Κυριακή Ζ΄Ματθαίου (31-7-2022)
«Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;»
Στήν Καπερναούμ βρίσκεται ὁ Χριστός, ὅπου ἔκανε πολλά θαύματα. Κάποια φορά τόν ἀκολούθησαν δύο τυφλοί ἄντρες, πού φώναζαν ἐπίμονα, Ἰησοῦ Υἱέ Δαβίδ, ἐλέησον ἡμᾶς. Κοντοστάθηκε καί τούς ρώτησε, πιστεύετε, ὅτι μπορῶ νά τό κάνω, νά σᾶς θεραπεύσω; Ναί, Κύριε, ἀπάντησαν. Τότε νά γίνει σύμφωνα μέ τήν τήν πίστη σας. Ἄγγιξε τά μάτια τους καί ἀμέσως οἱ ἄνθρωποι αὐτοί θεραπεύτηκαν. Ἀπέκτησαν τό φῶς τους. Εἶδαν ὅλα τά ὡραῖα τῆς γῆς. Εἶδαν τόν ὡραιότερο καί καλύτερο, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
«Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;» Αὐτήν τήν ἐρώτηση ἀπευθύνει σέ ὅλους μας ὁ Χριστός. Γιατί καί σ᾿ ἐμᾶς ἔρχονται περιστάσεις, πού ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν θεία βοήθεια. Ζητοῦμε τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ σέ ζητήματα εἴτε ὑλικῆς, εἴτε πνευματικῆς φύσεως.
Π.χ. ἔχουμε κάποιο πρόβλημα ὑγείας καί πέφτουμε στό κρεβάτι. Φωνάζουμε τόν γιατρό, παίρνουμε φάρμακα, κάνουμε δίαιτα, χρησιμοποιοῦμε ὅλα τά μέσα πού διαθέτουμε, ἀλλά θεραπεία δέν βλέπουμε. Οἱ γιατροί σηκώνουν τά χέρια καί δηλώνουν ἀδυναμία. Ὅλα εἶναι μαῦρα καί ἀπελπιστικά. Τότε ἔρχεται νοερά ὁ Χριστός καί ρωτάει, «πιστεύεις ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;» Πιστεύεις ὅτι μπορῶ νά σέ κάνω καλά; Πιστεύεις ὅτι εἶναι ὁ παντοδύναμος ἰατρός, ὁ ἀνώτερος ἀπό ὅλους τούς γιατρούς τοῦ κόσμου; Ἄν τό πιστεύεις, τότε θά δεῖς τό θαῦμα. Θά δεῖς νά γίνεται αὐτό πού δέν μπόρεσαν νά κάνουν ὅλοι οἱ γιατροί τοῦ κόσμου. Ἄν δέν πιστεύεις, δυστυχῶς δέν μπορεῖ νά γίνει τίποτε.
Ἄλλο παράδειγμα. Διερχόμεθα τήν νηστεία τοῦ δεκαπενταυγούστου. Δέν τήν ἔκαναν οἱ παπᾶδες καί οἱ δεσποτᾶδες. Τήν ὥρισε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Ἄν πιστεύεις, ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἅγιος θεσμός, τότε νηστεύεις μέ προθυμία καί χαίρεσαι. Παίρνεις τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας. Ἄν δέν τό πιστεύεις καί γογγύζεις, φοβᾶσαι μήπως ἀρρωστήσεις, μετρᾶς τίς ἡμέρες πότε θά περάσουν, τότε μή νηστεύεις. Δέν σέ ὠφελεῖ καθόλου μιά τέτοια νηστεία.
Ἄλλη περίπτωσις. Ὅλοι ἁμαρτάνουμε καί ἔχουμε ἀνάγκη συγχώρησης. Αἰσθανόμαστε τό βάρος ἀπό τά ἁμαρτήματα καί πρέπει νά προσέλθουμε στήν ἐξομολόγηση. Ἄν πιστεύουμε, νά τρέξουμε στόν πνευματικό. Ὅταν ἐξομολογούμεθα τά ἁμαρτήματά μας, στόν ἴδιο τόν Χριστό τά λέμε. Καί τό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ ἐκείνη τήν ὥρα γίνεται Ἰορδάνης ποταμός, πού σέ πλένει καί σέ καθαρίζει. Ἀνοίγουν διάπλατα οἱ οὐρανοί. Ἄν πιστεύεις, τρέξε, πήγαινε στήν ἐξομολόγηση. Ἄν δέν πιστεύεις, μή πηγαίνεις στόν πνευματικό. Μή τό κάνεις ἐπειδή σέ ζόρισε ἡ μητέρα σου, ὁ ἀδελφός σου, ὁ φίλος σου. Μή γίνεσαι θεομπαίχτης.
Πᾶμε τώρα σ᾿ ἕνα ἄλλο θέμα καί αὐτό πολύ σπουδαῖο. Χτυπᾶ ἡ καμπάνα καί μᾶς καλεῖ ὅλους νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Τί πιστεύουμε γιά τόν ναό; Ὅτι εἶναι θέατρο, ἀγορά, αἴθουσα καλλιστείων καί ἐπιδείξεως; Ὄχι, εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ οὐρανοῦ. Εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ κάτω στή γῆ. «Εἶναι οἶκος Θεοῦ καί αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ. Ὡς φοβερός ὁ τόπος οὗτος». Ἐδῶ ἔξω πρέπει νά ἀφήσουμε ὅλες τίς ἔγνοιες, τίς ὑποθέσεις μας, τό μαγαζί, τό γραφεῖο μας, τά πάντα, «ὡς τόν Βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι».
Πιστεύουμε στήν ἱερότητα τοῦ χώρου; Ὅτι ὅλα ἐδῶ μέσα εἶναι ἅγια καί ἱερά; Π.χ. τό λάδι στό καντήλι τοῦ Χριστοῦ ἤ τῆς Παναγίας δέν εἶναι σάν αὐτό πού βάζουμε στό φαγητό μας. Ἔχει μεγάλη δύναμη. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅτι στήν ἐποχή του στήν Ἀντιόχεια ἦταν μία γυναίκα ἄρρωστη, πού κανένας γιατρός δέν μπόρεσε νά θεραπεύσει. Πῆγε στήν Ἐκκλησία καί πῆρε μέ τό δάχτυλό της λάδι ἀπό τό καντήλι, πού ἦταν μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἄλειψε τό μέτωπό της καί ἔγινε καλά, γιατί πίστευε ὅτι αὐτό τό λάδι ἔχει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Πιστεύουμε, ὅτι περικυκλώνουν ἄγγελοι τήν Ἁγία Τράπεζα; Πιστεύουμε ὅτι κατά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων κατεβαίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό ψωμί καί τό κρασί γίνονται Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ; Ἐδῶ γίνονται θαύματα μεγάλα καί φοβερά. Ἐάν πιστεύουμε νά μποῦμε μέσα στόν Ναό. Νά πιάσουμε μιά γωνιά, σάν τόν τελώνη τοῦ Εὐαγγελίου, νά κοιτᾶμε μπροστά μας, μή μιλήσουμε μέ κανένα, μή πιάσουμε κουβέντα μέ κανένα, παρά μόνο νά ἔχουμε συζήτηση καί ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό. Στό «μετά φόβου Θεοῦ», νά πλησιάσουμε μέ πίστη, γιά νά κοινωνήσουμε «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Ἐάν δέν πιστεύουμε, οὔτε στήν Ἐκκλησία νά ἔρθουμε, οὔτε νά κοινωνήσουμε. Νά καθήσουμε στό σπίτι μας, τί δουλειά ἔχουμε ἐδῶ; Ἄδικα χάνουμε τόν καιρό μας.
Ἀγαπητοί μου,
Ζοῦμε σέ ἐποχή ἀπιστίας. Πολλοί ἄνθρωποι δέν πιστεύουν στό Θεό. Ἕνας πιστεύει στό χρῆμα, ἄλλος στήν τέχνη καί τήν ἐπιστήμη, ἄλλος στούς ἰσχυρούς τῆς γῆς κλπ. Ὅμως ὅλα αὐτά εἶναι ματαιότης ματαιοτήτων. Ἕνα εἶναι ἀληθινό, ἡ πίστη τῶν Πατέρων μας. Ἡ πίστη στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Στόν αἰώνα αὐτό τῆς ἀπιστίας καί τῆς διαφθορᾶς, ὅταν πολλά πέφτουν καί γκρεμίζωνται, ἐμεῖς νά μείνουμε ὄρθιοι. Νά κρατήσουμε τήν πίστη μας, ὅπως μᾶς τήν παρέδωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας. Ὅταν πολλοί σκύβουν τό κεφάλι στούς ἰσχυρούς τῆς γῆς,ὅταν ὅλοι γονατίζουν μπροστά στήν ἁμαρτία καί στόν διάβολο, ἐμεῖς νά κρατήσουμε τήν πίστη μας. Νά γονατίζουμε μόνο μπροστά στόν Θεό. Καί στό ἐρώτημα πού μᾶς θέτει ὁ Χριστός, πιστεύεις; Ἐμεῖς νά ἀπαντήσουμε: «Ναί, Κύριε, πιστεύω. Βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Ἀμήν.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.