ΕΛΕΓΕ
μοναχός:
- Ενθυμούμαι εδώ, στην Μετάνοιά μας, ένα Γεροντάκι
μοναχό από τήν Ήπειρο. Είχε τόσο απλότητα και Αγάπη γιά τήν κτίση όλη, που άμα ήθελε
να πάει στο διακόνημά του, στο
ξυλουργείο, ανεβαίνει άλλαχόθεν, από τον πιο πάνω στενό δρομίσκο.
- Γιατί, Γέροντα, δεν πας ευθεία και ταλαιπωρείσαι
να ανεβαίνεις από τήν πάνω μεριά; τον λέγαμε οι νεώτεροι.
- Που να πάω ευθεία, αδελφέ μου; Δεν βλέπεις
που είναι ξαπλωμένα έδώ τα ματσιά (οι
γάιτοι ) της μονής; Δεν θέλω να τους χαλάσω τήν ησυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.