ΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
Ένας καλαίσθητος και
ογκώδης τόμος 830 σελ. με τίτλο «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ
ΠΑΡΑΔΟΣΗ» κυκλοφόρησε πρόσφατα Είναι καρπός γνωστού ησυχαστή της Καψάλας του
Αγίου Όρους, ό όποιος επιλέγει την ανωνυμία. Ό τόμος παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Το περιεχόμενο του διαιρείται σε πέντε μέρη:
Α'. Συναξάρια,
Β'. Περιστατικά,
Γ. Αποφθέγματα, Δ'.
Ρήσεις και διηγήσεις Γέροντος Παισίου.
Ε. Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών.
Ό συγγραφέας με
επιμέλεια έχει συγκεντρώσει βιογραφικά στοιχεία παλαιών αγιορειτών και έχει
καταγράψει αξιοθαύμαστα περιστατικά και ψυχωφελέστατα αποφθέγματα. Από τη
μελέτη του τόμου διαπιστώνει κανείς ότι ή ασκητική και ησυχαστική αγιορείτικη
παράδοση δεν τηρείται από όλους τους νεώτερους αγιορείτες μοναχούς. Το κοσμικό
φρόνημα, οι ανέσεις και ή εύκολη ζωή τους έχουν απομακρύνει από την παράδοση.
Το βιβλίο αναφέρεται
στους παλαιούς αγιορείτες πατέρες, οι όποιοι δεν είχαν την κατά κόσμο σοφία -όπως
συμβαίνει με τούς σημερινούς μοναχούς - ήταν όμως πιστοί στην αγιορείτικη
παράδοση, γι' αυτό και είχαν την κατά θεό σοφία
Από το τέταρτο μέρος του
τόμου ανθολογώ και σχολιάζω μερικές ρήσεις και διηγήσεις του Γέροντος Παισίου, για
να εκτιμήσουν καλύτερα οι αναγνώστες μου το πνευματικό περιεχόμενο του βιβλίου.
Ό Γέροντας Παΐσιος
συχνά αναφερόταν στο αγωνιστικό πνεύμα και την ευλάβεια, πού υπήρχε στα παλαιά
κοινόβια. Ιδιαίτερα μιλούσε για την προσπάθεια των πατέρων να διευκολύνουν
κάποιον, ό όποιος ήταν δόκιμος. Του προσέφεραν διάφορα αναγκαία πράγματα, για
να τον άναπαύσουν. Έτσι «ό νέος μοναχός, πού ήταν ένα μπουμπούκι, εύρισκε το
κατάλληλο κλίμα να ανθίσει και να καρποφορήσει δεν γινόταν όπως σήμερα, πού σε
πολλά μοναστήρια υπάρχει ένα στρατιωτικό πνεύμα και μια αρρωστημένη υπακοή,
οπότε το μπουμπούκι (ό νέος μοναχός) συνέχεια χτυπιέται από βροχές και παγωνιές
και δεν μπορεί ν' ανθίσει Υπήρχαν τότε ευλαβείς Γέροντες, πού έδιναν καλό
παράδειγμα».
Στην εποχή μας τα πιο
πολλά βιβλία ασκητικού περιεχομένου τα έχουν γράψει κοσμικοί κληρικοί και
θεολόγοι, χωρίς να έχουν καμιά πνευματική εμπειρία. Ενώ οι ίδιοι είναι δούλοι
των παθών τους, περιγράφουν και αναλύουν τα κατορθώματα των Αγίων Πατέρων,
νομίζοντας ότι επιτελούν σπουδαίο έργο, κάτι πού δεν συμβαίνει. Ό Γέροντας έλεγε
σχετικά: «Όποιος μιλά ή γράφει για τούς Αγίους Πατέρες και δεν έχει καθαριστεί από
τα πάθη, μοιάζει με τενεκέ, πού μέσα έχει μέλι, άλλα μυρίζει πετρέλαιο».
Είπε ό Γέροντας:
«Όταν στην προσευχή δεν νιώθουμε παρηγοριά και χαρά, όπως το μικρό παιδί, που
πηγαίνει στην αγκαλιά της μάνας του, τότε ή κάποιον έχουμε πληγώσει με την
συμπεριφορά μας και τη σκληρότητα ή υπάρχει υπερηφάνεια».
Με τον υπερήφανο
άνθρωπο είναι αδύνατο να συνεννοηθεί κάποιος. Είναι πάντα αρνητικός στην άποψη
τού άλλου. Ακόμα και ή χάρη του Θεού δυσκολεύεται. Το αντίθετο συμβαίνει με τον
ταπεινό, ό όποιος έχει την προστασία του Θεού και σε στιγμές μεγάλης αδυναμίας.
Ό Γέροντας Παΐσιος ανησυχούσε πολύ για την πνευματική πορεία τού υπερήφανου
άνθρωπου και από την πλούσια εμπειρία του είχε καταλήξει στο έξης: «Ό άνθρωπος
πού έχει ταπείνωση, και να ξεκλίνει κάποτε, τον σκεπάζει ή χάρη του Θεού, ενώ ό
υπερήφανος είναι σαν το χαλασμένο τιμόνι, πού πάντα βαδίζει στραβά ή σαν ένα
πριόνι, πού είναι τροχισμένο από τη μία μόνο πλευρά».
Ό προσευχόμενος
γεύεται μοναδική εκ Θεού γλυκύτητα. Ή αγάπη όμως, πού συνοδεύεται από μικρές
και μεγάλες θυσίες, μειώνει την προσευχή του, γιατί πρέπει να προσφέρει στους
αδελφούς υλικά και πνευματικά αγαθά.
Αυτό δεν πρέπει να
θεωρείται πτώση. Είναι άδικο να κρίνουμε τούς άλλους, επειδή επιλέγουν κάτι
διαφορετικό από μας. Ούτε πρέπει να ζυγίζουμε πάντα με την ίδια ζυγαριά ούτε επίσης
να κρίνουμε με τα ίδια κριτήρια όλους τούς συνανθρώπους μας: Ο Θεός γνωρίζει τα
πάντα -και εσώτερες επιθυμίες μας- και αναπληρώνει όσα εμείς, όχι από κακή
πρόθεση, αλλά από αγαθή διάθεση να
υπηρετήσουμε την αγάπη προς τον πλησίον, παραλείπουμε. Ό Παίσιος, πού
καθημερινά δεχόταν στο υπαίθριο αρχονταρίκι της παναγούδας δεκάδες επισκέπτες, με
βεβαιότητα είχε καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα. Έλεγε συγκεκριμένα: «Όταν γλυκαθεί
κανείς στην ευχή, δεν θέλει να βγει από το κελί του. Τότε ή ευχή δεν κουράζει,
άλλα ξεκουράζει. Όταν εμείς δεν θέλουμε να
βγούμε από το καλύβι μας αλλά από αγάπη βγαίνουμε και θυσιάζουμε με την ησυχία μας χάριν κάποιου αδελφού, τότε
ό Θεός βλέπει αγάπη μας και αναπληρώνει».
Είπε ό Γέροντας:
«Κάποτε μου παρουσιάστηκε ό σατανάς και μου είπε να τον προσκυνήσω, γιατί είναι
ό Χριστός. Αμέσως του απάντησα: «Εγώ τον Χριστό μου πάντα τον προσκυνώ. Και αν
ήσουν ό Χριστός, δεν θα μου ζητούσες να σε προσκυνήσω»:
Στα διάφορα βιβλία,
πού αναφέρονται στη ζωή μοναχών, και ιδίως του Αγίου Όρους, συχνά διατυπώνονται
επαινετικές κρίσεις για ανθρώπους, που ήταν ακατάστατοι και απρόσεκτοι. Οι
συγγραφείς συνήθως αρνούνται να δεχτούν ότι πολλοί από αυτούς ήταν ιδιόρρυθμοι,
παράξενοι και αφελείς και ή πορεία τους δεν ήταν κατά Χριστό. Χρειάζεται
προσοχή, για να μη προβάλλονται τέτοιοι άνθρωποι οι όποιοι ήταν παραδείγματα
προς αποφυγήν και όχι προς μίμηση.
Όπως πάλι δεν πρέπει να
δικαιολογούν τους πάντες με το επιχείρημα πώς τάχα ήταν διά Χριστό σαλοί. Να μη
συγχέουν την ενοχλητική ιδιορρυθμία και την αφέλεια με τον καθαρό πνευματικό
αγώνα. Ό Γέροντας τόνιζε: «Για τους μη προχωρημένους πνευματικά ή εξωτερική
ακαταστασία δείχνει την εσωτερική».
Πολλοί επισκέπτες
μοναστηριών με ενδιαφέρον ακούν διάφορα θαυμαστά γεγονότα, που συνέβησαν στο
παρελθόν, αλλά και πρόσφατα και τα διηγούνται στους γνωστούς τους.
Εντυπωσιάζονται, χωρίς όμως να παίρνουν τις αποφάσεις, πού θα έπρεπε
προκειμένου να αλλάξουν τρόπο ζωής και να γευθούν τούς γλυκούς καρπούς της
πνευματικής ζωής. Τη διαπίστωση αυτή είχε κάνει ό Γέροντας, με αφορμή την κίνηση
της κανδήλας στην Παναγία των Ιβήρων: «Ή Παναγία προσπαθεί να μας αφυπνίσει, για
να μετανοήσουμε, αλλά οι σημερινοί άνθρωποι δεν κουνιούνται (συνέρχονται), όσο
κι αν κουνιούνται τα καντήλια».
Ό πνευματικός
αγωνιστής συμμετέχει στον πόνο και τη δυστυχία των άλλων. Δεν μένει αδιάφορος.
Προϋπόθεση όμως είναι ή σχετική ενημέρωση. Δυστυχώς, πολλοί είναι κλεισμένοι
στον εαυτό τους και απορροφημένοι από τις επαγγελματικές τους απασχολήσεις, για
αυτό μένουν απαθείς απέναντι στον πόνο των αδελφών τους. Αυτό παρατηρείται και
σε πολλούς μοναχούς, όπως τόνιζε ό
Γέροντας Παΐσιος:
«Πολλές φορές εμείς οι μονάχοι γινόμαστε σκληροί με το να μη ζούμε, επειδή δεν
βλέπουμε, τον πόνο των άλλων. Ενώ οι λαϊκοί οι καημένοι είναι πονετικοί, επειδή
ζουν κοντά σε πονεμένους ανθρώπους. Γι' αυτό πρέπει τον πόνο των άλλων να τον
κάνουμε δικό μας πόνο και να προσευχόμαστε για όλους».
Είπε ό Γέροντας: «Στην
έρημο αισθάνεται κανείς τον εαυτόν του μικρό, και όταν συναντήσει άνθρωπο, του
δείχνει μεγάλη αγάπη, έστω κι αν είναι άγνωστος».
Είπε ό Γέροντας: «Ή
προσευχή είναι σαν το αλεξικέραυνο, πού τραβά τούς κεραυνούς. Αυτή ματαιώνει την
οργή του Θεού. Καθήκον του μοναχού είναι ή προσευχή για τον εαυτό του και για
τον κόσμο».
Είπε ό Γέροντας:
«Ταπείνωση έχει αυτός, πού ότι καλό κάνει, το ξεχνά αμέσως και το παραμικρό καλό,
πού του κάνουν, το θεωρεί πολύ μεγάλο και νιώθει ευγνωμοσύνη».
Είναι σπουδαίο πράγμα
να εμπιστεύεσαι κάποιον, ό όποιος έχει πνευματική εμπειρία, και να δέχεσαι το
λόγο του χωρίς την παραμικρή αμφιβολία. Πολλά προβλήματα σου θα βρίσκουν τη
λύση τους, χωρίς να κοπιάζεις πολύ και προπαντός χωρίς να πειραματίζεσαι. Ή
γνώμη του έμπειρου άνθρωπου είναι πάντα βαρύνουσα και ας υστερεί καμιά φορά σε
κάποια σημεία Ό Γέροντας για το θέμα αυτό έλεγε:
«Υπακοή στο Γέροντα
είναι, ας υποθέσουμε, σαν ένα βότανο, πού χρειάζεται, όταν είσαι κρυωμένος. Ρωτάς
το Γέροντα, σού το δείχνει και το παίρνεις. Τελειώνει ή υπόθεση. Ενώ όταν είσαι
μόνος σου δοκιμάζεις όλα τα βότανα, μέχρι να βρεις το κατάλληλο και ίσως μέχρι
να το βρεις θαχεις πάθει μεγαλύτερη ζημιά από την ωφέλεια, πού σού προσφέρει».
Πρεσβ. Διονύσιος
Τάτσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.