Ὅσο δὲ πιὸ μονολεκτικὰ
λέμε τὴν εὐχὴ τόσο καλύτερα.
Καὶ ἂν κανείς, ὅταν λέη τὴν εὐχή,
αἰσθανθῆ πονοκεφάλους,
ἂς ξέρη ὅτι αὐτὸ συμβαίνει
διότι σφίγγεται.
Ἡ εὐχὴ δὲν εἶναι διανοητικὴ ἐργασία.
Ἡ διανοητικὴ ἐργασία κουράζει,
διότι στρέφει τὸν νοῦ πρὸς τὰ ἀνθρώπινα·
ἐνῷ ὁ νοῦς εἶναι πλασμένος
γιὰ νὰ ἀνεβαίνη στὸν Θεόν,
ἐμεῖς τὸν γυροφέρνομε ἀλλοῦ. [...]
Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι στὸν Θεὸν καὶ
συνηθίση νὰ πηγαίνη στὸν Θεόν,
εἶναι σὰν νὰ μπῆκε ὁ ἄνθρωπος
στὸ περιβόλι του ἢ στὸν κῆπο του
καὶ ἀναπνέει τὰ εὐώδη ἄνθη·
γι’ αὐτὸ δὲν κουράζεται, ξεκουράζεται.
Ἀρχιμανδρίτου Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου
Ὁδηγὸς πνευματικῆς προσευχῆς
Τεῦχος 329, Ὀκτωβριος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.