Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Η ΣΧΕΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΩΝ ΣΤΟ «ΘΙΑΣΟ ΣΚΙΩΝ»


Εικάζεται -ανεξάρτητα από απώτερη καταγωγή- ότι ο «Θίασος Σκιών», ο γνωστός Καραγκιόζης, στην ελληνική του έκφραση διαμορφώθηκε στην Ήπειρο, στα Γιάννινα, υπό την βαρειά σκιά των Αλβανών πασάδων, ιδίως του Αλή πασά, που το Σεράι του είναι το βασικό σκηνικό κάθε παραστάσεως μαζί με την καλύβα του Καραγκιόζη. Όλα τα φυλλάδια του Καραγκιόζη ξεκινούν με τη στερεότυπη φράση: «Δεξιά το σεράι του Πασά ή του Βεζύρη, αριστερά η καλύβα του Καραγκιόζη.

Ο Καραγκιόζης εξερχόμενος τραγουδεί... ». Συνήθως τραγουδάει τον «εθνικό» μας ύμνο: Τον ύμνο της πείνας και της απενταρίας. Το σεράι εκφράζει τον πλούτο και τη δύναμη του κυριάρχη, η παράγκα τη φτώχεια, την αθλιότητα του ραγιά, «του φακίρ φουκαρά», του φτωχού και εξαθλιωμένου. Η απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στον ραγιά, που συμβολοποιείται με τον πονηρό και περιπαικτικό Καραγκιόζη και τον δουλόφρονα Χατζηαβάτη, και τον κυρίαρχο Οθωμανό, καλύπτεται από τον Δερβέναγα, Βεληγκέκα, που είναι ο τύπος του Αλβανού που συμβολοποιεί το ρόλο των Αλβανών στα χρόνια της μακράς οθωμανικής κυριαρχίας.

Οι Αλβανοί, όπως είπαμε, έγιναν το μαστίγιο της σουλτανικής εξουσίας, ιδίως εις βάρος των χριστιανών και περισσότερο των Ελλήνων. Ο Βεληγκέκας απειλεί, βρίζει, δέρνει, «φυλακώνει». Τσακίζει τα κόκκαλα των Ελλήνων, όπως του ήρωα και μάρτυρα Κατσαντώνη. Άλλοτε πάλι παλουκώνει. Εφόσον όμως το απελευθερωμένο έθνος αποτίναξε σιγά-σιγά την ψυχολογία του ραγιά, χρειαζόταν μια αντίρροπη δύναμη να αντιπαραταχθεί στην αλβανική βαναυσότητα.


Έτσι γεννήθηκε ο Μπαρμπαγιώργος, η ελληνική απάντηση στην αλβανική πρόκληση του Δερβέναγα. Ιδού πως εξιστορεί τη «γέννηση» του Μπαρμπαγιώργου ο Γ. Κ. Κυριακίδης σ' ένα έξοχο μελέτημά του που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εκλογή» της Ελένης Βλάχου τον Αύγουστο του 1950:«Αυτός ο έξοχος τύπος του Μπαρμπαγιώργου, μια την χαρακτηριστική και ρουμελιώτικη προφορά του ως το 1900 δεν υπήρχε στο Καραγκιοζαίικο θέατρο, το ελληνικό. Ως εκείνη τη χρονιά στη σκηνή των Καραγκιόζηδων βασίλευε ο Δερβέναγας. Έδερνε και τσάκιζε τα κόκαλα των Γκιαούρηδων.

Τότε ο καραγκιοζοπαίχτης Γιάννης Ρούλιας από τον Καρβασαρά, σκέφθηκε και είπε:

-Ρε, αυτός, δηλαδή, ο Ντερβέναγας όλο και θα δέρνει όλο τον κόσμο; Ο παληαρβανίτης δηλαδή, αιωνίως και τουμπανίως, θα είναι κυρίαρχος; Τούρκος κι Αρβανίτης πέρασε πια η δόξα τους... Γιατί, λοιπόν, το ξύλο; Κι εκείνα τα λόγια του, πω να το κάνη, πω να το βροντάη στα βιλαέτια, πω να το πατάει σαν το γάτα...»

Χάλασε ο κόσμος από τα ζήτω, τις φωνές και τα χειροκροτήματα, στο Καραγκιοζοθέατρο του Ρούλια, τη νύχτα που πρωτοβγήκε στο πανί ο Μπαρμπαγιώργος με τις άσπρες φουστανέλλες του γεμάτες τσάκισες και σου τον άρπαζε τον Βεληγκέκα και στον έκανε παστό, την ώρα που φτάνοντας ο Μπαρμπαγιώργος είδε τον Καραγκιόζη, «τ' ανηψούδ' τ'» γονατιστό να παρακαλάη τον Βεληγκέκα!

Μεγάλο το όνομα σου, γαλανά τα μάτια σου και μακριά η ουρά σου, μη μεδέρνεις τον κακομοίρη, Βεληγκέκα μου, έτσι που να χιλιάσουν τα πεθαμένα σουκαι να συχωρεθούν τα... ζωντανά σου» (τεύχος 58, σ. 83).

Το απόσπασμα αυτό δείχνει έντονα και σπαρταριστά τη σπαρακτική θέση του ραγιά που γονυπετεί αλλά σαρκάζει ευχόμενος και αντευχόμενος τον τραχύ και άξεστο κατακτημένο που έγινε όργανο του κατακτητή, αλλά και την αντιστασιακή, επιθετική διάθεση του λαού την οποία προσωποποιεί ο Μπαρμπαγιώργος, που είναι ακατάλυτη ψυχή του λαϊκού Ελληνισμού

ΒΙΒΛΙΟΓ. Σ. ΚΑΡΓΑΚΟΣ - ΑΛΒΑΝΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.