Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Ψιθυρίσματα από το Άγιο Όρος.




Κάθε φορά που αποφασίζω να ανέβω στο Άγιο Όρος το θεωρώ ως μεγάλη ευκαιρία, ως ένα στοίχημα με τον εαυτό μου να τεντώσω το αυτί μου και να ακούσω το ψιθύρισμα του Θεού. Γνωρίζω εξαρχής ότι αυτό είναι ακατόρθωτο, αφού προϋποθέτει ταπείνωση και αγάπη ειλικρινή προς το Θεό, καταστάσεις ξένες προς εμένα. Όμως, αυτήν την ευκαιρία την εκλαμβάνω ως ένα κάλεσμα και με λαχτάρα προσπαθώ να ζήσω την κάθε στιγμή στην εκεί παρουσία μου.
Αυτή τη φορά, χωρίς να έχω χρόνο να σκεφτώ και να δώσω λίγες στιγμές να έλθω εις εαυτόν, βρέθηκα απευθείας στα χώματα αυτά. Ίσως, για να μην καταλάβω ότι πατώ, αγγίζω, μυρίζω, βλέπω και γεύομαι αυτά τα οποία έχουν ποτιστεί, αλλά και ποτίζονται με προσευχή, με προσπάθεια για τον καλό αγώνα, με ιδρώτα και πολλά δάκρυα. Γιατί, όταν αρχίζεις και το βιώνεις τρομάζεις. Τρομάζεις αφού βλέπεις ότι είσαι αδύναμος, εμπαθής, σκοτεινός. Μα έτσι δεν είμαι και γω;
Ένα πρωινό που περπάταγα σε μονοπάτι από τις Καρυές για τη μονή, λογιζόμενος την ψυχική μου ακαταστασία, έφτασα σε σημείο που δεν ήξερα τι να κάνω. Να φύγω ή να μείνω;
Να ζητήσω βοήθεια ή να προσπαθήσω μόνος μου; Να απελπιστώ ή να αναζητήσω ελπίδα;
Ρώτησα έναν καλόγερο, τι κάνει κανείς όταν φτάνει σε αυτό το σημείο. Με κοίταξε, χαμογέλασε και μου απάντησε:
-           Κλείσε τα μάτια του σώματος σου, αφουγκράσου τον εαυτό σου και αφού ανοίξεις τα μάτια της ψυχής αναζήτησε Αυτόν που σε περιμένει.
-           Δηλαδή;
-           Προσπάθησε, με προσοχή και προσευχή. Και με βοηθό τον πνευματικό σου θα οδηγηθείς με ασφάλεια στο μονοπάτι αυτό. Μόνο απλά να Τον έχεις στη σκέψη σου, στη ζωή σου.
-           Θα με ακούσει; Θα έρθει κοντά μου;
-           Μα είναι κοντά σου. Πιο κοντά σου δεν γίνεται. Εμείς δεν τον βλέπουμε παιδί μου.
Μου χαμογέλασε πάλι και κίνησα για τον προορισμό μου, εκεί όπου θα με φιλοξενούσαν. Δε ξέρω τι έγινε, ο Θεός ξέρει, αλλά το επόμενο πρωί κατά τη διάρκεια του όρθρου κάτι όμορφο μέσα μου, απλώθηκε απαλά και γλυκά. Δόξα σοι ο Θεός έλεγα και ξανάλεγα.
Όταν επέστρεψα στην πόλη, μου ζήτησαν να πω κάτι, να τους διηγηθώ ότι ήθελα. Δεν ήξερα πραγματικά τι να τους πω. Αισθάνθηκα, πρώτη φορά, ότι οι λέξεις ήταν φτωχές και τα γράμματα δεν μπορούσαν να εκφράσουν αυτά τα βιώματα. Δεν είχα απάντηση, μα ούτε και έχω. Στο μόνο που θα μπορούσα να σταθώ ήταν όχι στα εξωτερικά στοιχεία, όπως στην αρχιτεκτονική των κτιρίων και στη φύση, αλλά στην αγάπη και τη φιλοξενία των μοναχών. Μα έτσι δεν αδικώ; Ναι, διότι και τα στρωμένα κρεβάτια που λιτά είχαν ετοιμαστεί και για μένα τον άγνωστο μα αγαπητό σε αυτούς επισκέπτη, ως γεγονός είναι σπουδαίο και σημαντικό, έκφραση αγάπης. Πού να πρωτοσταθώ; Κάθε γεγονός, κάθε πράμα, και κάθε στιγμή αποτελεί αφορμή να στρέψουμε προς Αυτόν το πρόσωπο μας και να βρούμε τον αδελφό μας.
Έτσι δε λένε; Βρήκες τον αδελφό σου; Βρήκες Κύριον το Θεό σου. Αυτές τις εικόνες πως μπορεί κανείς να τις περιγράψει;
Η μόνη εικόνα που μετέφερα σε ένα φίλο, όταν επέμενε, ήταν ότι εκεί βρήκα λύπη που χαροποιεί, σιωπή που κραυγάζει, τραχύτητα που σε αγγίζει απαλά, μοναξιά που σε κοινωνεί.

Δ. Ε.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΟΥΣΗΣ.
ΒΙΒΛΙΟΓ. ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ. Ι.Ν. ΑΓΙΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΘΗΣΕΙΟΥ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.