O π. Κύριλλος δεχόταν όλα τά πνευματικά
του παιδιά μέ άναστάσιμη χαρά, όπως ό όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Προσπαθούσε πάντα νά
τά βοηθήσει σέ κάθε τομέα τής ζωής τους. Γιά παράδειγμα, μιά πνευματική θυγατέρα
του πού τήν έλεγαν Βαλεντίνα, μιά άπλή μαγείρισσα στο τμήμα εκδόσεων του
πατριαρχείου Μόσχας, του είπε ότι είχε άνάγκη άπό ένα διαμέρισμα. Κι ό π.
Κύριλλος δεν προσευχήθηκε μόνο αλλά τή βοήθησε νά βρει κι έπειτα πήγε στό
διαμέρισμα γιά νά τό ευλογήσει. Μέ άλλα πνευματικά του παιδιά ταξίδευε κάθε
χρόνο στο κοιμητήριο γιά νά κάνει μνημόσυνα στά μέλη της οίκογένειάς τους.
Συμμετείχε ενεργά στήν κατάσταση κάθε ανθρώπου καί δέν αμελούσε ούτε στο
παραμικρό.
Ξαφνιάζονταν πολλές φορές οι άνθρωποι
μέ τήν ικανότητά του νά βάζει στην καρδιά καί τήν προσευχή του τόσο μεγάλο
πλήθος όχι μόνο πνευματικών του τέκνων, άλλά κι εκείνων πού τόν είχαν επισκεφτεί
έστω καί μιά φορά. Ή μνήμη του ήταν φαινόμενο, σχεδόν ύπερφυσικό. Κανένας δέ
θυμάται νά είχε ξεχάσει κάποιον πού τόν είχε συναντήσει στο παρελθόν.
Καθώς μερικοί έπρεπε νά ταξιδεύουν
τεράστιες αποστάσεις στις αχανείς περιοχές τής Σοβιετικής Ένωσης γιά νά τόν επισκεφτούν,
δέν τόν έβλεπαν συχνά. Καί παρά ταύτα θυμόταν όχι μόνο αυτούς, αλλά καί τίς
υποθέσεις γιά τίς όποιες του είχαν μιλήσει δυό ή καί περισσότερα χρόνια
νωρίτερα,
καθώς καί τά μέλη τής οίκογένειάς
τους. Μερικοί πού δέν μπορούσαν νά τόν επισκεφτούν αύτοπροσώπως τού έστελναν
ένα σημείωμα κι αμέσως θυμόταν ποιοι ήταν καί τούς έδινε τίς ανάλογες συμβουλές.
Ό ήγούμενος Κυπριανός, πού ήταν γιά
τριάντα χρόνια πνευματικό τέκνο του π. Κυρίλλου, περιγράφει πώς ό π. Κύριλλος
χρησιμοποιούσε κάποια «παγίδα» γιά τά πνευματικά παιδιά του:
«Όταν τοΰ ζητούσαμε ευλογία γιά τό
ένα ή τό άλλο ζήτημα, μάς ρωτούσε πάντα: «Κι έσύ τι νομίζεις;» Όταν ό άνθρωπος
τού έλεγε τήν έπιθυμία του, ό μπάτιουσκα είχε ώς κανόνα νά δώσει τήν εύλογία
του: «’Έτσι νά κάνεις», όπως ό όσιος Αμβρόσιος τής Όπτινα πού έλεγε στά
πνευματικά του παιδιά: «Είμαι άδύναμος άνθρωπος άν ξεκινήσεις νά μέ πείθεις, θά
συμφωνήσω μαζί σου», έτσι κι ό π. Κύριλλος δέν πήγαινε ποτέ κόντρα στήν
ελεύθερη θέληση όποιουδήποτε. Στήν αρχή εγώ δέν είχα υποπτευτεί τήν «παγίδα», αργότερα
όμως τού έλεγα απευθείας: «Μπάτιουσκα, όπως ευλογείτε εσείς».
Μετά σκεφτόταν κι έδινε τη συμβουλή
του.
Συχνά ό π. Κύριλλος δέν απαντούσε
άμεσα σε σύνθετες ερωτήσεις. «Πρέπει νά προσευχηθούμε», έλεγε ή πρότεινε: «’Άς
περιμένουμε λίγο καιρό κι έπειτα άποφασίζουμε».
Τό πράο πρόσωπο τού π. Κυρίλλου, ή
ήρεμη φωνή κι ή θερμή άγάπη του, είχαν πολύ δυνατή επίδραση στούς άνθρώπους.
Προτού τόν συναντήσω, προετοίμαζα ολόκληρη λίστα άπό ερωτήματα. Μόλις τόν
πλησίαζα όμως πολλά άπ’ αυτά τα ερωτήματα είχαν απαντηθεί μέσα μου καί δεν υπήρχε
λόγος νά τόν ρωτήσω.
Ό π. Κυπριανός θυμάται επίσης πώς
κάποτε μιά ήρεμη άπάντηση τού π. Κυρίλλου γιά ένα σοβαρό θέμα ζωής, άποδείχτηκε
πώς είχε πολύ σπουδαία σημασία. Ή μπάτιουσκα του π. Κυπριανού ήταν πολύ σοβαρά
άρρωστη. Είχε έναν όγκο στόν έγκέφαλο κι οι γιατροί άποφάνθηκαν πώς δέν ήταν
χειρουργήσιμος. Ό π. Κυπριανός ζήτησε τήν ευλογία τού π. Κυρίλλου ώστε, προτού
πεθάνει, νά καρεΐ μοναχή. Ό π. Κύριλλος απάντησε:
«Αύτό είναι καλό, με τήν προϋπόθεση
όμως πώς θά καρεΐς καί σύ μοναχός».
Ό π. Κυπριανός δε σκεφτόταν νά γίνει
μοναχός, αλλά δέν τόλμησε ν’ αρνηθεί. ’Έτσι κάρηκαν κι οί δυό μοναχοί.
Μετά τήν κουρά τους ό όγκος ύποχώρησε
από τόν έγκέφαλο τής νεόκουρης μοναχής καί γλίστρησε έξω μέσω τής μύτης της.
Αμέσως μετά σηκώθηκε άπό τό νεκροκρέβατο της. Κι όταν έγραφε αυτά ό π.
Κυπριανός, εκείνη είχε ζήσει δεκαεφτά παραγωγικά χρόνια ώς μοναχή, ένώ εκείνος
ζούσε στή λαύρα τής Αγίας Τριάδας τού όσιου Σέργιου.
Πολλοί πού πήγαιναν γιά εξομολόγηση στον
π. Κύριλλο, θυμούνται ιδιαίτερα τή δύναμη των ευχών του πρίν άπό τήν εξομολόγηση.
Δέν τις διάβαζε. Τίς έπινοούσε μπροστά στόν έξομολογούμενο.Ηταν σάν νά τόν
διαπερνούσε ένα κύμα συντριβής καί προξενούσε στόν έξομολογούμενο δάκρυα. Ό π.
Κυπριανός διηγείται πώς κάποτε συνοδέυσε έναν άξιόλογο κυβερνητικό άξιωματούχο
στόν π. Κύριλλο γιά νά εξομολογηθεί. Ό Μάτιουσκα στοργικός όρος γιά τή σύζυγο
ιερέα ή διακόνου, καί γιά μοναχή.
Ο άνθρωπος ήταν πολύ γνωστός, άλλ’
είχε μιά σοβαρή αδυναμία στο αλκοόλ. Στήν εκκλησία σπάνια πήγαινε.
Ό π. Κύριλλος τούς χαιρέτησε μέ τό
συνηθισμένο του άναστάσιμο χαιρετισμό, έπειτα έβαλε το πετραχήλι καί τά έπιμάνικα
κι άρχισε νά διαβάζει τήν ευχή. Ό άνθρωπος τότε άρχισε νά τρέμει και γιά πρώτη
φορά στή ζωή του ένιωσε βαθιά και ειλικρινή μετάνοια γιά τίς αμαρτίες του. Ό π.
Κύριλλος τού έβαλε έναν κανόνα καί τού είπε να σταματήσει νά πίνει. ’Άν
ξαναγύριζε στήν παλιά του συνήθεια, τού είπε, θά γινόταν μέθυσος και δέ θά
ώφελούσε ούτε τήν οικογένεια ούτε την πατρίδα του. Όσο ταλαντούχος κι άν ήταν,
τόσο άπεχθής θά παρουσιαζόταν ένώπιον τού Θεού.
Καί γιά μεγάλη έκπληξη τού ίδιου τού ανθρώπου,
δέν ήπιε ξανά στο μέλλον.
Ό π. Κύριλλος ήξερε καλά νά εξηγεί
κάτι μ’ έναν τρόπο κατανοητό στούς άνθρώπους κι είχε πολύ δυνατή προσευχή. Γιά
πολλούς ανθρώπους ό λόγος κι ή προσευχή του λειτουργούσαν σαν σφραγίδα, μετά
τήν οποία ή ζωή τους άλλαζε, έξηγεϊ ό π. Κυπριανός.
Άπό τά λόγια των πνευματικών του
τέκνων δια- πιστώνουμε πώς ό π.Κύριλλος ήταν αυστηρός από κάποια άποψη, κυρίως
μέ τόν έαυτό του, αλλά πολύ διαλλακτικός καί έλεήμων μέ τούς άλλους.Πολλοί
άνθρωποι αναγνώριζαν τή δύναμη των λόγων του καί τούς τηρούσαν πρόθυμα. Πάντα όμως
άφηνε την τελική απόφαση στόν άνθρωπο πού είχε μπροστά του, χωρίς ίχνος
καταναγκασμού. Εκείνοι βέβαια πού άκολουθούσαν τό δικό τους θέλημα, αναπόφευκτα
τό μετάνιωναν. Κι αύτό επειδή ή συμβουλή τού π. Κυρίλλου είχε
τήν άγάπη του, καθώς καί τό θεϊκό
ενδιαφέρον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.