Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Ιστορίες τής Μονής τής Όπτινα. Μέρος Α.

 




Ιστορίες τής Μονής τής Όπτινα. Μέρος Α.

Όλγα Ροζνιόβα

 

Περί «εργατών τού αμπελώνος»

 

Δίπλα στο παρεκκλήσι των Νέων Μαρτύρων τής Όπτινα – τού ιερομόναχου Βασιλικού, τού μοναχού Θεράποντα και τού μοναχού Τροφίμου - υπάρχουν αρκετοί μοναστικοί τάφοι εκείνων που πέθαναν πρόσφατα.

 

Πηγαίνω συχνά εκεί για να αποτίσω φόρο τιμής στον τάφο τού Μεγαλόσχημου Ηγούμενου Γαβριήλ (Βινογκράντοφ). Πέθανε από σοβαρή ασθένεια. Ήταν μέλος του Πνευματικού Συμβουλίου, βοηθός τού πνευματικού τής Αδελφότητας. Είχε πολλά πνευματικά παιδιά που τώρα φροντίζουν με αγάπη τον τάφο του.

 


Και δίπλα του είναι ένας τάφος και ένας απλός ξύλινος σταυρός στον οποίον υπάρχει η επιγραφή: "Μοναχός Ελισέι". Και για τα χρόνια που έζησε: "1935-2005". Ο μοναχός Ελισέι δεν ήταν ιερέας, ήρθε στην Μονή σε βαθιά γεράματα. Αλλά αξιώθηκε να λάβει το αγγελικό σχήμα και να πεθάνει μοναχός.

 

Πώς και άραγε ήρθε στο μοναστήρι σε τόσο μεγάλη ηλικία; Να είχε οικογένεια;

 

Στο κελλί τής γειτόνισσάς ζούσε μια γιαγιούλα περί τα εβδομήντα, ήσυχη, μέτρια στο ανάστημα. Δεν τής έδινα σχεδόν καν προσοχή, εκτός ίσως όταν έπρεπε απλώς να τής υπενθυμίσω το μεσημεριανό γεύμα ή να τής πω τι ώρα ήταν.

 

Κάποια μέρα συναντώ την γειτόνισσα μου στον τάφο τού μοναχού Ελισέι. Κι έκπληκτη την ρωτώ:

 

- Μητερούλα, μήπως ήταν συγγενής σας;

 

- Συγγενής, παιδί, συγγενής. Πριν γίνει μοναχός, ήταν σύζυγός μου.

 

Γνώρισα, λοιπόν, καλύτερα την Βέρα. Και μού διηγήθηκε την ιστορία της.

 

Η ζωή τής Βέρα ήταν δύσκολη. Γεννήθηκε σχεδόν τυφλή και κωφή. Πολλά τα παιδιά στην οικογένεια και ένα άρρωστο παιδί ήταν ένα ακόμη βάρος - έπρεπε να την ταΐζουν με το κουτάλι. Η Βέρα θυμάται, χωρίς την παραμικρή πικρία, πώς η οικογένειά της μιλούσε με οργή μπροστά στο παιδί: "Ας την έπαιρνε ο Κύριος να τελειώνουμε!". Έβαζαν το κορίτσι να κοιμάται κάτω από το κρεβάτι, όπου ήταν σκοτεινά. Το φως ήταν έτσι κι αλλιώς αχρείαστο γι΄αυτήν.

 

Αλλά η Βέρα όχι μόνο έζησε αλλά και στα σχολικά χρόνια άρχισε να βλέπει. Αλλά ακόμα δεν άκουγε καλά. Από το ένα αυτί δεν μπορούσε να ακούσει καθόλου, και από το άλλο, όπως έμαθε αργότερα, είχε μόνο το 50% τής ακοής της. Στην Βέρα έπρεπε να μιλάς δυνατά για να σε ακούσει.

 

- Πώς σπουδάζατε, μητερούλα;

 

- Τίποτα, μελετούσα λίγο-λίγο. 3άρια έπαιρνα (Στμ: με 5 το Άριστα). Μόνο στην ορθογραφία έπαιρνα πάντα 1 ή 2.

 

Η Βέρα θυμάται πώς έκλαιγε όταν πήρε ακόμη ένα 2άρι στην ορθογραφία. Και η δασκάλα, γεμάτη θυμό, την επέπληξε: «Δεν υπαγόρευσα τίποτε από όλα αυτά! Καλά από πού τα έβγαλες όλα αυτά! " Η μεγαλύτερη αδερφή, βλέποντας τα δάκρυα τής Βέρα, ζήτησε από τη δασκάλα να την βάλει να κάτσει στο πρώτο θρανίο και εξήγησε ότι το κορίτσι είχε δυσκολίες με την ακοή. Αλλά ακόμη και στο πρώτο θρανίο, η Βέρα συνέχισε να παίρνει 2άρια στην ορθογραφία. Μπορεί η δασκάλα να υπαγόρευε στην αρχή μπροστά στον μαυροπίνακα, αλλά μετά θα πήγαινε στα πίσω θρανία. Οπότε η Βέρα πάλι δεν άκουγε τίποτα.

 

Πόσες προσβολές και αδικίες έπρεπε να υπομείνει στη ζωή της! Και όλα αυτά είναι ξεχασμένα-περασμένα, έχει συγχωρήσει από καιρό και την δασκάλα της για αυτήν την αναισθησία. Η μνήμη, βέβαια, φυλάει για πάντα τα πικρά δάκρυα τής παιδικής ηλικίας.

 

Η Βέρα δεν είχε σχεδόν κανέναν φίλο.

 

Αλλά ο Κύριος της έστειλε έναν καλό σύζυγο. Ο οποίος ούτε έπινε κι ούτε κάπνιζε. Εργάζονταν σε ορυχείο. Σκληρή δουλειά. Θα έβγαινε από το ορυχείο βουτηγμένος στον ιδρώτα, και μέχρι να φτάσει στο σπίτι, τα ρούχα πάγωναν από τον άνεμο, στο κρύο. Έφτανε στο σπίτι, έβγαζε τα ρούχα του και, έτσι όπως τα άφηνε, έμεναν όρθια.

 

Ο σύζυγος τής Βέρα την αγαπούσε πολύ. Καθ΄οδόν για το σπίτι από τη δουλειά, θα αγόραζε στη γυναίκα του σοκολάτες, και μάλιστα τις καλύτερες και τις πιο ακριβές.

 

Και είχαν τα πάντα: ένα εξοχικό, ένα διαμέρισμα γεμάτο πράγματα. Περί Θεού, ούτε που σκέφτοταν ποτέ. Απλά, ζούσανε, βγάζανε λεφτά, αγόραζαν όλο και περισσότερα νέα πράγματα. Και για ποιο λόγο όλα αυτά; Μετά τόσα χρόνια, η Βέρα εκπλήσσεται τώρα με αυτό.

 

Ζούσαν στο Καζαχστάν και την δεκαετία τού '90 τα πράματα εκεί έγιναν πολύ άσχημα για αυτούς. Ξεκίνησαν ταραχές. Τα πάντα στα καταστήματα εξαφανίστηκαν αμέσως από τα ράφια. Το νοσοκομείο καταστράφηκε μέσα σε μια νύχτα, εκτοξεύτηκαν οι πλάκες από την οροφή. Ήταν τρομακτικό να είσαι στον δρόμο, ειδικά το βράδυ.

 

Η Βέρα και ο σύζυγός της έπρεπε να εγκαταλείψουν όλα τα υπάρχοντά τους και φύγαν για την Ρωσία. Άφησαν πίσω τους ένα διαμέρισμα γεμάτο πράγματα. Πράγματα που χρειάστηκε να αγοράσουν στην διάρκεια των καλύτερών τους, μέχρι τότε, χρόνων. Και να πουλήσουν κάτι από όλα αυτά ήταν αδύνατο - κανείς δεν θα τα αγόραζε. Αφήσαν τα πάντα όπως ήταν και σηκωθήκαν και φύγαν. Το μόνο που πήραν μαζί τους ήταν η ραπτομηχανή. Αυτό ήταν ό,τι τούς απέμεινε από τα υπάρχοντά τους.

 

Η Βέρα χρησιμοποίησε αργότερα αυτή την ραπτομηχανή για να ράψει για όλες τις γνωστές της. Και δεν ζητούσε καμιά αμοιβή για την δουλειά που προσέφερε.

 

- Δεν χρειάζομαι τίποτα! Άφησα τα πάντα - όλα όσα μαζεύτηκαν. Και συνειδητοποίησα ότι όλα αυτά δεν αξίζουν τίποτα.

 

Ακούγοντας την Βέρα σκεφτόμουν δύο γνωστές μου. Η πρώτη, συνάδελφος. Με ενθουσιασμό μιλά σε όλους όσους θέλουν να ακούσουν για το με πόσο γούστο εξοπλίζει το νέο διαμέρισμά της. Ότι το χρώμα τής ταπετσαρίας και των επίπλων είναι το ίδιο. Ότι οι κουρτίνες και το χρώμα των κρεβατιών είναι τα ίδια. Κι ότι για έναν ολόκληρο μήνα έψαχνε στα μαγαζιά να βρει την ακριβή αντιστοιχία αποχρώσεων και υφής, να βρει τα κατάλληλα υλικά – και τα βρήκε!

 

Η δεύτερη γνωστή μου είναι καλόγρια. Έλεγε ότι ευεργέτες δώρισαν κλινοσκεπάσματα στο μοναστήρι. Κι ότι δεν ήταν και πολύ κατάλληλά για ένα μοναστήρι. Οι ευεργέτες τα ήθελαν να είναι πιο όμορφα - με κεντήματα, με διακόσμηση. Και για τις μοναχές, όσο πιο απλό, τόσο το καλύτερο. Το σημαντικό ήταν να είναι χρήσιμα για την ζωή. Χρώμα και διακόσμηση δεν ήταν διόλου σημαντικά για αυτές. Δύο διαφορετικές ματιές στα πράματα.

 

Καταλαβαίνω ότι χάθηκα στις σκέψεις μου και ότι η Βέρα έμεινε σιωπηλή. Συλλογίζονταν. Θυμάται ..

 

Ο Κύριος τούς έφερε με τον σύζυγό της στην Όπτινα.

 

Και οι δύο ήταν ήδη περί τα εξήντα. Περί Θεού δεν είχαν διόλου σκεφτεί ποτέ πριν. Η Βέρα δεν ήταν ακόμη βαπτισμένη.

 

Είναι δυνατόν, να είσαι ήδη ηλικιωμένος και ώριμος, και να ξαναγεννιέσαι από άπιστος σε πιστός; Από το να είσαι προσκολλημένος σε υλικές, εγκόσμιες αξίες, να βρίσκεσαι να αναζητάς τα επουράνια, πνευματικά δώρα;

 

Η Βέρα και ο σύζυγός της, όμως, δεν ήταν πλέον αυτοί που ήταν πριν. Τώρα έψαχναν για κάτι που τού χρόνου η σκουριά δεν χαλάει.

 

Η Βέρα βαφτίστηκε εδώ στην Όπτινα. Και ο Κύριος τής δώρισε την ακοή της. Όχι, από θαύμα, αλλά γιατί στην Όπτινα τής έδωσαν για δώρο ένα ακουστικό βαρηκοΐας. Όσες φορές και να είχε πάει νωρίτερα σε γιατρούς, για κάποιο λόγο, κανείς και ποτέ δεν τής προσέφερε μια τέτοια συσκευή. Και για πρώτη φορά στη ζωή της, η Βέρα άκουγε το κελάϊδισμα των πουλιών και τον θόρυβο τής βροχής, το κελάρυσμα τού ρυακιού και το θρόισμα τού γρασιδιού...

 

Προηγουμένως, κι αυτό σε όλη της την ζωή, η Βέρα έπρεπε να χρησιμοποιεί συνεχώς πολλές αλοιφές, φάρμακα, επειδή τα αυτιά της την πονάγανε. Και για δέκα χρόνια τώρα, τίποτα άλλο δεν βοηθάει με αυτό το πρόβλημα την Βέρα εκτός από το λάδι που αγιάζουν στα λείψανα τού μοναχού Αμβροσίου τής Όπτινα.

 

Και στον άνδρα τής Βέρα, η Μονή έδωσε την ευκαιρία να ακούσει τον Χριστό και να Τον ακολουθήσει. Ο πρώην ανθρακωρύχος έγινε ο μοναχός Ελισέι.

 

Για την Βέρα, η Μονή αγόρασε ένα δωμάτιο στο Κοζιόλσκ. Η Βέρα απέχτησε έναν πνευματικό στην Όπτινα και έκανε υπακοή στο λεγόμενο «πράσινο εργαστήρι».

 

Ο μοναχός Ελισέι έδωσε στη Βέρα βιβλία με τούς Βίους των Αγίων Πατέρων. Εικονούλες. Ο πάτερ Ελισέι έχει ήδη πεθάνει και η Βέρα συνεχίζει και διαβάζει συχνά τούς Βίους που τής είχε δωρίσει. Δεν βλέπει τηλεόραση. Κι ούτε διαβάζει εφημερίδες. Για ένα μόνο πράμα είναι σίγουρη

 

- Παίρνεις κάποιο βιβλίο από την σειρά «Βίοι», το διαβάζεις, και νιώθεις σαν να πίνεις ζωντανό νερό από μια πηγή. Μού αρέσει να διαβάζω αυτά τα βιβλία.

 

Μού μιλά για την αγαπημένη της εικόνα και για τα αγαπημένα της βιβλία. Λέει ότι σήμερα συνάντησε τον πνευματικό της, έναν Γέροντα τής Όπτινα, και την ευλόγησε. Και κοιτάζω το πρόσωπό της με έκπληξη. Την βλέπω να μεταμορφώνεται. Αντί για την κωφή και ντροπαλή γιαγιούλα, έχω μπροστά μου ένα εμπνευσμένο πρόσωπο, με έξυπνα μάτια, και με ένα χαρούμενο χαμόγελο.

 

Βλέπω μπροστά μου ένα άτομο που έχει βιώσει και υπέμεινε πολλά στη ζωή του. Αλλά βρήκε το "μαργαριτάρι" της. Και βρίσκοντάς το πηγαίνει και πουλά όλα όσα είχε πριν.

 

Ερχόμαστε στον Θεό σε διαφορετικές στιγμές στη ζωή μας. Γιατί αυτό; Μόνο ο Θεός το γνωρίζει. Αλλά όλους τούς δέχεται ο ελεήμων Κύριος!

 

Όλγα Ροζνιόβα

15 Δεκεμβρίου 2009

Μετάφραση για το gr.pravoslavie.ru: Γρηγόριος Μάμαλης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.