Μιὰ θεία ὁδηγία
Μιὰ μέρα, ἀναφερόμενος στὰ νεανικά του χρόνια ὁ Γέροντας μοῦ διηγήθηκε τὰ παρακάτω:
«Ήμουν πολὺ στενοχωρημένος. Πουλοῦσα σταφύλια γυρνώντας στις γειτονιὲς τῆς ᾿Αθήνας ὅλη τὴ μέρα κάτω ἀπὸ
τὸν καυτὸν ἥλιο μὲ τὸ ζῶο μου γιὰ νὰ βγάλω ἕνα μεροκάματο. Δὲν μὲ ἔνοιαζε ὁ κόπος, ἀλλὰ δὲ μοῦ ἔμενε καθόλου
χρόνος γιὰ νὰ μελετήσω.
᾿Εκεῖ ποὺ καθόμουν σκεφτικὸς καὶ στενοχωρημένος, ἔκανα καὶ τὴν προσευχή μου στὸν Κύριο λέγοντας τὸν πόνο
μου. «Δὲν ὑπάρχει καμμιὰ λύση, Κύριέ μου, νὰ μοῦ μένει
λίγη ὥρα γιὰ νὰ διαβάζω λιγάκι; Νὰ γυρίζω ἔτσι ὅλη τὴ μέρα
γιὰ ἕνα μεροκάματο καὶ μόνο γιὰ τὰ ὑλικὰ πράγματα καὶ νὰ
παραμελῶ τὴν ψυχή μου, χωρίς λίγη προσευχὴ καὶ πνευματικὴ μελέτη; Τὰ σταφύλια δὲν πουλιοῦνται εὔκολα καὶ ἀναγκάζομαι νὰ τρέχω ὅλη τὴ μέρα στοὺς δρόμους. Δὲν ὑπάρχει
καμμιὰ καλύτερη λύση γιὰ μένα;» Καὶ δὲν τὸ κρύβω, συνέχισε, πὼς εἶχα καὶ κάποια προβλήματα συνειδήσεως γι᾿ αὐτὴ
τὴ δουλειά.
῾Ο πατέρας μου μὲ μάλωνε συχνὰ γιατὶ δὲν πουλοῦσα
ὅλα τὰ σταφύλια καὶ μὲ συμβούλευε νὰ φωνάζω δυνατὰ καὶ
νὰ λέω: «Ἔχω τὰ καλύτερα σταφύλια καὶ τὰ πιὸ φτηνά!».
Αὐτὸ ὅμως δὲν μὲ ἀνάπαυε, γιατὶ οὔτε τὰ καλύτερα σταφύλια εἶχα οὔτε τὰ πιὸ φτηνά. Καὶ ἐγώ δὲν ἤθελα νὰ λέω κάτι
ποὺ δὲν ἦταν ἀλήθεια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια
ἔλεγα καὶ ξανάλεγα: «Αφοῦ, Κύριέ μου, οὔτε τὰ πιὸ καλὰ
εἶναι τὰ σταφύλια μου οὔτε καὶ τὰ πιὸ φτηνά, πρέπει νὰ
βρεθεί κάποια ἄλλη λύση. Ποιὰ ὅμως; Εγώ δὲν μπορῶ νὰ βρώ τέτοια λύση. Βρές μου ἐσύ, Κύριέ μου, γιὰ νὰ πουλάω
σταφύλια καὶ καλὰ καὶ φρέσκα καὶ φτηνά. Τὸ ξέρεις γιατί.
Θέλω νὰ μοῦ μένει καιρὸς γιὰ μελέτη πνευματικὴ καὶ γιὰ
μπορῶ νὰ κάνω οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο».
προσευχή. Γυρνώντας ἔτσι ὅλη τὴ μέρα στούς δρόμους δὲν
Είχα προσευχηθει μὲ ὅση θέρμη μπορούσα. Και τότε
ἄκουσα μιὰ φωνὴ νὰ μοῦ λέει: «Ακουσε, παιδί μου Παναγιώτη, τί νὰ κάνεις γιὰ νὰ μὴ στενοχωριέσαι, ὥστε καὶ τὴ
δουλειά σου νὰ κάνεις σωστὰ καὶ καιρὸ νὰ βρίσκεις γιὰ
μελέτη καὶ προσευχή. Νὰ σηκώνεσαι νύχτα καὶ νὰ πηγαίνεις
στὴν κεντρικὴ ἀγορά. Καὶ νὰ περιμένεις ἐκεῖ μὲ τὸ ζῶο σου.
Μόλις ἡ ἀγορὰ ἀνοίξει, νὰ πηγαίνεις στὰ μανάβικα καὶ νὰ
παίρνεις τὰ καλύτερα. Φόρτωσε τὸ ζῶο σου ἑκατὸν πεντήντα σκάδες. Μὴ φοβάσαι! Μπορεῖ νὰ σηκώσει αὐτὸ τὸ φορτίο, γιατὶ καὶ εὔσωμο εἶναι καὶ δυνατό. Νὰ κοιτάξεις πόσο
πουλοῦν οἱ ἄλλοι καὶ ἐσὺ νὰ κατεβάζεις τὴν τιμὴ πιὸ χαμηλὰ
ἀπὸ τὴ δικὴ τους. Καὶ νὰ πηγαίνεις μόνο σὲ ἕνα δρόμο.
στὴν ὁδὸ Πατησίων, καὶ ὄχι σὲ πολλοὺς ἄλλους, ὅπως πρίν.
Αὐτὸ νὰ κάνεις καὶ θὰ ἰδεῖς πὼς δὲν θὰ χρειάζεται νὰ τριγυρνᾶς ὅλη τὴ μέρα σὲ ὅλους τοὺς δρόμους».
Η φανέρωση, ποὺ μοῦ ἔγινε, συνέχισε ὁ Γέροντας, σταμάτησε στὸ σημεῖο αὐτό. ᾿Απὸ ὅσα μοῦ εἶπε ὁ Κύριος κατάλαβα πως πρέπει νὰ κάνω τὴ δουλειά μου. Καὶ αὐτὸ ἔκανα.
Σηκώθηκα νύχτα καὶ πῆγα, σύμφωνα μὲ τὴ συμβουλὴ
ποὺ μοῦ δόθηκε, στὴν κεντρικὴ ἀγορά. Μόλις ἄνοιξε, πήγα
στὰ μανάβικα καὶ κοίταξα νὰ βρῶ τὰ καλύτερα σταφύλια.
᾿Αγόρασα ὅσα μοῦ χρειάζονταν, φόρτωσα τὸ ζῶο μου, ἔβαλα
τιμὴ κατώτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ εἶχαν οἱ ἄλλοι καὶ πῆγα κατευθείαν στὴν Πατησίων καὶ ἐκεῖ ἄρχισα νὰ φωνάζω ὅσο
μπορούσα πιὸ δυνατά: «Ἔχω σταφύλια ἀπὸ τὰ πιὸ καλὰ καὶ
τὰ πιὸ φτηνά!» Καὶ αὐτὸ ποὺ ἔλεγα ἦταν ἀλήθεια. Ο κόσμος
ἔβγαινε ἀπὸ τὰ σπίτια του γιὰ νὰ ἰδεῖ, ἂν πραγματικὰ τὰ
σταφύλια μου ἦταν καὶ τὰ καλύτερα καὶ φτηνότερα. Βλέποντας πὼς τὰ σταφύλια μου καὶ φρεσκότατα ἦταν καὶ πραγματικὰ πολὺ πιὸ φτηνὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους, δὲν εἶχα χέρια νὰ
ζυγίζω καὶ νὰ πουλῶ! Μελίσσι γύρω μου ὁ κόσμος! Ὅλοι
μοῦ ἔλεγαν πὼς θὰ χρεωκοποῦσα καὶ θὰ ἔπεφτα ἔξω. Εγώ
ὅμως τοὺς ἀπαντοῦσα πὼς ὁ Θεὸς θὰ εὐλογοῦσε καὶ δὲν
θὰ ἔπεφτα ἔξω. Καὶ πραγματικά. Πούλησα ὅλα τὰ σταφύλια
μου ἐπὶ τόπου καὶ γύρισα σπίτι μου. Καὶ ἡ ὥρα ἦταν μόλις
ἕντεκα τὸ πρωΐ! Καὶ αὐθόρμητη ἔβγαινε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς
καρδιᾶς μου ἡ προσευχή: «Νά, ποὺ ἔγινα ἄνθρωπος τώρα,
Θεέ μου. Δόξα στὸ ὄνομά σου!» Μετράω καὶ τὰ χρήματα
καὶ βλέπω πὼς ἦταν περισσότερα ἀπὸ ἄλλες φορές, γιατὶ
δὲν εἶχα καμμιὰ φθορὰ στὸ ἐμπόρευμά μου, ὅπως συνήθως.
Τὴν ἄλλη μέρα ἔκανα πάλι τὸ ἴδιο. Μόλις ἔφτασα στὸν
τόπο ποὺ ἤμουν καὶ χτές, τὶ νὰ ἰδῶ; Μιὰ μεγάλη οὐρὰ ἀπὸ
κόσμο νὰ μὲ περιμένει! Εἶχαν ἔρθει καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἄκρη
τοῦ δρόμου γιὰ νὰ προλάβουν νὰ πάρουν σταφύλια ἀπὸ
μένα. Καὶ πρὶν νὰ φτάσει τὸ μεσημέρι, πούλησα ὅλα μου τὰ
σταφύλια.
῾Ο Κύριος στὴν ἀγάπη του μοῦ φανέρωσε δυό-τρία
πράγματα. Πρῶτον νὰ παίρνω τὰ καλύτερα σταφύλια. Δεύτερον νὰ τὰ δίνω πιὸ φτηνὰ καὶ τρίτον νὰ πηγαίνω μόνο σὲ
ἕνα δρόμο, στὴν ὁδὸ Πατησίων. Ὁ κόσμος ἔβλεπε καὶ ἐκτιμοῦσε τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν τιμιότητα καὶ ἀντὶ νὰ ἀναζητῶ
ἐγὼ τοὺς ἀνθρώπους, ἔρχονταν αὐτοὶ σὲ μένα! Δὲν ἦταν
αὐτὸ μιὰ ἐξαιρετικὴ εὐλογία γιὰ μένα;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.