Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

O ALAIN DUREL ΚΑΙ ΓΚΡΑΟΥΤΣΟ ΜΑΡΞ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ










ΓΚΡΑΟΥΤΣΟ ΜΑΡΞ

Όπως είπα και παραπάνω, με το νέο προϊστάμενο της Μονής Σταυρονικήτα δεν είχα πολλά κοινά. Δεν είναι εύκολο να το εξηγήσω, ίσως όμως να οφείλεται στην αντίθεση με την πλούσια προσωπικότητα του Βασιλείου. Ό πατήρ Τυχών ήταν ένας μικρόσωμος, απλός άνθρωπος, χωρίς πολλές περγαμηνές. Ό Αμβρόσιος τον ονόμαζε Γκράουτσο Μάρξ (από τά γυαλιά και τά πυκνά του φρύδια)• του έλειπε μόνο το πούρο! Αυτός ό λιγόλογος και τόσο διακριτικός άνθρωπος πάντως, όπως έμαθα μετά από λίγο, ήταν ιεραπόστολος με μεγάλη δράση στην Αυστραλία, πολλοί από τους υποτακτικούς του είχαν γίνει μοναχοί στη Μονή Σταυρονικήτα. Τον σέβονταν όλοι.

 Εγώ, παρ’ όλ’ αυτά τον έβρισκα λίγο άοσμο και άγευστο, του έλειπε εκείνο το κλικ της τρέλας πού τόσο συχνά χαρακτηρίζει τούς Αθωνίτες. Αποφάσισα ωστόσο να του μιλήσω ειλικρινά για την αμφιταλάντευση μου ανάμεσα στην αποστολική και στην έρημιτική ζωή. Ή κοινοτοπία της κοινοβιακής ζωής δε μου ταίριαζε. ’Ήθελα κάτι το εξαιρετικό! Κατά βάθος, χωρίς να το ομολογώ, ήθελα να διακριθώ, να αναγνωριστώ, να αγαπηθώ. Ήμουνα πάντα ένας καλλιτέχνης, ένας ηθοποιός. Μα μήπως όλοι δεν παίρνουμε μέρος στην κωμωδία της ζωής;



— Θέλεις να γίνεις μοναχός, μου είπε ό πατήρ Τυχών, ιεραπόστολος και θεολόγος, μα αν δε μάθεις πρώτα να κάνεις υπομονή, δε θα γίνεις τίποτε απολύτως. Δεν πρέπει να βιάζεσαι. Όταν θα έχεις κάπως ωριμάσει, τότε δεν αποκλείεται να μπορέσεις να γίνεις ιεραπόστολος. Μόνο πού για να διδάξεις και να καθαρίσεις τούς άλλους, πρέπει πρώτα να διδάξεις και να καθαρίσεις τον εαυτό σου. Ό ταπεινός άνθρωπος βρίσκει την ειρήνη μέσα του διά της προσευχής, είναι καλά όπου κι αν βρίσκεται. Όσο για τη θεολογία, αυτή είναι καρπός της θεωρίας.


 Τά πατερικά βιβλία, πράγματι, δε γίνονται κατανοητά παρά μέσα στα πλαίσια της μοναχικής ζωής. Μόνο βιωματικά αποκτάς την αληθινή γεύση και αίσθηση της Αγίας Γραφής. Δεν πρέπει να βιάζεσαι, ούτε να παίρνεις αμέσως χαρτί και μολύβι, διότι εκείνος πού γράφει, χωρίς να έχει αποκτήσει ταπείνωση, εκτίθεται σε μεγάλες πλάνες. Αντίθετα, όταν περιμένουμε, κερδίζουμε τόσο στην πνευματική ζωή όσο και στη συγγραφή, επειδή αυτή ή τελευταία είναι καρπός εμπειρίας. Νομίζω ότι υπάρχει περισσότερη ησυχία σ’ ένα μικρό μοναστήρι σαν το δικό μας παρά σε ένα κελί, όπου τά υλικά προβλήματα είναι πάρα πολλά: Πού θα βρεθούν τρόφιμα, πώς θα έρθει το νερό, πώς να εξυπηρετηθούν οι φιλοξενούμενοι! Με την ωριμότητα όμως που αποκτά κανείς μετά από μεγάλη παραμονή στο κοινόβιο, είναι πια σε θέση να αντιμετωπίσει αυτά τά προβλήματα, διαθέτει επίσης μεγαλύτερη πνευματική σκευή, αυτό είναι ή εμπειρία της παράδοσής μας.



Μονάχα με πολύ κόπο, δοκιμασίες και υπομονή αποκτώνται οι αρετές. Με εντελώς ανθρώπινη οπτική, είναι αδύνατον στο οποιοδήποτε να είναι μοναχός στο Άγιο Όρος. Αλλά εμείς δεν προσκολλώμεθα σ’ έναν τόσο στενό τρόπο σκέψης, επειδή ζούμε μέσα στη δυναμική του Άγιου Πνεύματος. Αυτό μάς δίνει τη δύναμη να συνεχίσουμε την πορεία μας. Ό διάβολος μάς τά παρουσιάζει όλα σαν βουνό, για να απογοητευθούμε, εμείς όμως ζούμε μέρα με τη μέρα, ζούμε την κάθε στιγμή, χωρίς να σκεφτόμαστε το μέλλον ή το παρελθόν, σαν να μη νοιάζεται ό Θεός για το παρόν μας. Ποιό είναι το θέλημα του Θεού; Να ζει αυτός εν ήμίν και ημείς εν Αύτώ, να βαδίζουμε σύμφωνα με τις εντολές Του και να είμαστε όσο περισσότερο γίνεται ενωμένοι με το Δημιουργό μας. Ή μοναστική ζωή είναι μια κλήση σ’ αύτήν την τέλεια και μόνιμη ένωση. ’Αν λοιπόν κάποιος κληθεί εδώ και μπορέσει να ζήσει έναν ολόκληρο χρόνο παρά τις πολλές δυσκολίες και δοκιμασίες, σημαίνει ότι ό Θεός τον στηρίζει και τον καλεί σ’ αυτό το είδος της ζωής. 



Αλλά ό άνθρωπος είναι ελεύθερος και ό Θεός ποτέ δεν παραβιάζει την ελευθερία του. ’Αν δε σε απωθεί κάτι, κάποια ιδιαίτερη πικρία, κάποιος κατατρεγμός, γιατί να φύγεις; Πιάσε τά φίδια, βάλ’ τα σ’ ένα τσουβάλι και κλεΐσ’ το ερμητικά. Κι αν τά ακούς να σου φωνάζουν: «’Άνοιξέ μας. θέλουμε να σου μιλήσουμε», πες τους: «Θα τά πούμε αργότερα, για την ώρα έχω άλλα πράγματα να κάνω, πρέπει να προσευχηθώ στον Κύριο και Θεό μου».
Αλλά εγώ, εκεί!


Σαν ιδιότροπος έφηβος, ήθελα να γίνω ή ερημίτης ή ιεραπόστολος. Αυτό σήμαινε ή ότι έπρεπε να βρω ένα ερημητήριο στο Άγιο ’Όρος ή να γυρίσω στον κόσμο για να σπουδάσω θεολογία. Αλλά ό ερημίτης παπά- Ισαάκ αρνήθηκε να με πάρει κοντά του. Ό Αμβρόσιος πάλι είχε φύγει στην έρημο. Όσο για τον αρχιμανδρίτη Βασίλειο. «διοικούσε» ένα τεράστιο καθίδρυμα οπού δεν είχα καταφέρει να βρω τη θέση μου. Αποφάσισα τελικά να φύγω από τον ’Άθωνα και να στραφώ προς τις σπουδές και την ιεραποστολή.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.