...
Τη Μεγάλη Δευτέρα, αμέσως μετά το γεύμα, ο Ζαχαρίας, ένας από τους τραμπούκους του Τσουρκάνου (της «Αναμόρφωσης» στην κομμουνιστική φυλακή Πιτέστι που ήταν μία εικόνα της κολάσεως), επέστρεψε κρατώντας ένα μάτσο χαρτιά, μερικές παλαιές σκούπες, ένα κουβάρι χοντρό σκοινί, άδειες κονσέρβες, ξυλοκάρβουνα και ένα μπουκαλάκι. Τα τοποθέτησε όλα στο δικό μας ξύλινο κρεβάτι και από τις σκούπες μάς έβαλε να φτιάξουμε σταυρούς. Αφού ετοιμάστηκαν όλα αυτά, μάς είπε:
«“Θρησκόληπτοι κερατάδες”, επειδή πιστεύετε στον Θεό και στα πάθη Του, ενώ εγώ, όπως ξέρετε, δεν πιστεύω σε τέτοιες σαχλαμάρες, και επειδή είναι η Εβδομάδα των Παθών, να δείτε και εσείς τι πάθη θα υποφέρετε»!Οποιοσδήποτε και αν μου έλεγε κάτι και ο,τιδήποτε να διάβαζα στο χειρότερο πορνογράφημα, δεν θα μπορούσα να φανταστώ ποτέ, ό,τι ένας δαιμονισμένος και αρρωστημένος νους μπορεί να σκεφτεί τέτοιες βρισιές για να βλασφημήσει και να προσβάλει τη μεγαλειότητα του Θεού, την αγιοσύνη και την αγνότητά Του. Από τη Μεγάλη Δευτέρα το απόγευμα μέχρι την Μεγάλη Παρασκευή (όταν ψέλνανε τα Εγκώμια στις εκκλησίες μας), καθώς επίσης και τις τρεις μέρες του Πάσχα, τραγουδούσαν συνέχεια (χρησιμοποιώντας τη μελωδία των Εγκωμίων) όλο αυτό το ρεπερτόριο πορνογραφιών, βρισιών και προσβολών, οι οποίες ξεπερνούσαν κάθε φαντασία.
Εμάς, τους «θρησκόληπτους», μας ανάγκασαν να περπατάμε γονατιστοί οκτώ μέρες, μέσα στο δωμάτιο, από μία άκρη στην άλλη, με τον Ουγκουρεάνου μπροστά μας, συμβολίζοντας έτσι τα Πάθη του Κυρίου (ο Ουγκουρεάνου, πολύ ενάρετος άνθρωπος, ξεχώριζε από τους άλλους «θρησκόληπτους»).
Στον Ουγκουρεάνου φτιάξανε ένα ακάνθινο στεφάνι. Στις κονσέρβες βάλανε το ξυλοκάρβουνο βρεγμένο με πετρέλαιο και το ανάψανε για να «θυμιατίζουμε», ενώ περπατούσαμε γονατιστοί, κάνοντας και μετάνοιες. Είδα τον Ουγκουρεάνου να κλαίει (ποτέ δεν τον είδα να κλαίει έτσι), τρομαγμένος από αυτά που μας ανάγκασαν να κάνουμε.
Αυτό που συγκλόνισε την ψυχή μου στη διάρκεια αυτού του πνευματικού βασανιστηρίου, ήταν η εικόνα της μητέρας μου την οποία φανταζόμουνα μπροστά στα μάτια μου να φορά πένθιμα ρούχα, έτσι όπως ένιωθε να βιώνει την Εβδομάδα των Παθών του Σωτήρος. Την είδα να κλαίει. Επίσης, φαντάστηκα να κλαίνε όλες οι μητέρες των βασανισμένων και τρομαγμένων αυτών ανθρώπων, επειδή τους ανάγκασαν να βλασφημήσουν τον Θεό. Αν θα έβλεπαν αυτές οι μητέρες τι βάσανα υπέφεραν οι γιοί τους, πολλές από αυτές θα έχαναν τα λογικά τους!
Μετά που περπατούσαμε γονατιστοί οκτώ μέρες, τα παντελόνια μας είχαν σκιστεί και τα γόνατά μας είχαν γίνει πληγή.
Στο τέλος των οκτώ ημερών με συνεχή βασανιστήρια και εξευτελισμούς από το πρωί μέχρι το βράδυ, συντριμμένοι ψυχικά, αηδιασμένοι με τους εαυτούς μας, την αδυναμία μας και την μικροψυχία μας, ικετεύαμε τον Ουρανό να μας αφαιρέσει την ζωή…
Πηγή: Icoana Noilor Martiri Ai Pământului Românesc, Editura Bonifaciu, Μπακάου 2009, Σ. 128 (Στα Ρουμανικά)
Τη Μεγάλη Δευτέρα, αμέσως μετά το γεύμα, ο Ζαχαρίας, ένας από τους τραμπούκους του Τσουρκάνου (της «Αναμόρφωσης» στην κομμουνιστική φυλακή Πιτέστι που ήταν μία εικόνα της κολάσεως), επέστρεψε κρατώντας ένα μάτσο χαρτιά, μερικές παλαιές σκούπες, ένα κουβάρι χοντρό σκοινί, άδειες κονσέρβες, ξυλοκάρβουνα και ένα μπουκαλάκι. Τα τοποθέτησε όλα στο δικό μας ξύλινο κρεβάτι και από τις σκούπες μάς έβαλε να φτιάξουμε σταυρούς. Αφού ετοιμάστηκαν όλα αυτά, μάς είπε:
«“Θρησκόληπτοι κερατάδες”, επειδή πιστεύετε στον Θεό και στα πάθη Του, ενώ εγώ, όπως ξέρετε, δεν πιστεύω σε τέτοιες σαχλαμάρες, και επειδή είναι η Εβδομάδα των Παθών, να δείτε και εσείς τι πάθη θα υποφέρετε»!Οποιοσδήποτε και αν μου έλεγε κάτι και ο,τιδήποτε να διάβαζα στο χειρότερο πορνογράφημα, δεν θα μπορούσα να φανταστώ ποτέ, ό,τι ένας δαιμονισμένος και αρρωστημένος νους μπορεί να σκεφτεί τέτοιες βρισιές για να βλασφημήσει και να προσβάλει τη μεγαλειότητα του Θεού, την αγιοσύνη και την αγνότητά Του. Από τη Μεγάλη Δευτέρα το απόγευμα μέχρι την Μεγάλη Παρασκευή (όταν ψέλνανε τα Εγκώμια στις εκκλησίες μας), καθώς επίσης και τις τρεις μέρες του Πάσχα, τραγουδούσαν συνέχεια (χρησιμοποιώντας τη μελωδία των Εγκωμίων) όλο αυτό το ρεπερτόριο πορνογραφιών, βρισιών και προσβολών, οι οποίες ξεπερνούσαν κάθε φαντασία.
Εμάς, τους «θρησκόληπτους», μας ανάγκασαν να περπατάμε γονατιστοί οκτώ μέρες, μέσα στο δωμάτιο, από μία άκρη στην άλλη, με τον Ουγκουρεάνου μπροστά μας, συμβολίζοντας έτσι τα Πάθη του Κυρίου (ο Ουγκουρεάνου, πολύ ενάρετος άνθρωπος, ξεχώριζε από τους άλλους «θρησκόληπτους»).
Στον Ουγκουρεάνου φτιάξανε ένα ακάνθινο στεφάνι. Στις κονσέρβες βάλανε το ξυλοκάρβουνο βρεγμένο με πετρέλαιο και το ανάψανε για να «θυμιατίζουμε», ενώ περπατούσαμε γονατιστοί, κάνοντας και μετάνοιες. Είδα τον Ουγκουρεάνου να κλαίει (ποτέ δεν τον είδα να κλαίει έτσι), τρομαγμένος από αυτά που μας ανάγκασαν να κάνουμε.
Αυτό που συγκλόνισε την ψυχή μου στη διάρκεια αυτού του πνευματικού βασανιστηρίου, ήταν η εικόνα της μητέρας μου την οποία φανταζόμουνα μπροστά στα μάτια μου να φορά πένθιμα ρούχα, έτσι όπως ένιωθε να βιώνει την Εβδομάδα των Παθών του Σωτήρος. Την είδα να κλαίει. Επίσης, φαντάστηκα να κλαίνε όλες οι μητέρες των βασανισμένων και τρομαγμένων αυτών ανθρώπων, επειδή τους ανάγκασαν να βλασφημήσουν τον Θεό. Αν θα έβλεπαν αυτές οι μητέρες τι βάσανα υπέφεραν οι γιοί τους, πολλές από αυτές θα έχαναν τα λογικά τους!
Μετά που περπατούσαμε γονατιστοί οκτώ μέρες, τα παντελόνια μας είχαν σκιστεί και τα γόνατά μας είχαν γίνει πληγή.
Στο τέλος των οκτώ ημερών με συνεχή βασανιστήρια και εξευτελισμούς από το πρωί μέχρι το βράδυ, συντριμμένοι ψυχικά, αηδιασμένοι με τους εαυτούς μας, την αδυναμία μας και την μικροψυχία μας, ικετεύαμε τον Ουρανό να μας αφαιρέσει την ζωή…
Πηγή: Icoana Noilor Martiri Ai Pământului Românesc, Editura Bonifaciu, Μπακάου 2009, Σ. 128 (Στα Ρουμανικά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.