—Προτού
να έρθω έδώ στο 'Άγιο Όρος, ήμουν πνευματικός στο Μοναστήρι τού Προυσού. Εκεί
είχαμε πανηγύρι εξομολογούσα. Μπαίνει λοιπόν μια κοπέλα -Γεωργία τη λέγανε- και μού λέει:
«Είμαι στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Είδα έδώ τον κόσμο πού έρχεται και ήρθα».
Κάθισε
έξι ώρες. Από τις 5 ως τις 11 το βράδυ. Είχε κάνει όλες τις αμαρτίες. Πήγαινε
σ’ έναν εξομολόγο πού της έλεγε: «Αυτά δεν πειράζουν». Την άκουγα με υπομονή
πού έβριζε ακόμη και μένα, πού δεν την γνώριζα!
Αφού
λοιπόν ή Δήμητρα έβγαλε όλη τη βρομιά της και καθαρίστηκε, της έδειξα ένα κελί να
πάει να κοιμηθεί. Έξω το χιόνι ήταν ως το γόνατο.
Ανέβηκε λοιπόν τη σκάλα, ή όποια
φωτιζόταν από το άυλο φώς τού Χριστού και μπήκε μέσα στο κελί, όπου έπεσε στο
κρεβάτι να κοιμηθεί, όπως ήταν ντυμένη, χωρίς κουβέρτες.
Το
κελί ήταν πλημμυρισμένο από το θαβώρειο φώς, το όποιο την ζέσταινε σαν να ήταν
καλοκαίρι!
Όταν
έφυγε, στην Αθήνα, εγκατέλειψε το τελωνείο όπου εργαζόταν, γιατί δεν μπορούσε να
συμβιβάσει με τη συνείδησή της και έκανε τη νοσοκόμα. Έτρεχε κάθε μέρα όπου
άκουγε ότι γινόταν Θ. Λειτουργία και έμενε νηστικιά γιατί δεν είχε φαγητό. Μού
θύμισε το βίο της οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας.
(κ.
Γ.Δ.)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΛΑΙΚΟ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.