Πάντα σκεφτόμουν τους λόγους για τους οποίους
οι μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας όπως ο Μέγας
Βασίλειος αναζήτησαν την απομόνωση, παρά το γεγονός ότι είχαν τόσα αγαθά στη ζωή τους. Η απομόνωση
είναι κάτι διαφορετικό, είναι ένας άλλος κόσμος.
Στην απομόνωση είσαι μόνος σου με τον Θεό. Εκεί
καλείσαι να γίνεις φίλος και αδελφός με το δάσος. Η
ζωή είναι τόσο ρευστή που κανείς εκ των έξω δεν
μπορεί να καταλάβει σε τι ακριβώς συνίσταται. Είναι
μια συνεχής κατάσταση ετοιμότητας και δημιουργίας
τόσο στην καρδιά όσο και στη συμπεριφορά του ερημίτη. Για μένα στην αρχή ήταν και φόβος, αλλά ο
Θεός με βοήθησε και κράτησα την ηρεμία μου.
Οι πειρασμοί ήταν εντονότατοι και ήμουν σε μια
διαρκή ένταση, κρεμώντας εικονίτσες στα δέντρα που
είχα το χαμόσπιτό μου. Μια φορά μάλιστα μου επιτέθηκε ο ίδιος ο πονηρός. Ήταν πρωί και με είχε πάρει ο
ύπνος, όταν άρχισε να τραβάει την ψάθα που ξάπλωνα
από τη μια άκρη του κελιού μου στην άλλη, ενώ παράλληλα με χτυπούσε στο κεφάλι. Είπα στον εαυτό μου:
Δεν είμαι ασκητής, απλά είμαι εδώ από σύμπτωση (αν δεν είσαι ταπεινός, στην απομόνωση μπορεί ο διάβολος
να σε κατασπαράξει). Και έτσι γλίτωσα. Άρχισα να
φωνάζω δυνατά (μόνο οι λύκοι ίσως με άκουγαν):
«Μεγάλη η δύναμη της ταπεινοφροσύνης!».
Όταν αποτραβιέσαι από τον κόσμο η μεγαλύτερο πειρασμός είναι νά
κρατήσεις σε απόστάση του σατανά, γιατί, αν δει ότι έχεις κάτι που
μπορεί να εκμεταλλευτεί, θα έρθει να σε πειράξει.
Και δεν πρόκειται να σταματήσει να προσπαθεί
εκτός αν σε διακατέχει πραγματική ευσεβής ταπείνοφροσύνη. Ταπεινοφροσύνη είναι το να μένεις εκεί
που είσαι, να ξέρεις τη θέση σου. Και γι' αυτό μπορώ
να πω, ίσως και με κάποια αυθάδεια, ότι δεν ήμουν
ποτέ απομονωμένος. Ήμουν μόνος ίσα-ίσα για να μπορώ να αντέχω το ψύχος του χειμώνα που ήταν
πράγματι άγριος. Μπορεί για κάποιους η απομόνωση να είναι απλά το να μη βλέπεις άλλο κόσμο και
όντως εγώ δεν έβλεπα εκεί άλλον κανέναν, μόνο που
δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Πρόκειται για μια
κατάσταση πέραν των ορίων της ανθρώπινης ύπαρξης, πέραν των ανθρώπινων φιλόδοξων υπολογισμών. Γιατί στη πνευματική ζωή δεν χωράνε υπολογισμοί. Είναι μια ζωή που τη ζεις χωρίς την ανάγκη για λόγια.
Δεν ενέδωσα. Με βοήθησε η Θεοτόκος και έμεινα
στη δική μου θέση, αποτραβηγμένος στο δάσος. Η απομόνωση είναι πολύ αξιέπαινο πράγμα. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι προσευχές ενός ερημίτη
βοηθούν ανυπολόγιστα τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν
υπάρχει ασκητική ζωή, αν δεν έχεις όλον τον κόσμο
έτσι όπως είναι μέσα στην καρδιά σου! Πρέπει να
αναχωρήσεις για αυτή τη ζωή σαν νικητής, αφού
θριαμβεύσεις στον κόσμο".
Μια φορά με βρήκε ένας μεγάλος πειρασμός.
Ένας πειρασμός λάγνων σκέψεων τις οποίες δεν
επέμενε,
μπορούσα να ανεχτώ για κανένα λόγο. Ο σατανάς
το ίδιο όμως επέμενα και εγώ. Τι βάσανο
που ήταν! Δύσκολα αντιλαμβάνεται κανείς την ταλαιπωρία του ασκητισμού. Και τότε, όπως έκανα μικρός.
είπα στον εαυτό μου: Αν προσευχηθώ στον Άγιο
Γεώργιο, ποιος ξέρει που να είναι! Προσεύχονται σε
αυτόν και άλλοι! Και τότε είπα πάλι: Ας προσευχήθώ στο φύλακα άγγελό μου, ο οποίος είναι μαζί μου
από τότε που βαφτίστηκα! Και άρχισα αμέσως να
του προσεύχομαι: Προστάτη μου, άγγελε...! Και
πιστέψτε με, με ελευθέρωσε άμεσα και ολοκληρωτικά από όλους τους πειρασμούς μου. Ο φύλακας
άγγελός μου . Και έκτοτε έδειχνα πολύ μεγαλύτερη ευσέβεια στον φύλακα άγγελό μου . Ακόμα και
όταν ήταν 93 ετών ο π. Αρσένιος έλεγε: Αυτή είναι η
αλήθεια. Όλοι έχουμε φύλακα άγγελο. Και δεν μας
βοηθάει μονάχα αυτός, επειδή αυτοί, όλοι δηλαδή οι
άγγελοι, είναι από τη φύση τους μια οντότητα. Αν
έχουμε σχέση λοιπόν με τον φύλακα άγγελό μας,
αποκτούμε σχέση με τις υπόλοιπες μυριάδες και των
υπολοίπων.
Εκεί, στον τόπο της απομόνωσης, προσπαθούσε να
ακολουθήσει τον τρόπο των Αγίων Πατέρων. Παραδείγματος χάρη, τις ημέρες που η νηστεία επέτρεπε
να φάει ψάρι, αυτός είχε φυλαγμένο σε ένα κονσερβοκούτι ένα ψαροκόκαλο το οποίο σιγόβραζε και
έπειτα έπινε το ζουμί, νιώθοντας έτσι ότι μπορούσε
να φάει και ψάρι. Στη συνέχεια στέγνωνε το κόκκαλο και το κρατούσε για την άλλη φορά. Αλλά το οστό,
μετά από κάθε βράση, δεν είχε πια ίχνος ψαριού,
ωστόσο ο π. Αρσένιος συνέχιζε τη ρουτίνα του. Ήξερε επίσης ένα ρητό από τη μητέρα του, ότι όταν επιτρέπεται το ψάρι, δεν πειράζει να σου μείνει και
κανένα κόκαλο στο στόμα.
Ως ασκητής, είδα με πόσα λίγα θα μπορούσε να
ζήσει ένας άνθρωπος. Το μόνο φαγητό ήταν μια
σακούλα με παξιμάδια. Έτρωγα μια φετούλα κάθε
μέρα και έτσι κρατιόμουν όλη την ημέρα. Πολύ σπάνια
έβρισκα μανιτάρια που αναπτύσσονταν στις οξιές. Τα
αποκαλούσαμε «πέστροφες», ήταν σαν μπανάνες και
πολύ νόστιμα. Μόλις βρήκα μερικά μανιτάρια, τα
σιγκέψησα σε μια σόμπα που είχα φτιάξει από πέτρες
και μια ξύλινη τάβλα από πάνω. Φυλούσα αυτά τα
μανιτάρια για τον χειμώνα. Όταν όμως τα έφαγα τελικά, ένιωσα άσχημα. Μερικές φορές έβρισκα και κανένα ξερό μήλο και αυτό ήταν για μένα μεγάλη υπόθεση.
Το καλοκαίρι έπινα νερό από την πηγή, γιατί δεν
υπήρχε καλύβα που να μην είναι κοντά σε πηγή. Το
χειμώνα έλιωνα το χιόνι και έπινα νερό.
Μια μέρα πήγε να ψάξει μανιτάρια. Όταν επέστρεφε με μια καλή συγκομιδή στα χέρια του, λοξοδρόμησε σε ένα λόγγο με ιδιαίτερα πυκνή βλάστηση,
όπου δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα. Αποπροσανατολίστηκε και χάθηκε. Τότε άρχισε τις προσευχές στη Θεοτόκο και ευθύς ο συννεφιασμένος καιρός
άρχισε να ανοίγει. Έτσι εκείνος μπόρεσε να δει μέσα
από τα σύδεντρα την κορυφή ενός βουνού που γνώριζε και με αυτό ως οδηγό αναπροσανατολίστηκε.
Όταν μάλιστα βγήκε, αντιλήφτηκε πως δεκαπέντε
μέτρα παρακάτω σε εκείνο το σημείο υπήρχε γκρεμός στον οποίο και θα έπεφτε, αν δεν τον είχε βοηθή
σει η Παναγία.
Το χαμόσπιτο όπου έμενε στο δάσος ανήκε σε μια
καλόγρια και ο π. Αρσένιος το γνώριζε. Ένα χειμώνα, όταν το χιόνι είχε ύψος ίσα με έναν άνθρωπο,
αυτός βρισκόταν μέσα σε αυτό το καλυβάκι και
να ανάψει φωτιά. Κάποια στιγμή μπήκε μέσα η καλόγρια και αυτός, πιστεύοντας ότι ήταν
κάποιο τελώνιο –οι πειρασμοί ήταν πολύ συχνοί-
γονάτισε να προσευχηθεί. Γρήγορα κατάλαβε ότι η
εμφάνιση της ήταν καθόλα πραγματική. Η καλόγρια
του είπε ότι αυτό ήταν το παλιό της καλύβι και ότι
είχε έρθει μαζί με ακόμα μία μεγαλύτερη σε ηλικία
αδελφή που λόγω του χιονιού και του γήρατος είχε
μείνει πίσω. Τότε ο π. Αρσένιος πήγε στον ποταμό
όπου περίμενε η γηραιότερη αδελφή και την έφερε
στην καλύβα. Εκείνη τη νύχτα φιλοξένησε και τις δύο
στην καλύβα του. Αυτός κοιμήθηκε στη μια γωνία
και οι καλόγριες στην άλλη. Κατά τη διάρκεια της
νύχτας, η νεαρή αδελφή, πιστεύοντας ότι οι άλλοι
κοιμόντουσαν, άρχισε να κάνει μετάνοιες. Την επόμενη μέρα, όταν ο Πατέρας την ρώτησε τι έκανε το
βράδυ, εκείνη του απάντησε πως έκανε προσευχές
για εκείνη, την άλλη αδελφή, αυτόν και τον π. Κλεόπα. Ο π. Αρσένιος τη συμβούλεψε στο εξής να κάνει
μετάνοιες μόνο γι' αυτήν. Το πρωί τις οδήγησε σε
μια άλλη καλύβα που γνώριζε. Μια μέρα, είδε μια
τις μοναχές να πηγαίνει προς την καλύβα του
και συνειδητοποίησε ότι είχε γίνει κάποιος καυγάς
μεταξύ τους. Τότε φώναξε τη μοναχή που πλησίαζε
να επιστρέψει, να είναι ταπεινή και να συμφιλιωθεί
με την άλλη αδελφή.
από
Η μοναχή που έκανε τις μετάνοιες τη νύχτα ονομαζόταν Ισιδώρα. Μετά το 1964, όταν είχε βγει από
τη φυλακή και προχωρούσε στον
δρόμο από την
Αγάπια στο Βαρατέκ, πήδηξε ξαφνικά μέσα από το
δάσος η μοναχή, του φίλησε το χέρι και έτρεξε πάλι
πίσω. Ζούσε εκείνο τον καιρό μια ιδιαίτερη ασκητική
ζωή. Είχε καταλάβει με κάποιο μυστικό τρόπο ότι ο
Πατέρας επρόκειτο να περάσει από εκεί και έσπευσε να πάρει την ευλογία του.
Κάποιες φορές έβρισκε καταφύγιο στη σπηλιά
της Αγίας Θεοδώρας της Σίχλα. Είναι σπουδαίο να
βλέπεις χώρους όπου αναζητούσαν καταφύγιο οι
άνθρωποι. Έμεινα και εγώ για λίγο στο σπήλαιο της
Αγίας Θεοδώρας. Ανέβαινα πάνω σε ένα βράχο,
όπου υπήρχε ένα βαθούλωμα με νερό το οποίο δε
στέρευε ποτέ, παρόλο που δεν υπήρχε κάποιο κανάλι που να το γεμίζει. Ανέβαινα στον βράχο λοιπόν
και έπινα νερό από όπου έπινε και η Αγία.
Με τον π. Κλεόπα συναντιόταν από καιρού εις
καιρόν, εξομολογούσαν ο ένας τον άλλον και κοινωνούσαν, αφού είχαν μαζί τους τα Τίμια Δώρα. Οίνος
υπήρχε άφθονος και προμηθεύονταν τα προς το ζην
από έναν καλό χριστιανό που ζούσε σε ένα κοντινό
χωριό. Αν και υπήρχαν πολλοί λύκοι γύρω, ο άνθρωπος δεν φοβόταν να μπει βαθιά μέσα στο δάσος,
έχοντας εμπιστοσύνη στις προσευχές αυτών των δύο
ερημιτών.
Όταν συναντιούνταν αυτός και ο π. Κλεόπας,
υπάκουαν ο ένας τον άλλον. Κάποτε μας έπιασε
δυνατή βροχή σε ένα μεγάλο δάσος. Ο π. Κλεόπας
ήταν στη μία πλευρά και εγώ ήμουν κάπου αλλού.
Ψάχναμε για θάμνους να καλυφτούμε. Ωστόσο, ο
π.Κλεόπας επέμενε να πάω εγώ σε αυτόν. Ήταν
περίπου 30 μέτρα απόσταση. Εγώ του έλεγα ότι η
θέση μου είναι καλύτερη, ενώ η αγιότητά του έλεγε
ότι καλύτερη ήταν η δική του. Τότε σκέφτηκα: Όχι,
εξ ακούσω τον π. Κλεόπα! Άρχισα να πλησιάζω προς
εκείνον και αμέσως ένας κεραυνός έκαψε τον θάμνο
μου. Έμεινα άφωνος! Να τι κάνει η υπακοή! Ήταν
θέλημα Θεού να με καλέσει κοντά του ο π. Κλεόπας,
με την αιτιολογία ότι είχε βρει καλύτερο μέρος, αλλά
στην πραγματικότητα ήταν η χάρη του Θεού που ήθελε να με σώσει από τους κεραυνούς.
Δεν θα αναφερθώ καν στο γεγονός ότι αρχικά σκεφτήκαμε να ανεβούμε σε μια μεγάλη βελανιδιά για
να προστατευθούμε από την καταιγίδα. Αλλά λίγο
πριν φτάσουμε εκεί, την είχε χτυπήσει και αυτή
κεραυνός. Είδαμε με τα μάτια μας ότι είμαστε προστατευμένοι από τον Θεό και έτσι αφήσαμε τη βροχή
να πέφτει πάνω μας όσο ήθελε. Εμπιστευόμασταν
το θέλημα του Θεού και έτσι δεχτήκαμε με αγάπη το
ξέπλυμα που έρεε από τους ουρανούς. Τότε, λοιπόν,
αγκαλιαστήκαμε και καταλάβαμε πως ο Θεός πραγματικά μας βλέπει και μας βοηθά, αυτό όμως δεν
μπορεί να γίνει χωρίς θυσίες
Μια άλλη φορά φοβήθηκε πολύ. Περπατούσε τη
νύχτα σε ένα μονοπάτι και άκουσε ένα φοβερό βρυχηθμό και αμέσως σκέφτηκε ότι ήταν ο σατανάς. Την
επόμενη μέρα όμως συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν
παρά η κραυγή μιας αλεπούς.
Μιχάλλη φορά βάδιζε σε ένα στενό δρόμο που είχε
από τη μια του πλευρά το απότομο βουνό και από την
άλλη μια απότομη χαράδρα. Σε ένα σημείο εμφανίστηκε στον δρόμο του ένας λύκος. Μην έχοντας τρόπο
να του ξεφύγει, ο π. Αρσένιος πήρε το δρόμο του γυρισμού. Γι' αυτό έλεγε κάποτε: Εσείς δεν συναντήσατε
ποτέ τον λύκο, ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν ο
διάβολος, χωρίς να υπάρχει άλλη βοήθεια πέρα από
τον Ουρανό. Αυτός ο λύκος δεν θέλει να σας δαγκώσει, θέλει να σας φάει.
Είχε συχνές συναντήσεις με λύκους και με αρκούδες. Είχε γνωρίσει τη δύναμη αυτών των θηρίων,
όταν βρέθηκε μία φορά σε ένα τσίρκο. Σήκωσε μια
αρκούδα το πόδι της και με έσπρωξε στον ώμο. Τότε
κατάλαβα τι δύναμη είχε η αφιλότιμη. Οι αρκούδες
είναι πολύ ισχυρά ζώα. Αλλά στην απομόνωση δεν
είναι τα θηρία ο μεγαλύτερος κίνδυνος, αλλά ο διά-
βολος. Το γεγονός ότι είχε εξοικειωθεί και γλιτώσει
από τέτοιες επικίνδυνες καταστάσεις ήδη από την
παιδική του ηλικία, τον έκανε να διηγείται αργότερα: Είμαι 96 ετών και εξετάζοντας στο μέτρο του
δυνατού το παρελθόν μου, βλέπω μόνο την παρουσία του Θεού και το πόσο αυτή με κατέπληξε και
ταπείνωσε θέλοντας και μη. Έχω πέσει σε λύκους
και αρκούδες, έζησα 14 χρόνια στη φυλακή και
πέρασα χρόνια ερήμων, και σε όλα αυτά έχω δει την
πρόνοια του Θεού. Ούτε μια τρίχα δεν μπορεί να
κουνηθεί χωρίς να το γνωρίζει ο Κύριος. Πολλές
φορές έπεφτε το βλέμμα σε κανένα ζουζούνι πιο
μικρό και από το μάτι μιας βελόνας και συλλογιζόμουν: «Ορίστε ο Θεός το ξέρει. Και σαν αυτό υπάρχουν εκατομμύρια και δισεκατομμύρια».
Καθώς η ασκητική ζωή τον κρατούσε σε μια
κατάσταση μόνιμης επαγρύπνησης, οι σκέψεις του
ταξίδευαν μεταξύ παραδείσου και κολάσεως, και
γενικά γύρω από την επικείμενη παρουσία του
θανάτου. Σε οποιοδήποτε βιβλίο που μιλά για υψηλότερη ζωή, αναφέρεται σχεδόν πάντα και η σκέψη
του θανάτου. Στην απομόνωση προσπάθησα και
εγώ να κάνω από την πλευρά μου ό,τι έκαναν και οι
Άγιοι Πατέρες στις άδειες ερημιές της Αιγύπτου.
Πάντα, φυσικά, στο επίπεδο των δυνατοτήτων μου.
Στο Πατερικό, γίνεται λόγος για έναν πατέρα που
στο κελί του έλεγε εν είδει προσευχής: «Τι θα είναι,
πως θα είναι;». Και εκεί τελείωνε η προσευχή του.
Βίωνε ήδη την κατάσταση του επέκεινα, μιας άλλη
ύπαρξης με την απτή παρουσία των αγγέλων και των
δαιμόνων.
Μιλώντας κάποτε για το ενδεχόμενο του θανάτου, ανέφερε τα λόγια του π. Κλεόπα, ο οποίος είχε
πει κάποτε ότι όταν θα πέθαινε, θα ήθελε να πάρουν
το σώμα του και να το θάψουν στο μοναστήρι στη
Σιχαστρία, για να του απαντήσει ο π. Αρσένιος ότι,
όταν εκείνος θα πέθαινε, θα του αρκούσε να έριχναν
τη σωρό του σε ένα γκρεμό εδώ κοντά. Μία φορά
μάλιστα είπε ότι θα ήθελε να ταφεί, αν γινόταν, και
χωρίς φέρετρο. Όπως και οι μεγάλοι Πατέρες, έτσι
διατηρούσε και αυτός μια αποστασιοποιημένη στά-
ση απέναντι σε καθετί κοσμικό.
Στην έρημο βρισκόμουν σε συνεχή ένταση, δεν
επιτρεπόταν το παραμικρό λάθος. Μια φορά είδα
ένα αεροπλάνο να πετάει και να αφήνει πίσω του
ένα λευκό σταυρό στον ουρανό. Ποτέ δεν το είχα
ξαναδεί και σκέφτηκα ότι ήταν ένα σημάδι, ένα
θεϊκό θαύμα, και έπεσα στα γόνατά μου.
Διάβασα κάπου ότι το ελάφι, αν ακούσει έστω και
ένα φύλλο να πέφτει, δεν μπορεί να γεννήσει, τό ενοχλεί ο θόρυβος. Ποτέ δεν είχα μπορέσει να καταλάβω πραγματικά κάτι τέτοιο. Όταν έφτασα στο
δάσος, άκουγα και τιναζόμουν από τη θέση μου, αν
κάποιο ξερό φύλλο τύχαινε να πέσει πάνω σε άλλα
ξηρά φύλλα. Μόνο τότε κατάλαβα αυτήν την πληροφορία σχετικά με το ελάφι. Ξέρετε, δεν ακούω πολύ
καλά, ακόμη και οι περισσότεροι στην οικογένειά
μου είχαν προβλήματα ακοής. Αυτό το ανασκάρτημα
στην πτώση των φύλλων δεν οφειλόταν σε κάποια
ιδιαίτερη αίσθηση, πράγμα δύσκολο ακόμα και για
άτομα με τέλεια ακοή, πόσο μάλλον για τον π. Αρσένιο που είχε προβλήματα
από τότε.
Ήταν λόγω της λεπτότητας της ψυχής του, της ιδιαίτερης ευαισθησίας και της συνεχούς έντασης για την
οποία μιλούσε ο π. Αρσένιος και η οποία είναι γνωστή στον πνευματικό κόσμο ως εγρήγορση.
Φοβόμουν να πω ότι ήμουν ασκητής. Πρέπει να
γνωρίζεις τη φωνή του δάσους, αυτή τη βαθιά σιωπήρή φωνή την οποία μόνο αν έχεις ισχυρά βιώματα,
μπορείς να αντιληφθείς. Πρέπει να αφήσεις την
ανθρώπινη σου ταυτότητα και να ταυτιστείς με το
δάσος, αλλιώς δεν επιβιώνεις.
Όταν πηγαίνεις στο δάσος σαν ερημίτης για να
ζήσεις μια ζωή σύμφωνα με τον Θεό, το δάσος δεν
είναι πλέον ένα ωραίο αξιοθέατο με κάποια όμορφα
αιωνόβια δέντρα. Από τη στιγμή που θα σε υποδεχτεί, πρέπει να δεθείς με αυτό. Υπάρχει ένα μυστήριο πνεύμα, τα χοντρά δέντρα πρέπει να είναι η
κάλυψη, η άμυνά σου. Υπάρχουν καταστάσεις στο
δάσος που, αν τύχει να συναντήσεις καμιά αρκούδα,
θα πρέπει να κρυφτείς πίσω από ένα μεγαλύτερο
δέντρο. Αυτό πρέπει να γίνει αμέσως και σε τέλεια
σιωπή, διαφορετικά το θηρίο θα σε κατασπαράξει.
Δεν πρέπει να κάνεις τον παραμικρό θόρυβο. Οφείλεις να είσαι προσεκτικός και να μη πατάς κάτι που
θα μπορούσε να σπάσει κάτω από το βάρος σου. Τα
ζώα έχουν πολύ ευαίσθητη ακοή. Ήμουν κάποτε στο
δάσος και είδα ένα κουνέλι μπροστά μου, περίπου
δέκα πόδια μακριά. Έκανα μια μικρή κίνηση και
αυτό με άκουσε αμέσως
Όσο καιρό βρισκόμουν μόνος και ασκήτευα, οι
κομμουνιστές κατηγόρησαν την Εκκλησία, λέγοντας
ότι όλοι οι μοναχοί που φεύγουν για να ασκητέψουν,
το κάνουν για να προσφέρουν καταφύγιο και βοήθεια σε εκείνους που αντιτίθενται στο καθεστώς.
Τότε ο Πατριάρχης μάς κάλεσε όλους πίσω στα
μοναστήρια. Εγώ και ο π. Κλεόπας υποταχτήκαμε
στην πατριαρχική εντολή και γυρίσαμε στο μοναστήρι στη Σλάτινα. Την πρώτη μέρα που επιστρέψαμε,
είδα έναν μοναχό και απόρησα, δεν είχα δει δα και
πολλούς ανθρώπους πριν, και είπα μέσα μου: «Πόσο
εύκολο είναι να ζεις μέσα στους ανθρώπους»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.