Όραση 2η
Ι. Καθώς πήγαινα στις Κούμες την ίδια εποχή όπως και πέρυσι, περπατώντας θυμήθηκα την περυσινή όραση, και πάλι με άρπαξε αέρας και με μετέφερε στον ίδιο τόπο, οπού και πέρυσι. 2. Φθάνοντας στον τόπο γονάτισα και άρχισα να προσεύχομαι στον Κύριο και να δοξάζω το όνομα του, επειδή με θεώρησε άξιο και μοβ έκανε γνωστές τις προηγούμενες αμαρτίες μου.
3. Όταν σηκώθηκα από την προσευχή, βλέπω απέναντι μου την ηλικιωμένη γυναίκα, πού είχα δει και πέρυσι, να περιπατεί διαβάζοντας ένα βιβλιαράκι, και μου λέει- Μπορείς να τα αναγγείλεις αυτά στους εκλεκτούς;
Και εγώ της λέω Κυρία, δεν μπορώ να απομνημονεύσω τόσα πολλά· δώσε μου όμως το βιβλιαράκι να το αντιγράψω.
Πάρε το, μου λέει, και να μου το επιστρέψεις.
4. Το πήρα εγώ και πηγαίνοντας σε κάποια τοποθεσία του αγρού το αντέγραψα κατά γράμμα, επειδή δεν καταλάβαινα τις συλλαβές. Όταν λοιπόν τελείωσα το γράψιμο του βιβλίου ξαφνικά αρπάχτηκε από το χέρι μου το βιβλιαράκι, από ποιόν όμως δεν είδα.
II. Μετά από δέκα πέντε μέρες, αφού νήστεψα και παρακάλεσα τον Κύριο πολύ, μου φανερώθηκε ή γνώση της γραφής. Αυτά πού ήταν γραμμένα έλεγαν τα έξης·
2. Οι απόγονοι σου, Έρμα, παρανόμησαν απέναντι του Θεού και βλασφήμησαν τον Κύριο και πρόδωσαν τους γονείς τους με μεγάλη πονηριά, και το άκουσαν οι προδότες των γονέων, και αυτοί πού πρόδωσαν δε διδάχθηκαν, αλλά πρόσθεσαν στις αμαρτίες τους και ασέλγειες και ανακατωμένες πονηριές, και έτσι ολοκληρώθηκαν οι παρανομίες τους.
3. Άλλα κάνε τα τα λόγια αυτά γνωστά σε όλα τα παιδιά σου και στη γυναίκα σου, την μέλλουσα αδελφή σου· γιατί κι αυτή δεν συγκρατεί τη γλώσσα της με την οποία κάνει πονηριές, όταν όμως ακούσει τα λόγια αυτά θα την συγκρατήσουν και θα ελεηθεί.
4. Όταν τους κάνεις γνωστά τα λόγια αυτά, πού με διέταξε ο Δεσπότης να σου φανερώσω, τότε θα συγχωρηθούν όλες οι αμαρτίες τους, αυτές πού έχουν κάνει προηγουμένως, καθώς και οι αμαρτίες όλων των αγίων, πού αμάρτησαν μέχρι τη μέρα αυτή, εάν μετανοήσουν από τα βάθη της καρδιάς τους και βγάλουν από την καρδιά τους τις άστατες γνώμες.
5. Διότι ο Δεσπότης ορκίστηκε στη δόξα του για τους εκλεκτούς του· εάν μετά τον ορισμό της ημέρας αυτής αμαρτήσουν και πάλι, δεν θα έχουν σωτηρία· διότι ή μετάνοια για τους δίκαιους τελειώνει· έχουν συμπληρωθεί οι ήμερες της μετάνοιας για τους αγίους, ενώ για τους εθνικούς υπάρχει μετάνοια μέχρι την τελευταία ήμερα.
6. Να πεις λοιπόν στους προκαθήμενους της Εκκλησίας να διορθώσουν τη διαγωγή τους με δικαιοσύνη, για να απολαύσουν πλήρως τις υποσχέσεις με πολλή δόξα.
7. Να επιμείνετε λοιπόν όσοι εργάζεσθε τη δικαιοσύνη και να μη ρέπετε πότε εδώ και πότε εκεί, για να εισέλθετε μαζί με τους αγίους αγγέλους. Είστε μακάριοι εσείς πού υπομένετε τη θλίψη τη μεγάλη πού έρχεται, και όσοι δεν θα αρνηθούν τη ζωή τους. 8. Διότι ο Κύριος ορκίστηκε στον Υιό του, ότι εκείνους πού αρνήθηκαν τον Κύριο τους, θα τους απορρίψει από τη ζωή τους, αυτούς δηλαδή πού τώρα πρόκειται να αρνηθούν τις μέρες πού έρχονται· ενώ εκείνους πού τον αρνήθηκαν προηγουμένως, εξαιτίας της ευσπλαχνίας του θα τους λυπηθεί.
III. Εσύ όμως, Έρμα, να μη κρατήσεις τις κακίες των παιδιών σου, ούτε να εγκαταλείψεις την αδελφή σου, για να καθαρισθούν από τις προηγούμενες αμαρτίες τους. Διότι θα δοκιμασθούν με δίκαιη δοκιμασία, εάν εσύ δεν μνησικακήσεις εναντίον τους. Διότι ή μνησικακία φέρνει θάνατο. Εσύ όμως, Έρμα, υπέφερες μεγάλες στενοχώριες προσωπικές, εξαιτίας των παρανομιών του σπιτιού σου, επειδή δεν φρόντισες γι' αυτές, αλλά ολιγώρησες και ζυμώθηκες με τις πονηρές υποθέσεις σου.
2. Σε σώζει όμως το ότι δεν απομακρύνθηκες από τον ζωντανό Θεό, και ή απλότητα σου και ή μεγάλη εγκράτεια σου. Αυτά σε έσωσαν, εφόσον παραμείνεις σ' αυτά, και θα σώσουν όλους όσους τα τηρούν αυτά και φέρονται χωρίς κακία και με απλότητα. Αυτοί θα υπερνικήσουν κάθε πονηριά και θα παραμείνουν στην αιώνια ζωή.
3. Μακάριοι είναι όσοι τηρούν τη δικαιοσύνη. Δεν θα πεθάνουν μέχρι να έλθει το τέλος του κόσμου.
4. και να πεις στον Μάξιμο· Να, έρχεται θλίψη- εάν σου εμφανισθεί, πάλι να τον αρνηθείς. Ό Κύριος είναι κοντά σ' αυτούς πού επιστρέφουν, όπως γράφεται για τον Έλδάδ και τον Μωδάτ, πού προφήτευσαν στην έρημο για τον λαό.
IV. Μου αποκαλύφθηκε επίσης, αδελφοί, ενώ κοιμόμουν, από ένα ωραιότατο νέον, ο όποιος μου είπε· Ποια νομίζεις ότι είναι ή ηλικιωμένη γυναίκα από την οποία πήρες το βιβλιαράκι;
Εγώ είπα· Ή Σίβυλλα.
Πέφτεις έξω, μου λέει, δεν είναι.
Ποια είναι λοιπόν, λέω;
Ή Εκκλησία, μου λέει.
Του είπα τότε Γιατί είναι ηλικιωμένη;
Επειδή, λέει, δημιουργήθηκε πρώτη από όλα γι` αυτό είναι ηλικιωμένη και γι' αυτήν έγινε ο κόσμος.
2. Αργότερα πάλι είδα Όραμα στο σπίτι μου. Ήρθε ή ηλικιωμένη και με ρώτησε εάν έχω δώσει το βιβλίο στους πρεσβυτέρους, και εγώ αρνήθηκα ότι το έδωσα.
Καλά έκανες, μου λέει διότι έχω να προσθέσω και άλλα λόγια. Όταν λοιπόν τελειώσω όλα τα λόγια, μέσω σου θα γίνουν γνωστά σ' όλους τους εκλεκτούς.
3. θα γράψεις λοιπόν δύο βιβλιαράκια και θα στείλεις ένα στον Κλήμεντα και ένα στην Γραπτή, και ο Κλήμης θα το στείλει στις άλλες πόλεις, διότι σ' εκείνον επιτρέπεται να το κάνει αυτό. Ή Γραπτή πάλι θα συμβουλέψει τις χήρες και τα ορφανά, ενώ εσύ θα το διαβάσεις σ' αυτή την πόλη μαζί με τους πρεσβυτέρους και τους προϊσταμένους της Εκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.