Άλλης
αδελφής, ακόμα κι όταν πια ήταν δόκιμη στο μοναστήρι, κάθε τόσο της έλεγε:
«Κοίταξε, αν θέλεις πήγαινε να συνέχισης τις σπουδές σοι δεν είναι κακό, ίσα
ίσα, πού θα μπορείς να προσφέρεις και περισσότερα»!! «Όχι Πάτερ, εγώ τ' άφησα
όλα κι ήρθα έδώ για το Χριστό, δεν γυρίζω πίσω μήπως ό μοναχός έχει ανάγκη από
σπουδές»; - «Όχι παιδί μου έχεις δίκιο έτσι είναι. Και στο Άγιο Όρος όταν πάνε,
ακόμα κι όσοι έχουν πτυχία τα σκίζουν. Δεν χρειάζονται αυτά...».
Όταν
συγκροτήθηκε πια το μοναστήρι, μέσα σέ δύο χρόνια, μαζεύτηκα οι πρώτες αδελφές,
όλες αυτές, πού έζησαν τον Γέροντα, έως ότου κοιμήθηκε.
Όλες ήταν πνευματικά
παιδιά τού Γέροντα, από τότε, πού ήταν ακόμα εφημέριος στο ναό Μιχαήλ Αρχαγγέλου.
Όλες είχαν μεγάλο ενθουσιασμό για τη νέα τους ζωή, αλλά κι όλες ήταν άπειρες στη
μοναχική ζωή. Πολλές βέβαια, οι περισσότερες, έζησαν κάτω απ' την πνευματική καθοδήγηση
τού Γέροντα, ήδη εν τώ κόσμου, μια μοναχική ζωή• αυτό όμως δεν είναι το ίδιο με
τη ζωή μέσα στο μοναστήρι. Ό διάβολος μισεί τά μοναστήρια και τούς μοναχούς και
με όλες του τις δυνάμεις τούς πολεμεί. Έτσι φυσικά πολέμησε και τις νέες
μοναχές κι ό Γέροντας βρέθηκε μέσα δίνη τών πειρασμών τών πνευματικών του
τέκνων.
Αυτό,
πού τον διέκρινε ήταν ή Αγάπη, ή εν Χριστώ Αγάπη του προς τά παιδιά του. Παρ'
όλες τις σωματικές του ταλαιπωρίες, σήκωνε με άφθαστη υπομονή το βάρος κάθε αδελφής.
Ώρες καθηλωμένος στην καρέκλα άκουγε την κάθε αδελφή, όποια κι αν ήταν, κι ότι
κι αν έλεγε. Υπήρχαν κι αδελφές, πού ήταν ακόμα πολύ νέες και χωρίς καμιά
πείρα, κι όμως τις άκουγε με μεγάλη πάντα προσοχή. Ποτέ δεν διέκοπτε, ούτε κι
έδειχνε, ότι το’ κουράζει. Ακόμη κι ανοησίες, αν έλεγε κανείς, δεν αντιδρούσε. Νουθετούσε
με Αγάπη, με πραότητα, με μια ευγένεια, θα 'λεγε κανείς ευγένεια,
Θα
λέγε κανείς «αρχοντική». Έδινε αξία κι εκτιμούσε βαθιά και πραγματικά κάθε
αδελφή, ακόμα κι αν δεν είχε ιδιαίτερα προσόντα, είτε φυσικά, είτε κυματικά.
Αντιμετώπιζε την κάθε μια, μικρή ή μεγάλη, σαν πρόσωπο, ’μια ψυχή «υπέρ ης
Χριστός απέθανε» .
Ποτέ
δεν φερόταν με τρόπο αυταρχικό, απόλυτο, δεσποτικό. Ακόμα κι αν υπήρχε ανάγκη, να
μαλώσει, να επιβάλλει την τάξι, να φερθεί με αυστηρότητα πάλι το έκανε με
ευγένεια, χωρίς να πληγώνει και να προσβάλλει.
Ήταν
πολύ ταπεινός. Όντως ταπεινός. Ή βαθειά του κι ειλικρινής ταπείνωση, τον έκανε να
βλέπει όλους τούς άλλους καλύτερους απ' τον εαυτούς. Σαν πνευματικός Πατήρ γνώριζε
και διά της εξομολογήσεως, αλλά ιδιαίτερα τού διορατικού χαρίσματος, πού τού
είχε δώσει ό Θεός, όλα τά κρυπτών καρδιών. Κι όμως, πάντα ταπείνωνε τον εαυτό
του μπροστά και στις μικρότερες ακόμα αδελφές. Πολλές φορές τούς έλεγε:
«Μακάριες είστε, διότι ήρθατε από μικρές στο μοναστήρι. Ό Θεός πολύ ευαρεστείται,
όταν αφιερώνεται κανείς εξ' απαλών ονύχων σ' Αυτόν. Ενώ εγώ ό κακομοίρης πολύ
άργησα, πολύ άργησα να Τον άκολουθήσω και τώρα πού θέλω, μπορώ να κάνω τίποτε,
γιατί είμαι άρρωστος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΤΖΑΝΝΗΣ. Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.