Πράγματι, ανάμεσα σ’ όλους τους μοναχούς του Αγίου Θεοδοσίου που αναφέρει ο Μόσχος, μόνο δύο απέφυγαν σίγουρα τα ξίφη των Περσών.
Ήταν «δυο αδερφοί [στη μονή] που είχαν δώσει όρκο ότι ποτέ δεν θα αποχωριστούν ο ένας τον άλλο, ούτε στη ζωή ούτε στο θάνατο. Τον καιρό που ζούσαν στο κοινόβιο ο ένας από τους αδερφούς κυριεύτηκε από τη λαχτάρα να κάνει δική του μια γυναίκα. Ανίκανος ν’ αντισταθεί στη λαχτάρα του, είπε στον αδερφό του: “Ελευθέρωσέ με αδερφέ, γιατί μ’ έχει κυριεύσει ο πόθος και θέλω να επιστρέφω στον κόσμο”. Ο αδερφός όμως δεν ήθελε να τον ελευθερώσει απ’ τον όρκο κι έτσι πήγε μαζί του στην πόλη. Ο πρώτος αδερφός πήγε σ’ έναν οίκο ανοχής, ενώ ο άλλος έμεινε απ’ έξω κι έπαιρνε χώμα απ’ τη γη και το έριχνε στο κεφάλι του. Μόλις βγήκε ο αδερφός του που είχε μπει στο πορνείο και είχε κάνει την πράξη, ο άλλος του είπε, “Αδερφέ μου, τι ωφέλεια είχες από την αμαρτία; Ας επιστρέφουμε στο μοναστήρι μας”. Όμως ο πρώτος απάντησε: “Δεν μπορώ να ξαναγυρίσω στην έρημο. Πήγαινε εσύ. Εγώ θα μείνω στον κόσμο”».
Ανήμπορος να του αλλάξει γνώμη, ο δεύτερος αδερφός έμεινε μαζί του και βρήκαν και οι δυο δουλειά σε μια οικοδομή στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, εκεί όπου χτιζόταν ένα καινούργιο μοναστήρι. «Ο αδερφός που είχε επισκεφτεί το πορνείο έπαιρνε το μισθό και των δύο και κάθε Σαββατοκύριακο πήγαινε στην πόλη και ξόδευε σε ασωτίες τα χρήματα που είχαν βγάλει. Ο άλλος όμως ποτέ δεν παραπονιόταν. Αντί γι’ αυτό, νήστευε καθημερινά κι έκανε τη δουλειά του σιωπηλά, χωρίς να μιλάει σε κανέναν».
Οι υπόλοιποι εργάτες γρήγορα κατάλαβαν ότι κάτι περίεργο συνέβαινε και κάποτε αποφάσισαν να μιλήσουν στον ηγούμενο, τον αμπα Αβράμιο. Ο ηγούμενος δεν άργησε να του αποκαλύψει όλη την ιστορία.
“Για χάρη
του αδερφού
μου”, είπε
ο καλός
μοναχός “
υπομένω όλ’
αυτά, ελπίζοντας
ότι ο
Θεός θα
δει τα
βάσανα μου
και θα
σώσει το
φίλο μου”.
Όταν το άκουσε αυτό ο άγιος άμπα Αβράμιος, αποκρίθηκε: “Ο Κύριος σου χάρισε και την ψυχή του αδερφού σου”. Έπειτα επέτρεψε στον καλό μοναχό να αποχωρήσει, και ιδού! Έξω απ’ το κελί του ηγουμένου ο αδερφός του είχε πέσει στο έδαφος και φώναζε: “Αδερφέ μου, πάρε με στην έρημο για να σωθώ!” Αμέσως τον πήρε και τον πήγε σε μια σπηλιά κοντά στον Άγιο Ιορδάνη και τον έκλεισε εκεί μέσα. Λίγο καιρό αργότερα ο αμαρτωλός αδερφός -έχοντας κάνει μεγάλη πρόοδο σε θέματα της ψυχής και του Θεού- έφυγε από τη ζωή. Ο άλλος αδερφός, πιστός στον όρκο του, παρέμεινε στη σπηλιά και με τον καιρό πέθανε κι αυτός εκεί μέσα».
Όταν το άκουσε αυτό ο άγιος άμπα Αβράμιος, αποκρίθηκε: “Ο Κύριος σου χάρισε και την ψυχή του αδερφού σου”. Έπειτα επέτρεψε στον καλό μοναχό να αποχωρήσει, και ιδού! Έξω απ’ το κελί του ηγουμένου ο αδερφός του είχε πέσει στο έδαφος και φώναζε: “Αδερφέ μου, πάρε με στην έρημο για να σωθώ!” Αμέσως τον πήρε και τον πήγε σε μια σπηλιά κοντά στον Άγιο Ιορδάνη και τον έκλεισε εκεί μέσα. Λίγο καιρό αργότερα ο αμαρτωλός αδερφός -έχοντας κάνει μεγάλη πρόοδο σε θέματα της ψυχής και του Θεού- έφυγε από τη ζωή. Ο άλλος αδερφός, πιστός στον όρκο του, παρέμεινε στη σπηλιά και με τον καιρό πέθανε κι αυτός εκεί μέσα».
Στάθηκα
μπροστά στον
τάφο του
Ιωάννη Μόσχου,
του ανθρώπου
που στα
γραπτά του
όφειλα αυτό
το οδοιπορικό
και στα
χνάρια του
οποίου ταξίδευα.
Πάνω στην ταφόπλακα ήταν ακουμπισμένη μια μοντέρνα εικόνα του, που τον απεικόνιζε γερασμένο, με γκρίζα μαλλιά, με ένα ειλητάριο στο ένα του χέρι και ένα καλάμι στο άλλο. Ώστε από εδώ, συλλογίστηκα, ξεκίνησε κι εδώ -έπειτα απ’ όλα του τα ταξίδια στα μήκη και τα πλάτη της βυζαντινής Ανατολικής Μεσογείου- επέστρεψε τελικά.
Πάνω στην ταφόπλακα ήταν ακουμπισμένη μια μοντέρνα εικόνα του, που τον απεικόνιζε γερασμένο, με γκρίζα μαλλιά, με ένα ειλητάριο στο ένα του χέρι και ένα καλάμι στο άλλο. Ώστε από εδώ, συλλογίστηκα, ξεκίνησε κι εδώ -έπειτα απ’ όλα του τα ταξίδια στα μήκη και τα πλάτη της βυζαντινής Ανατολικής Μεσογείου- επέστρεψε τελικά.
Ακολουθώντας το παράδειγμα της καλόγριας, και παρ’ όλο που δεν το πολυσυνηθίζω πλέον, άρχισα να προσεύχομαι και με έκπληξη συνειδητοποίησα με πόση ευκολία έβγαινε από μέσα μου η προσευχή. Προσευχήθηκα για τους ανθρώπους που με είχαν βοηθήσει στη διάρκεια του ταξιδιού μου, τους μοναχούς που μου είχαν δείξει το χειρόγραφο στον Άθω, τους τρομαγμένους σύρους Χριστιανούς του Μαρ Γκαμπριελ, τους Αρμένιους στο Χαλέπι και τους παλαιστίνιους Χριστιανούς στο στρατόπεδο του Μαρ Ελιάς. Κι έπειτα έκανα αυτό που πιστεύω ότι είχα έρθει να κάνω" ζήτησα την ευλογία του Ιωάννη Μόσχου για το υπόλοιπο του ταξιδιού και κυρίως την προστασία του στις ξερές, άγονες εκτάσεις τις Άνω Αιγύπτου, στο πιο επικίνδυνο κομμάτι του ταξιδιού.
Έπειτα
σηκώθηκα, ανέβηκα
τις σκάλες
και βγήκα
έξω,στο
εκτυφλωτικό φωτεινό
μεσημέρι της
Ιουδαίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. ΟΥΙΛΙΑΜ ΝΤΑΛΡΙΜΠΛ.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΙΔΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.