Δευτέρα 19 Αυγούστου 2024

Σε μια επίσκεψη στον Άγιο Νεόφυτο. Έλενα Μίσινα!!





Σε μια επίσκεψη στον Άγιο Νεόφυτο.

Έλενα Μίσινα

Δεν περίμενα, ότι μετά την επίσκεψη στους Αγίους Τόπους τρεις φορές, καθώς και τη διαμονή μου για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μοναστήρι του Κύκκου, θα ανακαλύψω ένα μέρος που θα άγγιζε τόσο βαθιά την καρδιά μου και θα χαροποιούσε την ψυχή μου…

 

Στο τέλος των ταξιδιών μου στην Κύπρο, ο Κύριος με αξίωσε να εγκατασταθώ στο χωριό Τάλα, που βρίσκεται βόρεια της Πάφου, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Νεοφύτου. Είναι μια καυτερή καλοκαιρινή μέρα και περπατώ κατά μήκος ενός ηλιόλουστου αυτοκινητόδρομου κατά μήκος βιλών και σπιτιών με όμορφα περιποιημένα γκαζόν και πινακίδες. Το ταξίδι μου είναι σύντομο - μόνο δύο χιλιόμετρα, αλλά λόγω της υψηλής υγρασίας καθώς και λόγω του γεγονότος, ότι ο δρόμος είναι ανηφορικός, καθίσταται δύσκολο να αναπνεύσεις, τα ρούχα σου κολλάνε στο σώμα, ενώ κάθε βήμα γίνεται μετρημένο και βαρύ, με τις λέξεις στο πλήρες νόημά τους.

 

Θυμάμαι μια ιστορία από το Πατερικό, όταν ένας ασκητής, έχοντας βαδίσει πολύ δρόμο για να φτάσει στον γέροντα στην έρημο, του ζήτησε μια γουλιά νερό. Κι εκείνος του απάντησε: «Να είσαι ικανοποιημένος με τη σκιά, γιατί άλλοι ταξιδιώτες δεν την έχουν καν». Κι εγώ και νερό έχω κι ακόμη ένα καπέλο παναμέζικο για τον ήλιο. Μόνο το τραγούδι των τζιτζικιών γεμίζει τη σιωπή αυτής της αποπνικτικής ημέρας, καθώς και κάποιο αυτοκίνητο, που σπάνια κινείται στον αυτοκινητόδρομο.

 

Ίσως, με την Πρόνοια του Θεού, ένας από τους πιο φημισμένους οικισμούς, το χωριό Καμάρες, βρίσκεται σήμερα κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Νεοφύτου. Η λαμπρότητα και η πολυτέλεια του κόσμου με τους δελεαστικούς πειρασμούς του είναι δίπλα-δίπλα με ένα λιγότερο αξιοσημείωτο, αλλά ακόμα πιο δελεαστικό πνευματικό θησαυροφυλάκιο. Το μοναστήρι, ως όαση ηρεμίας, σιωπής και προσευχής, γειτονεύει με τον καύσωνα των κοσμικών προβλημάτων. Αυτοί είναι δύο κόσμοι που συνυπάρχουν δίπλα-δίπλα, αλλά δεν φαίνεται να εφάπτονται μεταξύ τους. Και καθώς το διαπιστώνω αυτό, το τοπίο αλλάζει καθώς πλησιάζω στο μοναστήρι. Η αραιή βλάστηση αντικαθίσταται από κοντόχοντρες ελιές, απλωμένους κέδρους και λεπτά κυπαρίσσια. Το ορεινό τοπίο αντικαθιστά την πεδιάδα και ένα ελαφρύ αεράκι και το άρωμα των δέντρων και των θάμνων φυσούν από τις πλαγιές των βουνών, δίνοντας την πολυαναμενόμενη δροσιά και χαλάρωση από τον μεσημεριανό καύσωνα.

 

Τα πουλιά πετούν ανέμελα ανάμεσα στις πλαγιές, η γαλήνη και η ηρεμία βασιλεύουν στον αέρα. Φαίνεται, ότι ο Άγιος Νεόφυτος, κατοικεί χωρίς να είναι ορατός εδώ και υποδέχεται με αγάπη κάθε ταξιδιώτη. Η ατμόσφαιρα θυμίζει περισσότερο τα μοναστήρια των Αγίων Τόπων, όπως το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Χοζεβίτου, αν και η περιοχή δεν είναι τόσο ερημική.

 

Εισέρχομαι από την πύλη του μοναστηριού καθώς με υποδέχονται ακόμη περισσότερα τροπικά δέντρα και θάμνοι, ενώ μπροστά στα μάτια μου βρίσκεται το πέτρινο συγκρότημα της Εγκλείστρας (που σημαίνει "κλείστρο", "κλειστός χώρος" στα ελληνικά) με σπηλιές και κελιά – το αρχαίο μοναστήρι του Αγίου Νεόφυτου. Εκτός από τα κελιά, υπάρχουν και πολλά μικρά στρογγυλά στόμια στον ασβεστολιθικό βράχο, μέσα στα οποία φωλιάζουν πουλιά. Ακριβώς σε αυτή τη σπηλιά πάνω στο βράχο, που σκάλισε με τα χέρια του, ο άγιος έζησε σε πλήρη απομόνωση και μοναξιά 11 χρόνια…

 

Αυτό το πέτρινο συγκρότημα περιλαμβάνει δύο επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο βρίσκεται το κύριο σπήλαιο, που αποτελείται από το κελί του Αγίου, καθώς και το ιερό βήμα και το παρεκκλήσι. Στη συνέχεια, το συγκεκριμένο σπήλαιο μετατρέπεται σε ερημητήριο.

 

Λίγο ψηλότερα, βρίσκεται το δεύτερο επίπεδο με δύο κελιά. Σε ένα από αυτά, το οποίο ο Άγιος ονόμασε με αγάπη, Νέα Σιών, ο ίδιος μετακόμισε κατά τη δημιουργία της σκήτης και της αγιογράφησης των τοιχωμάτων, βρίσκοντας εκεί και πάλι την σιωπή και μοναξιά. Αυτά τα κελιά φαίνονται ακόμη πιο απρόσιτα και ασκητικά, καθώς βρίσκονται σε μια απότομη πλαγιά και μπορείτε να ανεβείτε εκεί μόνο από τις μικρές πέτρινες προεξοχές. Επί του παρόντος, η είσοδος απαγορεύεται για λόγους ασφαλείας.

 

Η καρδιά μου χτυπά γρήγορα σε αναμονή αυτής της χαροποιού συνάντησης καθώς βιάζομαι ν’ ανέβω τα πέτρινα σκαλιά προς το σπήλαιο του Αγίου Νεοφύτου. Αυτή δεν είναι η πρώτη μου επίσκεψη, αλλά κάθε φορά, όλο και μια χαρούμενη προσμονή γεμίζει την καρδιά μου. Ο καλοπροαίρετος φύλακας που με γνωρίζει ήδη, μου λέει, "Καλώς ήλθατε" και αμέσως με αφήνει να διαβώ.

 

Και να, μια μικρή στενή είσοδος, και βρίσκομαι στο ναό του σπηλαίου, στις καμάρες και στους τοίχους του οποίου υπάρχουν αγιογραφίες εξαιρετικής ομορφιάς. Ανήκουν στην Κομνηνιακή περίοδο, η οποία είναι ευρέως γνωστή ως η "χρυσή εποχή" της αγιογραφίας και των αγιογραφιών στην Κύπρο. Η ίδια η τεχνοτροπία, τα φυσικά χρώματα και βέβαια, τα εξαιρετικά εκφραστικά και "ζωντανά" πρόσωπα είναι μοναδικά και δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο. Ακόμη και οι μη ορθόδοξοι τουρίστες από διάφορες χώρες μένουν έκθαμβοι. Στην είσοδο του ναού, στον απέναντι τοίχο, με υποδέχονται αγιογραφίες των Αγίων Πατέρων και ασκητών της Εκκλησίας μας, όπως οι Όσιοι Αντώνιος και Μακάριος ο Μέγας, ο Μέγας Παΐσιος και ο Άγιος Ευμένιος. Τα βλέμματά τους αγγίζουν την ψυχή σου. Φαίνεται ότι είναι πλήρως αφοσιωμένοι στο στοχασμό του Άκτιστου Φωτός και ταυτόχρονα απερίσπαστοι και ενθουσιώδεις. Αλλά αυτός ο ενθουσιασμός δεν είναι αυτού του κόσμου, δεν είναι από πάθος κοσμικό ή συναισθηματικό, αλλά ήσυχος, στοχαστικός.

Έχεις την αίσθηση, ότι όλα εδώ είναι αφοσιωμένα πλήρως στην προσευχή και την κοινωνία με τον Θεό καθώς και οι ίδιοι οι τοίχοι, οι άγιοι και οι άγγελοι στις αγιογραφίες πάνω τους – όλα βρίσκονται σε αδιάκοπη παρουσία ενώπιον του Θεού, σε επικοινωνία με τον άνωθεν κόσμο.

 

Πρέπει να πω, ότι και οι τρεις χώροι αποτελούν μέρος ενός σπηλαίου, διαχωρισμένου στο κελλί του Αγίου, το ναό και το ιερό βήμα. Προσκυνώντας τις εικόνες του Αγίου Νεόφυτου, του Κυρίου Ιησού Χριστού και της Παναγίας, εισέρχομαι στο δεύτερο οίκημα – το τμήμα του ιερού βήματος. Σήμερα δεν τελείται λειτουργία εκεί και είναι ανοιχτό για όλους τους επισκέπτες, ώστε όλοι να έχουν την ευκαιρία να δουν τις παλαιές τοιχογραφίες. Φυσικά, υπάρχει αυστηρή απαγόρευση να αγγίζει κανείς την Αγία Τράπεζα. Για μένα, εξακολουθεί να είναι ένα ιερό – το Άγιο των Αγίων και ένας τόπος ιδιαίτερου σεβασμού, ένας χώρος στάσης ενώπιον του Θεού και καθαρής προσευχής. Κάθε φορά που μπαίνω εκεί με φόβο Θεού, θυμάμαι πάντα πόσες φορές τελέστηκε εκεί η λειτουργία, πόσες φορές ο άρτος και ο οίνος μετουσιώθηκαν σε Σώμα και Αίμα Χριστού, ότι οι χαμηλές καμάρες του ιερού είναι ανοιχτές στον ουρανό και σε αυτούς τους τοίχους στεγάζεται η στρατιά των Αγγέλων, η οποία είναι αόρατα παρούσα σε κάθε λειτουργία.

 

Κι η επόμενη είσοδος, οδηγεί στο κελλί του ίδιου του Αγίου Νεόφυτου. Όλα εδώ είναι υλοτομημένα από πέτρα, όπως και στα άλλα δύο δωμάτια: κόγχες στους τοίχους, ένα πέτρινο κρεβάτι και ένα πέτρινο τραπέζι γραφείου. Τίποτα δεν έχει αλλάξει εδώ από την εποχή του βίου του ασκητή και υπάρχει η αίσθηση, ότι ζει ακόμα εδώ, ότι μόλις έφυγε για ένα λεπτό και θα επιστρέψει σύντομα. Μπαίνοντας εδώ, αισθάνομαι ότι ήρθα για επίσκεψη στον γέροντα.

 

Ακριβώς είναι αυτό το συγκινητικό συναίσθημα που δεν λείπει ποτέ εδώ. Ο χρόνος φαίνεται να σταματά στο κελλί και αυτό με κάνει να μένω εδώ, όσο το δυνατόν περισσότερο, καταθέτοντας τα πάθη, τις δυσκολίες και τις θλίψεις μου στον Άγιο, ζητώντας βοήθεια, κυρίως πνευματική, και μεσολάβηση ενώπιον του Κυρίου. Η ματιά μου επικεντρώνεται στην αγιογραφία πάνω από το κεφαλάρι, όπου ο Άγιος Νεόφυτος προσεύχεται γονυπετής στα πόδια του Σωτήρος. Απεικονίζεται χωρίς φωτοστέφανο, αφού η αγιογραφία ζωγραφίστηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του ασκητή. Κι αυτό γίνεται πολύ πιο εύκολο για την καρδιά και την ψυχή μου, σαν ο Άγιος Νεόφυτος να προσευχόταν πραγματικά για μένα ενώπιον του Θεού. Οι άγιοι είναι ένα τόσο μεγάλο δώρο της Εκκλησίας μας για τον καθένα μας. Μας αγαπούν πραγματικά, μας ακούνε και μας δέχονται αν στραφούμε σε αυτούς. Και αυτό είναι τόσο σημαντικό, δηλαδή να έχει κάποιος ένα μέρος σαν αυτό το κελλί, όπου μπορεί να έρθει «να επισκεφθεί τον Άγιο» και αυτός θα τον καλωσορίσει.

Ακούω τη σιωπή και το βουητό των τζιτζικιών, που εξακολουθεί να προέρχεται απ΄ έξω, αλλά γίνεται όλο και πιο υπόκωφο και δεν αποσπά καθόλου την προσοχή από την προσευχή. Το απαλό φως που πέφτει από τη στενή πόρτα απλώνεται πάνω από τους ασβεστολιθικούς τοίχους, τονίζοντας τις απαλές καμπύλες των κόγχων και τα περιγράμματα των αγιογραφιών. Όπως είπε ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, εισέρχοντας σε οποιοδήποτε χώρο, μπορείς να νιώσεις το πνεύμα (την ατμόσφαιρα) αυτού του χώρου. Στο κελί του Αγίου Νεοφύτου βασιλεύουν το πνεύμα της γαλήνης και της σιωπής, το πνεύμα της ανιδιοτελούς αγάπης, καθώς και η ανάσα της αιώνιας ζωής και το άρωμα της πρόγευσης της Βασιλείας των Ουρανών και η αίσθηση της πνευματικής ελευθερίας. Θέλω να μείνω για πάντα σε αυτόν τον μικρό άνετο χώρο. Όλα εδώ είναι τόσο απλά, τόσο ειλικρινή, που η ίδια η ουσία των πραγμάτων γίνεται σαφής, οι σύνθετες πνευματικές αλήθειες έρχονται πιο κοντά και είναι περισσότερο ορατές. Παραμένεις εντελώς μόνος, όπως είσαι – χωρίς κοσμήματα, χωρίς την επιτηδευμένη στιλπνότητα και πονηριά αυτού του κόσμου. Δεν υπάρχει χώρος για προσποίηση, καμία αξία δεν είναι σημαντική εδώ, όλα τα εξωτερικά φαίνεται να ξεθωριάζουν στο παρασκήνιο. Το μόνο που μένει είναι μια καρδιά συντετριμένη και μια ψυχή που είναι εντελώς μόνη μπροστά στο Θεό…

 

Σε αυτό το απλό σκηνικό, μπορεί να δει κανείς ολόκληρο το νόημα της ζωής μας. Δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ του καθιστικού και του τάφου του Αγίου – από τη ζωή μέχρι το θάνατο απέχουν μόνο ένα βήμα, αλλά μεταξύ τους στέκει η προσευχή, η λειτουργία, η στάση ενώπιον του Κυρίου. Όπως το κελλί της καρδιάς μας, αυτό το κελλί φιλοξενεί το αδιαχώρητο (βλ. Λουκά, 17:21). Και κοιτάζοντας αυτό το κελλί, θέλουμε κι εμείς επίσης να βάλουμε σε σειρά και να καθαρίσουμε τον εσωτερικό κλωβό της καρδιάς μας.

 

Εδώ υπάρχουν απολύτως όλα όσα χρειάζονται για σωτηρία: κόγχες στους τοίχους για βιβλία και χειρόγραφα, ένα πέτρινο κρεβάτι για να ξεκουράσετε το θνητό σώμα με μέτρο, αλλά ταυτόχρονα διατηρώντας την εγρήγορση και την ηρεμία, ένα χαμηλό πέτρινο τραπέζι για τη συγγραφή ασκητικών έργων βρίσκεται εδώ δίπλα στο κρεβάτι. Δεν υπάρχει τίποτα εδώ για να αποσπάσει το μάτι και την προσοχή από το πνευματικό. Και φαίνεται, ότι ολόκληρο το σύμπαν και ακόμη περισσότερο, συγκεντρώνεται σε αυτόν το μικρό χώρο. Σαν κουκούλι, οι τοίχοι του κελλιού φαίνεται να με τυλίγουν και να με αγκαλιάζουν, κρύβοντάς με από το θόρυβο του εξωτερικού κόσμου για να επικεντρωθώ στον εσωτερικό, στον πνευματικό.

 

Ίσως, η σύγκριση με το κουκούλι, περιγράφει τη ζωή ενός ερημίτη με μεγάλη ακρίβεια. Εισερχόμενο σε μια σπηλιά, όπως σε ένα κουκούλι, ένα άτομο μεταμορφώνεται, μεταβαίνοντας από μια κατάσταση σε μια άλλη, υψηλότερη. Αυτή η διαδικασία, στην ασκητική λογοτεχνία, ονομάζεται «θέωσις». Είναι μυστηριώδης και κρυμμένη από τους αδιάκριτους οφθαλμούς.

 

Σαν χρυσαλίδα, το άτομο ρίχνει το παλιό του κέλυφος και τώρα πλέον εμφανίζεται ως ένας «νέος άνθρωπος», σαν μια όμορφη πεταλούδα (Προς Κολοσσαείς, κεφ. 3:9). Προσκυνώ μέχρι το έδαφος, παίρνω την ευλογία του Αγίου Νεόφυτου πριν φύγω από το κελλί του και υπόσχομαι να επιστρέψω σύντομα. Ευχαριστώ τον φύλακα και κατεβαίνω τα σκαλοπάτια.

 

Ο ήλιος εξακολουθεί να λάμπει έντονα, οι ήχοι των πουλιών και των τζιτζικιών γίνονται όλο και πιο ευκρινείς, αφήνω πίσω μου τον τόπο, στον οποίο, ο χρόνος φαίνεται να έχει σταματήσει και βυθίζομαι πάλι πίσω στον κόσμο με τον θόρυβο και τον αυθορμητισμό του.


Έλενα Μίσινα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Κωνσταντίνος Θώδης

Pravoslavie.ru

8/16/2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας ευχαριστούμε.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.