Σάββατο 4 Αυγούστου 2018

ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ, ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ. ΓΕΡΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ.




’Άς είναι ευλογημένο τό όνομα τού Θεού μας. Κάθε φορά άνανεώνεται μέσα μου ή χαρά άπό τή συνάντηση μαζί σας. Ταυτόχρονα όμως, κάθε φορά πού πρέπει νά μιλήσουμε γιά τόν μεγάλο καί δοξασμένο Θεό, άγγίζει τήν καρδιά φόβος -τρυφερός μεν άλλά φόβος. Αύτός ό ώκεανός είναι μεγαλειώδης, άλλά δεν άφομοιώνεται εύκολα. Καί όπως πάντοτε, θά έφαρμόσω τήν άρχή, σύμφωνα μέ τήν όποια κάθε πορεία άρχίζει μέ ένα βήμα, άλλά αύτό καθεαυτό τό βήμα οδηγεί στή ζωή πού βρίσκεται μακριά μας.
Θά μιλήσω ώς συνήθως χωρίς τάξη καί δομή, άλλά όπως μου δώσει ό Θεός τόν λόγο. Καί έσεις συγχωρήστε με, γιατί μέ τό πέρασμα κάθε ήμέρας χάνω τις φυσικές μου δυνάμεις. Παραμένω ώστόσο μέ τή συνείδηση τού μεγαλείου του σκοπού πού προβάλλει μπροστά μας. Ίσως τώρα πλησίασε ή ή μέρα κατά την οποία πρέπει να άπέλθω προς τον Θεό πού με δημιούργησε. Όπως όμως γνωρίζετε, «πεθαίνω» ήδη μπροστά στα μάτια σας έδώ καί είκοσι περίπου χρόνια. Έτσι, και τώρα δεν γνωρίζω πότε θά έρθει ή φοβερή εκείνη ώρα τής συναντήσεως με τον Θεό «πρόσωπον προς Πρόσωπον».



Όποτε συλλογιζόμουν τήν ώρα αυτή καί στο παρελθόν καί τώρα, αισθανόμουν ότι όλη ή έμπειρία μας, πού άφορά τό γύρω μας διάστημα, όπου κινούνται τά ούράνια σώματα καί μαζί με αύτά ή γή μας, όλη ή έμπειρία καί οί δυσκολίες καί ή χαρά καί οί γνώσεις καί ό κόπος γιά τήν άναζήτηση τής γνώσεως, όλα πρέπει νά μετατραπούν σε προετοιμασία γιά τή συνάντηση με Εκείνον, ό Όποιος δημιούργησε τον κόσμο αύτό καί έμάς. Καί όσο περισσότερο άφοσιωνόμαστε σε Αύτόν, τόσο περισσότερο αισθανόμαστε τήν άπειρότητα καί τήν αιωνιότητα. Όλη ή έν τώ Χριστώ Θεω ζωή, όλη ή Καινή Διαθήκη, άναφέρεται ούσιαστικά μόνο στήν αιωνιότητα καί στήν προετοιμασία γι’ αυτήν.



Ό Κύριος εύδόκησε νά μού στείλει πολυάριθμες καί ποικίλες δοκιμασίες.
Μία άπό τις δοκιμασίες αύτές ήταν ή μοναστηριακή ζωή στον Άθω. Άπό τήν ευεργετική της ένέργεια κατάλαβα ότι ή κοινοβιακή μορφή τού μοναχισμού είναι ή πιο ώφέλιμη γιά τή διεύρυνση τής συνειδήσεώς μας, γιά τήν προετοιμασία προς συνάντηση με τον Χριστό Θεό. Τί έχω ύπ’ όψιν, όταν ομιλώ γιά προετοιμασία προς συνάντηση πρόσωπον προς Πρόσωπον με τον Θεό, τον Δημιουργό καί Σωτήρα μας; Μάς δημιούργησε κατ’ εικόνα καί καθ’ όμοίωσίν Του και μπροστά μου προβάλλει ό σκοπός νά άφομοιώσω τή ζωή Του, πού είναι άπειρη και περιβάλλει τα πάντα. Όταν ό Κύριος προσευχήθηκε στή Γεθσημανή, είχε μέσα Του τή σκέψη γιά όλο τον Αδάμ. Γιά τό θέμα αύτό όμιλε! ύπέροχα ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος, και όχι λιγότερο ύπέροχα ό δικός μας πατέρας Σιλουανός. Σύμφωνα με τήν άποκάλυψη πιστεύουμε ότι έξαιτίας τής πτώσεως τού Αδάμ συμβαίνει έμείς οί άπόγονοί του νά προσλαμβάνουμε τή ζωή καί τήν κατάστασή του, όπως αύτές διαμορφώθηκαν μετά τήν έξωσή του άπό τον Παράδεισο- δηλαδή τήν άμαρτωλή καί άσχημη διάθεσή του καί τή ρήξη του με τον Θεό.


Όταν ήρθε ό Κύριος στή γή, είπε πριν άπό όλα: «Μετανοείτε». Ό λόγος αύτός άποτελοϋσε τή συνέχεια τής συνομιλίας τού Θεού με τον Αδάμ στον Παράδεισο . Θέ-τοντας ώς βάση τής ζωής μας τήν έντολή αύτή τού Κυρίου: «Μετανοείτε», ζούμε κατ’ άρχάς τήν κληρονομιά τού Αδάμ όχι μόνο ώς δική του άλλα και ώς δική μας, προσωπική κατάσταση. Μετανοώ άρχίζοντας άπό τήν προσωπική μου άμαρτωλή κατάσταση. Αλλά κατά παράδοξο τρόπο, όσο φλογερότερη και βαθύτερη είναι ή μετάνοιά μου, τόσο πλησιέστερα βρίσκομαι προς τον Αδάμ. Μετά άπό πολλά χρόνια πένθους και όδυρμών έμφανίζεται ή συνείδηση τής έγγύτητος και ταυτότητάς μου, τρόπον τινά, με τον Αδάμ. Ή άμαρτία είσήλθε στον κόσμο άπό τον Αδάμ, άπό τις ήμέρες του. Και ή μετάνοια γιά τήν άμαρτία οδηγεί τον καθένα μας προς αυτόν, προς τον Αδάμ. Τό περιεχόμενο τής  ζωής τού Αδάμ γίνεται περιεχόμενο τής δικής μας ζωής. Ή δική μας όμως συνείδηση προχωρεί μακρύτερα και βαθύτερα άπό τή συνείδηση τού Άδάμ. Καί αύτό όχι γιατί έμείς οί ίδιοι είμαστε πνευματικότεροι καί σημαντικότεροι άπό τον Άδάμ, άλλά γιατί ό Κύριος μάς έδωσε έντολές πού ύπερβαίνουν τον Άδάμ. Με τήν ένανθρώπηση καί τή ζωή Του άνάμεσά μας, ό Κύριος μάς έδωσε έννοιες πού άσφαλώς ξεπερνούν τό μέτρο τού άνθρώπου.
Ό Θεός μάς δημιούργησε κατ’ εικόνα καί καθ’ όμοίωσίν Του. Δημιουργώντας τον άνθρωπο με αύτό τον τρόπο, έπαναλαμβάνει τρόπον τινά τον έαυτό Του σε μάς καί ό καθένας άπό έμάς έπαναλαμβάνει μέσα του τον Θεό.





Ό Κύριος συμπόνεσε τον κόσμο σε όλο τό πλήρωμά του. Οπως γράφει ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος, «δέχθηκε τον θάνατο καί γιά τούς πιστούς καί γιά τούς άπιστους- καί γιά έκείνους πού ευλογούσαν καί γιά έκείνους πού καταριόνταν- καί γιά έκείνους πού έγκρατεύονταν άπό τήν άμαρτία καί γιά έκείνους πού ζούσαν με τήν αμαρτία- πέθανε γιά όλους, γιά νά σώσει όλους». Καί ό Σιλουανός λέει ότι, όταν ή άγάπη τού Χριστού άγγίξει τήν καρδιά μας, έκείνη ή άγάπη πού Τον οδήγησε στον Γολγοθά, τότε καί έμείς θά πληρωθούμε άπό εκείνο πού χαρακτηρίζει τον Χριστό, τον Θεό πού σαρκώθηκε καί έγινε άνθρωπος. Αύτός λοιπόν ό σκοπός βρίσκεται ένώπιόν μας.
Ήδη πριν ένάμιση ή δύο χρόνια μίλησα, ένώ ήμουν βαριά άρρωστος, γιά κάτι πού ήθελα νά τό δεχθείτε ώς διαθήκη μου. Ό ίδιος δεν αισθάνομαι τον έαυτό μου «πατέρα», άλλά πολλοί άπό σάς μέ αποκαλούν έτσι. Καί έφόσον αύτοί θέλουν νά βλέπουν στο πρόσωπό μου πατέρα, έτσι  και έγώ θέλω νά άφομοιώσουν εκείνο πού παρέλαβα άπό τον δικό μου πατέρα, τον Σιλουανό -τίποτε δεν έχω δικό μου. Ή συνείδησή μας οφείλει νά είναι όμοια μέ τή Γεθσημάνια συνείδηση τού Χριστού, ό Όποιος προσευχόταν μέ αιματηρό ιδρώτα. Δεν πρέπει νά τό περιφρονήσουμε αύτό, άλλά νά προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τή ζωή τού Ιδιου τού Χριστού.
Μέ κατέπληξε τό ότι ό Ιωάννης ό Θεολόγος περιγράφοντας τον Μυστικό Δείπνο τού Χριστού λέει ότι ό Κύριος έδωσε νέα έντολή στούς Αποστόλους: «ίνα άγαπάτε άλλήλους». 


Ό καθένας μας λοιπόν μέ τή μοναχική ζωή οφείλει νά βάλει πρωτίστως ώς σκοπό του νά ζήσει τήν άδελφότητά μας ώς έναν άνθρωπο. Γι’αύτό τον λόγο, ή κοινοβιακή μορφή τού μοναχισμού είναι ιδιαίτερα εύνοϊκή γιά τή σύλληψη καί τήν πραγμάτωση αυτού τού σκοπού. Βέβαια, όσον άφορά τήν προσωπική μου ζωή, τά έπτά χρόνια πού έζησα στή σπηλιά ώς άναχωρητής ήταν δώρο Θεού καί καιρός εύνοϊκός γιά προσευχή ύπέρ όλης τής άνθρωπότητος, όλου τού Ανθρώπου.
Ό Κύριος έδωσε στον Άδάμ τήν έξης έντολή: «Από δε τού ξύλου τού γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, ού φάγεσθε άπ’ αυτού ή ο’ αν ή μέρα φάγητε άπ’ αυτού, θανάτω άποθανεΐσθε», καί μέ τήν προϋπόθεση τής τη ρήσεως τής έντολής του, τού δόθηκε ή έπαγγελία τής αιώνιας ζωής. 

Τοποθετήθηκε αύτός έπικεφαλής τού παραδείσου, γιά νά τον φυλάσσει καί νά συμμετέχει στήν οικοδόμησή του. Βλέπετε όμως, έπεσε μέ φοβερή πτώση, πού ώς τώρα πλήττει όλόκλήρο τον κόσμο. ’Άν λοιπόν θέλουμε τή σωτηρία μας, τότε βέβαια πρέπει νά θέσουμε πραγματικά ώς βάση τής μοναχικής μας ζωής τήν προσευχή για ολο τον άνθρωπο. Και ή προσευχή αυτή άρχίζει με τή μικρή πείρα μέσα στο μικρό κοινόβιο λίγων άνθρώπων. Έπειτα όμως, όταν τό έπιτύχουμε αύτό, διανοίγεται ξαφνικά μπροστά μας τό μεγάλο πέλαγος τής άγάπης του Χριστού. 




Ή κοινοβιακή ζωή είναι σπουδαιότερη άπό τήν έρημική. Αλλά καί ή έρημική ζωή, στον καιρό της, μπορεί νά είναι άληθινά δώρο τής θείας χάριτος. Ζώντας στήν έρημο ό μοναχός μπορεί νά προσεύχεται γιά όλη τήν άνθρωπότητα. Διευρύνεται ό νους του καί άπό καιρό σε καιρό μεταβαίνει στήν αιωνιότητα, άπό τά όρια κάθε είδους ώς τή θεία άπεραντοσύνη. Στήν έρημο είναι πολύτιμο τό ότι ή αιωνιότητα γίνεται αισθητή, καί κατά κάποιον τρόπο έπιβάλλει νά λησμονούμε τον χρόνο. Προσωπικά μου γεννήθηκε μιά παράδοξη σκέψη σχετικά με τήν αιωνιότητα: Αν δέν ύπήρχε αιωνιότητα, δέν θά ύπήρχε έπίσης ούτε χρόνος. Καί ό Θεός πού διαμένει στήν αιωνιότητα δημιούργησε τον κόσμο έτσι, ώστε ή μορφή τού είναι τού κόσμου αυτού νά συνδέεται μέ τον χρόνο, με τις άλλαγές: άναβάσεις, πτώσεις, άγάπη καί τό άντίθετό της, μίσος, όλα τά περνά ό άνθρωπος. Καί όσο περισσότερο εμβαθύνει στή μετάνοια γιά τις αμαρτίες καί τά πάθη του, τόσο βαθύτερα κατανοεί τή μετάνοια τού Άδάμ, γιά τήν όποια ομιλεί ύπέροχα ό Σιλουανός.
Πώς όμως νά μεταδώσουμε τή ζωή αύτή; Τά λόγια δέν βοηθούν, τό παράδειγμα δέν διδάσκει, γιατί δέν τό βλέπουν. Αλλά πώς νά διεγείρω στις καρδιές σας τή συνείδηση τής θείας αίωνιότητος, οπότε τά πάντα αλλάζουν; Ό πατέρας μας θρηνούσε στήν προσευχή περισσότερο γιά όλη τήν άνθρωπότητα παρά γιά τον ίδιο τον έαυτό του. 

Όταν μετανοούσε γιά τις αμαρτίες του, εισχωρώντας προοδευτικά στήν ουσία τής άμαρτίας καί τής πτώσεως τού Άδάμ γενικά, γινόταν φορέας κοσμικής συνειδήσεως. Ό Σιλουανός, πού ήταν προικισμένος ώς ποιητής, έλεγε ότι, όταν ό Άδάμ θρηνούσε, όλη ή έρημος τού κόσμου τον ακούε με μεγάλη σιωπή . Καί ό Σεραφείμ τού Σάρωφ, «έκραζε» προς τον Θεό γιά τον έαυτό του μόνο, «ίλεως γενοϋ μοι τώ άμαρτωλώ», καί βαθμηδόν έγινε πραγματικά Άδάμ. Έτσι, ή προσευχή τού Σεραφείμ τού Σάρωφ άπό προσωπική έγινε παγκόσμια καί ενεργεί μέχρι σήμερα. Μπόρεσε λοιπόν νά προφητεύσει οτι τό «Πάσχα» στή Ρωσία θά γίνει εκείνο τον χρόνο κατά τον όποιο θά βρεθούν τά λείψανά του. Κάθε φορά πού κάποιος θέλει νά φέρει τό όνομα Σεραφείμ, το γεγονός αύτό ενεργεί μέσα στά όρια τής ψυχής του. Συνδέεται ώστόσο με το ότι ή προσευχή τού Σεραφείμ τού Σάρωφ έγινε παγκόσμια κατά τον χαρακτήρα της. Με τόν ίδιο τρόπο έπίσης διδασκόμαστε άπό τον πατέρα μας Σιλουανό βαθμηδόν τή μετάνοια, πού μάς οδηγεί στήν ίδια κατάσταση κατά τήν όποια ό καθένας μας γίνεται Άδάμ.


Όταν ή ψυχή μας εισέρχεται στή σφαίρα τής θείας ζωής, τότε άσφαλώς ό άνθρωπος αισθάνεται έναργέστερα τήν αιωνιότητα παρά τόν χρόνο. Τότε λοιπόν πολλοί ευαγγελικοί λόγοι γίνονται «δικοί μας», έκφράζουν δηλαδή τήν κατάστασή μας. Πρέπει νά δεχόμαστε τόν λόγο τού Χριστού έτσι ώστε νά γίνει δικός μας λόγος. Αύτό ισχύει άκόμη και για φοβερές εκφράσεις, όπως: «Ό ουρανός καί ή γή παρελεύσονται, οί δε λόγοι μου ού μή παρέλθωσι». Πεθαίνω κατά το σώμα, αλλά τί είναι το σώμα μου; Γή, άπό την όποια δημιουργήθηκα καί στην όποια θά καταλήξω. «Ό ουρανός καί ή γή παρελεύσονται», δηλαδή το κοσμικό «είναι» δεν είναι το αιώνιο «είναι» πού θά παραμείνει.





Γιατί όμως ομιλώ με τέτοια θλίψη; Διότι ή έπιθυμία τής καρδιάς μου είναι νά το άφομοιώσετε αύτό, νά άποχωρήσει δηλαδή άπό έσάς ή μορφή τής σκέψεως πού είναι παραμόρφωση τής χριστιανικής ζωής. Μου είναι δύσκολο νά ομιλώ γι`  αύτό, γιατί πολλές άρρωστες ψυχές δέν είναι ικανές νά ακούν αύτό τον λόγο. Πολλοί δέν ζουν τήν αιωνιότητα έν Χριστώ, αλλά κάποια παράδοξη μορφή γήινης ζωής. "Οταν άπουσιάζει ή όραση τής αίωνιότητος, ό χρόνος καί οί ήμερες γίνονται γι’ αύτούς ή μοναδική πραγματικότητα. Καί ερίζουν γιά τά ήμερολόγια. Οταν ήμουν στον Άθω, έλαβε χώρα ή μεταρρύθμιση τού Ημερολογίου. Ή άνά τον κόσμο Εκκλησία του Χριστού ήθελε νά έξακριβώσει τον χρόνο τής ζωής μέ τούς κανόνες εκείνους πού είχαν προσδιοριστεί έξ άρχής. Πριν τήν άλλαγή τού Ημερολογίου ή έαρινή ισημερία ήταν στις 9 Μαρτίου, ένώ μετά στις 22 Μαρτίου. Ή άλλαγή αύτή θίγει κυρίως τήν έξωτερική ζωή τής άνθρώπινης κοινωνίας, γιά νά μήν πώ τήν κρατική ζωή. Το νά μετατρέψουμε όμως τήν πλευρά αύτή σέ δόγμα καί άκόμη νά διαρρήξουμε τή λειτουργική κοινωνία, αύτό είναι συνέπεια άπερισκεψίας καί άπουσίας πείρας τής έν Χριστώ αίωνιότητος. "Ολα παρέρχονται στή γή. Στά είκοσι δύο χρόνια τής ζωής μου στον Άθω ήταν οδυνηρό νά βλέπω πώς μερικούς, ένώ ήταν καλοί άνθρωποι, τούς απασχολούσαν οί ήμέρες καί όχι ή αιωνιότητα. Όμως οί καρδιές των ανθρώπων πού σκέφτονται έτσι παραδόξους σκληρύνονται. Είναι ήδη κλειστές οί θύρες τών καρδιών τους. Δέν μπορούν νά καταλάβουν ούτε τη Γεθσημάνια προσευχή ούτε τή θυσία τού Γολγοθά ούτε τήν ιδέα τού Συμεών τού Νέου Θεολόγου ή τού Σιλουανού, ότι δηλαδή ό καθένας μας οφείλει νά ομοιωθεί μέ τον πρώτο άνθρωπο κατά το περιεχόμενο τής ζωής του, νά γίνει δηλαδή Άδάμ.



Έξαιτίας τής άπουσίας τής συνειδήσεως τήν όποια μάς διδάσκουν οί άγιοι Πατέρες μας, διαστρέφουμε τον Χριστιανισμό, άνάγοντας τις συνθήκες τής κρατικής καί κοινωνικής ζωής σέ δόγμα. Αύτό είναι έντελώς έσφαλμένο. Ή αυθεντική προσευχή δέν πραγματοποιείται στά ορια τής έπίγειας ζωής αλλά τής θείας: «Ό Θεός, ίλάσθητί μοι τω άμαρτωλω... Κύριε, έλέησον ήμάς καί τον κόσμον σου». Όμιλώ γι’ αύτά χωρίς σειρά, αλλά κατά τήν πορεία τής συνομιλίας μας άκολουθώ τον λόγο πού μου δίδεται. Δέν διαβάζω κείμενο γραμμένο άπό πριν, αλλά άναζητώ μέ τήν προσευχή εκείνο πού άναδύεται μέσα άπό τήν καρδιά μου. Μιλώ λοιπόν τώρα γι’ αύτά, καθώς δύο άπό τούς άδελ φούς μας ήταν στή Ρωσία. Καί έκεΐ, μετά άπό μεγάλη χάρη μαρτυρίου, άπροσδόκητα παρατηρούμε μιά τέτοια μικρή, στενή, στενοκέφαλη συνείδηση γιά τον χρόνο! Ρώτησαν τούς άδελφούς μας: «Ποιό Ημερολόγιο άκολουθεϊτε»; Γι’ αυτούς βέβαια αύτό σημαίνει «νέο ήμερολόγιο» καί «παλαιό ημερολόγιο». Καί όταν εμείς δεχθήκαμε το νέο ημερολόγιο, μέ το όποιο ζει το κράτος, δέν αίσθανθήκαμε μέ αύτό καμία άπώλεια, αλλά φυλάξαμε τήν άγαθή διάθεσή μας καί προς τούς μέν καί προς τούς δέ. Ποιοι είναι οί μέν και ποιοι οί δέ; Οί δέ είναι «εκείνοι πού μετρούν τις ή μέρες», όπως είπε ό άπόστολος Παύλος . Υπάρχουν όμως και άλλοι, πού είναι βυθισμένοι με την προσευχή και την ψυχή, με όλη τήν καρδιά, με όλη τή δύναμή τους, στήν αιωνιότητα τού Θεού.



Θά ήθελα, λοιπόν, αδελφοί μου άγαπητοί, νά καταλάβετε τά πράγματα έτσι όπως πρέπει νά τά καταλάβετε, έτσι όπως μάς δίδαξε ό Κύριος καί οί Απόστολοί Του καί οί άγιοι Πατέρες: «Ό ούρανός καί ή γή παρελεύσονται, οί δέ λόγοι μου ού μή παρέλθωσιν». Καί όταν Τού έλεγαν οί Εβραίοι: «Πεντήκοντα έτη οϋπω έχεις, καί Αβραάμ έώρακας;», ό Κύριος με τή χαρακτηριστική γι’ Αύτόν συνείδηση άπάντησε: «Πριν Αβραάμ γενέσθαι έγώ είμι» . Γι’ αύτό καί ό Κύριος λέει: «Έάν μή φάγητε τήν σάρκα τού υιού τού άνθρώπου καί πίητε αύτού το αίμα, ούκ έχετε ζωήν έν έαυτοΐς. Ό τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον, καί έγώ άναστήσω 
αύτόν έν τή έσχάτη ή μέρα».


Έτσι, λοιπόν, στράφηκε ή ομιλία μου στήν περίπτωση αύτή. Ό χρόνος είναι όρος πού προσιδιάζει στή μορφή αύτή τής ύπάρξεως τού κτιστού κόσμου• τής ύπάρξεως καί όχι τής αίωνιότητος, πού είναι ή μορφή τού αιώνιου Είναι τού Θεού. Έχοντας λοιπόν τέτοια συνείδηση μπορούμε νά κατανοήσουμε βαθύτερα τούς λόγους καί τις έντολές τού Χριστού. Γιατί; Διότι, όταν οί έντολές Του γίνουν νόμος, μοναδικός νόμος τού είναι μας, καί τού πρόσκαιρου καί τού αιωνίου, τότε όλο το σύστημα τής ζωής μας άλλάζει. 


Οταν λοιπόν ό άνθρωπος αισθανθεί τήν έν Χριστώ σωτηρία του καί δει τούς άλλους άνθρώπους πού δεν θέλουν τον Χριστό, τότε με φυσικό τρόπο έμφανίζεται μέσα του ή συμπόνια γι’αύτούς πού δεν καταλαβαίνουν καί δεν δέχονται τον Χριστό. Ή μαρτυρική έπίγνωση ότι οί άνθρωποι αύτοί έκπίπτουν άπό τήν αιώνια έν Θεώ ζωή, γεννά προσευχή γιά όλο τον Άδάμ. Ό Γέροντας Σιλουανός λέει πώς όταν ή άγάπη άγγίζει τήν καρδιά τού άνθρώπου, τότε αύτή ποθεί γιά όλους τή σωτηρία. Τότε δεν ύπάρχει σκλήρυνση καρδιών, πού οδηγεί σε σχίσματα, σε μίση καί σε τέλεια απώλεια τής χριστιανικής μορφής ζωής.


Σταματώ σε αυτό. Καί εσείς, όπως πάντοτε, συγχωρήστε με γιά τήν άδέξια γλώσσα μου καί το άσυνάρτητο τού λόγου μου, αλλά αισθανθείτε τήν ούσία του. Προσπαθήστε νά εισχωρήσετε στά βάθη τής χριστιανικής συνειδήσεως με τήν προσευχή τής μετάνοιας, κατά το μέτρο πού ή προσευχή αύτή μένει αύθεντική. Ό καθένας μας φέρει μέσα του τή μιά ή τήν άλλη μορφή αμαρτίας καί σφάλλει. ΓΓ αύτό μάς είναι φυσική ή προσευχή τής μετάνοιας. Αλλά κατά παράδοξο τρόπο έτσι άκριβώς γεννιέται το πρόσωπο-ύπόσταση κατ’ εικόνα Χριστού, τού σαρκωθέντος Λόγου τού Πατρός.
Προσεύχομαι νά κατανοήσετε τήν οδό τού Χριστού, πού είναι γιά μάς μαρτυρική, αλλά πραγματικά μάς σώζει. Είθε νά σάς διαφυλάξει ό Κύριο

Εκφωνήθηκε στά ρωσικά, στις 21’Ιανουαρίου 1992. [Β23 (022)|


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ ΤΟΜΟΣ Γ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.