Η λέξη είναι τουρκική και δηλώνει γενικά τον Αλβανό. Πιο ειδικά, Αρναούτηδες, ονομάζονταν οι Αλβανοί της Άνω Αλβανίας. Η λέξη όμως, όπου δεν χρησιμοποιήθηκε ως επώνυμο, χρησιμοποιείται προς υποδήλωση των αγρίων, των άξεστων και κακόβουλων Αλβανών.
Στη ναυτική γλώσσα «αρναούτης» λέγεται και ο ναυτικός κόμπος που είναι γνωστός και ως «αραβόκομπος». Σχετικά με τη δράση των Αρναούτηδων χαρακτηριστική είναι η πληροφορία που είναι χαραγμένη στον ενδέκατο στύλο της νότιας πλευράς του Θησείου, η οποία λέει: «1770 εχαλάσανε Αρνανουτάδες του Πιρί (προάστειον των Θηβών) και ηρίθανε οι Πιριώτες στην Αθήνα» (Δημ. Καμπούρογλου: «Ιστορία των Αθηνών, εκδ. 1969, τόμ. Α', σ. 189).
Η λέξη «Αρναούτης», πέρα από ονόματα επιφανών αγωνιστών, όπως ο Κωνσταντίνος Αρναουτάκης από τα Βρουλά της Σμύρνης, ο Δημήτριος και ο Ευστάθιος Αρναούτης από την Παρνασίδα, ο Μανόλης Αρναούτης από την Κύμη, ο Αναγνώστης Αρναούτης από τη Μικρομάνη, αποτελεί το πρώτο συνθετικό προς υποδήλωση μιας επιφανούς τουρκικής οικογένειας του Μοριά, των Αρναούτογλου, προφανώς αλβανικής καταγωγής, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία του τόπου. Όπως μας πληροφορεί ο Αμβρόσιος Φραντζής, η οικογένεια αυτή μαζί με άλλες έξι, εγκαταστάθηκε στην Πελοπόννησο μετά την εκδίωξη των Αλβανών το 1715 και την επάνοδο των Τούρκων («Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος», τόμ. Δ', σσ. 146-147). Πολλοί διοικητές της Πελοποννήσου κατάγονταν από την οικογένεια αυτή, που είχε σαν βάση την Τριπολιτσά.
Κατά την Επανάσταση του 1821, ζούσε στην Τριπολιτσά ο Αβδούλ μπέης Αρναούτογλου, που είχε μια πανέμορφη μελαχρινή κόρη την Αντιλλέ, που εκτός της σπανίας ομορφιάς, διέθετε και σπάνια ευφυία. Όταν ελευθερώθηκε η Τριπολιτσά, η Αντιλλέ πιάστηκε αιχμάλωτη, μεταφέρθηκε στη Σπάρτη και προστατεύθηκε από τον Αναγνωσταρά. Όταν έγινε ανταλλαγή αιχμαλώτων, η Αντιλλέ δεν θέλησε να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Βαπτίστηκε χριστιανή από τον Καποδίστρια, πήρε τ' όνομα Χαρίκλεια και σαν προίκα μια περιοχή χιλίων στρεμμάτων στις Μυκήνες και νυμφεύθηκε τον βουλγαρικής καταγωγής Παύλο Τουρναβίτη, ταγματάρχη του ιππικού, σύντροφο του θρυλικού Χατζηχρήστου,
Ένας άλλος Αρναούτογλου ήταν ο Ιμπραήμ, που μεταξύ των ετών 1820-1821 ήταν διοικητής Καλαβρύτων, άνθρωπος έκδοτος σης ηδονές και οινοπότης, που έγινε υποχείριος του Μιχαήλ Κούκα, γραμματέα του Σωτήρη Χαραλάμπη. Έτσι δεν κατάλαβε τίποτα από τις συνωμοτικές κινήσεις που γίνονταν στην περιοχή του και διαβεβαίωνε τους Τούρκους της Τριπολιτσάς πως όλα πάνε καλά στην επαρχία του και να μην ακούν τους φθονερούς που επιβουλεύονται τους ειρηνικούς Αχαιούς.
Ο ίδιος δεν φοβόταν τους Αχαιούς, παρόλο που αυτοί εκόμιζαν προς αυτόν άφθονα δώρα. Όταν ο Χουρσίτ πασάς έφυγε από το Μοριά, για να πολεμήσει τον Αλή πασά, και άφησε στη θέση του τον Μεχμέτ Σαλήχ, αυτός άρχισε θορυβημένος από τις ύποπτες κινήσεις, να καλεί αρχιερείς και προκρίτους στην Τριπολιτσά. Οι πρόκριτοι των Καλαβρύτων, ξέροντας ότι επίκειται εξέγερση, και συνεπώς, αν πήγαιναν στην Τριπολιτσά, θα έβαζαν «το κεφάλι τους στο ντορβά», έπεισαν τον Ιμπραήμ πως ο Σαλήχ τους καλεί, διότι επιβουλεύεται την περιουσία τους. Όταν όμως περί τα μέσα Μαρτίου 1821 άρχισαν οι φόνοι Τούρκων σε διάφορες περιοχές, τότε ο Ιμπραήμ κατάλαβε την απειλή κι έσπευσε να σωθεί στην Τριπολιτσά. Μπροστά έστειλε έναν Αράπη φροντιστή, που τον σκότωσαν οι Πετμεζαίοι στον Πλατανιά. Ο Αρναούτογλου πληροφορήθηκε το συμβάν κι έντρομος κλείστηκε με άλλες τουρκικές οικογένειες σε τρεις πύργους στα Καλάβρυτα.
Εναντίον του έσπευσαν 600 οπλοφόροι υπό τους Σωτ. Χαραλάμπη, Ασημ. Φωτήλα, Πετμεζά, Σουλιώτη, Θεοχαρόπουλο κ,λπ. και τον υποχρέωσαν να παραδοθεί. Σκοτώθηκε αργότερα μέσα στον αναβρασμό του αγώνα.
Περισσότερο γνωστός είναι ο τρίτος Αρναούτογλου, ο Σουλεϊμάν·, βοεβόδας της Καλαμάτας, που όπως και ο συνώνυμος του των Καλαμών, τίποτα δεν αντιλήφθηκε από τα συμβαίνοντα κοντά στην περιοχή του, παρόλο που η Μάνη είχε γίνει τόπος συγκέντρωσης όλων των επαναστατικών στοιχείων. Και μόνο όταν έφθασε στην Καρδαμύλη της Μάνης ένα πλοίο από τη Σμύρνη γεμάτο πολεμοφόδια, που ο Νικηταράς μετέφερε με 200 ζώα σε διάφορα μέρη του Μοριά, κατάλαβε τον κίνδυνο και αποφάσισε να διαφύγει στην Τριπολιτσά. Όμως ο Νικηταράς, σκοτώνοντας έναν προπορευόμενο «Μουράτη» του έκοψε το δρόμο. Ο Σουλεϊμάν Αρναούτογλου κλείστηκε στο φρούριο Καλαμάτας και με έκπληξη είδε μετ' από λίγο (22-23 Μαρτίου) να ζώνεται ολόγυρα από οπλοφόρους, υπό τον Πετρόμπεη και τον Κολοκοτρώνη. Ήλθε σε διαπραγματεύσεις με τον Πετρόμπεη και παραδόθηκε σε οκταμελή επιτροπή. Έτσι οι Μανιάτες έγιναν αμαχητί κύριοι της Καλαμάτας.
Ο Αρναούτογλου και οι λοιποί αιχμάλωτοι διασκορπίσθηκαν σε διάφορα χωριά της Μάνης και της Μεσσηνίας. Αλλ' όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Φραντζής, όλους «εκ διαλειμμάτων κατέφαγε το Φεγγάρι»! Και σε υποσημείωση επεξηγεί: «Η μεταφορά αυτή «τον έφαγε το Φεγγάρι» εσυνειθίσθη να λέγεται μεταξύ των Ελλήνων, καθότι ως επί το πλείστον εθανάτωναν την νύκτα τους τοιούτους· το δε πρωί ερωτώμενοι τι έγινεν ο (δείνα) Αγάς, ή άλλος τις απεκρίνοντο «τον έφαγε το Φεγγάρι»· ώστε εμεινεν η μεταφορά αυτή και λέγεται ακόμη εις κανέναν δολοφονηθέντα, ή και διά νυκτός απαχθέντα εις φυλακήν εφ' απλή υποψία» (Φραντζής: όπ. παρ., τόμ. Α', σ. 335).
ΒΙΒΛΙΟΓ. Σ. ΚΑΡΓΑΚΟΣ - ΑΛΒΑΝΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας ευχαριστούμε.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.