1.Αυτός πού με ανέθρεψε με πούλησε σε κάποια Ροδή στη Ρώμη. Μετά από πολλά χρόνια την αναγνώρισα και άρχισα να την αγαπώ σαν αδελφή.
2. Ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα την είδα να λούζεται στον ποταμό Τίβερη και δίνοντας της το χέρι μου την έβγαλα από το ποτάμι. Βλέποντας λοιπόν την ομορφιά της σκεφτόμουν μέσα μου λέγοντας θα ήμουν ευτυχισμένος αν είχα μια τέτοια γυναίκα και στην ομορφιά και στη συμπεριφορά. Μόνο αυτό σκέφτηκα, τίποτε άλλο.
3. Ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα καθώς περπατούσα στις Κούμες και θαύμαζα τα δημιουργήματα του Θεού, το πόσο μεγάλα και ωραία και δυνατά είναι, περπατώντας κοιμήθηκα. Με παρέλαβε τότε ο αέρας και με μετέφερε από κάποιο μέρος πού δεν είχε δρόμο, από όπου δεν μπορούσε να περάσει άνθρωπος ο τόπος εκείνος ήταν απόκρημνος και αποχωρισμένος από τα νερά. Αφού λοιπόν πέρασα εκείνο το ποτάμι ήρθα σε έδαφος ομαλό, και γονατίζοντας άρχισα να προσεύχομαι στον Κύριο και να εξομολογούμαι τις αμαρτίες μου.
4. Ενώ λοιπόν προσευχόμουν ανοίχτηκε ο ουρανός και βλέπω τη γυναίκα εκείνη, πού είχα επιθυμήσει, να με χαιρετά από τον ουρανό λέγοντας· Έρμα, χαίρε.
5. Κοιτάζοντας τότε σ' αυτήν της λέω- Κυρία, τι κάνεις εσύ
εδώ; και εκείνη μου αποκρίθηκε· Αναλήφθηκα για να καταγγείλω τις αμαρτίες σου στον Κύριο.
6. Και εγώ της λέω- Εσύ τώρα είσαι κριτής μου;
Όχι, λέει, άλλα άκουσε τα λόγια πού θα σου πω. Ό Θεός πού κατοικεί στους ουρανούς και έκτισε τα όντα από το τίποτε και τα πολλαπλασίασε και τα αύξησε για την αγία του Εκκλησία, είναι θυμωμένος μαζί σου επειδή αμάρτησες σε μένα.
7. Απαντώντας της είπα· Σε σένα αμάρτησα; Με ποιο τρόπο; 'Ή πότε σου είπα αισχρό λόγο; Δεν σε θεωρούσα πάντοτε σαν θεά; Δεν σε σεβόμουνα πάντοτε σαν αδελφή; Γιατί μου καταλογίζεις, κυρία, αυτά τα πονηρά και ακάθαρτα;
8. Γελώντας εκείνη μου είπε· Μπήκε στην καρδιά σου ή επιθυμία της πονηριάς, ή δεν νομίζεις ότι για τον δίκαιο άνδρα είναι πονηρό πράγμα εάν μπει στην καρδιά του ή πονηρή επιθυμία; Είναι αμαρτία, λέει, και μεγάλη μάλιστα. Διότι ο δίκαιος άνδρας σκέφτεται δίκαια. Με το να σκέφτεται λοιπόν δίκαια κατορθώνεται ή δόξα του στους ουρανούς και έχει τον Κύριο εύδιάλακτο σε κάθε πράξη του, ενώ εκείνοι πού σκέφτονται πονηρά με το νου τους επισύρουν εναντίον τους θάνατο και αιχμαλωσία, και προπάντων εκείνοι πού φροντίζουν πάρα πολύ τη ζωή αυτή, υπερηφανεύονται για τον πλούτο τους και δεν προσηλώνονται στα μελλοντικά αγαθά.
9. Θα μετανοήσουν οι ψυχές αυτών, αυτοί πού δεν έχουν ελπίδα, άλλα φτάνουν σε απόγνωση του εαυτού τους και της ζωής τους. Εσύ όμως να προσεύχεσαι στον Θεό και θα θεραπεύσει τα αμαρτήματα σου και όλου του σπιτιού σου και όλων των αγίων.
II. Αφού μου είπε αυτή τα λόγια αυτά κλείστηκαν οι ουρανοί και εγώ έμεινα τρέμοντας και λυπημένος και έλεγα στον εαυτό μου- Εάν αυτή ή αμαρτία μου είναι γραμμένη, πώς θα μπορέσω να σωθώ; 'Ή πώς θα μπορέσω να εξιλεώσω τον θεό για τις σοβαρές μου αμαρτίες; 'Ή με ποια λόγια να παρακαλέσω τον Κύριο να γίνει ευμενής σε μένα;
2. Ενώ σκεφτόμουν αυτά και τα συζητούσα με το νου μου, βλέπω απέναντι μου μια άσπρη πολυθρόνα μεγάλη και καμωμένη από μαλλιά χιονιού, και ήρθε μια γυναίκα ηλικιωμένη με ενδύματα πολυτελή και κρατώντας στα χέρια της βιβλίο, κάθισε μόνη και με χαιρέτισε· Έρμα, χαίρε.
Κι εγώ λυπημένος και κλαίοντας είπα' Κυρία, χαίρε.
3. και μου είπε· Γιατί είσαι σκυθρωπός, Έρμα, εσύ ο ανεξίκακος, πού δεν οργίζεσαι και πού πάντοτε γελάς; Γιατί είσαι τόσο κατηφής στην όψη και όχι χαρούμενος; και εγώ της είπα' Εξαιτίας μιας πολύ αγαθής γυναίκας πού μου είπε ότι αμάρτησα σ' αυτήν.
4. και εκείνη είπε· Ποτέ στον δούλο του Θεού το πράγμα αυτό' οπωσδήποτε Όμως μπήκε στο νου σου ή σκέψη αυτή, και αυτή ή σκέψη φέρνει αμαρτία στους δούλους του θεού. διότι
είναι πονηρή σκέψη και τρομερή σε πάνσεμνο πνεύμα και ήδη δοκιμασμένο, εάν επιθυμήσει έργο πονηρό, και μάλιστα ο εγκρατής Έρμας, αυτός πού αποφεύγει κάθε πονηρή επιθυμία
και είναι γεμάτος απλότητα και μεγάλη ακακία.
III. Άλλα δεν οργίζεται γι' αυτό ο Θεός εναντίον σου, αλλά για να επιστρέψεις το σπίτι σου, πού παρανόμησε στον Κύριο και σε σας τους γονείς τους. Διότι, αν και αγαπούσες τα παιδιά, δεν συμβούλευες το σπίτι σου, αλλά το άφησες να διαφθαρεί φοβερά, Γι' αυτό οργίζεται εναντίον σου ο Κύριος· όμως θα σου θεραπεύσει όλα τα πονηρά πού έχουν γίνει προηγουμένως στο σπίτι σου· γιατί εξαιτίας των αμαρτιών εκείνων και των ανομημάτων τους έχεις διαφθαρεί και συ με τις βιοτικές πράξεις.
2. Άλλα ή μεγάλη ευσπλαχνία του Κυρίου λυπήθηκε και σένα και το σπίτι σου, και θα σε δυναμώσει και θα σε θεμελιώσει στη δόξα του. Εσύ μόνο να μη δείξεις ραθυμία, αλλά να εμψυχώνεις και να δυναμώνεις το σπίτι σου. Διότι, όπως ο χαλκωματάς σφυροκοπώντας το έργο του νίκα το υλικό πού θέλει, έτσι και ο καθημερινός και δίκαιος λόγος νίκα κάθε πονηριά. Να μη παραλείπεις λοιπόν να νουθετείς τα παιδιά σου· διότι γνωρίζω ότι, αν μετανοήσουν με όλη την καρδιά τους, θα εγγράφουν στα βιβλία της ζωής με τους άγιους.
3. Μόλις τελείωσε τα λόγια της αυτά μου είπε· θέλεις να με ακούσεις να διαβάζω;
και εγώ είπα· θέλω, κυρία.
Μου λέει τότε' Γίνε ακροατής και άκουσε τις γνώμες του θεού. Άκουσα με προσοχή και θαυμασμό, κάτι το όποιο δεν μπόρεσα να απομνημονεύσω· γιατί όλα τα λόγια ήταν τρομερά, πού δεν μπορεί άνθρωπος να τα συγκρατήσει. Τα τελευταία Όμως λόγια τα απομνημόνευσα· διότι ήταν ευνοϊκά για μας και ήπια. 4. Να, ο θεός των δυνάμεων, αυτός πού με την αόρατη δύναμη και την ισχυρή και μεγάλη σύνεση του έκτισε τον κόσμο, και με τη δοξασμένη θέληση του διακόσμησε τη γη επάνω στα ύδατα, και με τη σοφία και πρόνοια του ίδρυσε την αγία Εκκλησία του, την οποία και ευλόγησε, να, μετακινεί τους ουρανούς και τα Όρη και τα βουνά και τις θάλασσες, και όλα γίνονται ομαλά για τους εκλεκτούς του, για να τους ανταποδώσει την υπόσχεση πού υποσχέθηκε με πολλή δόξα και χαρά, εάν φυλάξουν τους νόμους του Θεού πού παρέλαβαν με μεγάλη πίστη.
IV. Όταν λοιπόν τελείωσε την ανάγνωση και σηκώθηκε από την πολυθρόνα, ήρθαν τέσσερις νεαροί και πήραν την πολυθρόνα και έφυγαν προς την ανατολή.
2. Προσκάλεσε τότε εμένα, έπιασε το στήθος μου και μου είπε· Σου άρεσε ή ανάγνωση μου; και εγώ της λέω· Κυρία, αυτά τα τελευταία μου αρέσουν, τα προηγούμενα όμως είναι φοβερά και σκληρά. και εκείνη μου είπε· Αυτά τα τελευταία είναι για τους δίκαιους, ενώ τα προηγούμενα για τους εθνικούς και τους αποστάτες.
3. και ενώ αυτή μιλούσε μαζί μου, εμφανίσθηκαν δύο άνδρες πού την πήραν από τους αγκώνες και έφυγαν προς τα εκεί πού πήγε και ή πολυθρόνα, δηλαδή προς την ανατολή.
Έφυγε δε χαρούμενη και αναχωρώντας μου είπε· Γίνε ανδρείος, Έρμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.