Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

Ή θέση μας μέσα στην κοινωνία και ή πνευματική βοήθεια προς τα κοντινά μας πρόσωπα.


Πεποίθησή μου είναι ότι πολλοί από αυτούς πού εφαρμόζουν τις αρετές δε γνωρίζουν καθαρά μερικά πρωταρχικά πράγματα σε σχέση με τις αρετές. Συγκεκριμένα, πολλοί από τούς χριστιανούς δεν προσέχουν ότι ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, όταν μιλούσε για τη μία ή την άλλη από τις αρετές, δεν αναφέρθηκε ποτέ σε μία κατηγορία ανθρώπων, αλλά έστρεψε το λόγο προς όλους τούς ανθρώπους χωρίς καμία διάκριση.


Όταν είπε για παράδειγμα: «Άρατε τον ζυγόν μου εφαρμόζουν υμάς και μάθετε από εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» και «Πάς ό υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ό δε ταπεινών εαυτόν ύψωθήσεται», είπε αυτά τα λόγια προς όλους όσοι είναι σε θέση να τα γνωρίσουν. Δηλαδή άνθρωποι κάθε ηλικίας, κάθε επιπέδου μόρφωσης. Και βέβαια δεν εξαίρεσε καμία κατηγορία ανθρώπων, άνδρες ή γυναίκες, παιδιά ή ενήλικες, μορφωμένους ή αγράμματους, ανθρώπους πού ζουν σε απομόνωση και άλλους πού ζουν μέσα στην κοινωνία.


Σε όλους άπηύθυνε αυτά τα λόγια, χωρίς διάκριση, και από όλους περιμένει την εκπλήρωση τους. Σε μερικούς χριστιανούς πού ζουν μέσα στον κόσμο και γνωρίζουν ότι υπάρχουν ομάδες ανθρώπων πού ζουν στα μοναστήρια αλλά και σε μερικά μοναχικά άτομα πού ζουν μέσα στον κόσμο με μία απομόνωση χάριν τού Θεού, τούς φαίνεται ότι αυτοί πού ζουν στην ησυχία πού προσφέρεται στα μοναστήρια είναι πιο ευνοημένοι από ότι εκείνοι πού ζουν μέσα στον κόσμο. Έτσι πιστεύουν ότι είναι πιο εύκολο στους μοναχούς να εφαρμόσουν τις αρετές. Όμως στην πραγματικότητα οι αρετές δε συνδέονται με τον τόπο πού βρίσκεσαι αλλά με σένα τον ίδιο. Για να το πούμε αλλιώς, ή αρετή δε συνδέεται με τον τόπο αλλά με τον άνθρωπο.


Είναι ολοφάνερο ότι, όταν βρίσκεσαι ενώπιον κάποιων ανεπιθύμητων καταστάσεων, ανάμεσα σε ανθρώπους με τούς οποίους δεν μπορείς να συνεννοηθείς και οι όποιοι μερικές φορές μπορεί να ανήκουν ακόμη και στην ίδια σου την οικογένεια, όταν ή ατμόσφαιρα δημιουργείται από διαφορετικό επίπεδο παιδείας, ηθικής ζωής, κοινωνικής τάξεως κ.λπ., γενικά όταν δεν είναι τα πράγματα για σένα ευνοϊκά, τότε σου έρχεται ή σκέψη ότι άλλοι στην θέση σου θα ήταν πιο ευνοημένοι από ότι εσύ ο ίδιος. Παρά ταύτα, τα πράγματα δεν έχουν έτσι. Οι μόνοι ευνοημένοι είναι οι άνθρωποι πού έφτασαν σε θεμελιώδεις θρησκευτικές πεποιθήσεις, σε μια θρησκευτική-ηθική ζωή έντονη. Και τούτο, γιατί γι' αυτούς τούς ανθρώπους δεν υπάρχει πλέον εναλλαγή ή δίλημμα, αφού αυτοί γνωρίζουν να εκδηλώνονται ως «αυτοί πού είναι του Χριστού», ο οποίος υπάρχει πάντοτε και σε κάθε τόπο.


Είναι γνωστό ότι αυτοί πού επιδιώκουν να φτάσουν στην πνευματική τελείωση πρέπει κατ' εξοχήν να προσέχουν δύο αρετές: την αγάπη, «επιπέδου πάσι δε τούτοις την άγάπην, ήτις εστί σύνδεσμος της τελειότητος» και την ταπείνωση, αφού ελέχθη ότι «τελειότητα είναι βυθός ταπείνωσης» (Αγράμματους. Ισαάκ ό Σύρος). Αναφέρθηκε σκεφτούμε ότι τα μέτρα με τα οποία βιώνονται αυτές οι αρετές είναι πολύ διαφορετικά και αναφέρθηκε σκεφτούμε ότι ό Χριστός μας όρισε κάποιες αρχές ανώτερες από αυτές πού μπορούμε εμείς να σκεφτούμε και να εφαρμόσουμε - «τέλειοι γίνεσθε καθώς και ό Πατήρ ημών ο ενήλικες τοις ουρανοίς τέλειος εστί» - και ότι ικανοποιείται και με το ελάχιστο πού μπορούμε να προσφέρουμε σύμφωνα με τις δυνάμεις μας, έχουμε λόγους να ελπίζουμε στον έλεος και τη βοήθεια του Θεού.


Το σημαντικό είναι να ξέρουμε πώς θα ακολουθήσουμε τις αρετές μέσα στις συνθήκες πού έχουμε ό καθένας. Έτσι, για παράδειγμα, σε σχέση με την ταπείνωση είναι καλό να ξέρουμε ότι σύμφωνα με το λόγο ενός στοχαστή του Θεού (Άγιος Φραγκίσκος de sales) «ή ταπείνωση είναι ή αρετή πού δε φαίνεται». Δηλαδή ή αρετή πού δεν προβάλλει τον εαυτό της, τής οποίας όμως ή ύπαρξη είναι αναμφισβήτητη μέσα στην ζωή αυτού πού την έχει.


Πιστεύω ότι δε χρειάζεται να μπω σε λεπτομέρειες, λέγοντας ότι άλλο είναι ή ταπείνωση της Θεοτόκου ή του Πατριάρχη Αβραάμ και άλλο είναι ή ταπείνωση του τελώνη τής παραβολής του Τελώνη και του Φαρισαίου ή τής αμαρτωλής γυναίκας στον σπίτι του φαρισαίου Σίμωνα. Αυτό πού μάς ενδιαφέρει τώρα είναι πώς είναι δυνατόν να εκδηλωθεί μέσα στην κοινωνία, στον κοινωνικό περίγυρο, ένας ταπεινός χριστιανός, τηρώντας το καθήκον και τις πνευματικές υποχρεώσεις του.

Το πρώτο πράγμα πού πρέπει να έχει υποχρεώσεις' όψιν του ένας αληθινός πιστός, πού επιδιώκει να στολιστεί με την ταπείνωση, είναι το να ζει μία ομαλή ζωή, κατά την οποία με τη θέλησή του να μην επιδεικνύεται ούτε ως καλός ούτε ως κακός. Δεν είναι υποχρεωμένος να λογοδοτήσει σε κανέναν ως προς το ποιό μέτρο ταπείνωσης έφτασε και πόσο ακόμη του απέμεινε για το απόγειο τής ταπείνωσης. Γι' αυτό θα πρέπει να αποφεύγει οποιονδήποτε λόγο τον εμφανίζει ως αμαρτωλό ή ως ενάρετο. Προσωπικά είμαι αντίθετος με τον τρόπο πού εκδηλώνονται ιδιαίτερα κάποιοι μοναχοί οι όποιοι, όταν συστήνονται, κοντά στον όνομά τους επιμένουν να προσθέτουν «ό αμαρτωλός» ή «ή αμαρτωλή».


Επομένως, να αποφεύγεται οποιοσδήποτε ασυνήθιστος τρόπος ομιλίας, κάθε τρόπος ομιλίας που θα μας πρόβαλλε στους γύρω μας. Το ίδιο να αποφεύγεται και οποιαδήποτε συμπεριφορά θα μάς έβαζε στην θέα και την προσοχή των γύρω μας. Επομένως, να αποφεύγονται τα άκρα και οι εκκεντρικότητες οποιασδήποτε μορφής.


Πάρα πέρα, οι ταπεινοί χριστιανοί ή όσοι αγωνίζονται να στολιστούν με την ταπείνωση να μην παραβλέπουν ποτέ την πραγματικότητα με την οποία συνδέεται ή ύπαρξη τους, δηλαδή να μην έχουν αναστολές, όταν καλούνται να φανερώσουν τη διανοητική τους καλλιέργεια, τη συνέπεια και τις επαγγελματικές δεξιότητες. Δε λέω να επαίρονται γι' αυτά, αλλά να τα εκδηλώνουν αποφασιστικά, όταν αυτό απαιτείται.

Αναφέρθηκε ένας πιστός κατέχει μία υπεύθυνη θέση, έχοντας την ευθύνη να δίνει εντολές, τότε πρέπει να συντονίζει, να ανταποκρίνεται στα καθήκοντά του, χωρίς να αναλογίζεται καμιά προσωπική αναξιότητα. Οι αναξιότητες του αναφέρονται στην σχέση του με το Θεό, ενώ ή εκπλήρωση τού καθήκοντος πού επιβάλλεται από την υπηρεσιακή θέση πού κατέχει είναι μία υπόθεση πού σχετίζεται με την κοινωνία και την καλή πορεία της. Έδώ θα πρέπει να πούμε ότι υπάρχουν μερικοί ιερείς πού δεν αφήνουν τούς χριστιανούς να τούς φιλούν το χέρι, σαν να θεωρούν ότι δεν είναι άξιοι να τούς φιλούν το χέρι. Όμως ξέρουμε ότι στην εκκλησία μας υπάρχει ή τάξη τού να τιμώνται οι ιερείς από τούς χριστιανούς με το να τούς φιλούν το χέρι. Οι χριστιανοί φιλούν το χέρι τού ιερέα ως σημείο τιμής για την ιεροσύνη πού έχει, αφού οι χριστιανοί γνωρίζουν ότι οι ιερείς είναι «οι άνθρωποι τού Θεού». Δεν είναι σωστό κάποιος, ιερέας, να εκδηλώνει επιφύλαξη ή να αποφεύγει να δέχεται την τιμή πού τού αποδίδουν.


Εδώ στο μοναστήρι μας είχαμε συμμοναστή επί 27 χρόνια τον Πανοσιολογιότατο Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Ντίνου. Από αυτόν μας έμεινε ως παρακαταθήκη ό λόγος «ταπεινός είναι αυτός που κρα­τάει την θέση του», αυτή πού τού έδωσε ή εκκλησία ή ή κοινωνία. Ή τεκμηρίωση ήταν ότι «αν δεν κρατάς εσύ την θέση σου, τότε ούτε αυτός πού στέκει δίπλα σου δεν ξέρει τί να κάνει», πράγμα πού σημαίνει ότι έτσι δημιουργείται μία αταξία.


Επομένως, δεν είναι αξεπέραστη ή δυσκολία τού να είσαι ταπεινός μέσα στην κοινωνία, μέσα στις συνθήκες πού επιβάλλει ή θέση σου, αλλά ή μεγάλη στενοχώρια είναι ότι δεν έχουμε μία διάκριση για τα πράγματα. Αυτός σημαίνει πρακτικά ότι δεν ξέρουμε τί πρέπει να κάνουμε. Μάς φαίνεται ότι δεν είμαστε στις θέσεις μας και μέσα στους στόχους μας, αν δεν έχουμε μία επιφύλαξη, αν δεν βγάζουμε το ανικανοποίητο για την συγκεκριμένη θέση πού κατέχουμε. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό και ούτε αυξάνει την ταπείνωση. Να στέκεσαι στην θέση σου, στο ρόλο πού έχεις, όπου σε τοποθέτησε ή εκκλησία και ή κοινωνία και τότε να είσαι σίγουρος ότι όχι μόνο δεν θα χάσεις την ταπείνωση αλλά θα την αυξήσεις.


Ακόμη, υπάρχουν κάποιοι χριστιανοί πού πιστεύουν ότι υπηρετούν την προσωπική τους ταπείνωση, όταν αρχίζουν και αμφισβητούν τα καλά πού κάνουν. Ούτε αυτός υπηρετεί την ταπείνωση. Ασφαλώς τα καλά έργα πρέπει να τα σκεπάζουμε με την ταπείνωση, δηλαδή να μην επαινούμαστε γι' αυτά. Αλλά όμως αυτός δεν σημαίνει ότι έχουμε το δικαίωμα να τα αμφισβητούμε. Για παράδειγμα, μερικοί χριστιανοί δεν έχουν το θάρρος να ομολογήσουν ότι νηστεύουν και, αντί να πουν ότι νηστεύουν, δικαιολογούνται ότι κάνουν δίαιτα. Είναι μία εσφαλμένη σκέψη να φαίνεσαι αλλιώς την στιγμή πού θα έπρεπε να πεις καθαρά ότι νηστεύεις, ότι είσαι αποφασισμένος να κάνεις αυτός το πράγμα πάντοτε, γιατί αύτη είναι ή πεποίθησή σου. Δεν χρειάζεται απαραίτητα να δίνουμε εξηγήσεις, αλλά πρέπει να έχουμε απόψεις καθαρές και πνευματικά τεκμηριωμένες, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον στο όποιο ή έμπρακτη θρησκευτική ζωή είναι κάτι το αδιάφορο ή θεωρείται κάτι κατώτερο. Το ίδιο πρέπει να σκεφτόμαστε και για την αρετή τής αγάπης και για οποιαδήποτε αρετή.

ΒΙΒΛΙΟΓ. Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΠΑΡΑΙΑΝ . ΧΩΡΙΣ ΦΩΣ ΦΩΤΙΣΜΕΝΟΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.