Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΑΛΟΥ ΜΕΓΑΛΟΣΧΗΜΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ (1915-1947)


Μεγαλόσχημος μοναχός Γαβριήλ Σκριπκάρου Μοναστήρι Συχαστρία, νομού Νεάμτς (1915-1947)

Γεννήθηκε στο χωριό Χουμουλέστι το 1915. Ήταν μοναχογιός, και ό πατέρας του τον άφησε ορφανό σε μικρή ηλικία. Στο βάπτισμα του επήρε το όνομα Γεώργιος. Ή μητέρα του ήθελε να τον παντρέψει από τα 18 χρόνια του, αλλά πριν τρεις μήνες αρρώστησε βαρειά με ολική σχεδόν παραλυσία. Προσευχόταν ακατάπαυστα επί δύο χρόνια, διότι πίστευε ότι ή ασθένεια του ήταν παροδική και θα περάσει. Μία νύκτα είδε μία οπτασία. Επάνω σ' ένα υψηλό βουνό είδε τρεις μεγάλους σταυρούς και στον μέσον τον Χριστό επί του Σταυρού του κρεμάμενον.

-Τί θέλεις από Μένα; τον ερώτησε.

-Κύριε, θέλω να με κάνης υγιή.

-Βλέπεις Εγώ τί υπέμεινα για σένα; Του απήντησε. Και σι δεν ημπορείς ούτε τόσο να υπομείνεις για Μένα;

Μετά ξύπνησε. Από εκείνη την ώρα δεν προσευχόταν καθόλου για την θεραπεία του. Κατόπιν πληγώθηκε ή καρδιά του από αγάπη για τον Χριστό και δεν μπορούσε να σταθή χωρίς προσευχή, χωρίς δάκρυα και χωρίς την ανάγνωση της Αγίας Γραφής. Απ' αυτή την μυστική εργασία ελάμβανε μία μεγάλη πνευματική παρηγοριά και ελπίδα σωτηρίας. Και ακόμη περισσότερο: ή καρδιά του και ή θέλησίς του τον προέτρεπαν να γίνη μοναχός.

Ό αδελφός Γεώργιος μετέβη στην μονή Συχαστρία και ερώτησε τον ηγούμενο Ίωαννίκιο Μορόι, αν τον δέχεται να γίνει εκεί μοναχός. Ό ηγούμενος με άδεια του μητροπολίτου του, τον δέχθηκε, και το 1938 ό αδελφός έγινε μεγαλόσχημος μοναχός με το όνομα Γαβριήλ. Λόγω της παραλυσίας του, του είπε ό ηγούμενος να επιστρέψει στο σπίτι του και εκεί να κάνη τα μοναχικά του καθήκοντα, βοηθούμενος από την μητέρα του. Και πράγματι, εκεί ό π. Γαβριήλ δεν παρέλειπε να εκτελεί τον κανόνα της προσευχής του. Διάβαζε καθημερινά το βιβλίο των Ψαλμών, διατηρούσε τον νου του καθαρό από ρυπαρούς λογισμούς και γι' αυτή την υπομονή του, του έδωσε ό Θεός το χάρισμα των δακρύων.

Για την πολλή ταπείνωση του, του έδωσε ό Θεός την χάρι να γίνονται και θαύματα με την δύναμη των προσευχών του.

Κάποτε, έξω από το σπίτι του ήλθε κάποιος μ' ένα ασθενή, πού έπασχε από επιληψία. Ό π. Γαβριήλ τούς δέχθηκε λέγοντας τους:

-Θα προσευχηθούμε, εγώ από το κρεβάτι μου και εσείς στο δωμάτιο γονατιστοί και ό Θεός θα κάνη το θέλημα του.

Διάβασαν μαζί πολλές ευχές επί δύο περίπου ώρες. Μετά τις ευχές ό ασθενής θεραπεύθηκε.

Μία άλλη φορά ήλθε ένα τμήμα στρατού με τον διοικητή του έξω από το σπίτι του. Ό αρχηγός τους επήγε στον Μοναχό και του ζήτησε να ευλόγηση τούς στρατιώτες, ώστε να μη χάση κανείς την ζωή του στο μέτωπο. Εκείνος τούς ευλόγησε από το παράθυρο λέγοντας: «Ή Μητέρα τον Κυρίου μας να σας σκεπάζει από τον κίνδυνο του θανάτου και από κάθε κακό, για να επιστρέψετε με υγεία στα σπίτια σας...».

Και ιδού τί θαύμα έγινε! Όλοι οι στρατιώτες λυτρώθηκαν από όλους τούς μεγάλους κινδύνους του πολέμου. Μόνον οκτώ συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν, αλλά αργότερα κι αυτοί επέστρεψαν με ειρήνη στα σπίτια τους.

Στην εποχή της μεγάλης ξηρασίας, πού συνέβη στα χρόνια 1946-47, ήλθαν πολλοί χωρικοί από τα χωριά τους και του είπαν κλαίγοντας:

-Πάτερ Γαβριήλ, δεν βρέχει τώρα επί πολλούς μήνες. Θ' αποθάνουμε από την πείνα εμείς και τα ζώα μας... Τί να κάνουμε;

-Να προσευχηθούμε μαζί στον Θεό, αδελφοί, και πιστεύω ότι θα κάνη το θέλημα του... Εγώ θα προσεύχομαι στο κρεβάτι μου και εσείς κάνετε προσευχή με μετάνοιες στον κήπο.

Και πράγματι εκατοντάδες χριστιανοί, κάτω από τα δένδρα του κήπου έκαναν προσευχές και μετάνοιες. Ήταν τόσοι πολλοί, έφθαναν μέχρι τον δρόμο. Μέχρι να φανούν σύννεφα, ό πατήρ δεν σταματούσε την προσευχή του.

-Πάτερ Γαβριήλ, φαίνονται σύννεφα από μακριά.

-Προσευχηθείτε, αδελφοί, με δάκρυα μέχρι να μας ακούσει ό Κύριος.

Και όταν ή ψυχή του προαισθανόταν ότι ή βροχή έρχεται, κραύγαζε με χαρά:

-Δοξασμένο να 'ναι το Όνομα σου, Κύριε, πού μας φέρνεις βροχή! Μας παιδεύεις λίγο, αλλά δεν μας θανατώνεις για τις αμαρτίες μας!

Δεν ήταν Ιερεύς. Δεν εξομολογούσε. Δεν έλυνε αμαρτίες. Αλλά δεχόταν τούς πάντες με αγάπη. Εάν κάπου κάπου ερχόταν κάποιος μοναχός ή ιερεύς, τον αγκάλιαζε αμέσως από τον λαιμό με τα αδύνατα χεράκια του, τον ασπαζόταν και δεν τον άφηνε μέχρι να σταματήσουν τα δάκρυα της αγάπης του. Είχε το χάρισμα των δακρύων, όσον ελάχιστοι στον καιρό μας. Σε όλους μιλούσε για την Βασιλεία των ουρανών. Και τί σοφά λόγια έβγαιναν από την καρδιά και τον νου του π. Γαβριήλ! Όταν έξήρχοντο από το κελί του, αισθάνονταν μεγάλη χαρά στην ψυχή τους, άγνωστη σ' αυτή την γη.

Χρήματα δεν δεχόταν να πάρει από κανέναν, διότι δεν ήθελε να χάση το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος. Ούτε ποτέ δέχθηκε από κανέναν ρούχα, τροφές ή άλλα υλικά πράγματα. Πάντοτε προσευχόταν, διάβαζε την Αγία Γραφή και ωφελούσε με πνευματικές συμβουλές τούς ανθρώπους.

Όλα αυτά δεν ημπορούσε να τα υπομείνει ό διάβολος, ό όποιος και του προκαλούσε πολλούς και μεγάλους πειρασμούς. Ιδιαίτερα τις νύκτες τον ενοχλούσαν οι δαίμονες με διάφορες φαντασίες, φοβερούς θορύβους και οράματα απατηλά. Αλλά ή όσιότης του δεν ένικάτο απ' αυτά, διότι απομάκρυνε όλα τα δαιμονικά με την προσευχή και την ταπείνωσί του. Όποτε ό πονηρός έπαυσε να τον πολεμή κατ' ευθείαν και τον πολεμούσε μέσω των ανθρώπων. Έτσι παρακινούσε ανθρώπους απλοϊκούς να τον βλασφημήσουν και να τον κακολογήσουν προκαλώντας του εντροπή και ατιμία. Αλλά τα λόγια τους διελύοντο με την ταπείνωση του οσίου και την προστασία πού είχε από τον Θεό.

Μη πηγαίνετε σ' αυτόν τον ασθενή, έλεγαν μερικοί στους άλλους, διότι αυτός έχει χαλασμένα τα μυαλά του. Εξαπατά τον κόσμο, τούς ζητεί δώρα και έχει πολλή δύναμη με τα μαγικά πού κάνει...

Αλλά ό καλός αυτός δούλος του Θεού δεν απελπιζόταν απ' αυτά, ούτε κατηγορούσε τούς ανθρώπους. Γνώριζε ότι αυτά τα κάνει ό διάβολος. Γι' αυτό προσευχόταν συνεχώς στον Θεό να κάψει τούς δαίμονες. Μία νύκτα ήλθαν δαίμονες στο παράθυρο του και του είπαν:

-Μέχρι πότε θα μάς βασανίζεις με την προσευχή σου;

-Δεν θα σταματήσω, μέχρι να μάθουν οι άνθρωποι ότι όλα τα έργα σας είναι σκοτεινά και απατηλά και ψεύτικα.

-Όλα ημπορούμε να τα κάνουμε, αλλά δεν μπορούμε να κλείσουμε το στόμα των ανθρώπων να μη σκέπτεται και να μη μιλά για τον Θεό.

Το καλοκαίρι του 1948 ό π. Γαβριήλ ασθένησε πιο σοβαρά. Αισθανόταν ότι πλησίαζε το τέλος του. Γι' αυτό πάντοτε έλεγε:

-Σάς παρακαλώ μέσα από την καρδιά μου να με θάψετε στο μοναστήρι Συχαστρία, δίπλα στον τάφο του πνευματικού μου πατρός Ίωαννικίου.

Μετά από ολίγες ήμερες έκοιμήθη εν Κυρίω. Μεταφέρθηκε με μεγάλη τιμή από τούς χωρικούς στην μονή Συχαστρία. Μήπως ήταν ένας αληθινός άγιος; Από το σώμα του εξερχόταν ωραία ευωδία. Τότε ήταν ηλικίας 32 ετών. Και ετάφη εκεί με πολλά δάκρυα του κόσμου πού τον συνόδευαν, κατά την επιθυμία του.

ΒΙΒΛ. ΟΣΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ. "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.