Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

ΠΑΤΗΡ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ




Ελπινίκης Παπαδοπούλου

ΠΑΤΗΡ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Γεννήθηκε στην Κυθραία στις 18 Αυγούστου 1837 από γονείς ευσεβείς, τον Νικόλα και την Μαρουδιά Ή μητέρα του ήταν μοναχοκόρη του Παπαπαύλου και της Ελένης και είχε τρεις αδελφούς ιερείς, τον Παπαχριστόδουλο, τον Παπαντώνη και τον Παπαγιάννη.
Ή Μαρουδιά είχε μονάχα δύο παιδιά τον Χριστόφορο και την Ελένη και έμεινε χήρα με μικρά τα παιδιά της.


Στην ανατροφή τους την βοήθησαν τα τρία αδέλφια της (οι τρεις Ιερείς). Ό Χριστόφορος (ή Ττοφαλής όπως τον έλεγαν) ήταν ό πιο μικρός, όταν έμεινε ορφανός από πατέρα, μόλις ενάμισι χρονών. Ή μητέρα του, παρ' όλο πού ήταν αγράμματη γνώριζε απέξω πολλά ευαγγέλια και είχε αποστηθίσει την Οκτώηχο και το Ψαλτήρι.

Ό Χριστόφορος από πολύ μικρός βοηθούσε τούς θείους του στην εκκλησία και έτσι κατείχε την λειτουργία και όλες τις ιερές ακολουθίες. Όταν μεγάλωσε, παρ' όλο πού ήταν φτωχός, παντρεύτηκε την Ελένη Ιωσήφ Κουρελή (Κορέλλη), πού λεγόταν έτσι για το ωραίο κόκκινο χρώμα του. Αυτή ήταν πλούσια και εξαδέλφη του Αχιλλέα Λιασίδη, δημάρχου της Λευκωσίας. Απέκτησαν τέσσερις γιους, τον Νικόλα τον Γιώργο και τον Κώστα και ένα πού πέθανε μικρός.
Όταν πέθανε ό Ιερέας της εκκλησίας τους, όλοι οι κάτοικοι της κοινότητας είχαν υποδείξει τον Χριστόφορο για να τον αντικαταστήσει. Αυτός αν και πολύ νέος τότε, μόλις είκοσι επτά χρονών, δέχθηκε το ιερατικό αξίωμα, αφού είχε γαλουχηθεί από την οικογένεια του με όλα τα χριστιανικά διδάγματα πού απαιτούντο για τον σκοπό αυτό. Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας από τον Αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο.

Υπηρέτησε την εκκλησία της κοινότητας του επί εξήντα ολόκληρα χρόνια, με ζήλο και αυταπάρνηση. Ως ιερέας δεν περιοριζόταν μόνο στα εκκλησιαστικά του καθήκοντα, αλλά έραβε ιερά άμφια και θεράπευε πολλούς ασθενείς διαβάζοντας σ' αυτούς ορισμένες ευχές και ευαγγέλια. Ή φήμη του για τις θεραπευτικές του ικανότητες είχε εξαπλωθεί παντού.
Καθημερινά το σπίτι του γέμιζε από άρρωστους πού υπέφεραν από πονοκεφάλους, ημικρανίες, οφθαλμία και άλλα. Με την ανάγνωση ευαγγελικών περικοπών και ευχών έγίνοντο καλά.

Οι γιατροί τότε ήσαν σπάνιοι. Ό κόσμος πίστευε στον θεό και όχι στην επιστήμη. Όχι μόνο από την Κυθραία και τα γύρω χωριά, αλλά και από την Λευκωσία, το Καϊμακλί, την Μια Μηλιά κατέφευγαν άρρωστοι και έθεραπεύοντο.

Πολλοί πού έπαθαν αφασία (δεν μιλούσαν) λόγω ημιπληγίας ή σπασμών και άλλων εγκεφαλικών επεισοδίων, καλούσαν στο σπίτι τους τον Παπαχριστόφορον ή Παπάττοφαλλη όπως τον έλεγαν, και τούς έκανε αγιασμό, διαβάζοντας το «Τετραβάγγελο» δηλ. και τούς τέσσερις ευαγγελιστές, και μιλούσαν.
Στο Παλαίκυθρο διοικητής τότε ήταν ό Χατζητταχήραγας. Είχε μια κόρη πού έπαθε αφασία από σπασμούς. Έμεινε τρία χρόνια βουβή. Της γύρισε όλους τούς γιατρούς εδώ και στο εξωτερικό - Κωνσταντινούπολη και Αγγλία. Καμιά θεραπεία δεν βρήκε. Όλοι οι χωριανοί του τότε - Έλληνες και Τούρκοι - τον παρακίνησαν να καλέσει τον Παπαχριστόφορον από την Κυθραία για να την κάμη καλά με αγιασμό.

Τον ειδοποίησε με άπαλέτες χωριανούς του, (πού πήγαιναν στο μύλο ν' αλέσουν) να πάη στο σπίτι του για τον αγιασμό. Ο ιερέας όμως δίσταζε, γιατί ήταν τούρκικο σπίτι. Οι προύχοντες της Κυθραίας (όπως θεμιστός, ό πατέρας τού Ευριπίδη Θεμιστού του δικαστού και της Δέσποινας Λεμονοφίδου, και άλλοι) τον συμβούλευαν να πάη. Αυτός όμως τούς απάντησε ότι θα τον ειδοποίηση σχετικά, αφού πάρει την άδεια του "Αρχιεπισκόπου.
Πολύ πρωί, πήρε τον δρόμο για την Αρχιεπισκοπή, περπατητός βέβαια, γιατί ζώο δεν είχε, αυτοκίνητα δεν υπήρχαν. Με την προσευχή σε μιάμιση ώρα έφθασε. Μόλις τον είδε ό Αρχιεπίσκοπος Σωφρόνιος και έμαθε τον σκοπό πού πήγε, τον περιποιήθηκε και του είπε: «Αφού σε προίκισε ό θεός με αυτό το χάρισμα, να πάης Παπαχριστόφορε, και αυτό σημαίνει πώς πιστεύουν ότι μόνο ή δύναμη του θεού θα την θεραπεύση από την ανίατη αυτή αρρώστια. Πήγαινε στο καλό και ό θεός μαζί σου».

Ή χαρά του ήταν τόσο μεγάλη, πού αποχαιρέτησε τον Αρχιεπίσκοπο και σε μια μόνο ώρα γύρισε στην Κυθραία. Ειδοποίησε τον Χατζητταχήραγα με τούς άπαλέτες και του έστειλε στην Κυθραία, πρωί, δύο σεΐζηδες (φρουρούς) και άλογα για να τον μεταφέρουν στο Παλαίκυθρο.
Οι γονείς της κόρης, πού ήταν τότε δεκατριών χρόνων, τον υποδέχθηκαν με δάκρυα στα μάτια και τον παρακάλεσαν να τούς την θεράπευσα Ό ιερέας τούς έδειξε τον ουρανό και τούς είπε, πώς μόνο Εκείνος θα την κάμη καλά. Του έδωσαν μια λεκάνη για τον αγιασμό και εκείνοι έμειναν σε άλλο δωμάτιο, απέναντι. Ή κόρη μόνο έβλεπε με πίστη και περιέργεια τί θα γίνη.
Άρχισε την ανάγνωση τού «Τετραβάγγελου» και τοποθέτησε τον σταυρό με το «Τίμιο ξύλο» μέσα στη λεκάνη με το νερό. Όταν διάβασε το τρίτο  Ευαγγελιστή, τον Λουκά, στο ευαγγέλιο της κόρης του Ιαείρου ή κόρη μίλησε και του είπε «Κάτσε παππού» και ό ίδιος είχε συγκινηθεί και έκλαψε, αλλά και οι γονείς της ανάστασης της κόρης ξέσπασαν σε κλάματα και του φιλούσαν τα χέρια και τα ράσα του.

Τότε τους είπε και έδωσαν στο παιδί φαγητό και για νερό τους συμβούλεψε και του έδιναν αγιασμό. Ξεκουράστηκε και ό ίδιος λίγο, παίρνοντας τον καφέ και συνέχισε. Το μεσημέρι του πρόσφεραν πλούσιο γεύμα. Όταν τέλειωσε, πλησίαζε ό ήλιος να δύση.
Τότε ό Χατζητταχήραγας, ή γυναίκα και ή κόρη του, πού μιλούσε πια, έστω και με δυσκολία, τον αποχαιρέτησαν φιλώντας τα χέρια και τα ράσα του και του πρόσφεραν τρία χρυσά νομίσματα (μετσίτικα) και δύο ζώα φορτωμένα δώρα (σιτάρι, τραχανά, χαλούμια κλπ).

Οι δύο σεΐζηδες τον συνόδευαν στην Κυθραία και όλοι οι ένοριάτες περίμεναν στο καφενείο να ακούσουν το αποτέλεσμα με μεγάλη αγωνία. Όλοι τότε δάκρυσαν και του έλεγαν «Να ζήσης δάσκαλε, να θεραπεύης τον κόσμο».

Πέθανε σε ηλικία 85 χρόνων στις 18 Αυγούστου, ημερομηνία πού γεννήθηκε, το 1922. Χιλιάδες από τα γύρω χωριά και από όλη την Κυθραία τον συνόδευαν στην τελευταία του κατοικία
Οι πληροφορείς μου δόθηκαν από τον πατέρα μου, τον γιό του δηλ. Νικόλαο Παπαχριστοφόρου στην Κυθραία, όταν ζούσε.

ΕΛΠΙΝΙΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

Εκπαιδευτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.