Ο μοναχός της Σιβηρίας και άγιος
γέροντας, γεννήθηκε περίπου. 1740. Πέθανε στην πόλη Τουρινσκ στις 29 Δεκεμβρίου
1824 και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Τορίνο
Το
περιστατικό πού σάς διηγούμαι τώρα τού συνέβη μια φορά. Όπως καθόταν έχοντας τη
συνήθη προσοχή του στήν προσευχή, στη συνέχεια κατάλαβε ό ίδιος πώς κάτι αλλάζει,
και ώς εκ τούτου ήταν ακόμα πιο προσεχτικός. Προσπάθησε πολύ ν’ αναγκάσει τον εαυτό
του ν’ αγωνιστεί κι ό νους του διευρύνθηκε, ένιωθε να φλέγεται από μια θεϊκή
επιθυμία γιά τον Κύριο. Και τότε βρέθηκε σε αμηχανία, γιατί δεν ήξερε πώς να
ονομάσει αύτή τήν ενέργεια της αγάπης πού ένιωθε γιά τον Κύριο στήν καρδιά του,
μέσα του, καθώς και σ’ όλο του το σώμα, λόγω της αγαλλίασης, της γλυκύτητας και
της παραμυθίας πού ένιωθε, καθώς και της ανείπωτης αγάπης του γιά το Θεό. Κι από
μια τέτοια αίσθηση πού τον είχε κυριεύσει, ήταν προσηλωμένος στον Κύριο κι αισθάνθηκε
τον εαυτό του εντελώς αλλοιωμένο, φωτεινό, γιατί τον είχε αγκαλιάσει το φως πού
φαινόταν ότι προερχόταν από το σώμα Του. Καθώς όμως έβγαινε από το σώμα δεν
μπορούσε να το περιγράφει, γιατί από τη μεγάλη χαρά του γιά το Θεό, πού τον
περιέβαλε, έβλεπε τον εαυτό του να υψώνεται στον αέρα, και ό ίδιος να τον
παρακολουθεί έξω από το σώμα με συγκεντρωμένο το νου του και με εγρήγορση.
Εκείνη τη στιγμή ήταν τόσο νηφάλιος, ώστε αναρωτήθηκε πώς μπορούσε να
παρακολουθεί το σώμα του από τον αέρα. Σίγουρα έβλεπε το σώμα του νεκρό, χωρίς
τήν ψυχή του πού βρισκόταν σε απόσταση. Έβλεπε γιά αρκετό χρονικό διάστημα τον
εαυτό του στον αέρα και μέσα του κυριαρχούσαν ζωηρά αισθήματα γιά το Θεό - Αγάπη,
ευγνωμοσύνη και ελπίδα στήν καλοσύνη Του.
~Ήταν τόσο θαυμαστά αυτά πού έβλεπε,
ώστε δεν μπορούσε να μού τα εξηγήσει, μού είπε μόνο: “Τα αισθήματα αυτά
παράγονται μόνα τους και το ένα νικά το άλλο, γι’ αυτό ήμουν καθηλωμένος και φλεγόμενος
από Αγάπη γιά το Χριστό, καθώς κι από ευγνωμοσύνη πρός το Θεό και ένιωθα ανέκφραστη
και ακατάληπτη γλυκύτητα”. Με τήν επίδραση των ισχυρών αυτών αισθημάτων έπεσε σε
λήθη και όταν συνήλθε κάπως άρχισε να προβληματίζεται γιά το πώς είχε αφήσει το
σώμα του. Ή καρδιά του θλιβόταν και έπασχε από εσωτερικό πόνο• γιατί αναχώρησε
αύτή ή μεγάλη και ακατάληπτη Αγάπη και γλυκύτητα πού τον εξύψωσε πρός το Θεό; Και
με τις σκέψεις αυτές ένιωσε ότι ή καρδιά του φλεγόταν πάλι από Αγάπη γιά το
Θεό, όπως πριν πού έβλεπε τον εαυτό του φωτεινό στο ύπαιθρο, έξω από το σώμα
του. Και όπως φαίνεται από τα παραπάνω, όλες αυτές οι ενέργειες που
περιγράφηκαν πρωί-γουμένως τις είδε και τις ένιωσε με καθαρότητα και
νηφαλιότητα, με πλήρη επίγνωση του νου και με εγρήγορση.
Τις ενέργειες
πού είχε αργότερα και συγκεκριμένα πριν από το θάνατό του, κυρίως μάλιστα κατά
τήν ώρα της αναχώρησης του, εγώ ό αμαρτωλός δεν αξιώθηκα ν’ ακούσω ή να δώ, επειδή
είχα ακούσια χωριστεί άπ’ αυτόν γιά διάφορους λόγους. Ό Θεός όμως με
πληροφόρησε μέσω του αγρότη πού τον υπηρέτησε μετά από μένα. Εκείνος μου είπε
ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας νόσου του ό γέροντας θυμήθηκε πολλές φορές έμενα
τον ανάξιο. Πριν από το τέλος του ήταν σα να στεκόταν μπροστά σε δικαστήριο. Ό
ίδιος βέβαια δε φαινόταν θλιμμένος ούτε σε απόγνωση, αλλά περίμενε ήρεμα, ελπίζοντας
στο έλεος του Θεού. Κοιμήθηκε με τήν προσευχή στο στόμα και αναχώρησε γιά τον
Κύριο πού είχε υπηρετήσει από τα νεανικά του χρόνια ως το θάνατό του με Αγάπη,
ταπεινότητα και απλότητα ψυχής.
Όταν
διηγήθηκαν στον όσιο Ιγνάτιο Μπριαντσανίνωφ το φαινόμενο αυτό, ό μεγάλος όσιος το
θεώρησε αληθινό. Αλλά κι ό άγιος Μακάριος ό Μέγας γράφει κάπου πώς ή ψυχή
μπορεί κατά τη διάρκεια της προσευχής να «έξέλθη εκ του σώματος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΟΣΙΟΣ ΒΑΣΙΛΙΣΚΟΣ ΤΗΣ ΣΙΒΗΡΙΑΣ.
ΠΕΤΡΟΣ
ΜΠΟΤΣΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.