Ένας μοναχός κάποτε ήθελε να πάει να προσκυνήσει στον Άγιο Τάφο. Γύριζε τα χωριά και ζητώντας
ελεημοσύνες μετά από χρόνια, γέρος πια κατάφερε να μαζέψει τριάντα λίρες, όσες
ακριβώς χρειάζουνταν για το ταξίδι.
Έβαλε μετάνοια στον
ηγούμενο και κίνησε να πάει για το προσκύνημα του. Δεν είχε βγει καλά- καλά από
το μοναστήρι και βλέπει έναν άνθρωπο κουρελή, χλωμό και θλιμμένο που είχε
απλωμένο το χέρι ζητώντας ελεημοσύνη.
-Που πας γέροντα;
Ρώτησε ο κουρελής τον καλόγερο.
-Πάω στα Ιεροσόλυμα να
προσκυνήσω, να κάνω τρεις γύρες τον Άγιο Τάφο και να Τον προσκυνήσω, του απαντά
ο μοναχός.
-Πόσα λεφτά έχεις, τον
ρωτά ο ζητιάνος.
-Τριάντα λίρες, απαντά
ο καλόγερος.
-Δώσε μου εμένα τις
τριάντα λίρες που χω παιδιά πεινασμένα να ταΐσω, δώστες μου και κάμε τρεις
φορές το γύρω μου και ύστερα πέσε και προσκύνησε με.
Ο καλόγερος, έβγαλε το
σακούλι του με τις λίρες και το έδωσε στο φτωχό. Και ύστερα έκαμε το σταυρό
του, γύρισε τρεις φορές τον ζητιάνο και έπεσε και τον προσκύνησε!
Όταν σηκώθηκε, ο
ζητιάνος είχε εξαφανιστεί και είχε μείνει μονάχο στη γης, το σακούλι με τις
λίρες. Έκαμε το σταυρό του και επέστρεψε στο μοναστήρι του, αφού πρώτα μοίρασε
όλες τις λίρες στους φτωχούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.