Η διαμάχη με τον Θεό
Ένα από τα ερωτήματα που με απασχολούσαν ήταν το πώς είναι δυνατό να ζήσεις αναμάρτητα σε αυτό τον κόσμο. Γιατί όλες μας οι πράξεις είναι τόσο ασήμαντες σε σχέση με όσα απαιτεί από μας το πνεύμα του Ευαγγελίου, που αυτό φαίνεται απλώς αδύνατο, ουτοπικό. Θυμάμαι, πόσο φοβερά βασανίστηκα κάποτε από αυτό, ότι δεν κατάφερα δηλαδή ούτε να μην κατακρίνω με τις σκέψεις, ούτε να μην υπερηφανεύομαι, ούτε να μην αισθάνομαι αντιπάθειες κλπ. Και αφού όλα αυτά δεν τα κατάφερα, άρχισα με τον Θεό ένα είδος διαμάχης αυτής της τάξεως: «Μιλάς, λοιπόν Εσύ για την έσχατη Φοβερή Κρίση. Αλλά πώς άραγε θα με κρίνεις; Ποιο το δικό σου Είναι; Ποιες οι δικές σου δυνατότητες και ποιες οι δικές μου; Εγώ είμαι άνθρωπος: Αν δεν κοιμηθώ, αν δεν φάω κλπ., θα πεθάνω. Αν κάποιος ή κάτι με κτυπήσει, πάλι θα πεθάνω. Κι Εσύ θα κρίνεις εμένα!». Και όταν παρέμεινα σε αυτή τη διαμάχη, μου έγιναν ξαφνικά κατανοητά τα λόγια του Χριστού: «Ο Πατήρ κρίνει ουδένα, αλλά την κρίσιν πάσαν δέδωκε τω Υιώ … ότι Υιός ανθρώπου εστί»[1].
Και στη διαμάχη αυτή με τον Θεό βγήκα νικημένος: Θα με κρίνει ο Άνθρωπος που εκπλήρωσε τον Νόμο, Εκείνος που δημιούργησε όλα αυτά. Αλλά, αν και κατάλαβα ότι θα με κρίνει Εκείνος που έζησε μέσα στις δικές μου συνθήκες και σε πιο δύσκολες ακόμη, και γι’ αυτό έχει το δικαίωμα να με κρίνει, ωστόσο αυτό δεν με ικανοποιούσε ακόμη, δηλαδή δεν έλυνε την απορία μου, τη δυσκολία μου. Κι έτσι, έχοντας μείνει σε τέτοια απόγνωση περίπου 6-7 χρόνια (υπολογίζοντας και την απόγνωση στο Παρίσι), συναντήθηκα με τον Γέροντα Σιλουανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.