Σάββατο 29 Απριλίου 2023

Περὶ ὑπακοῆς ὁ λόγος. ΜΑΚΑΡΙΣΤΌΣ ΓΈΡΩΝ ΕΦΡΑΊΜ.ΣΚΗΤΗ ΑΓΊΟΥ ΑΝΔΡΈΑ ΚΑΙ ΜΕΓΆΛΟΥ ΑΝΤΩΝΊΟΥ.



Ἡ ἰσχυρογνώμων ... ὑπακοή.


Ἔλεγεν ἕνας:
- Ἐγὼ κάνω ὑπακοὴ εἰς τὸ Εὐαγγέλιον, ἀλλά, δυστυχῶς, διαπιστώνω πὼς λέγει ψέματα.
- Πώ - πώ, μεγάλη ἀνακάλυψις, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια νὰ λέγῃ τὸ Εὐαγγέλιον ψέματα.. Καὶ ποῖον εἶναι τὸ
ψέμα;

Λέγει·
- Κρούω τὴν θύραν τοῦ ἐλέους γιὰ ἕνα ἁπλὸ θέμα, τόσα χρόνια, καὶ δὲν μοῦ ἀνοίγει τὴν θύραν. Εἶπεν ὁ Κύριος: «Κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται...», ἐγὼ κρούω καὶ δὲν
ἀνοίγει.
Καί, ὁπωσδήποτε, εἶχε ἕνα μέρος λογικῆς ἐννοίας,
διότι δεκαπέντε περίπου ἔτη ζητοῦσε, ζητοῦσε ἕνα παιδάκι, καὶ δὲν τοῦ εἶχε χαρίσει ὁ Θεὸς ἕνα, τὸ πρῶτο παιδάκι.
Αν τὸ ἐξετάσωμεν μὲ τὴν λογικήν, ὅτι ἔχει κάποιο
δίκαιον ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια. ῞Οταν, ὅμως,
κρούωμε τὴν θύραν τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι τοῦ ἐχθροῦ, ὁ
Χριστὸς οὔτε κωφεύει οὔτε μακρόθεν εἶναι. Ὁ κάθε
κτύπος ἐπενδύεται, ἀποταμιεύεται. Επομένως, ὅλοι
αὐτοὶ οἱ κτύποι τῆς προσευχῆς, ὅλοι ὑπολογίζονται.
Καὶ μάλιστα θὰ ἀκριβοπληρωθοῦν καὶ εἰς τὴν ζωὴν
αὐτὴν καὶ εἰς τὴν ἄλλην. Ὅμως, πολλὰς φοράς, μὲ τὸ νὰ
μὴν ἀπαντᾷ ὁ Χριστὸς ἀμέσως - ἀμέσως, μᾶς δίδει τὴν
πληροφορίαν ὅτι πρέπει νὰ ἐρευνήσωμεν τὸ θέμα, νὰ
ἐρωτήσωμεν καὶ ἄλλον νὰ μᾶς ἐπικυρώσῃ αὐτὸ τὸ
πράγμα, μήπως κάμνωμεν λάθος· δηλαδή, μήπως μᾶς
ἔχει ἀνοίξει ὁ Θεὸς κάποιαν ἄλλην θύραν καὶ ἡμεῖς
προύομεν, χτυποῦμε κάποια κλειστή, ἐνῷ μᾶς ἄνοιξε ὁ
Θεός, λίγο παρακάτω, κάποια ἄλλη θύραν, τὴν ὁποία
δὲν θέλομε νὰ τὴν ἰδοῦμε ἢ ἐθελοτυφλοῦμε. Λέγει·
- Μὰ σοῦ ἄνοιξε τὸ παραπόρτι.
- Ὄχι, τὴν κεντρικὴ πόρτα ἐγὼ θέλω.
- Ε, καλὰ τὴν κεντρικὴ πόρτα, ἀλλὰ γιὰ κάποιους
λόγους, τώρα ὁ Χριστὸς σοῦ κάνει δοκιμή. Πήγαινε καὶ
ἀπὸ ἐκεῖ πέρα.
- Ὄχι, ἀπὸ τὴν κεντρική.
- Ε, νὰ εἶναι εὐλογημένο, χτύπα τότε τὴν πόρτα αὐτὴν ἐδῶ.
- Μὰ τὴν χτυπάω, λέγει, καὶ δὲν μοῦ ἀνοίγει.
- Σίγουρα;
- Σίγουρα, λέγει.
- Μήπως εἶσαι πλανεμένος;
- Ὄχι, ἐσὺ εἶσαι πλανεμένος, λέγει.
- Καλά, νὰ εἶναι εὐλογημένο, ἀλλὰ τὸ παραπόρτι γιὰ
ποιὸν ἄνοιξε;
- Γιὰ σένα, λέγει, ἐγὼ δὲν χτύπησα τέτοια πόρτα, δὲν ζητάω τέτοιο αἴτημα ἐγώ. Ἐγὼ ζητάω ἄλλο αἴτημα.
Αὐτὸ τὸ παραπόρτι γιὰ σένα εἶναι. Ὄχι, ἐγὼ θέλω τὴν
κεντρικὴ τὴν πόρτα.
Ἐντάξει, ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα σταματᾶμε, διότι ὑπάρχει καὶ πειρασμός, δηλαδὴ αὐτὸς δὲν θέλει συμβουλὴν
καὶ συνεργασίαν, θέλει τὸ ἰδικόν του θέλημα. Μετὰ θὰ
θυμώσῃ καὶ μὲ τὸν Κύριον·
- Ἐγώ σοῦ κρούω τὴν θύρα καὶ ἐσὺ δὲν μοῦ ἀνοίγεις.Περὶ ὑπακοῆς ὁ λόγος
Καὶ εἰς αὐτὰς τὰς περιπτώσεις, ὅπου ὁ Χριστὸς ἀνοίγει καὶ ἐμεῖς δὲν εἰσερχόμεθα, ὑπάρχει φόβος νὰ μᾶς
ἀνοίξῃ τὴν θύραν τῆς Κολάσεως.
- Φαίνεται, ἐσὺ θέλεις μίαν ἄλλην θύραν.” Ας σοῦ ἀνοίξω κι ἐγὼ μίαν ἄλλην τέτοια θύραν... νὰ ἰδοῦμε
πῶς θὰ βγῇς...
Νὰ τὰ ἀλλάξωμεν ὀλίγον τὰ πράγματα... νὰ ἐφαρμοσθῇ ἡ αὐστηρότης τοῦ Χριστοῦ, ἡ δικαιοσύνη Του. Νὰ
μὴν περιμένωμεν πάντοτε εὐσπλαγχνίαν. Δηλαδή, ἐσὺ
θὰ ὑποδείξῃς ἀπὸ ποιὰ πόρτα θὰ εἰσέλθῃς, ἀπὸ τὴν κεντρικὴ ἢ ἀπὸ τὴν πλαγία; Θὰ γίνωμε τώρα καὶ σύμβουλοι καὶ καθοδηγηταὶ τοῦ Κυρίου; Ἀλλὰ πολλὰς φοράς,
ὅταν κανεὶς βλέπῃ τὸ μικρὸ πορτάκι καὶ τοῦ λέγουν:
- Παρακαλῶ, περᾶστε καὶ ἀπὸ ἐδῶ, καὶ ἀπὸ ἐδῶ
μπαίνουν μέσα εἰς τὸ σπίτι.
- Ἀπὸ ἐδῶ ποὺ χτυπῶ, λέγει, θὰ μοῦ ἀνοίξῃς. Κάντε
τὸν κόπο, ἐλᾶτε ἀπὸ τὴν κεντρικὴ καὶ ἀνοῖξτε μου.
Αὐτό, πλέον, εἶναι ἀναίδεια. Ἀναίδεια!
- Ὄχι, λέγει, περᾶστε καὶ ἀπ' τό παραπόρτι.
- Ὄχι, λέγει, ἀπὸ δῶ πέρα. Ἐγὼ ἔχω ἀξία, ἐγὼ εἶμαι
κάποιος σπουδαῖος. Ἀπὸ τὸ παραπόρτι θὰ πᾶνε... νά, ὁ
τάδε καὶ ἡ τάδε καὶ αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι..., οἱ ἄλλοι θὰ
πᾶμε ἀπὸ τὴν βασιλικὴ πόρτα...
Εἶναι πολὺ λυπηρὸν, ὅταν ἡ οἴησις σχηματίζῃ κάποιαν ηὐξημένην γνώμην διὰ τὸν ἑαυτόν μας. Δηλαδή,
ἐκ τῶν καρπῶν φαίνεται ὅτι ἔχομε περισσοτέραν γνώμην διὰ τὸν ἑαυτόν μας καὶ ἡ αὐτογνωσία καὶ ἡ αὐτομεμψία πηγαίνει περίπατον. Καὶ πάλιν, ὁ Κύριος
εὐσπλαγχνίζεται τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ ἀνοίγει τὴν θύραν, ἀλλὰ νά, ποὺ πολλὲς φορὲς δὲν ἀνοίγει ὅπως τὴν
περιμένομεν ἐμεῖς.

Ἢ λόγου χάριν, λέγει κάποιος
Εἶναι αὐτὸ τὸ πρᾶγμα.
Καὶ τοῦ λέγω·
- Ακριβῶς, οἱ Πατέρες εἶπαν τὸ ἑξῆς: ὅτι ἐσὺ ἐπιμένεις νὰ σοῦ ἀνοίξῃ ὁ Χριστὸς μὲ συνδυασμὸν τὴν θύραν,
ἐνῷ σοῦ ἔχει ρίψει τὰ κλειδιὰ καὶ σοῦ λέγει:
-῎Ανοιξε.
- Ὄχι, παρακαλῶ, ἀνοῖξτε ἐσεῖς, μὲ συνδυασμό.
Ὑποδεικνύομεν ἐπιπλέον. Τώρα, δηλαδή, παζάρια
θὰ κάμνωμε μὲ τὸν Κύριον; ῞Οταν ζητοῦμε κάτι, ὅσο
καὶ σωτήριον νὰ εἶναι δι' ἡμᾶς, εἰσηγούμεθα τὸ θέμα
ταπεινά, ἐν λευκῷ· διότι μὲ τὸ «αἰτεῖτε» καὶ «κρούετε»
καὶ μὲ τὸ «ζητεῖτε», σημαίνει πὼς πρέπει
εἰσηγηθοῦμε κάποιο θέμα.
Βεβαίως, ἡ προσευχὴ ἔχει μίαν λογικὴν ἔννοιαν, ἕνα
λογικὸ αἴτημα· δὲν ἠμποροῦμε νὰ προσευχώμεθα χωρὶς
νὰ ζητοῦμε τίποτε, διότι σημαίνει ὅτι δὲν ἔχομε μάτια
νὰ κοιτάξωμε οὔτε καὶ τὸν ἑαυτόν μας. Βλέπομεν, ὅταν
ὁ ἄνθρωπος εἶναι παράλογος καὶ παλαβός, πολλὲς
φορὲς καὶ τρελλός, ὁ Χριστὸς δὲν συνεργάζεται μαζί
του, καὶ ἀκόμη, οὔτε θαῦμα τοῦ κάμνει, διότι δὲν τὰ
βρῆκε ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν ἑαυτόν του. Επομένως, τὸ
θαῦμα δὲν γίνεται διὰ νὰ μὴ λογισθῇ ἡ βοήθεια τοῦ Θε-
οῦ ὡς ἐπέμβασις τοῦ λογικοῦ. Μετὰ θὰ λέγῃ ὁ ἄνθρωπος·
- Ἐγὼ δὲν ἤθελα αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, γιατί μοῦ τὸ ἔκανες; Καὶ τώρα ἐγὼ ποὺ δὲν τὸ θέλω καὶ πρέπει νὰ τὸ ἀπορρίψω; Θὰ μοῦ λογισθῇ καὶ παρακοή. Θὰ πάω καὶ
στὴν κόλασι. Νὰ μὴ μοῦ τὸ ἔκανες...
Διότι ἔχομε καὶ τέτοιες περιπτώσεις. Σπανίως, βεβαίως, ἀλλὰ ὑπάρχουν. Επομένως, πρέπει νὰ ἔχῃ σώας τὰς φρένας ὁ ἄνθρωπος καί νὰ εἶναι λογικὸ τὸ αἴτημα τὸ ὁποῖον ζητεῖ, νὰ τὸ ἐπικυρώσῃ εἰς τὴν ὑπακοήν του εἰς τὸν γέροντά του, ὅποιος καὶ νὰ εἶναι αὐτός, καὶ κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ ἀσφαλίζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.