Ό
πιστός Μιχαήλ Ίβάνοβιτς
Ο
Μιχαήλ Ίβάνοβιτς ήταν ένας πολύ ευσεβής χριστιανός. Ή πεποίθηση του ήταν ότι το
αθεϊστικό καθεστώς πού εγκαθιδρύθηκε στη Ρωσία ήταν ό πρόδρομος του
Αντίχριστου.
Στην
οικογένεια του αγαπούσαν να διαβάζουν την Αγία Γραφή. Την διάβαζαν από την αρχή
μέχρι το τέλος με πολύ ζήλο και προσοχή. Στην οικογένεια του επίσης είχε την
πρώτη θέση ή προσευχή. Απήγγειλαν ατομικές προσευχές, αλλά και προσευχές
λειτουργικές πού προορίζονται για τούς πιστούς.
Ό
Μιχαήλ, χωρίς να λαμβάνει ύπ' όψη τούς κόπους της ημέρας, σηκωνόταν τα
μεσάνυχτα και έπεδίδετο στην προσευχή, την όποια συνόδευε με πολλές
γονυκλισίες. Πολλές φορές δεχόταν τις επιθέσεις του διαβόλου. Ό θαυμάσιος αυτός
χριστιανός τηρούσε με ακρίβεια όλες τις νηστείες και Σαρακοστές, σύμφωνα με
τούς κανόνες της Εκκλησίας, και καθ' όλη τη διάρκεια του έτους δεν έτρωγε
τίποτα, τις Τετάρτες και Παρασκευές, πριν τις 3 το απόγευμα, ή έτρωγε μόνο το
βράδυ, αν και όλη την ήμερα κουραζόταν πολύ. Επίσης μεγάλος ήταν ό ζήλος του για
τη Θεία Λατρεία. Ποτέ δεν παρέλειπε τον εκκλησιασμό τις Κυριακές και τις
Γιορτές. Και ή συμπεριφορά του προς όλους ήταν υποδειγματική. Προς τούς
υφισταμένους του φερόταν με καλοσύνη και αδελφική αγάπη. Το σπίτι του Μιχαήλ
ήταν πάντοτε ανοιχτό στους πεζοπόρους προσκυνητές των μονών, στους φτωχούς και
στους μοναχούς. Ακόμα, ό ευσεβής Μιχαήλ ερχόταν αρωγός σέ άσυλα γερόντων και
ορφανών, καθώς και σέ άρρωστους και σέ φτωχούς εγκαταλελειμμένους.
Ό
Μιχαήλ Ίβάνοβιτς ήταν Διευθυντής ενός προτύπου αγροκτήματος μιας Γεωργικής
Σχολής. Την εποχή αυτή, με την εγκαθίδρυση δηλαδή του κομμουνιστικού
καθεστώτος, παρά την ένταση των διωγμών κατά της Εκκλησίας και παρά την
διακεκριμένη θέση του ως Διευθυντού, ό Μιχαήλ δεν άλλαξε σέ τίποτα τον τρόπο
της ζωής του. Συνέχιζε να εκκλησιάζεται τακτικά και να αναπτύσσει θρησκευτική
δράση.
Στην
εργασία του, χωρίς να λαμβάνει ύπ' όψη του την καθιέρωση από τούς μπολσεβίκους
της εβδομάδος των 10 ήμερων, αυτός ακολουθούσε τη θρησκευτική εβδομάδα των 7
ήμερων και δεν παρέλειπε τον τακτικό εκκλησιασμό και την αργία των εορτάσιμων
ήμερων. Μια τέτοια σταθερή και ανυποχώρητη διαγωγή, δεν ήταν δυνατόν να διαφυγή
την προσοχή των κρατικών αρχών. Επανειλημμένα τον απείλησαν και τον διέταξαν να
προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, όμως χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι Αρχές ωστόσο δεν
έσπευδαν να τον τιμωρήσουν, λόγω της μεγάλης επαγγελματικής Ικανότητος του και του
υποδειγματικού τρόπου με τον όποιο εκτελούσε τα καθήκοντα πού του είχαν ανατεθεί.
Τέλος,
το 1928, ό Μιχαήλ Ίθάνοθιτς ξαφνικά συνελήφθη, χωρίς καμιά συγκεκριμένη
κατηγορία, ποινική ή πολιτική. Ή Αστυνομία του δήλωσε καθαρά:
«Καίτοι είσθε για
μας αναντικατάστατος στην εργασία σας, όμως είμαστε υποχρεωμένοι να σας απομακρύνουμε,
λόγω των θρησκευτικών σας πεποιθήσεων». Μετά από μερικούς μήνες φυλάκιση, εξορίστηκε
στη Σιβηρία, σ' ένα μικρό νησί πού σχηματίζεται στον ποταμό Αγκαρα. Το νησί αυτό
πού ονομάζεται Κέσμα βρίσκεται στο πιο ψυχρό μέρος της χώρας. Ό Μιχαήλ για να πάει
στον τόπο της εξορίας διήνυσε με τα πόδια απόσταση 1000 χιλιομέτρων, με
θερμοκρασία 60 Βαθμούς υπό το μηδέν, αναπαυόμενος τις νύχτες στις σκηνές των
νομάδων της περιοχής.
Όταν
ήταν ακόμα στο σπίτι του, ό Μιχαήλ Ίθάνοθιτς έκανε καθημερινά την έξης προσευχή:
«Κύριε, κρίνε με άξιο να υποφέρω για το όνομα Σου»! Τώρα όμως πού οι
ταλαιπωρίες του έφθασαν στο απροχώρητο, παρακαλούσε τον Κύριο να τον πάρει
κοντά του το γρηγορότερο. Τούτο το μαθαίνουμε από τις επιστολές του. Στο νησί
Κέσμα έμεινε ό Μιχαήλ τρία χρόνια, με δικά του έξοδα, χωρίς όμως τη δυνατότητα να
προμηθεύεται εύκολα τροφές. Ήταν πάντοτε υπό την επίβλεψη της αστυνομίας, άλλ'
είχε αποσπάσει την αγάπη και το σεβασμό των κατοίκων της περιοχής. Πολλές φορές
έρχονταν μερικοί να του κάνουν επίσκεψη και να του φέρουν λίγο φαγητό. Σέ
ανταπόδοση, ό Μιχαήλ διάβαζε προς χάρη του επισκέπτου του μια περικοπή από την
Αγία Γραφή ή από τα λειτουργικά βιβλία. Ή ενέργεια του αυτή χρησίμευε ως
δικαιολογητικό στην αστυνομία, να του επιβάλει καινούργια ποινή...
Πράγματι,
τη στιγμή κατά την όποια ό χρόνος της εξορίας (3 χρόνια) έπαιρνε τέλος, αντί να
αφεθεί ελεύθερος, εισήχθη έκ νέου σέ δίκη και καταδικάστηκε για «υποκίνηση
αντικαθεστωτικής δράσεως μεταξύ του πληθυσμού». Του επέβαλαν, ως έκ τούτου, τη βαριά
ποινή του εγκλεισμού επί 10 χρόνια στις φυλακές του Κρασνοϊάρσκ της νότιας
Σιβηρίας.
Ευρισκόμενος
έδώ, τελείως αποκομμένος από τον κόσμο, αφιερώθηκε περισσότερο στην προσευχή.
Μέσα στο εχθρικό περιβάλλον πού ήταν αναγκασμένος να ζει, κράτησε ψηλά το τίμιο
όνομα του χριστιανού. Στις συνηθισμένες του προσευχές πρόσθεσε και τις
ακολουθίες των Ωρών από το Ωρολόγιο της Εκκλησίας.
Ένας
κατάδικος πού βρισκόταν στην ίδια φυλακή με τον Μιχαήλ, διηγείτο
αργότερα ότι,
όλοι οι φυλακισμένοι έλεγαν: «Με συντροφιά ένα τέτοιο άνθρωπο, ευχαρίστως μένει
κανείς όλη του τη ζωή στη φυλακή»! Ήταν πράγματι για όλους τούς συγκρατουμένους
του πηγή παρηγοριάς. Ή διαγωγή, ή τόσο βαθειά χριστιανική του Μιχαήλ, εξαγρίωσε
την αστυνομία, ή οποία του επέβαλε ποινή φυλακίσεως άλλων 10 ετών...
Τα
χρόνια πέρασαν και ό πόλεμος με τούς Γερμανούς (1941) είχε αρχίσει. Λόγω του
πολέμου καμιά είδηση για τούς φυλακισμένους δεν υπήρχε. Έτσι αγνοείται το τέλος
αυτού του υπέροχου χριστιανού, ό όποιος από το 1920 κρατείτο συνεχώς στις
φυλακές
και τα στρατόπεδα, λόγω της πίστεως του και
της αγάπης του προς τον Κύριο και Θεό του... (Μ. Ροlsky: Ό.π. σ. 182-185).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΣΟΛΩΝΟΣ ΝΙΝΙΚΑ. ΟΙ ΝΕΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
(1917-1987)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.