Σάββατο 17 Μαΐου 2014

ΠΑΤΗΡ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ Η ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ.





Ή προφητική, αποστολική και πατερική του συνείδηση

Και έρχόμεθα τώρα, στην παρουσίαση σέ αδρές γραμμές των στοιχείων πού τον παρουσιάζουν, πέραν των άλλων πλευρών της πολυμερούς του προσωπικότητος και της πολυποίκιλης δράσης του, ως αγωνιστή και ομολογητή της Ορθοδοξίας. Βάσει αυτών τών στοιχείων, ιδιαίτερα της αυστηρής αλλά δίκαιης κριτικής πού ασκεί στις έκ της Δύσεως επιρροές και στο χώρο τού ήθους, της ηθικής ζωής, αλλά και στο χώρο τού δόγματος, στις έκτροπές από την ορθόδοξη πίστη, ό Γέροντας όσιος Φιλόθεος υπερτερεί όλων τών άλλων οσίων Γερόντων τού περασμένου αιώνος και αναδεικνύεται σέ εφάμιλλη τών Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων μορφή. Συντάσσει θαρραλέα υπομνήματα προς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες αλλά και προς τον λαό, και ως προφήτης της μετανοίας διαβλέπει ότι, αν συνεχιστεί αυτή ή ηθική διάβρωση και ή αποστασία από την πίστη, ό Θεός θα αποσύρει την Χάρη και την ευλογία Του παιδαγωγικά από το ελληνικό έθνος, όπως το έπραξε και στο παρελθόν. 


Σέ πολλά γραπτά του κείμενα είναι ολοφάνερη αυτή ή συνείδηση πού συναντά κανείς στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν έχει γι' αυτό άδικο ό π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στο μνημονευθέν βιβλίο του, πού αρχίζει τά «Προλεγόμενα» με το αναφερόμενο στον προφήτη και Πρόδρομο Ιωάννη χωρίο τού ευαγγελιστή Ιωάννη ως έφαρμοσθέν κατ’ άναλογίαν και εις τον Όσιο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο: «Έγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης- ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί τού φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αυτού».



Απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης και διδάσκαλος δείχθηκε ό όσιος Φιλόθεος κατά τον 20ό αιώνα, κατά τον όποιο σπάνιζαν οι προφητικές φωνές, ενώ αντίθετα ακούονταν ηχηρές φωνές ψευδοπροφητών, ψευδοποιμένων και ψευδοδιδασκάλων πού κήρυτταν καινοτομίες και πλάνες. Ό ίδιος αμφιταλαντεύτηκε στο αν θα έπρεπε να άκολουθήσει την ησυχαστική μοναστική ζωή, μακριά από τούς θορύβους και τά προβλήματα του κόσμου, όπως επιθυμούσε, ή θα έπρεπε να συνδυάσει την μοναστική ζωή με ιεραποστολική δράση μέσα στον κόσμο, όπως του συνιστούσε ό πνευματικός του πατήρ και διδάσκαλος, ό Άγιος Νεκτάριος, πού έπραξε και αυτός το ίδιο, άκολουθώντας το παράδειγμα μεγάλων Άγιων Πατέρων, ιδιαίτερα τών Τριών Ιεραρχών.



Ή αμφιταλάντευση του αυτή έπαυσε, όταν με θεοσημία προφητική έστάλη να κηρύξει στον κόσμο. Διηγείται ό ίδιος ότι κατά το προσκυνηματικό του ταξίδι στους Άγιους Τόπους βρέθηκε στο θεοβάδιστο όρος Σινά. Εκεί κατά την κάθοδό του από το όρος Χωρήβ είσήλθε στο σπήλαιο του προφήτου Ήλιου και προσευχόμενος παρακαλούσε θερμά τον Θεό με δάκρυα να του αποκαλύψει αν είναι θέλημά Του να μείνει εκεί στο σπήλαιο, μακριά από τον μάταιο κόσμο, χωρίς περισπασμούς και φροντίδες, για να έχει διαρκώς ενωμένο τον νου του με τον Θεό, να σκέπτεται μόνον τά ουράνια. Και ενώ έλεγε αυτές τις σκέψεις, άκουσε τρεις φορές αόρατη φωνή να λέγει: «Ποίμαινε τά πρόβατά μου». Κατενόησε τότε ότι αυτό ήταν το θέλημα τού Θεού και επέστρεψε στην Λογγοβάρδα.




Περί του ότι σπάνιζαν τον 20ό αιώνα οι τολμηροί και ανδρείοι Όμολογηταί της πίστεως, ενώ έπλήθαιναν οι πολέμιοι της Εκκλησίας και μέσα στο σώμα τών έπισκόπων και ποιμένων, υπάρχει ένα συγκλονιστικό κείμενο προσευχής του προς τον Κύριο Ημών Ιησού Χριστό πού έκυκλοφορήθη και σέ ιδιαίτερο φυλλάδιο το 1973. Αφού επισημαίνει κατ’ αρχήν ότι οι Άγιοι Απόστολοι και οι διάδοχοί τους, οι Άγιοι Θεοφόροι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, νίκησαν κατά την διάρκεια τών αιώνων τούς ορατούς και αοράτους εχθρούς, διέσωσαν την Αγία Εκκλησία και οδήγησαν πολλούς στην αληθινή πίστη, την Ορθόδοξη, προσθέτει: «Στις προηγούμενες γενεές υπήρξαν άνδρες Άγιοι, άνδρες σοφοί, δίκαιοι, τίμιοι, συνετοί, πνευματοφόροι, θεοφόροι, ανδρείοι στην ψυχή, οι όποιοι άγωνίσθηκαν υπέρ της Εκκλησίας, υπέρ τών Αποστολικών και Πατρικών Παραδόσεων και με την δική Σου συμμαχία και βοήθεια, Κύριε, νίκησαν τις παρατάξεις τών εχθρών και διέσωσαν την Εκκλησία.

 Σήμερον τέτοιοι άνδρες, υπάρχουν ολίγοι, σπάνιοι, δυσεύρετοι και όχι ανδρείοι, σοφοί και "Άγιοι, ως οι παλαιοί Πατέρες ημών. Οι δέ πολεμούντες την Αγίαν Εκκλησίαν είναι πολλοί και κινδυνεύει το σκάφος της Εκκλησίας να καταποντισθεί, διά το μή έχειν καλούς ποιμένας και φύλακας. Μερικοί τών ποιμένων και επισκόπων, τούς όποιους έταξαν ποιμαίνειν και φυλάττειν την λογική Σου ποίμνη, την Αγία Εκκλησία, έγιναν προβατόσχημοι λύκοι, τέλειοι καταφρονηταί και παραβάται τών Ιερών Κανόνων και Αποστολικών Παραδόσεων, ζητούντες αποβολή αυτών και άντικατάστασι. Άλλοι άνοιξαν τις πόρτες και καλούν και δέχονται τούς λύκους Παπιστάς, Διαμαρτυρομένους και πάντας τούς αιρετικούς για να είσέλθουν άκωλύτως και θύσουν, άπολέσουν και κατασπαράξουν τά λογικά πρόβατα... Και άντί να άγωνίζωνται και να φροντίζουν να ένώσουν την Εκκλησία, άγωνίζονται να την διαιρέσουν ακόμη σέ περισσότερες και την καταστήσουν παναιρετική...»




Μπροστά σ’ αυτήν την εικόνα της αύξήσεως τών εχθρών και πολεμίων της Εκκλησίας, της αδιαφορίας τών ποιμένων ή και της μεταβολής τους σέ εχθρούς, ή οποία σημειωτέον σήμερα είναι πολύ χειρότερη, ό όσιος Φιλόθεος αισθάνεται μεγαλύτερο το χρέος και την ευθύνη του ως πνευματικού πατρός και κληρικού να αγωνιστεί και να αντιδράσει. Διαβάζει τις συστάσεις τού Θεού προς τούς προφήτες να αναγγείλουν στον λαό τις αμαρτίες του με φωνή δυνατή σαν της σάλπιγγος, διαφορετικά θα τιμωρηθούν και αυτοί, και γράφει: «Ταύτα αναγνώσας εγώ, ό αμαρτωλός και ανάξιος, και φοβηθείς μήπως ως πνευματικός πατήρ και 'ιερεύς του Υψίστου, εάν σιωπήσω βλέπων την έρχομένην   ρομφαίαν, μοί εκ ζητήση ό Κύριος λόγον, άναγγέλλω το αμαρτήματα του ελληνικού λαού και του κλήρου, καλών πάντας και πρώτον τον εαυτόν μου (επειδή κάγώ άμαρτωλότερος πάντων τυγχάνω) εις μετάνοιαν και έπιστροφήν». Γράφοντας προς τον πατριάρχη Αθηναγόρα επικριτικά για τά ανοίγματα του προς τον Πάπα εκφράζει τον ίδιο φόβο σέ περίπτωση πού θα σιωπήσει «Αναγκάζομαι να σάς γράψω, φοβούμενος ότι θα αμαρτήσω, εάν φιμωθώ και δεν ομολογήσω την άλήθειαν». Την ίδια συνείδηση ευθύνης εκφράζει και όταν εκδίδει το 1957 ειδικό φυλλάδιο εναντίον της βλασφημίας τών θείων, πού είχε προσλάβει τότε μεγάλη έκταση: «Συναισθανόμενος αφ' ενός το ιερόν καθήκον ως Πνευματικού Πατρός και Ιερέως, ότι δεν πρέπει να σιωπώ, αλλά να κηρύττω την άλήθειαν, να ελέγχω, να επιτιμώ, να νουθετώ και παρακαλώ τούς αμαρτάνοντας... έκρινα σκόπιμο να εκδώσω το παρόν βιβλιάριον».



Δεν έλειψαν βέβαια και οι έπικριταί αυτής της προφητικής και ομολογητικής στάσεως του οσίου Φιλοθέου, ί όποιοι του συνιστούσαν να κάνει υπακοή στον οικείο επίσκοπο και στις αποφάσεις των συνόδων. Γράφοντας απαντητικά το 1930 προς τον επίσκοπό του, πού του συνιστούσε υπακοή, έλεγε: «Εάν αυτήν την γνώμην ήκολούθουν πάντες οι Χριστιανοί κατά γράμμα, να ακολουθούν δηλαδή τούς επισκόπους εις πάντα, αλλοίμονο τότε, ούτε Ορθοδοξία, ούτε Εκκλησία, ούτε Ορθόδοξος Χριστιανός θα υπήρχε σήμερον. Εάν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ήκολούθουν τούς πατριάρχας και επισκόπους, Άπολιναρίους, Μακεδονίους, Εύτυχέας, Διοσκόρους, Σαβελλιο-Σεβήρους, Εύσεβίους και πολλούς άλλους, και έδέχοντο και ήσπάζοντο τά φρονήματά των, πού τότε Ορθοδοξία; Πού χριστιανός ευσεβής και ορθόδοξος;!! Και τί λέγω ανθρώπους, πατριάρχας και μητροπολίτας; Και δεν λέγω συνόδους, όχι από πέντε ή δέκα και είκοσι τοιούτους, αλλά από 100, 200 και 348 μητροπολίτας και επισκόπους, άποτελουμένας; Διότι 348 τον αριθμό συνήλθον εν έτει 754 εν Κωνσταντινουπόλει και έξέδωκαν τον όρον» εναντίον των άγιων εικόνων. Συμπληρώνοντας την επιχειρηματολογία του, γράφει ότι «υπάρχουν και εξαιρέσεις, καθ’ ας άκριματίστως δύναταί τις να παρακούη, καθώς και άνωτέρω είπομεν και ως οι Άγιοι Πατέρες και Απόστολοι, μάς παραγγέλλουν», δίνει δέ στη συνέχεια και σχετικά χωρία από την Αγία Γραφή και τούς Αγίους Πατέρες.



Σέ ελεγκτική επιστολή πού στέλνει το 1976 «Προς την σεπτήν Ιεραρχίαν» της Εκκλησίας της Ελλάδος γράφει: «Ας μή είπωσι: Ποιος είσαι εσύ πού θέλεις να διδάξεις ημάς τούς αρχιερείς, σύ ό κατώτερος ημάς τούς ανωτέρους σου; Ότι είμαι κατώτερος και άμαθής το γνωρίζω, ότι είμαι μηδέν έκ τού μηδενός. Αλλά είμαι
και άνθρωπος Χριστιανός Ορθόδοξος και Πνευματικός και οφείλω, όταν υβρίζεται ή πίστις μου να μή κλείω το στόμα μου και να σιωπώ. Ό Πρόδρομος Ιωάννης εν έρήμω διέτριβεν, άλλ' όταν έπληροφορήθη ότι ό βασιλεύς Ηρώδης παρηνόμησεν, άφήκε την έρημον και μετέβη εις την πόλιν και ήλεγξε τον παρανομήσαντα βασιλέα.  Και πάς άνθρωπος οίος και αν ή, οφείλει να μή κλείη το στόμα του, όταν άκούη την πίστιν του να υβρίζεται, αλλά να διαμαρτύρεται, να συμβουλεύει και εν ανάγκη να ελέγχει».



Ακόμη και τούς Αγιορείτες Πατέρες ελέγχει με πειστική επιχειρηματολογία, γιατί δέχθηκαν να οργανώσουν στο Αγιον Όρος το 1963 τίς τελετές γιά την χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους, γιατί θεωρεί ότι είναι κοσμικές εκδηλώσεις ξένες προς τά μοναστικά ήθη και την ιστορία τού Μοναχισμού, τελικώς δέ βλάβη θα προκαλέσουν παρά όφελος. 



Αναιρώντας δέ πιθανή ένσταση για την ανάμειξη του σέ ξένη δικαιοδοσία γράφει: «Άλλ' ίσως μοί εϊπουν τινές- ημείς γνωρίζομεν να φυλάξωμεν τον εαυτόν μας από τας παγίδας τού Διαβόλου, σύ πάτερ Φιλόθεε τί ενδιαφέρεσαι; Σύ είσαι ξένος, κοίταξε το μοναστήρι σου. Ενδιαφέρομαι ως Χριστιανός, ως όμόσχημος αδελφός, αλλά και διότι ή Λογγοβάρδα έχει ίδρυθή από Άγιορείτας, τούς λεγομένους Κολλυβάδες, φίλους, όμαίμονας και όμόφρονας τών Αγίων εκείνων Πατέρων Νικοδήμου Ναξίου του Αγιορείτου, Αθανασίου του διδασκάλου του Παρίου, Μακαρίου Νοταρά κ.λπ. ... Λοιπόν, όπως ένδιαφέρομαι και διά την μονήν μου, ένδιαφέρομαι και διά το Αγιον Όρος... έχω δέ καθήκον ιερόν και έπιβεβλημένον ως μοναχός και δή ως Πνευματικός, να ένδιαφέρωμαι όχι μόνον διά την μονήν μου και τας μονάς του Αγίου Ορους, αλλά και
δι’ όλας τας μονάς και δι’ όλους τούς μοναχούς της πατρίδος και της Εκκλησίας μου».



Απεύθυνε τούς προφητικούς και πατερικούς ελέγχους του κατά διαφόρους καιρούς χωρίς να φοβείται, σέ βασιλείς, πρωθυπουργούς, υπουργούς, πατριάρχας, αρχιεπισκόπους, επισκόπους και άλλους αξιωματούχους, όταν πληροφορείτο ότι προσέβαλαν τά δόγματα και την διδασκαλία της Εκκλησίας. Συνοψίζοντας την σχετική δραστηριότητά του, γράφει: «Άλλ’ ημείς, και εάν πολλοί είναι οι κωφεύοντες και τυφλώττοντες, όφείλομεν να κηρύττωμεν και να όμολογώμεν την άλήθειαν. Από την στιγμήν πού έγινα ιερεύς και πνευματικός από το έτος 1912 έως σήμερον έστειλα πολλά υπομνήματα εις βασιλείς, πρωθυπουργούς, την Ίεράν Σύνοδον, εις μητροπολίτας και άλλαχού. Εστειλα και 4 έγερτήρια σαλπίσματα, άλλ’όμως δεν ήκουσαν.


 Είπα και λάλησα, αμαρτία ουκ έχω. Άλλ’ εφ’ όσον οι άνθρωποι και μαζί με αυτούς και εγώ δεν άκούουν τον Θεόν, πώς θα άκούσουν εμέ τον αμαρτωλό; Δεν έπαυσα όμως να όμιλώ, αλλά μάχομαι εναντίον τών καταφρονητών τών Άποστολικών και Πατερικών παραδόσεων, τών έχθρών της Ορθοδοξίας και φίλων τών σχισματοαιρετικών Παπιστών και Διαμαρτυρομένων, οι όποιοι προσπαθούν δολερώς να πλανήσουν τούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, διά να τούς άκολουθήσουν εις την πλάνην των... Τώρα όμως θα παύσω να γράφω, διότι αναχωρώ της πρόσκαιρου ζωής διά την αιώνιον και ούράνιον πατρίδα».


Ήταν τόσος ό προφητικός και αποστολικός ζήλος του με συνακόλουθα την τόλμη και την ανδρεία του, ώστε κατά μία επίσκεψη του στην Κωνσταντινούπολη (1934) είχε προγραμματίσει να συναντήσει τον Κεμάλ Ατατούρκ, πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, και να τον προτρέψει να σπασθεί τον Χριστιανισμό. Τον απέτρεψε όμως από το εγχείρημα αυτό ό τότε πατριάρχης Φώτιος, διότι υπήρχε όξυνση στις σχέσεις μεταξύ Κεμάλ και Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όταν επέστρεψε στην Λογγοβάρδα, έγραψε σχετική επιστολή πού έχει διασωθεί. Πληροφορηθείς ότι ό Κεμάλ ήτο άρρωστος, αποφάσισε να τον επισκεφτεί στην Άγκυρα• αλλά όταν έφθασε στην Αθήνα έμαθε ότι πέθανε, και έτσι ματαιώθηκε οριστικά το εγχείρημα, το όποιο πάντως δείχνει ότι ό ιεραποστολικός του ζήλος έφθανε μέχρι του να οραματίζεται να προσελκύσει στον Χριστιανισμό ολόκληρα έθνη.



Επειδή μάλιστα ομιλούμε για συνείδηση προφητική, δεν είναι περιττό να μνημονεύσουμε ότι μεταξύ των εχθρών και πολεμίων του Χριστιανισμού έβλεπε τον Κομμουνισμό και συχνά αναφερόταν στους διωγμούς, πού ύφίσταντο οι Χριστιανοί, εκεί όπου είχαν επικρατήσει τά κομμουνιστικά καθεστώτα, αλλά και προέλεγε ότι σύντομα θα εκριζωθούν, όπως και έγινε: «Οι μπολσεβίκοι της Ρωσίας και οι ερυθροί της Ισπανίας, διότι στερούνται των όπλων της Αγάπης, της πίστεως και της ελπίδος, κατέστησαν άθλιας και δυστυχείς τας πατρίδας των. Βεβήλωσαν και μόλυναν τους ιερούς ναούς και τά άγια θυσιαστήρια, κατάσφαξαν αγρίως και ποικιλοτρόπως βασάνισαν και θανάτωσαν μυριάδας ανεύθυνων κληρικών και λαϊκών. Έχυσαν ποταμούς αιμάτων αθώων και θα αφήσουν εις τας μετά ταύτα γενεάς στίγμα και αιώνιον ανάθεμα της φαυλότητος, της κακίας και μοχθηρίας των. Αλλά "πάσα φυτεία ην ουκ έφύτευσεν ό Ουράνιος Πατήρ έκριζωθήσεται”. Ό μπολσεβικισμός και ό κομμουνισμός είναι φυτεία τού σατανά, διότι στερείται της Αγάπης, της πίστεως, της ελπίδος, επομένως ταχέως θα έκριζωθή. Οι ερυθροί της Ισπανίας ήρχισαν να ξεκλωνίζονται και να έκριζοΰνται- την όμοίαν τύχην θα υποστούν συντόμως και οι τούτων αδελφοί άθεοι μπολσεβίκοι της Ρωσίας».



Μέχρι το τέλος της μακράς ζωής του αγωνιούσε για την προσωπική πνευματική του πορεία, γι’ αυτό και ευχαριστούσε τον Θεό ό Όποιος τον διεφύλαξε από τις παγίδες και πλάνες του Διαβόλου, αλλά και έστενοχωρείτο για την αξιοθρήνητη κατάσταση της Εκκλησίας και τών ποιμένων της. Παραθέτουμε ένα μικρό σχετικό απόσπασμα τών λεγομένων του: «Έφθασε το τέλος μου και ευχαριστώ τον θεόν, διότι με διεφύλαξεν από πολλούς κινδύνους, σωματικούς και ψυχικούς από πολλάς πλάνας και παγίδας τού δολίου δράκοντος και Τον παρακαλώ να με διαφυλάξη άχρι της τελευταίας στιγμής του θανάτου μου και είσαγάγη με εις τας ούρανίους σκηνάς, ένθα τών εύφραινομένων ή κατοικία. Άλλ’ ή ψυχή μου εις τας τελευταίας στιγμάς του βίου μου είναι περίλυπος και κατώδυνος, βλέπων την αξιοθρήνητο κατάστασιν της Εκκλησίας και τών ποιμένων 


Αυτής, οι όποιοι, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, αντί να γίνουν φώς με τά καλά των έργα, έγένοντο σκότος και αιτία να βλασφημήται εις τά έθνη το όνομα του Ουρανίου Πατρός ημών. Πιστεύω και ελπίζω ότι ό ιδρυτής της Εκκλησίας και άρχων της ειρήνης, τούτους μεν θα συντρίψη ως σκεύη κεραμέως, την δέ Εκκλησίαν Αυτού, την οποίαν ήγίασε διά του παναχράντου Αυτού αίματος, θα διασώση έκ του κινδύνου του καταποντισμού. Εγώ μεν άπέρχομαι εν ειρήνη, εσείς δέ σώθητε, ως σοφοί και φρόνιμοι, από την παρούσαν πονηράν γενεάν και διεφθαρμένην».


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΑ. ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.