Η
μεγαλύτερη ίσως έκπληξη που μου επεφύλαξαν αυτές οι βόλτες ήταν το γεγονός ότι
ανακάλυψα πόσο λίγα πράγματα έχουν απομείνει από τη βυζαντινή Ιερουσαλήμ. Τη
στιγμή που στη βόρεια Συρία εκατοντάδες ανώνυμες και άγνωμες πόλεις της ύστερης
αρχαιότητας σώζονται κυριολεκτικά ανέπαφες, στην Ιερουσαλήμ, τη
μεγαλοπρεπέστερη κάποτε πόλη ολόκληρης της χριστιανικής αυτοκρατορίας, μόνο κάποια
θραύσματα μωσαϊκών δαπέδων και λίγοι σωροί από σπασμένες κολόνες έχουν απομείνει
να υπαινίσσονται όλα εκεί- που έχουν χαθεί. Ακολουθώντας μες στην πόλη τα ίχνη
που σου
υποδεικνύουν οι σελίδες του Μόσχου, ανακαλύπτεις μια ποικιλία από υγρά κελάρια
και ξεχασμένες κρύπτες, αλλά ακόμη κι εδώ λίγα πράγματα επιβιώνουν που να
παρουσιάζουν κάτι παραπάνω από περιορισμένο ιστορικό ενδιαφέρον. Η ειρωνεία
είναι ότι το μοναδικό σημαντικό βυζαντινό οικοδόμημα που σώζεται στην πόλη,
είναι ένα τζαμί -ο Θόλος του Βράχου- διακοσμημένο από βυζαντινούς τεχνίτες στα
τέλη του εβδόμου αιώνα, λίγο μόνο καιρό μετά την πτώση του ανατολικού κομματιού
της Αυτοκρατορίας, για τους νέους μουσουλμάνους κατακτητές. Ο Ράνσιμαν έχει
αποκαλέσει το Θόλο ((εκλεκτότερο δείγμα βυζαντινής ροτόντας».
Από
τον πρωτότυπο Πανάγιο Τάφο του Κωνσταντίνου ελάχιστα πράγματα σώζονται.
Κάποια
τμήματα των τοίχων του διακρίνονται μέσα από μια σκοτεινή τρύπα, στον πλευρικό
τοίχο της μικρής συριακής εκκλησίας• το μεγαλύτερο όμως κομμάτι της σωζόμενης
λιθοδομής είναι έργο των Σταυροφόρων, με κάποιες ελάχιστες προσθήκες της
οθωμανικής περιόδου. Η Νέα του Ιουστινιανού, η μεγαλοπρεπής Νέα Εκκλησία της
Παναγίας, της μητέρας του Θεού, όπου δούλεψε για σαράντα χρόνια ένας απ’ τους
φίλους του Μόσχου, ο αβάς Λεόντιος ο Κίλικας, έχει επίσης εξαφανιστεί. Κάποια
θραύσματα -λίγα κομμάτια του τοίχου, μαζί με κάτι παράξενα θολωτά θεμέλια- είναι
διασκορπισμένα σε διάφορα υπόγεια στην εβραϊκή συνοικία. Οι αρχαιολόγοι έχουν
φέρει στο φως όσα έχουν απομείνει και μοιάζουν ενθουσιασμένοι από τα ευρήματά
τους• είναι όμως σχεδόν αδύνατο στον μη επαίοντα να φανταστεί ότι αυτοί οι
θλιβεροί σωροί από τούβλα και πέτρες ξεπερνούσαν κάποτε σε ομορφιά πολλές απ’
τις σωζόμενες εκκλησίες του Ιουστινιανού -την Αγία Ειρήνη στην Κωνσταντινούπολη
ή τον Άγιο Βιτάλιο στη Ραβένα- κι ακόμη λιγότερο ότι η Νέα δεν είχε τίποτε να
ζηλέψει απ’ την Αγία Σοφία, το σπουδαιότερο απ’ όλα τα βυζαντινά οικοδομήματα.
Το
Κάρντο -η τεράστια αγορά στο κέντρο της βυζαντινής Ιερουσαλήμ- είναι μια
παρόμοια περίπτωση. Το Κάρντο δεσπόζει
στο πορτρέτο της πόλης, πάνω στον ψηφιδωτό χάρτη του έκτου αιώνα που
ανακαλύφθηκε στη Μαντάμπα της Υπεριορδανίας το 1884, ενώ ερείπια εκείνης της
αγοράς έχουν βρεθεί σε πολλά σημεία της Ιερουσαλήμ. Κοντά στον Πανάγιο Τάφο,
βαθιά στα σπλάχνα ενός κτιριακού συγκροτήματος των ρώσων ορθοδόξων, που είναι
γνωστό ως Ξενώνας του Αγίου Αλεξάνδρου, μπορεί κανείς να δει εκατοντάδες μέτρα
από τα πλακόστρωτα και τις στοές της, καθώς και μια σεμνή βυζαντινή πινελιά
πάνω σε μια θριαμβική αψίδα των κλασικών χρόνων. Το Κάρντο βγαίνει πάλι στην
επιφάνεια με τα διακόσια μέτρα του, που απλώνονται στον πάτο μιας λακκούβας
στην εβραϊκή συνοικία, πλάι σε μια σειρά από καταστήματα που πουλάνε
μπρούντζινα μενόρα, σημαίες του Ισραήλ, κι εβραϊκά μπλουζάκια για τους Αμερικανούς
τουρίστες. Έπειτα χάνεται στην πλαϊνή πλευρά ενός εστιατορίου, για να μην
αποκαλυφθεί ποτέ ξανά.
Εκεί
όπου δεν θα βρεις ούτε ελάχιστο ίχνος βυζαντινής δουλειάς, είναι στο πολυάσχολο
σταυροδρόμι λίγο έξω από την Πύλη της Δαμασκού. Πήγα εκεί με τον επίσκοπο Αγκόπ
ένα βροχερό χειμωνιάτικο απόγευμα, μετά το γεύμα μας σ’ ένα αρμενικό
εστιατόριο, κοντά στον αυστριακό ξενώνα. Ο επίσκοπος στάθηκε στο πεζοδρόμιο,
πλάι στο καινούργιο πλαστικό στέγαστρο μιας στάσης λεωφορείου, και με ρώτησε τι
έβλεπα.
«Για
να δούμε...» αποτόλμησα. «Ένα πλαστικό στέγαστρο;»
«Τίποτ’
άλλο;»
«Δυο
φρεάτια υπονόμων;»
«Ακριβώς.
Ένα πλαστικό στέγαστρο και δυο φρεάτια υπονόμων. Τίποτ’ άλλο».
«Όχι»,
συμφώνησα. «Και λοιπόν;»
«Το
φρεάτιο είναι το μοναδικό στοιχείο που υποδεικνύει το σημείο όπου βρισκόταν ένα
από τα μεγαλύτερα αρμενικά μοναστήρια της βυζαντινής περιόδου. Στα βορειοανατολικά
του, εκεί όπου τώρα βλέπεις το βενζινάδικο, υψώνονταν τα κτίρια της Μονής του
Αγίου Στεφάνου, του μεγαλύτερου ελληνικού μοναστηριού της Ιερουσαλήμ.
Τα θεμέλια
της εκκλησίας σώζονται ακόμη κάτω από τη γαλλική ECOLE BIBLIQUE Τα υπόλοιπα όμως κτίρια της Μονής θεωρούνται
χαμένα εδώ και χρόνια».
Ανέφερα
ότι στον Άγιο Στέφανο ο Σωφρόνιος είχε ψάλλει την τελευταία λειτουργία πριν από
την πτώση της Ιερουσαλήμ και ρώτησα πότε είχε ανακαλυφθεί το μοναστήρι.
«Και
τα δυο μοναστήρια -και το ελληνικό και το αρμενικό κτιριακό συγκρότημα- είχαν
ανακαλυφθεί όταν οι Ισραηλινοί κατασκεύαζαν ένα δρόμο διπλής κατεύθυνσης για να
συνδέσουν ορισμένους απ’ τους καινούργιους συνοικισμούς της Δυτικής Όχθης με
την παλιά πόλη. Οι έποικοι έλεγαν ότι χρειάζονταν έναν καινούργιο δρόμο που δεν
θα περνούσε μέσα από αραβικές γειτονιές, προκειμένου να αποφεύγουν τους
λιθοβολισμούς κατά την Ιντιφάντα. Οι ισραηλινοί αρχαιολόγοι έκαναν ανασκαφές,
πήραν τα μωσαϊκά στη δυτική Ιερουσαλήμ κι έπειτα έθαψαν και τα δύο μνημεία».
«Δεν
διαμαρτυρηθήκατε;»
«Αν
διαμαρτυρηθήκαμε; Τους ικετεύσαμε να τα σώσουν αλλά δεν μας άκουγαν. Έλεγαν ότι
ο δρόμος τους ήταν πιο σημαντικός. Διέσωσαν μόνο έναν απ’ τους νεκρικούς θαλάμους
μας. Είναι κάτω από εκείνο τον υπόνομο. Αρχικά υποσχέθηκαν πρόσβαση στους
προσκυνητές καθώς και φωτισμό, αλλά τίποτε δεν υλοποιήθηκε. Στην Ιερουσαλήμ
εμείς οι Χριστιανοί αποτελούμε πλέον μια κοινότητα πολύ μικρή για να ασκεί
οποιαδήποτε επιρροή. Δεν έχουμε ομάδες ικανές να επηρεάσουν τα κέντρα λήψης
αποφάσεων ούτε ψήφο δεν έχουμε. Το αποτέλεσμα ήταν μέσα σε διάστημα λίγων μηνών
να διαγραφούν απ’ το πρόσωπο της γης δύο απ’ τα μεγαλύτερα μοναστήρια που έχουν
ποτέ ανακαλυφθεί στη Μέση Ανατολή. Ο επισκέπτης που περνά σήμερα απ’ αυτό το
σημείο δεν θα μάθει ποτέ ότι εδώ υπήρχαν κάποτε και χριστιανικά κτίρια - πόσο
μάλλον δύο από τα σπουδαιότερα μοναστήρια της Παλαιστίνης».
«Ενδεχομένως
δεν διέθεταν τα κεφάλαια για να τα συντηρήσουν», είπα. «Ερείπια κατεδαφίζονται
παντού στον κόσμο».
«Την
ίδια ακριβώς εποχή που ανακαλύφτηκαν τα δυο μοναστήρια», απάντησε ο Αγκόπ,
«κάποιοι χτίστες εντόπισαν τον τάφο ενός ραβίνου του δεκάτου πέμπτου αιώνα στο
παλαιστινιακό χωριό Σιλουάν, ένα μίλι από δω. Από αρχαιολογικής πλευράς το
εύρημα δεν έχει ιδιαίτερη αξία, αλλά τώρα πηγαίνουν τους τουρίστες στον τάφο
και δίνεται η εντύπωση ότι η Ιερουσαλήμ ήταν πάντα μια πόλη όπου κυριαρχούσαν
οι Εβραίοι. Η αλήθεια είναι άλλη. Για χίλια οκτακόσια χρόνια οι Εβραίοι αποτελούσαν
στην περιοχή μια μικρή μειονότητα. Όμως, εφόσον δεν έχει ακόμη καθοριστεί
οριστικά το πολιτικό καθεστώς της πόλης, η απόκρυψη -ή τουλάχιστον η
μεταμφίεση- αυτής της αλήθειας έχει για τους Εβραίους ζωτική σημασία. Η
Ιερουσαλήμ είναι προορισμένη να γίνει η δική τους αιώνια πρωτεύουσα. Αυτά τα μοναστήρια
είναι η απόδειξη μιας χριστιανικής Ιερουσαλήμ, κι έτσι τα έκρυψαν».
«Είμαι
σίγουρος ότι υπάρχει κάποιος πολύ καλός λόγος που εξηγεί την κατεδάφισή τους»,
είπα. «Δεν πιστεύω στις συνωμοσίες».
«Μας
υποσχέθηκαν μια πλάκα, ένα είδος μνημείου», αποκρίθηκε ο Αγκόπ κατσουφιάζοντας.
«Δυο χρόνια μετά, βλέπεις τίποτε’ άλλο εκτός απ’ αυτό το φρεάτιο; Ακόμη κρατούν
τα μωσαϊκά μας και τα οστά απ’ το νεκρικό θάλαμο- βρίσκονται στις αποθήκες του
Ισραηλινού Μουσείου. Αν δεν κάνουμε πολλή φασαρία και φερόμαστε καλά, μπορεί
και να τα πάρουμε πίσω. Αλλιώς, μάλλον πρέπει να το ξεχάσουμε. Όσο για το
μοναστήρι, το πιθανότερο είναι ότι θα πρέπει να περιμένουμε άλλον ένα αιώνα,
μέχρι ο δρόμος αυτός να βγει εκτός κυκλοφορίας και τότε να πάρουμε πίσω τον ιερό
μας τόπο».
Περιπλανηθήκαμε
πάνω από τα δυο εξαφανισμένα μοναστήρια, με τον Αγκόπ να υποδεικνύει -κατά
προσέγγιση- τα σημεία στα οποία θα μπορούσαμε άλλοτε να δούμε τμήματα των
κτιριακών συγκροτημάτων εδώ ένα μωσαϊκό, εκεί ένας ξενώνας, εδώ η εκκλησία, πιο
πέρα μοναστικά κτίρια.
«Είναι
ένα τεράστιο συγκρότημα», είπε ο Αγκόπ- «Από εδώ μέχρι εκεί που είναι χτισμένο
το βενζινάδικο. Ήταν η πρώτη αρμενική συνοικία, μια ακόμη υπόμνηση της αδιάλειπτης
χριστιανικής παρουσίας στην πόλη».
Κατευθυνθήκαμε
προς το γκαράζ. λίγο παρακάτω βρισκόταν η γαλλική ECOLE BIBLIQUE, όπου ο επίσκοπος Αγκόπ είχε υποσχεθεί
να με βοηθήσει να πάρω μια κάρτα εισόδου για τη βιβλιοθήκη. Τη στιγμή που
προσπερνούσαμε τις αντλίες, ο Αγκόπ σήκωσε ξαφνικά το χέρι του και μου έδειξε
μια πινακίδα στο φρεσκοφυτεμένο κήπο, δίπλα απ’ το βενζινάδικο.
«Κοίτα!»
είπε. «Αυτό είναι καινούργιο. Δεν πρέπει να είναι πολύς καιρός που το
ανάρτησαν».
Πήγαμε
πιο κοντά και διάβασε την επιγραφή, που ήταν γραμμένη στα εβραϊκά και στα
αγγλικά, όχι όμως και στ αραβικά:
ΔΗΜΟΣ
ΤΗΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ /
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΟΔΟΣ ΝΟΥΜΕΡΟ ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΡΚΟ: ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΤΕΙΧΟΥΣ
«Δεν
το πιστεύω», είπε ο επίσκοπος Αγκόπ.
«Ποιο
είναι το Τρίτο Τείχος;» ρώτησα.
«Είναι
τα τείχη που είχε χτίσει ο Ηρώδης Αγρίππας, πριν από την εξέγερση των Εβραίων
το 66 μ.Χ. Πρόκειται για σημαντικό εύρημα. Οι επιστήμονες επί χρόνια
διαφωνούσαν σχετικά με το ποια ήταν η διαδρομή που ακολουθούσαν τα τείχη•
συνεπώς η διάσωσή του νομιμοποιείται. Το να σώζεις όμως αυτό το μνημείο, τη
στιγμή που ένα ολόκληρο συγκρότημα μοναστικών κτιρίων -ακριβώς δίπλα- έχει
χαθεί απ’ τα μάτια μας, αυτό δεν είναι παρά εθνικιστικό μίσος. Δεν έχει ανεγερθεί
καμιά αναμνηστική πλάκα. Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στα δικά μας μνημεία.
Τίποτε. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Έπειτα βρίσκουν τρία μέτρα απ’ το τείχος που
είχε χτίσει ο βασιλιάς τους, ο Ηρώδης, και φτιάχνουν ένα αρχαιολογικό πάρκο.
Εξακολουθείς να πιστεύεις ότι είμαι παρανοϊκός;»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.