Στους πρόποδες της οροσειράς Αίμου,
κοντά σε ένα από τους πιο γραφικούς μαιάνδρους του ποταμού Ίσκαρ, ανάμεσα σε
δασώδεις λόφους κείται η Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου του Τσερεπίς. Οι βράχοι,
που προεξέχουν με τα περίεργα σχήματά τους πάνω από τον ποταμό, προσθέτουν
γοητεία στην περιοχή, για την οποία έχει πολλούς θρύλους και ιστορία.
Υπάρχουν πολλοί μύθοι γύρω από το
μοναστήρι και την προέλευση του ονόματός του. Οι περισσότεροι σχετίζονται με
τις τελευταίες μάχες του βασιλιά Ιβάν Σισμάν εναντίον των Οθωμανών κατακτητών.
Η σχέση αυτών των εδαφών με τη δυναστεία του Σισμάν αντικατοπτρίζεται επίσης
στην τοπωνυμία. Η Αλεξάνδρα Πετρόβα από το Περιφερειακό Ιστορικό Μουσείο της
Βράτσα μιλάει για τον ρόλο της μονής ανά τα χρόνια:
Το μοναστήρι του Τσερεπίς συνδέεται
με ένα από τα πρώτα χειρόγραφα. Πρόκειται για καταστατικό, που γράφτηκε στα
τέλη του 14ου αιώνα, όταν το μεσαιωνικό βουλγαρικό κράτος τέθηκε υπό Οθωμανική
Κυριαρχία. Σύμφωνα με τον χειρόγραφο του 1396, το μοναστήρι αποκαταστάθηκε μετά
την καταστροφή του. Πρέπει να υποθέσουμε ότι ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄
Βουλγαρικού Κράτους. Πυρπολημένο και λεηλατημένο ανά τα χρόνια, το μοναστήρι
αποκαταστάθηκε πολλές φορές, χωρίς να χάνει τη γοητεία του. Κατά τη διάρκεια
της Οθωμανικής Κυριαρχίας το μοναστήρι είναι κέντρο της εκκλησιαστικής και της
θρησκευτικής εκπαίδευσης. Τον 17ο αιώνα εκεί ιδρύεται κρυφό σχολείο, που
διαδραμάτισε ρόλο στη διατήρηση της βουλγαρικής γλώσσας και γραφής. Έχει επίσης
και μετόχι στο Τέτεβεν με ένα σχολείο θηλέων. Στο μοναστήρι εργάζονται ο λόγιος
Παρτένι Πάβλοβιτς, ο Ιακώβ, ο οποίος έγραψε τον Απόστολο το 1630, ο ιερέας
Τόντορ Βρατσάνσκι, ο οποίος συλλέγει διδασκαλίες και ομιλίες στο βιβλίο
«Μαργκαρίτ» (1762). Το 1797, κυνηγημένος από τον κυβερνήτη του Βίντιν Οσμάν
Πασβάνογλου, στο μοναστήρι βρίσκει καταφύγιο ο διαφωτιστής και λόγιος Άγιος
Σωφρόνιος, Επίσκοπος της Βράτσα, καθώς και ο Δαμασκηνός Χιλανδαρίου. Ο ρόλος
του μοναστηριού ως πνευματικού και εκπαιδευτικού κέντρου συνεχίστηκε και το
1925 όταν ιδρύεται και εκκλησιαστική σχολή. Την περίοδο 1950-1990 μετατρέπεται
στη Μέση Εκκλησιαστική Σχολή της Σόφιας «Άγιος Ιωάννης της Ρίλα». Κατά τη
διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου εκεί στεγάζεται η Ιερά Σύνοδος της
Βουλγαρικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Για τα μνημεία και το λογοτεχνικό μας
πλούτου που δημιουργήθηκε στο μοναστήρι μιλά η κυρία Πετρόβα:
Κατ’ αρχάς, πρέπει να αναφερθεί το
Τετραευαγγέλιο του Τσερεπίς, που εκτίθεται στο Περιφερειακό Ιστορικό Μουσείο
της Βράτσα. Είναι όμορφο παράδειγμα της μεσαιωνικής καλλιγραφικής δεξιοτεχνίας
του 16ου αιώνα. Το 1612 οι ξακουστοί χρυσοχόοι Νικόλα και Πάλα κάνουν και την
ασημένια επένδυσή του με επίχρυσο – ένα αριστούργημα της βουλγαρικής
χειροτεχνίας και της χρυσοχοϊκής σχολής της Αναγέννησης. Από το 1616
χρονολογείται η μεταγραφή του ως Ευαγγέλιο του Δανιήλ - έργο του διακόνου
Δανιήλ. Διατηρείται στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου της Βράτσα. Στο
μοναστήρι ανακαλύφθηκαν έργα του Πατριάρχη Ευθυμίου και άλλα πολύτιμα κείμενα.
Ενδιαφέρον προκαλεί και το καθολικό
της μονής, που επίσης έχει καταστραφεί ανά τα χρόνια:
Στις αρχές του 17ουαιώνα έχει
αποκαταστάθηκε από τον Άγιο Ποιμένα Ζογκράφσκι – Βούλγαρο ιερέα, ζωγράφο και
οικοδόμο ναών. Μετά την επιστροφή του από το Άγιον Όρος έχει ανακαινίσει
περίπου 300 εκκλησίες και 15 μοναστήρια, όπως έκανε και στην Ιερά Μονή Ζωγράφου
του Αγίου Όρους. Το πατριωτικό του έργο αναφέρεται επίσης στη «Σλαβοβουλγαρική
Ιστορία» του Παϊσίου Χιλανδαρινού. Πιστεύεται ότι οι πρώτες τοιχογραφίες
ζωγραφίζονται τις αρχές του 17ου αιώνα και είναι έργο του Ποιμένος.
Το δεύτερο στρώμα τοιχογραφιών
χρονολογείται από τον 19ο αιώνα και είναι έργο δυο καλλιτεχνών - Γιόνκο
Ποπβιτάνοφ από την Τριάβνα και Βασίλ Ιλίεφ από το Ντόμπαρσκο. Ενδιαφέρον στο
εσωτερικό της εκκλησίας προκαλεί ο μανδύας, διακοσμημένος το 1844.
Για τα διάφορα κτίρια του
μοναστηριακού συγκροτήματος, που χρονολογούνται στον 19ο αιώνα, μαθαίνουμε
περισσότερα από την κα Πετρόβα:
Στην Επισκοπή υπάρχει ένα παρεκκλήσι
του αιδεσιμότατου Ποιμένος Ζογκράφσκι. Για την οικία του Ρουσίντ ο θρύλος λέει
ότι, χτίστηκε από τον αγανή της Βράτσα Ρουσίντ Μπέη, ο οποίος είχε μια άρρωστη
κόρη. Στον ύπνο της η Παναγία τη συμβούλεψε να ζητήσει σωτηρία στη Μονή του
Τσερεπίς. Απελπισμένοι από την αποτυχία στη θεραπεία, ανεξάρτητα από την πίστη
τους, οι γονείς της την έφεραν στη μονή, όπου και ανέρρωσε. Ως ένδειξη
ευγνωμοσύνης, ο Μπέης έχτισε στους απροσπέλαστους βράχους σπίτι.
Σύμφωνα με τον θρύλο, εκεί κρύφτηκε
το σπαθί του Χρίστο Μπότεφ, που μεταφέρθηκε από τους μοναχούς, μετά τον θάνατο
του εθνικού μας ήρωα στον Αίμο της Βράτσα. Σήμερα εκτίθεται στο Περιφερειακό
Ιστορικό Μουσείο της πόλης. Το οστεοφυλάκιο της μονής χτίστηκε το 1784 από τον
ηγούμενο Επιφάνιο. Υποτίθεται ότι εκεί βρίσκονται τα οστά των 12 μελών της
ένοπλης ομάδας του Μπότεφ.
Η γωνιά και η βεράντα του Βάζοφ
επιβεβαιώνουν την παραμονή του Πατριάρχη της Βουλγαρικής Λογοτεχνίας στο
μοναστήρι. Ο Ιβάν Βάζοφ εμπνεύστηκε από τις ιστορίες των μοναχών και των
ντόπιων και έγραψε 48 λυρικά έργα που συμπεριλήφθηκαν στον κύκλο «Τραγούδια των
περιπλανώμενων», τα διηγήματα «Ο παππούς Γιότσο βλέπει» και «Μια Βουλγάρα».
Μετά την επίσκεψή του στο μοναστήρι ένας άλλος διάσημος συγγραφέας Αλέκο
Κωνσταντίνοφ, έγραψε το οδοιπορικό «Η βουλγαρική Ελβετία». Από την όμορφη φύση
μένει έκπληκτος και ο Ούγγρος ταξιδιώτης Φέλιξ Κάνιτς, ο οποίος δικαίως αποκαλεί
το μοναστήρι του Τσερεπίς «το πιο όμορφο μέρος του κόσμου.
Μετάφραση: Πένκα Βέλεβα
Φωτογραφίες: Σβετλάνα Ντιμιτρόβα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.