Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

Κυριακή τελώνου καί Φαρισαίου (25-2-2024).



Κυριακή τελώνου καί Φαρισαίου (25-2-2024).
Μέ τήν σημερινή Κυριακή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἐγκαινιάζουμε μία ξεχωριστή περίοδο τοῦ ἐκκλησιαστιοῦ ἔτους, τήν πιό κατανυκτική, πού εἶναι ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου. Μέ ἄλλα λόγια μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι ἀπό σήμερα ἀρχίζουν οἱ κινητές ἑορτές τῆς ἐκκλησίας. Ἡ πρώτη ἡμέρα, ἡ πρώτη Κυριακή τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀφιερωμένη σέ δύο μεγάλες, σοβαρές, ὕψιστες ἀρετές. Στήν προσευχή καί στήν ταπείνωση.
Ἐάν ρίξουμε γύρω μας τά βλέμματά μας, θά δοῦμε κάτι ἐκπληκτικό. Ὅτι ὅλα τά δημιουργήματα προσεύχονται, τό καθένα μέ τόν τρόπο του. Ἡ θάλασσα εὐχαριστεῖ τόν Θεό μέ τόν φλοῖσβο τῶν κυμάτων της. Τό ρυάκι μέ τό κελάρυσμά του. Τά δέντρα μέ τό θρόϊσμα τῶν φύλλων τους. Τά λουλούδια μέ τό ἄρωμά τους. Τά ἄστρα μέ τό φῶς τους πού τρεμοσβύνει. Τά πουλάκια μέ τήν μελωδία τους. Ἔχουμε δεῖ ὅλοι τά πουλάκια πῶς πίνουν νερό. Σέ κάθε γουλιά, σέ κάθε μικρή σταγόνα πού πίνουν, σηκώνουν τό κεφάλι τους ψηλά πρός τόν οὐρανό. Κι᾿ εἶναι σάν νά λένε, σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου.
Ἀπό αὐτό τό προσκλητήριο δέν θά μποροῦσε νά ἀπουσιάζει ὁ ἄνθρωπος. Καί ὁ ἄνθρωπος ἀσφαλῶς προσεύχεται. Ἀπό τήν νηπιακή μας ἡλικία οἱ εὐσεβεῖς μητέρες μας μᾶς μάθαιναν, πῶς νά κάνουμε τόν σταυρό μας. Νά σταυρώνουμε τά χέρια μας καί μπροστά στό εἰκόνισμα τῆς Παναγίας νά λέμε ἁπλᾶ λόγια προσευχῆς.
Κάποτε μία μητέρα συμβουλεύθηκε ἕναν παιδαγωγό: Θέλω, τοῦ εἶπε, νά βγῶ φωτογραφία μέ τό παιδί μου, ἀλλά δέν ξέρω ποιά εἶναι ἡ καλύτερη στάση. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε: Ἀφῆστε, κυρία μου, νά σᾶς φωτογραφίσουν τήν ὥρα πού προσεύχεσθε μαζί μέ τό παιδί σας. Δέν ὑπάρχει καλύτερη στάση ἀπό αὐτήν πού γονατίζετε γιά προσευχή δίπλα στό παιδί σας.
Ἡ εὐγενέστερη ἐκδήλωση τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς εἶναι ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, εἴτε στό σπίτι μας, εἴτε στήν ἐκκλησία, εἴτε ὁπουδήποτε ἀλλοῦ. Εἶναι ἡ ἁγία ὥρα πού πλᾶσμα ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Πλάστη του. Γιά πολλά πράγματα πού κάνουμε, ἔρχεται ὥρα πού μετανοιώνουμε. Ποτέ μά ποτέ δέν μετανοιώσαμε, γιατί προσευχηθήκαμε. Εἴτε ἔχουμε χαρά, εἴτε θλίψη καί στενοχώρια, μέ ἐλπίδα καταφεύγουμε στήν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ καί ζητοῦμε τήν βοήθεια καί τήν προστασία Του.
Κάποτε εἶπε ὁ Κύριος: Αἰτεῖτε καί οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε. Δέν παίρνετε ἀπό τόν Θεό αὐτό πού ζητᾶτε, γιατί δέν ξέρετε νά προσεύχεσθε. Πράγματι αὐτό τό βλέπουμε ξακάθαρα σήμερα στόν φαρισαῖο τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Εὐσεβής-ὑποτίθεται-πώς ἦταν. Ἄνθρωπος τῆς πίστεως καί βαθύς γνώστης τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Καί ὅμως ὁ ἄνθρωπος αὐτός βεβηλώνει τήν ὥρα τῆς προσευχῆς.
Ἔρχεται μέ βάδισμα ὑπερήφανο καί μέ παράστημα ἀγέρωχο στέκεται στό κέντρο  τοῦ ναοῦ. Ὅλοι οἱ ἄλλοι πρέπει νά παραμερίσουν, νά σταματήσουν καί νά στρέψουν τά βλέμματά τους σ᾿ αὐτόν. Σηκώνει τά χέρια πρός τά ἄνω καί λέει μέ στόμφο, μέ τόνο ὑψηλό: Σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου. 
Γιά πιό πρᾶγμα ἄραγε εὐχαριστεῖ τόν Θεό; Γιά τήν καλή ὑγεία πού ἔχει; Γιά τά πολλά ἀγαθά πού τοῦ ἔδωσε; Γιατί τόν φύλαξε ἀπό τήν ἁμαρτία; Ὄχι. Μέ αὐτά πού λέει λυπεῖ τόν Θεό καί προσβάλλει τόν ἑαυτό του. Τήν ὥρα τῆς προσευχῆς προσβάλλει, κατηγορεῖ καί μειώνει τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί. Αὐτός εἶναι ἅγιος. Δέν εἶναι οὔτε σάν αὐτόν τόν τελώνη. Δέν ἁρπάζω τά ξένα πράγματα καί χρήματα, ὅπως κάνει ὁ τρισάθλιος τελώνης. Νηστεύω δύο φορές τήν ἑβδομάδα καί ἀπό τά ἀγαθά πού ἔχω, δίνω τό ἕνα δέκατο στούς ἄλλους, ὅπως ἀκριβῶς ὁρίζει ὁ Νόμος.
Αὐτό ὅμως δέν εἶναι προσευχή. Δέν εἶναι τρόπος καί περιεχόμενο προσευχῆς. Ὅλα αὐτά τά ἔλεγε, γιά νά ἀκούσουν οἱ ἄνθρωποι τίς ὑποτιθέμενες ἀρετές του καί νά τόν θαυμάσουν. Μέ ἄλλα λόγια μετέτρεψε τήν προσευχή σέ βῆμα ἐπιδείξεως. Ἔκανε σάν τόν περιερχόμενο μανάβη, πού γυρίζει στίς γειτονιές καί διαλαλεῖ τό ἐμπόρευμά του, τίς πατάτες καί τίς ντομάτες πού πουλάει. Μά ὁ μανάβης τήν ὥρα ἐκείνη ἐργάζεται, ἐξασκεῖ τό ἐπάγγελμά του, δέν προσεύχεται. Ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ φαρισαῖος δέν προσευχήθηκε. Τέτοιου εἴδους προσευχές πᾶνε χαμένες. Τέτοιου εἴδους προσευχή εἶναι ἁμαρτία. Οἱ ἄνθρωποι ἀηδίασαν μέ αὐτά πού ἄκουσαν καί ὁ Θεός τόν ἀποστράφηκε καί τόν κατεδίκασε.
Ἀλλά, ἀγαπητοί μου, ἄς μή μείνουμε μόνο μέ αὐτήν τήν θλιβερή εἰκόνα τοῦ φαρισαίου. Μέσα στό Ναό βρίσκεται κάποιος ἀκόμη, ἕνα τελώνης, ἕνας ἁμαρτωλός, πού περιφρονοῦσαν ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Ὁ φαρισαῖος ἔβλεπε στόν ἑαυτό του μόνο ἀρετές καί ἔλεγε, σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου. 
Ὁ τελώνης νιώθει ἔνοχος μπροστά στόν Θεό. Συντρίβεται καί ἰσοπεδώνεται. Εἶναι ἄθλιος καί ἐλεεινός, πολύ ἁμαρτωλός. Δέν τολμάει νά σηκώσει τά μάτια του πρός τόν οὐρανό. Πονάει, κλαίει, ὀδύρεται, χτυπάει τό στῆθος του καί σιγοψιθηρίζει: Ὁ Θεός ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Θεέ μου, ἐλέησέ με καί συγχώρησέ με τόν ἁμαρτωλό. Αὐτό μάλιστα, ἦταν προσευχή, γι᾿ αὐτό καί ὁ Θεός τόν ἄκουσε. Τόν ἄκουσε καί τόν συγχώρησε. Τόν ἄκουσε καί τόν δικαίωσε.
Βλέπουμε λοιπόν πώς ἄλλη εἶναι ἡ κρίσις τῶν ἀνθρώπων καί ἄλλη, ἐντελῶς διαφορετική ἡ κρίσις τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι τόν περιφρόνησαν, μά ὄχι ὁ Θεός. Ὁ Θεός ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά του καί τόν δέχτηκε μέσα. Ἡ ταπείνωσή του, ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του τράβηξαν πάνω του τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Καί στό καιρό  μας, ἀγαπητοί μου, ἀνάμεσα στίς τάξεις χριστιανῶν
ὑπάρχουν πολλοί φαρισαῖοι καί λίγοι τελῶνες. Σήμερα ἀπευθύνομαι στούς φαρισαίους τῆς ἐποχῆς μας, μέσα στούς ὁποίους βάζω καί τόν ἑαυτό μου. Μή ἐπαναπαυόμαστε στό τί λένε οἱ ἄνθρωποι γιά μᾶς. Νά ξεχάσουμε τήν καλή ἰδέα πού ἔχουμε γιά τούς ἑαυτούς μας. Ἄς ἐξετάσουμε ἄν μαζί μας εἶναι ὁ Θεός καί τί λέει Ἐκεῖνος γιά μᾶς. Νά πενθήσουμε καί νά συντριβοῦμε μπροστά στόν Θεό. Νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τοῦ τελώνη. Ὅλοι εἶναι γεμᾶτοι ἀπό ἁμαρτίες. Τό ἴδιο κι᾿ ἐμεῖς, γι᾿ αὐτό πρέπει νά ζητήσουμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. 
Λέει ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος: Ἄν μέ ρωτήσετε, τί εἶναι τό πρῶτο στόν χριστιανό; θά ἀπαντήσω ἡ ταπεινοφροσύνη. Τί εἶναι τό δεύτερο; Ἡ ταπεινοφροσύνη. Τί τό τρίτο; Θά σᾶς πῶ πάλι ἡ τεπεινοφροσύνη. Χωρίς αὐτήν καί ἡ πιό μεγάλη ἀρετή καταντᾶ κακία. Γι᾿ αὐτό δέν μπόρεσε νά ἐπικοινωνήσει ὁ φαρισαῖος μέ τόν Θεό. Δέν τόν ἄφησε ἡ ἀλαζονεία του.
Ὁ φαρισαῖος πῆγε στό ναό, γιατί ἦταν δημόσιος τόπος λατρείας. Πῆγε ἐκεῖ, γιά νά τόν δοῦν καί νά τόν ἀκούσουν ὅσο τό δυνατόν περισσότεροι. Ὁ τελώνης πῆγε στό ναό, γιατί ἦταν τόπος λατρείας καί οἶκος προσευχῆς. Πῆγε γιά νά βρεῖ παρηγοριά καί ἀνακούφιση, ἐπειδή αἰσθανόταν ἁμαρτωλός. Μέ τήν ψυχική του συντριβή κατόρθωσε νά φτάσει ἡ προσευχή του στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί νά φύγει δικαιωμένος. Μέ τήν ταπείνωσή του ἔφτασε τόν οὐρανό.
Ἄς ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα καί τήν τακτική τοῦ τελώνη, γιά νά προσέξει κι᾿ ἐμᾶς ὁ Θεός, νά μᾶς ἀκούσει καί νά μᾶς ἐλεήσει. Ἀμήν.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.