγματικά "ϋβριν", πρέπει να υπάρχει και αντίστοιχη "τιμωρία". "Εδει μέν γάρ τιμωρία τινί την άμαρτίαν καταλυθήναι και ών προς Θεόν εξημάρτομεν της αξίας δόντας δίκην άπηλλάχθαι των εγκλημάτων".

Όμως ή τιμωρία πού φυσιολογικά έρχεται στον υβριστή δεν προέρχεται από τη δικαιοσύνη του Θεού πού ούτε έπλήγη ούτε ζητάει ικανοποίηση, αλλά από τη δικαιοσύνη της κτίσεως. Οι νόμοι της τελευταίας συνεχίζουν να λειτουργούν, αλλά αποδιοργανωμένα τώρα, και εμπλέκουν σ' αυτή την αντίστροφη λειτουργία τους και τον άνθρωπο με αποτέλεσμα να τον ταλαιπωρούν και να τον βασανίζουν.

Από αυτή λοιπόν την άποψη ή σύζευξη του άνθρωπου με το άλογο σχήμα και ή μετατροπή των φυσικών λειτουργιών σε πάθη, οι δερμάτινοι χιτώνες, αποτελούν τη "δίκη" (τιμωρία) πού ή ίδια δικαιοσύνη της κτίσεως επιβάλλει στον άνθρωπο. Γι` αυτό το λόγο ζητώντας ό άνθρωπος την ηδονή βρίσκει την οδύνη, ζητώντας τη ζωή βρίσκει το θάνατο...

Ή τιμωρία αύτη, πού ή άτεγκτη δικαιοσύνη της κτίσεως επιβάλλει στον άνθρωπο, θα ήταν αιώνια, διδάσκει ό Καβάσιλας, αν δεν παρενέβαινε ή δικαιοσύνη-αγαθότητα του θεού να διορθώσει τη δικαιοσύνη της κτίσεως μετατρέποντας φιλάνθρωπο κατά τρόπον εσωτερικό τη "δίκη" σε "φάρμακο" γιατρεύοντας έτσι το "τραύμα" και τιμωρώντας καταλύοντας την "υβριν" πού είναι ή αμαρτία. "Πληγή δε και οδύνη και θάνατος εξ αρχής κατά της αμαρτίας έπενοήθη... Διά τούτο μετά την αμαρτία ευθύς τον θάνατον και την οδύνην συνεχώρησεν ό Θεός, ου δίκην ήμαρτηκότι μάλλον επάγων ή φάρμακον νενοσηκότι παρέχων".

 Συνδέοντας εύστοχα ό ίδιος θεολόγος την όλη μεταπτωτικής κατάσταση της οδύνης με τούς δερμάτινους χιτώνες, με τούς όποιους έντυσε ό Θεός τούς γυμνούς πρωτοπλάστους παρατηρεί τα έξης:

"Αν οι δερμάτινοι χιτώνες είναι αποτέλεσμα της φυσικής διαδικασίας, μέσα από την οποία ό αμαρτωλός καταντά στη σύζευξη με το άλογο σχήμα και την επακόλουθη περιβολή νεκρών δερμάτων, πώς γίνεται να περιβάλλει ό Θεός τον πεπτωκότα με τα δέρματα αυτά; Στην αντίθεση αυτή κρύβεται μια μεγάλη αλήθεια πού αξίζει να διερευνηθή.
Είδαμε ότι κεντρικό περιεχόμενο των δερματίνων χιτώνων είναι ή νεκρότητα, ή μετατροπή της ζωής σε επιβίωση. Αυτό αποτελεί όντως φυσιολογικό αποτέλεσμα της αμαρτίας, δεν είναι δημιούργημα του Θεού. Ό Θεός δεν δημιουργεί το κακό, αλλά ό Θεός ανέχεται (δηλαδή αποδέχεται συγκαταβατικά, κρατά, υποβαστάζει) μέσα στην άπειρη αγάπη του και τη νέα αυτή κατάσταση και τη μετατρέπει σε ευλογία. Μεταβάλλει ότι είναι αποτέλεσμα άρνησης και κατά συνέπεια αρνητικό σε σχετικά θετικό. "Ότι και τοις γινομένοις κακοίς αγαθοπρεπώς κέχρηται ό Θεός προς διόρθωσιν ημών". Το κακό πού δεν είναι από μόνο του "ούτε ον" ούτε, πολύ περισσότερο, "όντων ποιητικόν", κάτω από την καταλυτική και αναστοιχειωτική των πάντων αγάπη του Αγαθού μπορεί να γίνει κατά τη συγκλονιστική έκφραση του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου "και ον και αγαθόν και αγαθών ποιητικόν".

Έτσι ό παντοδύναμος Θεός χρησιμοποιεί τη νέα κατάσταση ως έναν από τους πολλούς δρόμους πού γνωρίζει ή φιλεύσπλαχνη και πολυποίκιλη σοφία του για να οδηγήσει την ανθρωπότητα στο μεγαλύτερο καλό, στον Χριστό, ό όποιος θα πραγματοποιήσει με καινούργιο παραδοξότερο και θεοπρεπέστερο τρόπο τον αρχικό προορισμό πού, κάνοντας κακή χρήση των φυσικών του δυνάμεων, δεν πραγματοποίησε ό Αδάμ. Και προσφέρει αυτή τη σχετικά θετική κατάσταση των δερματίνων χιτώνων ως δεύτερη ευλογία στον αυτοεξόριστο άνθρωπο, την πρόσθετη δεύτερη φύση στη φύση του, για να μπορέσει κάνοντας σωστή χρήση της να επιβιώσει και να πραγματοποιήσει τον αρχικό του προορισμό εν Χριστώ- "Ο γάρ χιτών των έξωθεν ημίν επιβαλλομένων εστί, προς καιρόν την έαυτού χρήσιν παρέχων τώ σώματι ού συμπεφυκώς τη φύσει. Ούκουν εκ της άλογου φύσεως ή νεκρότης οικονομικώς περιετέθη τη εις άθανασίαν κτισθείση φύσει".


 Τί  είναι  η  οδύνη;

Για να κατανοήσουμε κάπως πιο καλά την οδύνη, τον πόνο, τη θλίψη και όλα τα όμόστοιχα και παράγωγα τους, θα μάς βοηθήσουν, νομίζουμε, έκτος από όσα αναφέρθηκαν ήδη πιο πάνω και όσα θα προστεθούν στη συνέχεια.
Ό όσιος Θαλάσσιος παρατηρεί ότι  (γενικά λύπη είναι ή στέρηση ηδονής είτε κατά Θεόν έννοηθή αυτή είτε κατά κόσμον, κοσμικά).

Τον ίδιο αρνητικό προσδιορισμό της λύπης εκφράζει και ό άγιος Μάξιμος:. (Κατά τη γνώμη μου λύπη είναι ή διάθεση πού προκύπτει από τη στέρηση ηδονών. Και στέρηση ηδονών σημαίνει ερχομό επανωτών πόνων).
Εκείνο πού δημιουργεί οδύνη κατά τούς δύο Πατέρες είναι ή στέρηση ηδονής. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πώς αναγκαστικά όπου δεν υπάρχει ηδονή υπάρχει πόνος. Σημαίνει πώς όταν υπάρχει ή δυνατότητα ηδονής και αυτή αναζητιέται, αλλά διάφορα γεγονότα και συνθήκες και όποιοι άλλοι σχετικοί παράγοντες δεν επιτρέπουν την πραγματοποίηση της, τότε γεννιέται στην ψυχή ή οδύνη ως δυσάρεστη κατάσταση.

Σε πιο λεπτομερή ανάλυση της οδύνης πού κάνει ο άγιος Μάξιμος μάς εξηγεί τη λειτουργία του πόνου στην ύπαρξη ως έξης:
Ό πόνος είναι σαφώς έλλειψη ή υποχώρηση φυσικής έξεως και μόνιμης συνήθειας.
Έλλειψη της φυσικής συνήθειας αποτελεί πάθος, δηλαδή πάθημα, της φυσικής δυνάμεως πού υπόκειται στη φυσική έξη.

Το πάθος (πάθημα) αυτό της φυσικής δυνάμεως είναι ο τρόπος ενέργειας πού γίνεται κατά παράχρηση, όχι σωστή και πρεπούμενη χρήση, της φυσικής ενέργειας. Και, τέλος,
Παράχρηση της φυσικής ενέργειας είναι ή κίνηση πού είναι ασύμφωνη με ότι φυσικό και πού αποτελεί ήδη καθεστώς.
Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή της εσωτερικής διαδικασίας πού δημιουργεί στον άνθρωπο τον πόνο, έχουμε τα παρακάτω δεδομένα.

Βασικά στη φύση του άνθρωπου υπάρχει ή δυνατότητα κινήσεως. Ή κίνηση αυτή μπορεί να είναι "κατά φύσιν", τέτοια δηλαδή πού να εξυπηρετεί τη φύση σύμφωνα με το βασικό σκοπό πού γι' αυτόν υπάρχει ή φύση. Μπορεί όμως ή κίνηση να είναι και "παρά φύσιν". Ή "παρά φύσιν" αυτή κίνηση αποτελεί "παράχρησιν", όχι σωστή δηλαδή χρήση του τρόπου, με τον όποιο δημιουργείται αυτή ή κίνηση. Τότε ή κίνηση αυτή είναι αφύσικη, αντίθετη προς τον κανονικό τρόπο, με τον όποιο λειτουργεί σωστά και κατά σκοπό, αντίθετη προς "το πεφυκός και υφιστάμενον", πού υπήρχε πρίν.

Ή παραφυσική αυτή κίνηση αποτελεί εκβιασμό της φυσικής λειτουργίας της δυνάμεως πού προκαλεί την κίνηση. Ήδη ή λειτουργία αυτή γίνεται έξη στη φύση, μια κανονικά δηλαδή επαναλαμβανόμενη διαδικασία. Ό βιασμός της λειτουργίας της δυνάμεως αυτής αποτελεί πια πάθος, κάτι πού παθαίνει, πού υφίσταται ή δύναμη αυτή και ή έκτική δύναμη γίνεται αρνητική. Αποτελεί συνεπώς ανώμαλη λειτουργία της. Το πάθος-πάθημα αυτό δεν είναι παρά ελάττωμα και αρρώστια και πάθηση της φυσικής έξεως. Από τέλεια δηλαδή ή φυσική έκτική δύναμη, ή δύναμη της φύσεως να αποκτά έξεις και συνήθειες, στον τρόπο της λειτουργίας της γίνεται πλημμελής και ελαττωματική. Ή ελαττωματικότητα αύτη ή, έστω, ή υποχώρηση της κανονικής λειτουργικότητος της φύσεως στο σημείο αυτό προκαλεί το αίσθημα του πόνου.

Ή παραπάνω ανάλυση είναι προφανώς πολύ θεωρητική και αφηρημένη και γι' αυτό και δυσνόητη ίσως. Για να γίνει πιο αντιληπτό το περιεχόμενο της είναι ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε ένα απτό παράδειγμα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη φυσική κίνηση ικανοποιήσεως της ανάγκης να πιούμε νερό.

Ή κατά φύσιν κίνηση είναι να πάρουμε νερό και να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας. Αν όμως πάρουμε αντί για νερό οινόπνευμα, τότε ή κίνηση αυτή γίνεται παρά φύσιν γιατί δεν είμαστε καμωμένοι να πίνουμε οινόπνευμα. Ή κίνηση μας αυτή γίνεται κίνηση "κατά παράχρησιν", όχι δηλαδή σωστά και σύμφωνα με το φυσικό τρόπο πού θα έπρεπε να γίνει ή κίνηση αυτή. Είναι αντίθετη με άλλα λόγια προς ότι θα αποτελούσε τον κανονικό τρόπο κινήσεως για την ικανοποίηση της φυσικής ανάγκης να πιούμε νερό.

Ή αντίθετη προς τη φύση κίνηση αυτή, να πάρουμε οινόπνευμα αντί για νερό, αποτελεί εκβιασμό της φυσικής λειτουργίας της δυνάμεως πού προκαλεί την κίνηση αυτή. Ή δύναμη  μας κινεί να πάρουμε νερό.  Εμείς την εκβιάζουμε και παίρνουμε οινόπνευμα. Ή παραφυσική αυτή λειτουργία να παίρνουμε οινόπνευμα, επαναλαμβανόμενη συχνά γίνεται έξη, συνήθεια. 

Έτσι ό βιασμός της φυσικής λειτουργίας πού γίνεται για να παίρνουμε αντί για νερό, όταν διψούμε, οινόπνευμα αποτελεί, αφού επαναλαμβάνεται συχνά, αυτό πού λέμε πάθος, κάτι δηλαδή πού παθαίνει και υφίσταται ή έκτική δύναμη της φύσεως. Το πάθος όμως του να πίνουμε οινόπνευμα αντί για νερό αποτελεί ελαττωματικότητα της φυσικής έξεως και αρρώστια της. Ή έκτική δύναμη, άρρωστη πια, αντί να μάς σπρώχνει να παίρνουμε νερό πού πράγματι χρειάζεται ή φύση μας, μάς σπρώχνει τώρα να παίρνουμε οινόπνευμα πού δεν χρειαζόμαστε, αλλά μάς έγινε τώρα αναγκαίο, πιο αναγκαίο και από το νερό. Ή υποχώρηση τώρα της φυσικής έξεως και ή αντικατάσταση της από την καινούργια έξη, το πάθος του πιοτού στην περίπτωση μας, έχει ως εκδήλωση τελική τον πόνο πού έδώ εκφράζεται ως αλκοολισμός και αρρώστια του οργανισμού, ή όποια θα τον οδηγήσει τελικά στο θάνατο, την ύψιστη μορφή οδύνης και πόνου.

ΒΙΒΛ. ΗΔΟΝΗ ΟΔΥΝΗ. ΑΡΧΙΜ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ.