ΤΟ
ΠΡΟΟΡΑΤΙΚΟ ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ ΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ ΤΟΥ ΠΟΤΣΑΕΦ
Ο
γέροντας διάβαζε τις ψυχές των ανθρώπων σαν ανοιχτό βιβλίο. Γνώριζε τις
προθέσεις τους, αλλά ακολουθούσε την εντολή της αγάπης και δεχόταν στο σπίτι
του ακόμα και πονηρούς και κακούς ανθρώπους. Πολλές φορές πού καθόταν στην
τράπεζα, ό στάρετς Ιωσήφ έψαλλε: «Τον δε φόβον υμών ου μη φοβηθώμεν, ούδ’ ού μη
ταραχθώμεν. Ότι μεθ' υμών ό Θεός».
Απέναντι
από το σπίτι της ανιψιάς του Άννας Παντελεημόνοβα, ήταν ένα κομμάτι γης πού ή
κοινότητα είχε παραχωρήσει στο γέροντα. Εκεί φύτευαν πατάτες. Πολλοί άνθρωποι αγόρασαν
υλικά και δώρισαν χρήματα για να χτιστεί ένα σπίτι, οι αρχές όμως δεν το επέτρεψαν.
Ό γέροντας αναστατώθηκε, γιατί σκεφτόταν να φτιάξει εκεί και ένα ναό. Πολλές
φορές έλεγε: «Εγώ δε θα είμαι έδώ όταν στον τόπο αυτόν θα χτιστεί , ένας ναός και
αργότερα μοναστήρι».
Πραγματικά,
δεκαπέντε χρόνια μετά την κοίμηση τού γέροντα, στο χωριό χτίστηκε ένας ναός, επειδή
ή ξύλινη εκκλησία τού χωριού Άντώνοβτσι πού εξυπηρετούσε και το χωριό, κάηκε
από κεραυνό τη δεκαετία τού ’70. Εκεί βρισκόταν και το κοιμητήριο όπου ήταν
θαμμένοι οι γονείς και οι συγγενείς τού στάρετς Ιωσήφ. Εκείνος μάλιστα πολλές
φορές φρόντιζε τά μνήματα και τελούσε μνημόσυνα.
Κάθε
μέρα στην αυλή του έκανε προσευχές και θεράπευε τούς ασθενείς. Όπως είναι
γνωστό, «Τούτο το γένος ουκ εκπορεύεται ει μη εν προσευχή και νηστεία» (Ματθ.
ιζ' 21). Γι` αυτό κι ό γέροντας έδινε σε πολλούς ευλογία να μην τρώνε καθόλου
την Τετάρτη και την Παρασκευή. «’Άν ξέρατε πόσο γλυκιά είναι ή νηστεία!» έλεγε
ό γέροντας, έχοντας υπόψη του την πνευματική γλυκύτητα πού γεύεται ή ψυχή εκείνου
πού νηστεύει. Τις ημέρες αυτές της νηστείας τούς προέτρεπε όλους, μόλις
σηκωθούν από το κρεβάτι και πριν αρχίσουν την πρωινή προσευχή, να κάνουν τρεις
εδαφιαίες μετάνοιες, λέγοντας το «Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη
Μαρία...», για να νηστέψουν την
ήμερα εκείνη χωρίς δυσκολία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.