ANDRE GUILLOU
ΟΙ ΕΠΙΜΕΜΠΤΟΙ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ
ΟΙ ΕΠΙΜΕΜΠΤΟΙ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ
Σε γενικές γραμμές η ζωή δεν είναι ιδιαίτερα φαιδρή στη βυζαντινή επαρχία ο Κύριλλος Φιλεώτης το διαπιστώνει το 12ο αιώνα, γράφοντας: «οικτείρω τον άνθρωπο που βασανίζεται από τα εξής δύο κακά, το κρύο και την πείνα». Προφανώς ήξερε καλά για ποιο πράγμα μιλούσε. Δυο γνωμικά του 10ου αιώνα, προερχόμενα απ' την αρχαιότητα και προσαρμοσμένα στο πνεύμα της εποχής, μπορούν να χρησιμέψουν σαν παραδείγματα. Το πρώτο ανάγεται στον Αριστοτέλη: «η ζωή του ανθρώπου μοιάζει με αγγούρι" τα δυο του άκρα είναι πικρά». Το δεύτερο, κατά τον Ηρόδοτο, είναι κατά τι ευτράπελο, μα διόλου καθησυχαστικό: «η φυλή των Θρακών είναι σοφότατη, κλαίει για τη γέννηση και τραγουδά για τον θάνατο», αναλογιζόμενη προφανώς τη μιζέρια που περιμένει το παιδί και τους πόνους από τους οποίους ο νεκρός απαλλάσσεται.
«Κάθε πολιτισμός» έγραφε πριν από μερικά χρόνια ο
συνάδελφος μου GEORGES DEVEREUX,
«επιτρέπει σε ορισμένες φαντασιώσεις, παρορμήσεις και άλλες εκδηλώσεις του
ψυχισμού να διοχετευτούν και να παραμείνουν στο συνειδητό επίπεδο, ενώ διατηρεί
σε απώθηση κάποιες άλλες. Είναι ο λόγος για τον οποίο όλα τα μέλη ενός και του
αυτού πολιτισμού μοιράζονται από κοινού έναν ορισμένο αριθμό υποσυνείδητων
συγκρούσεων».
Η αποδοκιμασία κάθε σεξουαλικής παρεκτροπής,
θεωρούμενης ως παράβαση ή απόκλιση από τους γαμήλιους κανόνες και γενικώς από
τις μεταξύ των δύο φύλων σχέσεις, συνιστά —και αυτό είναι πλέον κοινότυπο— μια
προβολή υποσυνείδητων επιθυμιών παραβίασης των απαγορεύσεων πάνω σε πρόσωπα που
επιδέχονται τιμωρία ακριβώς γιατί «αντιπροσωπεύουν» την παραβίαση αυτή.
Εξ' άλλου —και αναφέρομαι εδώ στους Μακαρισμούς του
κατά Ματθαίον Ευαγγελίου όπου ο Χριστός απαριθμεί τις κατά βάσιν αρετές με των
οποίων την άσκηση συνδέεται η πραγματική ευτυχία— το ιερό, που υποτείνει τις
απαγορεύσεις της λαϊκής ηθικής, γίνεται ο αποκλειστικός τομέας μιας ευρέως
θεσμοποιημένης θρησκείας που ταυτίζει την παραβίαση των απαγορεύσεων που η ίδια
θεσπίζει με την αμαρτία που μέλλει να τιμωρηθεί οριστικά στον άλλο κόσμο, με το
«διαβολικό» χαρακτήρα των έργων εκείνου που είναι υπεύθυνος των πράξεων του.
Οι βυζαντινοί κώδικες ζωής μας μαθαίνουν ότι κάθε
παρέκκλιση, λιγότερο ή περισσότερο σημαντική, προσδιορίζεται από την επέμβαση
ενός ειδικευμένου δαίμονος: του δαίμονος της αλαζονείας, της συκοφαντίας, του
φθόνου, του θυμού, της αιρέσεως, της λαιμαργίας, της μέθης, της πορνείας...
Στο εσωτερικό αυτού του πλαισίου ιερού-κοσμικού, όπου οι δυο αυτοί όροι δεν βρίσκουν ακριβή αντιστοιχία, η κοινότητα σφυρηλατεί μια κατά φαντασία ταυτότητα, μια παραγωγή φαντασιώδη, που διατηρεί τις ιδιαιτερότητες του εθνικού μέρους του υποσυνείδητου κάθε ατόμου το οποίο εσωτερικεύει τον δεδομένο πολιτισμό.
Ο μάγος, όπως και ο μάντης του χωριού, είναι επαΐοντες που χειρίζονται τεχνικές άχρηστες, τις οποίες οι άνθρωποι δεν επικαλούνται και δεν εμπιστεύονται παρά μόνο σε περίπτωση ανάγκης — αυτοί και μόνο είναι οι όντως περιθωριακοί.
Όλοι οι υπόλοιποι, επικρινόμενοι ή κατακρινόμενοι
από την λαϊκή συνείδηση, μπορούν να θεωρηθούν ως παρεκκλίνοντες ενσωματωμένοι,
που δέχονται από την ομάδα το ρόλο του «να μεταγράψουν τη μια ή την άλλη
σταθερά της».
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΗΜΕΡΙΔΑΣ. ΟΙ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΟΙ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ.
ΙΔΡΥΜΑ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ-ΧΟΡΝ ΑΘΗΝΑ 1993
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.