Για τη χρήση των υλικών και των εξωτερικών πραγμάτων
Η ύπαρξη μας αποτελείται από πνεύμα και χώμα. Τα δυο αυτά στοιχεία δεν μπορούν να αποχωριστούν. Γι' αυτό πρέπει να αφήνεις το σώμα να σου συμπαραστέκεται. Ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γνώριζε την αδυναμία μας και χρησιμοποιούσε για χατίρι μας λέξεις, χειρονομίες, χώμα και σάλιο. Για τον ίδιο λόγο άφηνε τη δύναμη του να εκδηλώνεται και από το «κράσπεδον του ιματίου αυτού» (Ματθ. θ' 20, ιδ' 36), από τα «σουδάρια ή σιμικίνθια» πού έρχονταν σε επαφή με το σώμα του απόστολου Παύλου {Πραξ. ιθ' 122) και από αυτή τη σκιά του αποστόλου Πέτρου (Πραξ. ε' 15).
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕ λοιπόν καθετί το γήινο σαν υπόμνηση και στήριγμα στην κουραστική σου πορεία επάνω στην «τεθλιμμένην οδόν». Ας σου κάνουν μια διαρκή υπόμνηση του Δημιουργού ή λευκότητα του χιονιού, το γαλάζιο του ουρανού, τα πολυεδρικά μάτια των εντόμων, ή φλόγα της φωτιάς και κάθε δημιούργημα πού υποπίπτει στην αντίληψη σου. Ιδιαίτερα όμως επωφελήσου από ότι ή Εκκλησία χρησιμοποιεί για να μας βοηθήσει «ίνα παραστήσουμε τα μέλη ημών δούλα τη δικαιοσύνη εις αγιασμόν» (Ρωμ. στ' 19). Πρώτα πρώτα τη θεία Κοινωνία .Ή θεία Κοινωνία αποτελεί μια αντιληπτή με τις αισθήσεις του σώματος μυστηριακή αλλά και ουσιαστική και πραγματική ένωση με τον Κύριο. Το σώμα μας και ή ψυχή μας γίνονται με το μυστήριο αυτό «παλάτιον του μόνου βασιλέως» Χριστού. Με αισθητά σημεία μας βοηθούν και τα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας μας στην προσοικείωση της αόρατης θείας Χάρης, Το ίδιο αισθητή μας είναι και ή Άγια Γραφή όπου είναι γραμμένος ό λόγος του αόρατου Θεού. Έκτος όμως από αυτά ή Εκκλησία μας μας προβάλλει τις ιερές εικόνες της Παναγίας, των αγγέλων και των άγιων, χρησιμοποιεί τις παρακλήσεις και τις προσευχές, τα κεριά, το θυμίαμα, τον αγιασμό, τους ύμνους. Δέξου τα όλα αυτά με ευγνωμοσύνη και χρησιμοποίησε τα για την πνευματική σου οικοδομή και ενθάρρυνση, για την πνευματική σου προκοπή και ωφέλεια στην κατά Θεόν πορεία σου.
ΦΡΟΝΤΙΖΕ να εξωτερικεύεις την αγάπη σου προς τον γενναιόδωρο Κύριο της αγάπης. Ασπάζου το Σταυρό και τις ιερές εικόνες, στόλιζε τις με άνθη. Μόνο ότι είναι κακό οφείλεις να το συμπνίγεις μέσα στη σιωπή. Ότι είναι καλό και ωραίο να το αφήνεις να αναπνέει ελεύθερα. Όταν καθετί πού μας δίνεται με αγάπη απ' το Θεό, το δεχόμαστε με αγάπη, αυξάνεται και πλαταίνει ό χώρος της αγάπης μέσα μας. Και σ' αυτό ακριβώς αποβλέπει το έργο, που έχεις αναλάβει. Όσο πιο μεγάλο είναι το ποτάμι, τόσο πιο μεγάλο είναι και το δέλτα πού σχηματίζει στην εκβολή του.
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕ το σώμα σου στον αγώνα πού ανέλαβες. Ελάφρυνε το και κάνε το πιο ευκίνητο απελευθερώνοντάς το από γήινα ενδιαφέροντα και πάθη. Θέλεις π. χ. να μάθεις να είσαι ταπεινός; Ταπείνωσε και το σώμα σου και γονάτισε. Στρέψε το μέτωπο σου προς τη γη με αντίστοιχη συντριβή του πνεύματος σου. Κάνε το αυτό όσο πιο συχνά μπορείς στο δωμάτιο σου, όταν είσαι μόνος. Άλλα και να ανασηκώνεσαι και να στέκεις και ορθός, γιατί μετά την πτώση έρχεται και ή εν Χριστώ ανόρθωση.
ΚΑΝΕ προσεκτικά το σταυρό σου. Είναι μια προσευχή κι αυτό. Προσευχή χωρίς λόγια. Σε μια στιγμή, ήρεμα και χωρίς την παρεμβολή περιττών λόγων, εκφράζεις τον πόθο σου σαν πιστός να γίνεις μέτοχος της ζωής του Χριστού, να σταυρώσεις τα πάθη σου και να δεχτείς ολόψυχα και χωρίς παράπονο ή γογγυσμό, ότι ή Παναγία Τριάδα σου στέλνει. Έκτος όμως από αυτό, ό σταυρός είναι ένα όπλο εναντίον των πονηρών πνευμάτων. Κάνε συχνά και με συναίσθηση χρήση του όπλου αυτού.
ΔΕ χτίζεται ποτέ ένα σπίτι χωρίς να υψωθούν και σκαλωσιές συγχρόνως. Μόνο ένας δυνατός πνευματικά δεν χρειάζεται στον αγώνα του για πνευματική ανάταση και ζωή εξωτερικά μέσα, πνευματικές «σκαλωσιές». Εσύ όμως είσαι δυνατός; Δεν είσαι μήπως ό πιο αδύνατος ανάμεσα στους αδύνατους; Δεν είσαι ακόμα «νήπιος» στην πνευματική ζωή; Γιατί λοιπόν δε δίνεις όση σημασία χρειάζεται στις πνευματικές αυτές «σκαλωσιές», στα πνευματικά αυτά μέσα πού θα σε ανυψώσουν με ασφάλεια στην καθαρή πνευματική ζωή;
Για τον καιρό του εσωτερικού σκοταδιού
Ο καιρός αλλάζει και γίνεται από συννεφιασμένος αίθριος ή από ξηρός βροχερός. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Πρέπει να' ναι κανείς έτοιμος να δει τον ήλιο να σκεπάζεται από σύννεφα μερικές φορές. Και οι άγιοι έχουν τις σκοτεινές τους στιγμές, τις σκοτεινές μέρες και εβδομάδες. Λένε οι ίδιοι, ότι τότε τους έχει αφήσει ό Θεός για να μπορέσουν να καταλάβουν και να εκτιμήσουν σωστά τον εαυτό τους, βλέποντας πόσο οικτροί και άθλιοι είναι, όταν στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις και δεν ενισχύονται από τον Κύριο. Οι σκοτεινές αυτές καταστάσεις πού φαίνονται να μην έχουν κανένα νόημα, πού φαίνονται γελοίες και άκαρπες, ενώ μας πολιορκούν συγχρόνως αμφιβολίες και πειρασμοί, είναι αναπόφευκτες. Είναι όμως δυνατό να καταλήξουν και σε θετικά αποτελέσματα.
ΕΙΝΑ ωραίο παράδειγμα για την κατανίκηση αυτών των σκοτεινών ημερών μας δίνει ή όσια Μαρία ή Αιγύπτια. Επί σαράντα οχτώ ολόκληρα χρόνια ζούσε στην έρημο πέρα από τον Ιορδάνη. Εκεί πολύ συχνά την περικύκλωναν ορμητικοί οι πειρασμοί και οι αναμνήσεις της περασμένης αμαρτωλής ζωής της στην Αλεξάνδρεια. Την τραβούσαν δελεαστικά στα ίδια μονοπάτια σπρώχνοντας την να εγκαταλείψει τη διαμονή στην έρημο πού ελεύθερα είχε διαλέξει. Όμως αυτή δεν άφηνε τον εαυτό της να νικηθεί και να υποχωρήσει. Έπεφτε κάτω στη γη. Παρακαλούσε από τα βάθη της καρδιάς της τον Κύριο να σπεύσει να τη βοηθήσει. Και δε σηκωνόταν προτού ταπεινωθεί ή καρδιά της και ειρηνεύσει. Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Έπρεπε να μένει επανειλημμένα και για πολλά μερόνυχτα πεσμένη καταγής. Και χρειάστηκε να περάσουν δεκαεφτά χρόνια με τέτοιο σκληρό αγώνα. Ύστερα όμως απ' αυτό τον αγώνα ήρθε ό καιρός της γαλήνης και της ανάπαυσης.
ΜΕΙΝΕ λοιπόν και συ ήρεμος και γαλήνιος τις μέρες αυτές. Μην αφήνεις τον εαυτό σου να δελεαστεί από τις χίλιες δυο γοητευτικές ευκαιρίες και τους πειρασμούς της κοσμικής ζωής, γιατί τότε είναι πιο εύκολο να νικηθεί. Μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να ονειροπολεί, αλλά επίβαλε του να βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση και νηφαλιότητα. Μην παραπονιέσαι και μην προσπαθείς να βρεις καμιά άλλη παρηγοριά παρά φωνάζοντας: «Ό Θεός, εις την βοήθειάν μου πρόσχες. Κύριε, εις το βοηθήσαί μοι σπεύσον» (Ψαλμ. ξθ' 2) και «προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων εις λάκκον, εγεννήθην ώσει άνθρωπος αβοήθητος, εν νεκροίς ελεύθερος» (Ψαλμ. πζ' 5).
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ βοήθεια δεν μπορείς από πουθενά άλλου να περιμένεις. Και έχε υπόψη σου τούτο: την περίοδο αυτή δοκιμάζεται ή υπομονή σου και ή σταθερότητα σου. Αν σταθείς σταθερός και υπομείνεις τη δοκιμασία, ευχαρίστησε με όλη σου την καρδιά το Θεό, πού σου έδωσε τις αναγκαίες γι' αυτό δυνάμεις. Αν όμως δεν μπορέσεις να αντέξεις και πέσεις, χωρίς φυσικά καθόλου να το επιθυμείς, σήκω γρήγορα και χωρίς να χάσεις στιγμή παρακάλεσε τον Κύριο ολόψυχα να φανεί σπλαχνικός και ίλεος. Και σκέψου: έπαθα ότι μου άξιζε. Γιατί το ίδιο το σφάλμα σου είναι και ή ποινή σου. Είχες πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου. Τώρα είδες τι είσαι και τι αξίζεις. Απόκτησες μια σχετική εμπειρία πια. Μη λησμονήσεις να ευχαριστήσεις ταπεινά τον Κύριο.
Η ύπαρξη μας αποτελείται από πνεύμα και χώμα. Τα δυο αυτά στοιχεία δεν μπορούν να αποχωριστούν. Γι' αυτό πρέπει να αφήνεις το σώμα να σου συμπαραστέκεται. Ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γνώριζε την αδυναμία μας και χρησιμοποιούσε για χατίρι μας λέξεις, χειρονομίες, χώμα και σάλιο. Για τον ίδιο λόγο άφηνε τη δύναμη του να εκδηλώνεται και από το «κράσπεδον του ιματίου αυτού» (Ματθ. θ' 20, ιδ' 36), από τα «σουδάρια ή σιμικίνθια» πού έρχονταν σε επαφή με το σώμα του απόστολου Παύλου {Πραξ. ιθ' 122) και από αυτή τη σκιά του αποστόλου Πέτρου (Πραξ. ε' 15).
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕ λοιπόν καθετί το γήινο σαν υπόμνηση και στήριγμα στην κουραστική σου πορεία επάνω στην «τεθλιμμένην οδόν». Ας σου κάνουν μια διαρκή υπόμνηση του Δημιουργού ή λευκότητα του χιονιού, το γαλάζιο του ουρανού, τα πολυεδρικά μάτια των εντόμων, ή φλόγα της φωτιάς και κάθε δημιούργημα πού υποπίπτει στην αντίληψη σου. Ιδιαίτερα όμως επωφελήσου από ότι ή Εκκλησία χρησιμοποιεί για να μας βοηθήσει «ίνα παραστήσουμε τα μέλη ημών δούλα τη δικαιοσύνη εις αγιασμόν» (Ρωμ. στ' 19). Πρώτα πρώτα τη θεία Κοινωνία .Ή θεία Κοινωνία αποτελεί μια αντιληπτή με τις αισθήσεις του σώματος μυστηριακή αλλά και ουσιαστική και πραγματική ένωση με τον Κύριο. Το σώμα μας και ή ψυχή μας γίνονται με το μυστήριο αυτό «παλάτιον του μόνου βασιλέως» Χριστού. Με αισθητά σημεία μας βοηθούν και τα άλλα μυστήρια της Εκκλησίας μας στην προσοικείωση της αόρατης θείας Χάρης, Το ίδιο αισθητή μας είναι και ή Άγια Γραφή όπου είναι γραμμένος ό λόγος του αόρατου Θεού. Έκτος όμως από αυτά ή Εκκλησία μας μας προβάλλει τις ιερές εικόνες της Παναγίας, των αγγέλων και των άγιων, χρησιμοποιεί τις παρακλήσεις και τις προσευχές, τα κεριά, το θυμίαμα, τον αγιασμό, τους ύμνους. Δέξου τα όλα αυτά με ευγνωμοσύνη και χρησιμοποίησε τα για την πνευματική σου οικοδομή και ενθάρρυνση, για την πνευματική σου προκοπή και ωφέλεια στην κατά Θεόν πορεία σου.
ΦΡΟΝΤΙΖΕ να εξωτερικεύεις την αγάπη σου προς τον γενναιόδωρο Κύριο της αγάπης. Ασπάζου το Σταυρό και τις ιερές εικόνες, στόλιζε τις με άνθη. Μόνο ότι είναι κακό οφείλεις να το συμπνίγεις μέσα στη σιωπή. Ότι είναι καλό και ωραίο να το αφήνεις να αναπνέει ελεύθερα. Όταν καθετί πού μας δίνεται με αγάπη απ' το Θεό, το δεχόμαστε με αγάπη, αυξάνεται και πλαταίνει ό χώρος της αγάπης μέσα μας. Και σ' αυτό ακριβώς αποβλέπει το έργο, που έχεις αναλάβει. Όσο πιο μεγάλο είναι το ποτάμι, τόσο πιο μεγάλο είναι και το δέλτα πού σχηματίζει στην εκβολή του.
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΕ το σώμα σου στον αγώνα πού ανέλαβες. Ελάφρυνε το και κάνε το πιο ευκίνητο απελευθερώνοντάς το από γήινα ενδιαφέροντα και πάθη. Θέλεις π. χ. να μάθεις να είσαι ταπεινός; Ταπείνωσε και το σώμα σου και γονάτισε. Στρέψε το μέτωπο σου προς τη γη με αντίστοιχη συντριβή του πνεύματος σου. Κάνε το αυτό όσο πιο συχνά μπορείς στο δωμάτιο σου, όταν είσαι μόνος. Άλλα και να ανασηκώνεσαι και να στέκεις και ορθός, γιατί μετά την πτώση έρχεται και ή εν Χριστώ ανόρθωση.
ΚΑΝΕ προσεκτικά το σταυρό σου. Είναι μια προσευχή κι αυτό. Προσευχή χωρίς λόγια. Σε μια στιγμή, ήρεμα και χωρίς την παρεμβολή περιττών λόγων, εκφράζεις τον πόθο σου σαν πιστός να γίνεις μέτοχος της ζωής του Χριστού, να σταυρώσεις τα πάθη σου και να δεχτείς ολόψυχα και χωρίς παράπονο ή γογγυσμό, ότι ή Παναγία Τριάδα σου στέλνει. Έκτος όμως από αυτό, ό σταυρός είναι ένα όπλο εναντίον των πονηρών πνευμάτων. Κάνε συχνά και με συναίσθηση χρήση του όπλου αυτού.
ΔΕ χτίζεται ποτέ ένα σπίτι χωρίς να υψωθούν και σκαλωσιές συγχρόνως. Μόνο ένας δυνατός πνευματικά δεν χρειάζεται στον αγώνα του για πνευματική ανάταση και ζωή εξωτερικά μέσα, πνευματικές «σκαλωσιές». Εσύ όμως είσαι δυνατός; Δεν είσαι μήπως ό πιο αδύνατος ανάμεσα στους αδύνατους; Δεν είσαι ακόμα «νήπιος» στην πνευματική ζωή; Γιατί λοιπόν δε δίνεις όση σημασία χρειάζεται στις πνευματικές αυτές «σκαλωσιές», στα πνευματικά αυτά μέσα πού θα σε ανυψώσουν με ασφάλεια στην καθαρή πνευματική ζωή;
Για τον καιρό του εσωτερικού σκοταδιού
Ο καιρός αλλάζει και γίνεται από συννεφιασμένος αίθριος ή από ξηρός βροχερός. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Πρέπει να' ναι κανείς έτοιμος να δει τον ήλιο να σκεπάζεται από σύννεφα μερικές φορές. Και οι άγιοι έχουν τις σκοτεινές τους στιγμές, τις σκοτεινές μέρες και εβδομάδες. Λένε οι ίδιοι, ότι τότε τους έχει αφήσει ό Θεός για να μπορέσουν να καταλάβουν και να εκτιμήσουν σωστά τον εαυτό τους, βλέποντας πόσο οικτροί και άθλιοι είναι, όταν στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις και δεν ενισχύονται από τον Κύριο. Οι σκοτεινές αυτές καταστάσεις πού φαίνονται να μην έχουν κανένα νόημα, πού φαίνονται γελοίες και άκαρπες, ενώ μας πολιορκούν συγχρόνως αμφιβολίες και πειρασμοί, είναι αναπόφευκτες. Είναι όμως δυνατό να καταλήξουν και σε θετικά αποτελέσματα.
ΕΙΝΑ ωραίο παράδειγμα για την κατανίκηση αυτών των σκοτεινών ημερών μας δίνει ή όσια Μαρία ή Αιγύπτια. Επί σαράντα οχτώ ολόκληρα χρόνια ζούσε στην έρημο πέρα από τον Ιορδάνη. Εκεί πολύ συχνά την περικύκλωναν ορμητικοί οι πειρασμοί και οι αναμνήσεις της περασμένης αμαρτωλής ζωής της στην Αλεξάνδρεια. Την τραβούσαν δελεαστικά στα ίδια μονοπάτια σπρώχνοντας την να εγκαταλείψει τη διαμονή στην έρημο πού ελεύθερα είχε διαλέξει. Όμως αυτή δεν άφηνε τον εαυτό της να νικηθεί και να υποχωρήσει. Έπεφτε κάτω στη γη. Παρακαλούσε από τα βάθη της καρδιάς της τον Κύριο να σπεύσει να τη βοηθήσει. Και δε σηκωνόταν προτού ταπεινωθεί ή καρδιά της και ειρηνεύσει. Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα. Έπρεπε να μένει επανειλημμένα και για πολλά μερόνυχτα πεσμένη καταγής. Και χρειάστηκε να περάσουν δεκαεφτά χρόνια με τέτοιο σκληρό αγώνα. Ύστερα όμως απ' αυτό τον αγώνα ήρθε ό καιρός της γαλήνης και της ανάπαυσης.
ΜΕΙΝΕ λοιπόν και συ ήρεμος και γαλήνιος τις μέρες αυτές. Μην αφήνεις τον εαυτό σου να δελεαστεί από τις χίλιες δυο γοητευτικές ευκαιρίες και τους πειρασμούς της κοσμικής ζωής, γιατί τότε είναι πιο εύκολο να νικηθεί. Μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να ονειροπολεί, αλλά επίβαλε του να βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση και νηφαλιότητα. Μην παραπονιέσαι και μην προσπαθείς να βρεις καμιά άλλη παρηγοριά παρά φωνάζοντας: «Ό Θεός, εις την βοήθειάν μου πρόσχες. Κύριε, εις το βοηθήσαί μοι σπεύσον» (Ψαλμ. ξθ' 2) και «προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων εις λάκκον, εγεννήθην ώσει άνθρωπος αβοήθητος, εν νεκροίς ελεύθερος» (Ψαλμ. πζ' 5).
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ βοήθεια δεν μπορείς από πουθενά άλλου να περιμένεις. Και έχε υπόψη σου τούτο: την περίοδο αυτή δοκιμάζεται ή υπομονή σου και ή σταθερότητα σου. Αν σταθείς σταθερός και υπομείνεις τη δοκιμασία, ευχαρίστησε με όλη σου την καρδιά το Θεό, πού σου έδωσε τις αναγκαίες γι' αυτό δυνάμεις. Αν όμως δεν μπορέσεις να αντέξεις και πέσεις, χωρίς φυσικά καθόλου να το επιθυμείς, σήκω γρήγορα και χωρίς να χάσεις στιγμή παρακάλεσε τον Κύριο ολόψυχα να φανεί σπλαχνικός και ίλεος. Και σκέψου: έπαθα ότι μου άξιζε. Γιατί το ίδιο το σφάλμα σου είναι και ή ποινή σου. Είχες πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου. Τώρα είδες τι είσαι και τι αξίζεις. Απόκτησες μια σχετική εμπειρία πια. Μη λησμονήσεις να ευχαριστήσεις ταπεινά τον Κύριο.
Μια πνευματική ερμηνεία της ιστορίας του Ζακχαίου
ΟΠΩΣ ό Ζακχαίος, έχεις και συ ανεβεί σ' ένα δέντρο, για να μπορέσεις να δεις τον Κύριο (Λουκά ιθ' 1 εξ.). Δεν το έκανες αυτό με μόνες τις δυνάμεις της σκέψης σου, αλλά με ένα τρόπο μυστικό. Είσαι άνθρωπος και έχεις σώμα. Γι' αυτό σαν τον Ζακχαίο χρησιμοποιείς τη δύναμη των μελών σου και των γήινων πραγμάτων, για να ανυψώνεσαι πιο ψηλά από τη γη. Και αν το έχεις κάνει αυτό με συναίσθηση και με ήρεμη προσπάθεια με την αντίστοιχη συνείδηση της παχύτητας και του περιορισμού του σώματος σου, χωρίς όμως φόβο και χαλαρότητα, τότε πέτυχες να ανυψώσεις τον εαυτό σου όσο γίνεται πιο πολύ. Και ή ανύψωση αυτή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερνίκηση των γήινων ενστίκτων σου και σου δίνει τη δυνατότητα να δεις τη λάμψη του θείου φωτός πού αναζητούσες.
Παρατηρεισ τώρα, ότι αρχίζεις να νιώθεις διαφορετικότερα συναισθήματα. Δε σε τραβούν πια τόσο πολύ, όπως πριν, οι κοσμικές συναναστροφές. Και το βλέμμα σου, πέφτοντας στο εσωτερικό σου, σου αποκαλύπτει τον πραγματικό άνθρωπο πού κρύβεις στα βάθη σου. Ίσως νομίζεις πώς ή καρδιά σου ως τώρα έμοιαζε μάλλον με όστρακο κολλημένο σε κάποιο καράβι πού τινάζεται εδώ κι εκεί χωρίς σκοπό και χωρίς κυβερνήτη. Τώρα όμως ή πορεία του καραβιού απόκτησε σκοπό και νόημα. Τώρα είναι τόσο όμορφα τα πράγματα. Όμως είσαι πάντα ένα όστρακο κολλημένο σ' ένα καράβι πού πλέει στην απέραντη θάλασσα. Κι αν βαδίζεις σωστά, βλέπεις τότε με καθαρό βλέμμα σε πόσο μικρό και αδύνατο καράβι είσαι.
ΑΡΚΕΙ να δείξουμε την καλή μας διάθεση και ό Κύριος είναι έτοιμος να' έρθει κοντά μας, λέει ό αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος. Ό Κύριος προτρέπει το Ζακχαίο:«Σπεύσας κατάβηθι», δηλαδή ταπεινώσου· «σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δει με μείνε» (Λουκά ιθ' 5). Στη λέξη οίκος πρέπει να δοθεί το νόημα, καρδιά. Βέβαια, λέει ό Κύριος, ανέβηκες ψηλά στο δέντρο και υπερνίκησες μερικές από τις γήινες επιθυμίες σου, γιατί ήθελες να με δεις, δηλαδή, ήθελες να μπορείς να με βλέπεις όταν εγώ ερχόμουν στην καρδιά σου, άλλα βιάσου τώρα να κατεβείς για να ταπεινωθείς, γιατί δεν πρέπει να στέκεσαι τόσο ψηλά και να νομίζεις, πώς είσαι καλύτερος από τους άλλους. Και, όπως γνωρίζεις, εγώ κατοικώ στις ταπεινές καρδιές. «Και σπεύσας κατέβη και υπεδέξατο αυτόν χαίρων» (στ. 6).
Ο Ζακχαίος, ό αρχιτελώνης εκείνος, υποδέχθηκε τον Κύριο. Και το πρώτο πού έκανε, ήταν να προσφέρει τα υπάρχοντα του. Γιατί τη μισή του περιουσία την έδωσε στους φτωχούς και με άλλη μισή επανόρθωσε τις αδικίες πού διέπραξε. «Και αυτός υιός Αβραάμ» ήταν (στ. 9). Άκουσε τη φωνή του Κυρίου και «έξήλθεν εκ της γης αυτού και εκ του οίκου του πατρός αυτού» (Γεν. ιβ' 1) δηλαδή από την περιοχή του εγωισμού του και το βασίλειο των παθών του.
Ο Ζακχαίος γνώριζε, ότι ή καρδιά, πού υποδεχόταν τον Κύριο, έπρεπε να αδειάσει από οτιδήποτε άλλο. Έπρεπε να θυσιάσει όλα τα αθέμιτα πλούτη πού είχε αποκτήσει: «την επιθυμίαν της σαρκός και την επιθυμίαν των οφθαλμών και την αλαζονείαν του βίου» (Α' Ίωάν. β' 16), Κατάλαβε, πώς όποιος είναι πλούσιος εδώ σ' αυτόν τον κόσμο, είναι φτωχός στον άλλο. Γιατί το να είναι κανείς πλούσιος σε υλικά αγαθά, είναι σαν να είναι φτωχός σε πνευματικά αγαθά, εξηγεί ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος. Γιατί αν δεν ήταν τόσο φτωχός πνευματικά ό πλούσιος, δε θα ήταν ποτέ τόσο πλούσιος υλικά.
ΟΠΩΣ είναι αδύνατο να συνδυάσει κανείς την υγεία και την αρρώστια, το ίδιο είναι αδύνατο να συμφιλιώσει κανείς την αγάπη με τον πλούτο, παρατηρεί ό Ισαάκ ό Σύρος, γιατί όποιος αγαπάει το συνάνθρωπο του, δίνει ότι έχει για τις ανάγκες του. Αυτή είναι ή φύση της αγάπης. Και χωρίς αγάπη είναι αδύνατο να μπει κανείς στη βασιλεία του Θεού. Αυτό λοιπόν είδε και κατάλαβε ό Ζακχαίος.
ΌΣΟ λιγότερα έχεις τόσο πιο απλός γίνεται ό τρόπος της ζωής σου. Όταν πετάξεις από πάνω σου ότι περιττό έχεις, συγκεντρώνεται ή καρδιά σου στον πυρήνα της. Εκεί είναι και ό δρόμος πού οδηγεί στη βασιλεία του Θεού.
ΜΕ τον τρόπο αυτό γίνεται και ή προσευχή πιο απλή. Και ή προσευχή οδηγεί τον άνθρωπο σε μια αυτοσυγκέντρωση γύρω από τον πυρήνα της καρδιάς του. Εκεί στα βάθη της καρδιάς μονάχα ανακαλύπτει ότι είναι το πιο αναγκαίο: την προσευχή της εκζήτησης του θείου ελέους.
ΓΙΑΤΙ τι άλλο μπορεί να επιθυμεί πιο πολύ ένας αμαρτωλός και μάλιστα ό πρώτος ανάμεσα στους αμαρτωλούς (Α' Τιμ. α' 15) παρά να τον ελεήσει ό Κύριος; Έχει μήπως να δώσει τίποτε; Έχει δική του δύναμη, δική του θέληση; Μπορεί να αναλάβει μόνος του κάτι σπουδαίο; Ξέρει τίποτε το βαθύ και το σοφό; Καταλαβαίνει ή παρατηρεί κάτι πού θα μπορούσε να το ονομάσει δικό του, αυτός πού τίποτε δεν κατέχει;
ΔΕΝ κατέχει τίποτε, γιατί ή αμαρτία είναι μηδέν, το μη όν. Ή αμαρτία είναι το κενό, το σκοτάδι, ή άρνηση. Σ' αυτό αναπαύεται ό αμαρτωλός, στο τίποτε.
ΤΕΤΟΙΟ βλέπει τον εαυτό του ό αληθινά πιστός. Και όσα λιγότερα έχει τόσο πιο πλούσιος είναι. Γιατί το κενό, πού υπάρχει μέσα του, δε γεμίζει με αγαθά πού είναι προσωρινά και φθαρτά, αλλά από την πληρότητα της αιώνιας ζωής, από το δικό της φως και τη δική της κατάφαση, δηλαδή από το ναι της αγάπης και της καλοσύνης. Φιλοξενούμενος μόνο αυτής καρδιάς, μπορεί να είναι ό Κύριος,
ΠΩΣ όμως μπορεί αυτός ό αμαρτωλός να επωφεληθεί από τον ερχομό και την ένοίκηση αυτή του Κυρίου; Πώς μπορεί να σκεφτεί έστω και για λίγο, ότι θα επιβλέψει ό Κύριος σ' αυτόν και στο σκοτάδι της καρδιάς του; Πώς αλλιώς παρά μόνον, αν επιδιώξει να καθαρίσει τον εαυτό του- αν αγωνιστεί και δουλέψει· αν ακολουθεί τα παραγγέλματα του Ευαγγελίου· αν αγρυπνεί και νηστεύει· αν κοπιάζει και μοχθεί για να απαρνηθεί τον εαυτό του για χάρη του Κυρίου, ενώ βλέπει τον εαυτό του να πέφτει τόσο συχνά στην αποθάρρυνση, την ανυπομονησία, την έλλειψη αγάπης, την νωθρότητα, την αχαριστία και κάθε κακία, πού μπορεί κανείς να βάλει με το νου του. Πώς όμως μπορεί να περιμένει να έρθει ό Κύριος σε ένα τέτοιο πνευματικό θάλαμο;
ΓΙΑ αυτό παρακαλεί: Κύριε ελέησον με. Ελέησον με τον αμαρτωλό. Γιατί έχω προσπαθήσει βέβαια να κάνω «πάντα τα διατεταγμένα ημίν», για να σε υπηρετήσω. «Ηροτρίωσα» στο χωράφι της ψυχής μου, πού εσύ μου έδωσες για να το καλλιεργώ και «εποίμανα» τα κτήνη πού μου έδωσες μέσα σ' αυτήν (Λουκά ιζ' 7-10), άλλα είμαι ό ελάχιστος δούλος σου και χωρίς εσένα δεν μπορώ τίποτε να κάνω. Ελέησε με λοιπόν και γέμισε με, με τη θεία σου χάρη.
ΜΕ την πνευματική εργασία, πού κάνει, αυξάνει την πίστη του (Λουκά ιζ' 5) και με την προσευχή του αυξάνει τις πνευματικές του δυνάμεις. Έτσι ή προσευχή και ή εργασία ζουν το ένα από το άλλο, ώσπου γίνονται ένα. Ή εργασία του γίνεται προσευχή και ή προσευχή εργασία. Αυτό ονομάζουν οι άγιοι πνευματική δραστηριότητα, καρδιακή προσευχή.
ΟΠΩΣ ό Ζακχαίος, έχεις και συ ανεβεί σ' ένα δέντρο, για να μπορέσεις να δεις τον Κύριο (Λουκά ιθ' 1 εξ.). Δεν το έκανες αυτό με μόνες τις δυνάμεις της σκέψης σου, αλλά με ένα τρόπο μυστικό. Είσαι άνθρωπος και έχεις σώμα. Γι' αυτό σαν τον Ζακχαίο χρησιμοποιείς τη δύναμη των μελών σου και των γήινων πραγμάτων, για να ανυψώνεσαι πιο ψηλά από τη γη. Και αν το έχεις κάνει αυτό με συναίσθηση και με ήρεμη προσπάθεια με την αντίστοιχη συνείδηση της παχύτητας και του περιορισμού του σώματος σου, χωρίς όμως φόβο και χαλαρότητα, τότε πέτυχες να ανυψώσεις τον εαυτό σου όσο γίνεται πιο πολύ. Και ή ανύψωση αυτή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερνίκηση των γήινων ενστίκτων σου και σου δίνει τη δυνατότητα να δεις τη λάμψη του θείου φωτός πού αναζητούσες.
Παρατηρεισ τώρα, ότι αρχίζεις να νιώθεις διαφορετικότερα συναισθήματα. Δε σε τραβούν πια τόσο πολύ, όπως πριν, οι κοσμικές συναναστροφές. Και το βλέμμα σου, πέφτοντας στο εσωτερικό σου, σου αποκαλύπτει τον πραγματικό άνθρωπο πού κρύβεις στα βάθη σου. Ίσως νομίζεις πώς ή καρδιά σου ως τώρα έμοιαζε μάλλον με όστρακο κολλημένο σε κάποιο καράβι πού τινάζεται εδώ κι εκεί χωρίς σκοπό και χωρίς κυβερνήτη. Τώρα όμως ή πορεία του καραβιού απόκτησε σκοπό και νόημα. Τώρα είναι τόσο όμορφα τα πράγματα. Όμως είσαι πάντα ένα όστρακο κολλημένο σ' ένα καράβι πού πλέει στην απέραντη θάλασσα. Κι αν βαδίζεις σωστά, βλέπεις τότε με καθαρό βλέμμα σε πόσο μικρό και αδύνατο καράβι είσαι.
ΑΡΚΕΙ να δείξουμε την καλή μας διάθεση και ό Κύριος είναι έτοιμος να' έρθει κοντά μας, λέει ό αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος. Ό Κύριος προτρέπει το Ζακχαίο:«Σπεύσας κατάβηθι», δηλαδή ταπεινώσου· «σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δει με μείνε» (Λουκά ιθ' 5). Στη λέξη οίκος πρέπει να δοθεί το νόημα, καρδιά. Βέβαια, λέει ό Κύριος, ανέβηκες ψηλά στο δέντρο και υπερνίκησες μερικές από τις γήινες επιθυμίες σου, γιατί ήθελες να με δεις, δηλαδή, ήθελες να μπορείς να με βλέπεις όταν εγώ ερχόμουν στην καρδιά σου, άλλα βιάσου τώρα να κατεβείς για να ταπεινωθείς, γιατί δεν πρέπει να στέκεσαι τόσο ψηλά και να νομίζεις, πώς είσαι καλύτερος από τους άλλους. Και, όπως γνωρίζεις, εγώ κατοικώ στις ταπεινές καρδιές. «Και σπεύσας κατέβη και υπεδέξατο αυτόν χαίρων» (στ. 6).
Ο Ζακχαίος, ό αρχιτελώνης εκείνος, υποδέχθηκε τον Κύριο. Και το πρώτο πού έκανε, ήταν να προσφέρει τα υπάρχοντα του. Γιατί τη μισή του περιουσία την έδωσε στους φτωχούς και με άλλη μισή επανόρθωσε τις αδικίες πού διέπραξε. «Και αυτός υιός Αβραάμ» ήταν (στ. 9). Άκουσε τη φωνή του Κυρίου και «έξήλθεν εκ της γης αυτού και εκ του οίκου του πατρός αυτού» (Γεν. ιβ' 1) δηλαδή από την περιοχή του εγωισμού του και το βασίλειο των παθών του.
Ο Ζακχαίος γνώριζε, ότι ή καρδιά, πού υποδεχόταν τον Κύριο, έπρεπε να αδειάσει από οτιδήποτε άλλο. Έπρεπε να θυσιάσει όλα τα αθέμιτα πλούτη πού είχε αποκτήσει: «την επιθυμίαν της σαρκός και την επιθυμίαν των οφθαλμών και την αλαζονείαν του βίου» (Α' Ίωάν. β' 16), Κατάλαβε, πώς όποιος είναι πλούσιος εδώ σ' αυτόν τον κόσμο, είναι φτωχός στον άλλο. Γιατί το να είναι κανείς πλούσιος σε υλικά αγαθά, είναι σαν να είναι φτωχός σε πνευματικά αγαθά, εξηγεί ό άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος. Γιατί αν δεν ήταν τόσο φτωχός πνευματικά ό πλούσιος, δε θα ήταν ποτέ τόσο πλούσιος υλικά.
ΟΠΩΣ είναι αδύνατο να συνδυάσει κανείς την υγεία και την αρρώστια, το ίδιο είναι αδύνατο να συμφιλιώσει κανείς την αγάπη με τον πλούτο, παρατηρεί ό Ισαάκ ό Σύρος, γιατί όποιος αγαπάει το συνάνθρωπο του, δίνει ότι έχει για τις ανάγκες του. Αυτή είναι ή φύση της αγάπης. Και χωρίς αγάπη είναι αδύνατο να μπει κανείς στη βασιλεία του Θεού. Αυτό λοιπόν είδε και κατάλαβε ό Ζακχαίος.
ΌΣΟ λιγότερα έχεις τόσο πιο απλός γίνεται ό τρόπος της ζωής σου. Όταν πετάξεις από πάνω σου ότι περιττό έχεις, συγκεντρώνεται ή καρδιά σου στον πυρήνα της. Εκεί είναι και ό δρόμος πού οδηγεί στη βασιλεία του Θεού.
ΜΕ τον τρόπο αυτό γίνεται και ή προσευχή πιο απλή. Και ή προσευχή οδηγεί τον άνθρωπο σε μια αυτοσυγκέντρωση γύρω από τον πυρήνα της καρδιάς του. Εκεί στα βάθη της καρδιάς μονάχα ανακαλύπτει ότι είναι το πιο αναγκαίο: την προσευχή της εκζήτησης του θείου ελέους.
ΓΙΑΤΙ τι άλλο μπορεί να επιθυμεί πιο πολύ ένας αμαρτωλός και μάλιστα ό πρώτος ανάμεσα στους αμαρτωλούς (Α' Τιμ. α' 15) παρά να τον ελεήσει ό Κύριος; Έχει μήπως να δώσει τίποτε; Έχει δική του δύναμη, δική του θέληση; Μπορεί να αναλάβει μόνος του κάτι σπουδαίο; Ξέρει τίποτε το βαθύ και το σοφό; Καταλαβαίνει ή παρατηρεί κάτι πού θα μπορούσε να το ονομάσει δικό του, αυτός πού τίποτε δεν κατέχει;
ΔΕΝ κατέχει τίποτε, γιατί ή αμαρτία είναι μηδέν, το μη όν. Ή αμαρτία είναι το κενό, το σκοτάδι, ή άρνηση. Σ' αυτό αναπαύεται ό αμαρτωλός, στο τίποτε.
ΤΕΤΟΙΟ βλέπει τον εαυτό του ό αληθινά πιστός. Και όσα λιγότερα έχει τόσο πιο πλούσιος είναι. Γιατί το κενό, πού υπάρχει μέσα του, δε γεμίζει με αγαθά πού είναι προσωρινά και φθαρτά, αλλά από την πληρότητα της αιώνιας ζωής, από το δικό της φως και τη δική της κατάφαση, δηλαδή από το ναι της αγάπης και της καλοσύνης. Φιλοξενούμενος μόνο αυτής καρδιάς, μπορεί να είναι ό Κύριος,
ΠΩΣ όμως μπορεί αυτός ό αμαρτωλός να επωφεληθεί από τον ερχομό και την ένοίκηση αυτή του Κυρίου; Πώς μπορεί να σκεφτεί έστω και για λίγο, ότι θα επιβλέψει ό Κύριος σ' αυτόν και στο σκοτάδι της καρδιάς του; Πώς αλλιώς παρά μόνον, αν επιδιώξει να καθαρίσει τον εαυτό του- αν αγωνιστεί και δουλέψει· αν ακολουθεί τα παραγγέλματα του Ευαγγελίου· αν αγρυπνεί και νηστεύει· αν κοπιάζει και μοχθεί για να απαρνηθεί τον εαυτό του για χάρη του Κυρίου, ενώ βλέπει τον εαυτό του να πέφτει τόσο συχνά στην αποθάρρυνση, την ανυπομονησία, την έλλειψη αγάπης, την νωθρότητα, την αχαριστία και κάθε κακία, πού μπορεί κανείς να βάλει με το νου του. Πώς όμως μπορεί να περιμένει να έρθει ό Κύριος σε ένα τέτοιο πνευματικό θάλαμο;
ΓΙΑ αυτό παρακαλεί: Κύριε ελέησον με. Ελέησον με τον αμαρτωλό. Γιατί έχω προσπαθήσει βέβαια να κάνω «πάντα τα διατεταγμένα ημίν», για να σε υπηρετήσω. «Ηροτρίωσα» στο χωράφι της ψυχής μου, πού εσύ μου έδωσες για να το καλλιεργώ και «εποίμανα» τα κτήνη πού μου έδωσες μέσα σ' αυτήν (Λουκά ιζ' 7-10), άλλα είμαι ό ελάχιστος δούλος σου και χωρίς εσένα δεν μπορώ τίποτε να κάνω. Ελέησε με λοιπόν και γέμισε με, με τη θεία σου χάρη.
ΜΕ την πνευματική εργασία, πού κάνει, αυξάνει την πίστη του (Λουκά ιζ' 5) και με την προσευχή του αυξάνει τις πνευματικές του δυνάμεις. Έτσι ή προσευχή και ή εργασία ζουν το ένα από το άλλο, ώσπου γίνονται ένα. Ή εργασία του γίνεται προσευχή και ή προσευχή εργασία. Αυτό ονομάζουν οι άγιοι πνευματική δραστηριότητα, καρδιακή προσευχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.