«Στο ‟Νησί” έχω
ξαπλώσει σε φέρετρο. Σκληρό πράγμα. Τέσσερις τοίχοι και το καπάκι. Ούτε
Ευαγγέλιο ούτε εικόνες. Τίποτα δεν έχει. Με τι θα πάμε; Τι μάζεψα; Να ηχογραφώ
ξέρω, να οδηγώ ξέρω, να χρησιμοποιώ την τάδε συσκευή ξέρω. Να συγχωρώ δεν ξέρω,
να μην εξοργίζομαι δεν ξέρω, να δίνω, χωρίς να λυπάμαι, δεν ξέρω. Ό, τι
χρειαστεί στην αιωνιότητα, ό, τι δεν μπορείς να αγγίξεις, δεν το ξέρω. Έμαθα,
όμως, σε όλη τη ζωή μου χιλιάδες πράγματα που δε θα χρειαστούν εκεί.
Τι να κάνουμε;
Να ξεκολλάμε σιγά-σιγά. Όπως το αυτοκόλλητο από την πληγή, σιγά-σιγά να το
αφαιρούμε. Ο Κύριος μού έδωσε ένα τεράστιο σπίτι. Κυκλοφορώ εκεί, μου αρέσει,
έχω και κρεβατοκάμαρα και γραφείο και όλα αυτά θα χρειαστεί να τα αφήσουμε.
Λυπάμαι! Τέσσερις χιλιάδες εκλεκτά βινύλια, μια συλλογή. Λυπάμαι! Μετά βλέπω,
με τον καιρό, πως δε λυπούμαι και τόσο. Με χαρά βλέπω μέσα μου πως αρχίζουν και
ξεκολλάνε. Ιδού για ποιο πράγμα αξίζει να ξοδεύουμε τη ζωή: να προετοιμαζόμαστε
για την αιωνιότητα».
Το εμπιστευτικό
και το καθολικό ύφος του Μαμόνοβ, όταν μιλάει, είναι τέτοιο που νιώθουμε πως
χάσαμε έναν δικό μας άνθρωπο.
Με το ρόλο του
γέροντα Ανατολίου στην ταινία «Το Νησί» (το 2006, με σεναριογράφο τον Ντμίτρι
Σόμπολεβ), ο Μαμόνοβ οδήγησε πολλούς προς τον Θεό. Μπορούμε μόνο να
ανασηκώνουμε τα χέρια και να εκπλησσόμαστε, μαζί με τον Πατριάρχη Αλέξιο Β΄,
όταν αναφώνησε στη συζήτηση που είχε με τον Παύλο Λουνγκίν: «Μα πώς καταφέρατε
να τα γυρίσετε αυτά!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.