Από
το Μοναχολόγιο της Ιεράς Μονής Βηθανίας αντιγράφουμε ακριβώς ότι μιας απέστειλαν:
«Η
Αδελφή Νυμφοδώρα έφθασε στη Βηθανία μαζί με τη Γερόντισσα της, Μοναχή Πελαγία,
αλλά τελικά πήγαν στον Άγιο Αβραάμ (δίπλα στο Ναό της Αναστάσεως), όπου
εργάστηκαν αρκετά χρόνια, ράβοντας ιερατικά άμφια και βοηθώντας στο πλύσιμο των
ρούχων και σε άλλες εργασίες των Ναϊτών Πατέρων. Η Αδελφή Νυμφοδώρα ήταν όμορφη
και σε μικρή ηλικία και η Γερόντισσά της την πρόσεχε πολύ, αλλά δυστυχώς, είχε
ξεπεράσει το μέτρο! Παράδειγμα, της μουτζούρωνε το πρόσωπο με κάρβουνο όταν
ήταν να πάει για δουλειά έξω, τη χτυπούσε, την έκλεινε στο κελί της. Το αποτέλεσμα
ήταν, η Νυμφοδώρα να χάσει το λογικό της. Γυρνούσε στα
Νεκροταφεία
της περιοχής, ώσπου μια ήμερα βρέθηκε έξω από την πόρτα του Μοναστηριού της
Βηθανίας.
Ο
Γέροντας είπε ότι ο Θεός την έφερε τη
λυπήθηκε
και την έβαλε μέσα, με δυο ορούς που έβαλε η ίδια! Να μην πηγαίνει ούτε στην
εκκλησία, ούτε στην τράπεζα! Έτσι καί έγινε.
Έμεινε
σε ένα σπίτι μονή της. Φόρτωνε πέτρες στην πλάτη της με τον τενεκέ. Έπαιρνε δύο
πέτρες και χτυπούσε το σώμα της και τα πόδια της αλύπητα. Έπαιρνε σχοινιά και
έσφιγγε τους μηρούς της, με αποτέλεσμα να τρέχουν υγρά από τα πόδια της.
Πήγαινε μια Αδελφή και την περιποιόταν. Επίσης, κοιμόταν έξω στο μπαλκόνι, στο
κρύο τον χειμώνα! Το βράδυ έπαιρνε τη σκούπα και σκούπιζε το Μοναστήρι.
Συνέχεια μιλούσε μόνη της, γελούσε, φώναζε...
Όταν
της πήγαινε η Αδελφή το δίσκο με το φαγητό, από μακριά την έδιωχνε και της
πετούσε πέτρες.
Ο
Γέροντας πήγαινε ντυμένος με τα άμφια
για να την κοινωνήσει, με το ζόρι. Της διάβαζε εξορκισμούς. Αγωνίστηκε πολύ να
γαληνέψει την ταραγμένη ψυχή της.
Τα
πόδια της έφτασαν σε άσχημη κατάσταση και αναγκάστηκε ο π. Θεοδόσιος να την
πάει στο Νοσοκομείο Γηροκομείο, στη Σύξη, για να την περιποιηθούν νοσοκόμες.
Εκεί έμεινε αρκετό καιρό.
Γιατρεύτηκαν
τα πόδια της. Έμαθε να περιποιείται τον εαυτό της και να μην τον ταλαιπωρεί.
Ερχόταν
στο Μοναστήρι τις γιορτές.
Όταν
είδε ο Γέροντας ότι είναι καλύτερα και μπορεί να ζήσει με τις Αδελφές που την
περιποιούνταν, την κράτησε για πάντα στο Μοναστήρι.
Η
Αδελφή Νυμφοδώρα σε πολλούς ανθρώπους έδινε την εντύπωση της κατά Χριστόν σαλής.
Μιλούσε αλληγορικά ή μιλούσε μόνη της.
Γελούσε.
Λερωνόταν πολλές φορές ή έκανε ζημιές, ίσως για να τη μαλώσουν. Περπατούσε
μέχρι τα τελευταία της. Λίγες ώρες πριν πεθάνει, έλεγε: Έχω υποχρέωση στον Θεοδόσιο"!
Μια Αδελφή διάβαζε πλάι της
τους
Χαιρετισμούς της Παναγίας και η Νυμφοδώρα έλεγε το, "Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε
" και το "Αλληλούια". Είχε το λογικό της έως το τέλος.
Ήταν
του Αγίου Γρηγοριου του Θεολόγου, ημέρα Σάββατο (25 Ιανουάριου 1998), και
κόντευε 2:15 μ.μ. περίπου, την ώρα που στην Ιερουσαλήμ ετοιμάζονταν οι Πατέρες
να κατεβούν στο Ναό της Αναστάσεως για τον Εσπερινό και να χτυπήσουν οι καμπάνες.
Τότε παρέδωσε την ψυχή της στο Θεό. Ήρεμη, γαλήνια και το κελί της μύρισε ευωδία!
Ο Φύλακας στον Πανάγιο Τάφο εκείνη την ώρα μύρισε νεκρολίβανο και είπε:
"Κάποιος
πέθανε!".
Η
Νυμφοδώρα δεν πάγωσε! Την ξημερώσανε οι
Αδελφές όλο το βράδυ στην εκκλησία και την άλλη ημέρα, τρεις Ιερείς και ένας
Διάκονος έψαλαν τη Νεκρώσιμη Ακολουθία.
Πέθανε
ως Μοναχή. Πολλοί πιστεύουν ότι ήταν σαλή. Η ίδια έλεγε πολλές φορές: "Πού
σε πάνε τέσσερις και τρεις στραβοπαπάδες". Και γελούσε... Ήταν τυχαίο
άραγε που είχε τρεις Ιερείς στην κηδεία της;
Όταν
την κράτησε ο πατήρ Θεοδόσιος στο Μοναστήρι, αφού την πήρε από το Νοσοκομείο,
ποτέ της δεν έχανε την ακολουθία και την κοινοβιακή τράπεζα! Δεν ήθελε να τρώει
μόνη της.
Οι
Αδελφές είδαν να επαληθεύονται τα λόγια που έλεγε. Τρεις φορές προείπε σε μια
Αδελφή για κάποια δοκιμασία που πέρασε. Της είπε συγκεκριμένα: "Τι θα
κάνεις; Υπομονή θα κάνεις ". Και τη χάιδευε. Επίσης, και σε κάποιο προσκυνητή
που δεν τον γνώριζε, του είπε ποιο μάτι του δεν έβλεπε από προβλήματα υγείας!
Σε έναν άλλον είπε μια ημέρα: Όσος είσαι στο ύψος, είσαι και στο βάθος".
Και τον έκανε να αισθανθεί έλεγχο συνειδήσεως... Μια άλλη φορά, επιτίμησε
αυστηρά μια φιλοξενούμενη καλόγρια που κατηγορούσε το Γέροντά της. "Το
γονιό σου!" της έλεγε, "Ντροπή σου, ταπεινώσου". Πολλές φορές
έπαιρνε τη ζώνη του πατρός Θεοδοσίου και τη φορούσε. Αυτός, όμως, διασκέδαζε με
τον τρόπο της Αδελφής και χαμογελούσε. Αν τη ρωτούσαν από πού είναι η για τη
ζωή της, νεύριαζε, δε συζητούσε. Όταν ζητούσαν την ευχή της, έλεγε
"Του
σπιτιού", δηλαδή του Μοναστηριού.
Μετά,
όταν κοιμήθηκε ο Γέροντας και πήγαινε στον τάφο του (όπως όλες οι Αδελφές), για
να πάρει την ευχή, φιλούσε πολλές φορές τον τάφο του και του μιλούσε στην δική
της γλώσσα: "Τρέξε, τρέξε... Μην κάθεσαι", του έλεγε.
Όλες
οι Αδελφές την αγαπούσαν και αυτή αγαπούσε όλη την αδελφότητα. Όταν ήρθε η Γερόντισσά
της στο Μοναστήρι - ήταν μετά από αρκετό καιρό που είχε έρθει η Νυμφοδώρα - δεν
την ήθελε στην αδελφότητα. Μια ήμερα της είπε:
"Τρέλανες
εμένα, θα τρελάνεις και αυτές;".
Ήταν
πράγματι Μοναχή! Δεν τη αναζητούσε κανείς συγγενής της, ούτε με το τηλέφωνο, ούτε
με γράμμα. Μόνο μία φορά ένας ανιψιός της την είδε για λίγα λεπτά, σαν
περαστικός προσκυνητής.
Οκτώ
ημέρες πριν την κοίμησή της είχε αλλάξει ο τρόπος της. Σε ότι τη ρωτούσαν για
τη ζωή της απαντούσε! Όταν τη ρωτούσαν, όμως, "Πόσο χρονών είσαι;",
εκείνη έλεγε "Είκοσι"! Ίσως, σε αυτή την ηλικία να είχε μπει στο
Μοναστήρι.
Ήταν
άραγε τυχαίο ότι είχε αλλάξει η συμπεριφορά της ή γνώριζε από Θεία πληροφορία
ότι ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσει το μάταιο και απατεώνα κόσμο και να περάσει
στην αιωνιότητα;...
Η
Αδελφή Νυμφοδωρα εκοιμηθη 25 Ιανουάριου του 1998. Το πρωί είχαμε Θεία
Λειτουργία και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων! Ήταν ημέρα Σάββατο. Την
Κυριακή εψάλη η Νεκρώσιμος Ακολουθία της».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΝΥΜΦΟΔΩΡΑ ΜΟΝΑΧΗ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΣΒΟ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΠΑΤΗΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΣΜΑ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΝΥΜΦΟΔΩΡΑ ΜΟΝΑΧΗ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΣΒΟ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΒΗΘΑΝΙΑ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΠΑΤΗΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΟΥΣΜΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.